JP Morgan: Οι κίνδυνοι παραμένουν στις αγορές – Πότε αναμένεται rebound στις μετοχές

Ο αμερικανικός οίκος προβλέπει ότι οι επιπτώσεις των δασμών θα πλήξουν ιδιαίτερα τις ΗΠΑ και την Κίνα, ενώ οι διεθνείς αγορές ίσως αποδειχθούν πιο ανθεκτικές - Βραχυπρόθεσμα αναμένονται πιέσεις στις μετοχές, με πιθανότητα ανάκαμψης στο δεύτερο εξάμηνο του 2025

Η JP Morgan επισημαίνει ότι τα οικονομικά στοιχεία έχουν δείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα μέχρι στιγμής μέσα στο 2025, την ώρα που οι δείκτες εμπιστοσύνης και οι έρευνες του καταναλωτή εξακολουθούν να υποδεικνύουν σημάδια αδυναμίας. Μια πιο αισιόδοξη ανάγνωση της κατάστασης θεωρεί ότι, καθώς η κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής γίνεται πιο υποστηρικτική, αυτό θα οδηγήσει σε ανάκαμψη των δεικτών εμπιστοσύνης, ενώ στο μεταξύ τα οικονομικά δεδομένα ενδέχεται να παραμείνουν ισχυρά, εν μέρει λόγω της πρόωρης επιτάχυνσης της οικονομικής δραστηριότητας πριν από την εφαρμογή νέων δασμών. Ωστόσο, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η ζημιά έχει ήδη γίνει.

Οι νέες αυξήσεις δασμών αναμένεται να είναι πολλαπλάσιες σε μέγεθος σε σχέση με προηγούμενες περιόδους. Βάσει των τελευταίων προτάσεων –λαμβάνοντας υπόψη και τις πρόσφατες αναβολές– ο μέσος αποτελεσματικός δασμός στις εισαγωγές των ΗΠΑ θα μπορούσε να φτάσει το 23%. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των οικονομολόγων της τράπεζας, ένας τέτοιος δασμός αντιστοιχεί σε φορολογική επιβάρυνση 730 δισ. δολαρίων ή περίπου 2,4% του ΑΕΠ, καθιστώντας τον μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις φόρων από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ακόμα και σε ένα πιο συντηρητικό σενάριο, με 60% δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές και 10% σε εισαγωγές από άλλες χώρες, το εκτιμώμενο αποτελεσματικό ποσοστό δασμών διαμορφώνεται στο 16%. Ακόμα και αυτό το σενάριο συνεπάγεται δεκαπλάσια επιβάρυνση σε σχέση με το 2018 και ισοδυναμεί με πρόσθετη «φορολογία» σε επιχειρήσεις και καταναλωτές που θα ξεπερνούσε το 1,6% του ΑΕΠ.

Δραματικές επιπτώσεις στο ΑΕΠ ΗΠΑ και Κίνας

Σύμφωνα με τα στοιχεία των οικονομολόγων της JP Morgan, η άμεση επίπτωση στο παγκόσμιο ΑΕΠ από τους νέους δασμούς θα μπορούσε να κυμανθεί από -0,7% έως -1,3%. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η αναμενόμενη υποβάθμιση του ρυθμού ανάπτυξης αγγίζει το 1,5%, ενώ για την Κίνα οι επιπτώσεις θα μπορούσαν να φτάσουν σε μείωση έως 2,6% του ΑΕΠ.

Ιδιαίτερα ευάλωτες εμφανίζονται οικονομίες όπως το Βιετνάμ, η Ταϊβάν και η Μαλαισία, των οποίων η εξάρτηση από τις εξαγωγές στις ΗΠΑ είναι μεγάλη (για παράδειγμα, οι εξαγωγές των ΗΠΑ στο Βιετνάμ αντιστοιχούν σε σχεδόν 30% του ΑΕΠ της χώρας). Αντίθετα, οι αναδυόμενες αγορές της Ευρώπης, της Λατινικής Αμερικής, καθώς και οι ανεπτυγμένες αγορές εκτός ΗΠΑ εμφανίζονται πιο προστατευμένες από τον άμεσο αντίκτυπο.

Προοπτικές για τις μετοχές: Υπομονή και επανατοποθέτηση στο β΄ εξάμηνο

Στην ετήσια έκθεση προοπτικών για το 2025, ο οίκος είχε εκτιμήσει ότι οι επενδυτές θα χρειαστεί πρώτα να διαχειριστούν την αβεβαιότητα γύρω από το παγκόσμιο εμπόριο κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, πριν δημιουργηθούν συνθήκες για ένα πιο ευνοϊκό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.

Βραχυπρόθεσμα, οι μετοχές θα πρέπει να αντέξουν σε κύματα αδύναμων εταιρικών κατευθύνσεων και μειώσεων εκτιμήσεων κερδών. Επιπλέον, αναμένεται περαιτέρω εξασθένηση στα πραγματικά οικονομικά στοιχεία ώστε να εναρμονιστούν με τα ήδη αδύναμα στοιχεία των ερευνών (soft data).

Ωστόσο, μετά από αυτήν τη φάση, μια πιθανή αποκλιμάκωση των δασμών θα μπορούσε να δημιουργήσει το έδαφος για μια πιο ριψοκίνδυνη, ανοδική τάση στις αγορές μετοχών κατά το δεύτερο εξάμηνο.

Ανησυχητικά σημάδια από την αγορά εργασίας: Οι έρευνες καταναλωτών συνεχίζουν να δείχνουν επιδείνωση στην αντίληψη για την κατάσταση της αγοράς εργασίας – όπως απεικονίζεται στο σχετικό γράφημα. Εξαιρώντας το έκτακτο σοκ της COVID-19, αυτή θα ήταν η πρώτη φορά από το 2010 που οι δείκτες προμηνύουν αρνητικές μεταβολές στην απασχόληση. Παράλληλα, οι περικοπές θέσεων εργασίας σύμφωνα με τα στοιχεία της Challenger βρίσκονται σε επίπεδα που ιστορικά συνδέονται με υφέσεις, ενώ οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό συνεχίζουν να ανεβαίνουν, εντείνοντας τον κίνδυνο συμπίεσης των πραγματικών εισοδημάτων.

Αποδυνάμωση στους δείκτες PMI: Τα τελευταία στοιχεία των Δεικτών Υπευθύνων Προμηθειών (PMI) δείχνουν εξασθένηση και στις τέσσερις μεγάλες οικονομίες του G4, με τις υπηρεσίες –που είχαν δείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα τα προηγούμενα χρόνια– να παρουσιάζουν πλέον αισθητή κάμψη. Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η υποχώρηση των προσδοκιών για μελλοντική παραγωγή.

Κατρακύλα στις αναθεωρήσεις κερδών: Οι εβδομαδιαίες αναθεωρήσεις εκτιμήσεων για τα κέρδη έχουν υποχωρήσει σε επίπεδα που παραπέμπουν στην κατάρρευση της COVID-19 το 2020. Στην Ευρώπη, καταγράφηκαν 40 προειδοποιήσεις κερδών μέχρι στιγμής, αριθμός αυξημένος τόσο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο όσο και με πέρυσι, με τη μέση ημερήσια πτώση των μετοχών στις σχετικές ανακοινώσεις να φτάνει το -9%.

Αβεβαιότητα γύρω από τους δασμούς: Η ειδησεογραφία για τους δασμούς συνεχίζει να κινείται σαν «τρενάκι του τρόμου». Οι πρόσφατες κινήσεις αποκλιμάκωσης των απειλών έχουν προσφέρει κάποια στήριξη στις αγορές, ωστόσο φαίνεται πιθανό ότι τελικά οι δασμοί θα αυξηθούν πολύ περισσότερο απ’ όσο αναμενόταν στην αρχή του έτους – πιθανόν σε επίπεδα πολλαπλάσια εκείνων του 2018, όταν μια αύξηση μόλις 1,4% στο μέσο συντελεστή δασμών προκάλεσε σημαντική πτώση των αγορών παγκοσμίως.

Σε καλύτερη θέση οι διεθνείς αγορές: Σε περιφερειακό επίπεδο, η σχέση ρίσκου-απόδοσης των διεθνών αγορών (εκτός ΗΠΑ) συνεχίζει να βελτιώνεται συγκριτικά με τις ΗΠΑ. Οι διεθνείς μετοχές μπορεί αυτή τη φορά να συμπεριφερθούν ασύμμετρα – να προστατευτούν καλύτερα σε περίπτωση ύφεσης και να ωφεληθούν περισσότερο σε περίπτωση θετικών εξελίξεων γύρω από το εμπόριο. Υπενθυμίζεται ότι η συμμετοχή των αμερικανικών μετοχών στο παγκόσμιο χρηματιστηριακό βάρος παραμένει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, άνω του 70%, έναντι κάτω του 50% πριν από 15 χρόνια.

Πηγή: newmoney.gr

Διαβάστε επίσης: Πονοκέφαλος για τον νέο Πάπα τα οικονομικά του Βατικανού

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ