AI Bubble; Από τον φόβο της φούσκας στη μακροπρόθεσμη αξία

Πώς γεννήθηκε ο διάλογος γύρω από το AI Βubble, με προειδοποιήσεις για υπερτιμήσεις, τεράστιες επενδύσεις υποδομών και το στοίχημα της επόμενης δεκαετίας.

Του Κωνσταντίνου Νικολαΐδη

Την τελευταία διετία, η AI έχει αναδειχθεί σε βασικό μοχλό των αγορώ και ειδικά του αμερικανικού χρηματιστηρίου. Η επιρροή της στους δείκτες και τις επενδυτικές αποφάσεις είναι πλέον καθοριστική, με εταιρείες που αναπτύσσουν, σχεδιάζουν ή αξιοποιούν AI να βρίσκονται στο επίκεντρο της αγοράς.

Ωστόσο, πρόσφατα άρχισαν να εμφανίζονται ανησυχίες σχετικά με την πιθανότητα δημιουργίας μιας «φούσκας». Ο Sam Altman, CEO της OpenAI, ίσως και άθελά του, παραδέχθηκε δημόσια την ύπαρξη υπερβολικής αποτίμησης, προειδοποιώντας ότι ορισμένοι επενδυτές μπορεί να υποστούν σημαντικές απώλειες. Παράλληλα, μια μελέτη του MIT έδειξε ότι περίπου 95% των έργων generative AI δεν αποφέρουν ουσιαστικά οικονομικά οφέλη, γεγονός που τροφοδότησε περαιτέρω σκεπτικισμό.

Όλα αυτά έχουν δημιουργήσει το έδαφος για μια έντονη συζήτηση: πρόκειται η AI για μια επανάσταση με πραγματικό οικονομικό αντίκτυπο ή για μια υπερβολικά φουσκωμένη αγορά που κινδυνεύει να διορθωθεί απότομα;

Κατανόηση του οικοσυστήματος AI

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τις ευκαιρίες και τους κινδύνους στην αγορά AI, αξίζει να εξετάσουμε την αλυσίδα αξίας της τεχνολογίας. Η αγορά AI δεν είναι μονολιθική, αντίθετα αποτελείται από πολλούς διαφορετικούς παίκτες, ο καθένας με τον δικό του ρόλο, ρίσκο και δυναμική απόδοσης.

Στην κορυφή βρίσκονται οι σχεδιαστές chips, όπως η NVIDIA και η AMD. Αυτές οι εταιρείες δημιουργούν τα αρχικά σχέδια που θα τροφοδοτήσουν όλες τις εφαρμογές AI. Η σταθερότητα του ρόλου τους έγκειται στο γεγονός ότι ακόμα και αν μερικές B2C εφαρμογές αποτύχουν, η ζήτηση για υψηλής απόδοσης chips παραμένει, καθιστώντας τους πιο ασφαλή κρίκο στην αλυσίδα.

Οι παραγωγοί chips, όπως η TSMC και οι κατασκευαστές μηχανημάτων, όπως η ASML, έχουν επίσης σχετικά μειωμένο ρίσκο. Χωρίς αυτούς, οι designers δεν μπορούν να παράγουν τα προϊόντά τους και η ζήτηση για τα μηχανήματα και την παραγωγή είναι διαχρονική και αναγκαία για κάθε νέο κύκλο AI ανάπτυξης.

Οι data centers και οι πάροχοι υποδομών, όπως η Dell και η Nebius, βρίσκονται στο επόμενο επίπεδο. Εταιρείες σαν αυτές παρέχουν τη φυσική και υπολογιστική υποδομή που απαιτείται για την κλιμάκωση των AI εφαρμογών. Η σταθερότητά τους προέρχεται από τη μακροπρόθεσμη ζήτηση για υπολογιστική ισχύ, που δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το αν μια μεμονωμένη εφαρμογή AI θα αποδώσει.

Στο τέλος της αλυσίδας βρίσκονται οι B2C AI εταιρείες, που προσφέρουν προϊόντα και υπηρεσίες απευθείας στον τελικό χρήστη. Εδώ ανήκουν τόσο startups όπως ChatGPT, Jasper και Runway, όσο και μεγάλες εταιρείες όπως Microsoft, Amazon, Google και Meta, που προσφέρουν AI εργαλεία σε επιχειρήσεις και καταναλωτές. Αυτές οι εταιρείες έχουν υψηλότερο ρίσκο συγκριτικά με τους designers ή τους παραγωγούς chips, καθώς η επιτυχία τους εξαρτάται από την υιοθέτηση των προϊόντων, την ανταγωνιστικότητα της αγοράς και την αποδοχή από τον χρήστη.

Εδώ ισχύει η παροιμία: «Όταν όλοι ψάχνουν για χρυσό, πούλα φτυάρια». Οι designers, οι παραγωγοί και οι κατασκευαστές μηχανημάτων αντιπροσωπεύουν τα «φτυάρια», δηλαδή τα απαραίτητα εργαλεία για όλη την αγορά. Οι B2C εταιρείες, είτε είναι startups είτε κολοσσοί όπως η Microsoft και η Amazon, είναι αυτοί που ψάχνουν τον «χρυσό», δηλαδή μπορούν να αποφέρουν τεράστια κέρδη, αλλά η πιθανότητα αποτυχίας είναι μεγαλύτερη.

Από πού προέρχεται η ανησυχία για την αγορά AI

Οι πρόσφατες ανησυχίες για πιθανή φούσκα στην αγορά AI εστιάζονται κυρίως στις εταιρείες που προσφέρουν προϊόντα απευθείας στον τελικό χρήστη (B2C) και στο τεράστιο κόστος υποδομών που απαιτεί η συγκεκριμένη τεχνολογία.

Μια πρόσφατη μελέτη του MIT έδειξε ότι περίπου 95% των έργων generative AI δεν αποφέρουν ουσιαστικά οικονομικά οφέλη. Η μελέτη επικεντρώνεται κυρίως στις B2C εταιρείες, οι οποίες αντιμετωπίζουν υψηλό ρίσκο λόγω της ανάγκης για υιοθέτηση από τον χρήστη και έντονο ανταγωνισμό. Αντίθετα, οι μεγάλοι παίκτες που παρέχουν υποδομές ή σχεδιάζουν chips, όπως η NVIDIA, η AMD, η TSMC ή η ASML, έχουν μέχρι τώρα καταγράψει σημαντικά πραγματικά έσοδα και ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα:

• Η NVIDIA ανακοίνωσε έσοδα 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το Q2 2025, με το 88% να προέρχεται από πωλήσεις data center, κυρίως λόγω ζήτησης για GPUs.

• Η TSMC είχε καθαρό κέρδος 13,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σημειώνοντας αύξηση 61% σε ετήσια βάση.

• Η ASML παρουσίασε υψηλή ζήτηση για τα μηχανήματα κατασκευής chips της, με τις νέες παραγγελίες να διπλασιάζονται σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.

Παράλληλα, το κόστος για υποδομές AI εκτοξεύεται σε ιστορικά επίπεδα. Μόνο οι Google, Amazon, Microsoft και Meta προγραμματίζουν επενδύσεις ύψους 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ οι παγκόσμιες δαπάνες προβλέπεται να φτάσουν τα 3 τρισ. δολάρια έως το 2029. Οι υψηλές αυτές δαπάνες αυξάνουν την πίεση στις B2C εταιρείες, οι οποίες πρέπει να ισορροπήσουν μεταξύ κόστους και πιθανών εσόδων.

Οι στρατηγικές προσαρμογές μεγάλων εταιρειών ενισχύουν επίσης τις ανησυχίες. Για παράδειγμα, η Meta έχει παγώσει προσλήψεις στον AI τομέα και εξετάζει περιορισμό της ομάδας «superintelligence», υποδεικνύοντας ότι ακόμα και οι κολοσσοί αντιμετωπίζουν αβεβαιότητες σχετικά με κόστος και αποδόσεις.

Συνολικά, η ανησυχία προκύπτει από έναν συνδυασμό υψηλού ρίσκου στις B2C εφαρμογές, τεράστιου κόστους υποδομών και ενδείξεων στρατηγικών αναπροσαρμογών, ενώ ταυτόχρονα οι μεγάλοι υποδομικοί παίκτες αποδεικνύουν ότι η AI μπορεί να παράγει αξιόπιστα έσοδα, διαφοροποιώντας τους από τις πιο ριψοκίνδυνες B2C εταιρείες.

 

 

Οι μελλοντικές ευκαιρίες της AI σε διάφορους τομείς της αγοράς

Παρά τις ανησυχίες, η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι απλώς μια τεχνολογία του σήμερα. Αντίθετα, μπορεί να αποτελέσει κινητήρια δύναμη για το μέλλον της οικονομίας και της αγοράς. Καθώς εξελίσσεται, μπορεί να ανοίξει νέες δυνατότητες σε κλάδους που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν δύσκολο να αυτοματοποιηθούν ή να βελτιωθούν αποτελεσματικά.

Στην αυτοκινητοβιομηχανία, η AI υπόσχεται να μεταμορφώσει τον τρόπο που κινούμαστε: από συστήματα υποβοήθησης οδήγησης και αυτονομίας που μειώνουν τα ατυχήματα, μέχρι predictive maintenance που μπορεί να μειώσει κόστος και κατανάλωση καυσίμων. Στον τομέα της υγείας, η AI ανοίγει δρόμους για ακριβέστερη διάγνωση, πρόβλεψη ασθενειών και ταχύτερη ανάπτυξη φαρμάκων, επιτρέποντας στους γιατρούς να παρέχουν πιο εξατομικευμένες θεραπείες και στα νοσοκομεία να διαχειρίζονται καλύτερα τους πόρους τους.

Η βιομηχανία και η παραγωγή είναι επίσης τομείς που μπορούν να επωφεληθούν, καθώς η έξυπνη αυτοματοποίηση και η predictive maintenance μπορούν να αυξήσουν την αποδοτικότητα και να μειώσουν σπατάλες, ενώ η βελτιστοποίηση logistics μπορεί να επιταχύνει παραδόσεις και να μειώσει κόστος. Στα χρηματοοικονομικά, η AI μπορεί να ενισχύσει την ακρίβεια προβλέψεων, να ανιχνεύει απάτες και να υποστηρίζει στρατηγικές επενδύσεις. Τέλος, στον χώρο των μέσων ενημέρωσης και της δημιουργίας περιεχομένου, η AI μπορεί να επιταχύνει την παραγωγή διαφημίσεων, video και γραφιστικών, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει εξατομικευμένη εμπειρία για τους χρήστες.

Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα που καταδεικνύουν ότι η AI δεν είναι απλώς μια τεχνολογία, αλλά ένα στρατηγικό εργαλείο ανάπτυξης και καινοτομίας, ικανό να επηρεάσει θετικά πολλούς τομείς της οικονομίας στο μέλλον, εφόσον χρησιμοποιηθεί σωστά.

Το ορατό ρίσκο και η μακροπρόθεσμη αξία της AI

Παρά τις τεράστιες δυνατότητες της AI, η ανάπτυξή της συνοδεύεται πάντα από ορατό ρίσκο. Αυτό δεν είναι μοναδικό για την AI, καθώς κάθε νέο κύμα καινοτομίας φέρνει πιθανότητα διορθώσεων της αγοράς, ιδιαίτερα όταν ορισμένες εταιρείες υπερτιμώνται ή δεν έχουν αποδείξει ακόμη σταθερά επιχειρηματικά μοντέλα.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από το παρελθόν είναι το dot-com Bubble στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές του 2000. Τότε, πολλές νεοεισερχόμενες εταιρείες του διαδικτύου υπερτιμήθηκαν, με αποτέλεσμα αρκετές να καταρρεύσουν όταν η αγορά διόρθωσε την υπερβολή. Παρά ταύτα, το ίντερνετ ως τεχνολογία επιβίωσε, ωρίμασε και αποτέλεσε τη βάση για τη σημερινή ψηφιακή οικονομία.

Στην τρέχουσα αγορά της AI, παρατηρούνται παρόμοιες δυναμικές. Οι εταιρείες που προσφέρουν προϊόντα απευθείας στον τελικό χρήστη (B2C) αντιμετωπίζουν υψηλό ρίσκο, ενώ οι μεγάλοι παίκτες που παρέχουν υποδομές ή σχεδιάζουν chips, όπως η NVIDIA, η AMD, η TSMC και η ASML, φαίνεται να είναι πιο ανθεκτικοί, χάρη στα σταθερά έσοδα και τη συνεχή ζήτηση για την τεχνολογία τους.

Η πιθανότητα διορθώσεων στην αγορά δεν πρέπει να θεωρηθεί ως αποτυχία του τομέα. Αντίθετα, αποτελεί φυσιολογικό φαινόμενο που εμφανίζεται κάθε λίγα χρόνια και βοηθά στην ωρίμανση της αγοράς. Παρά τις βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις ή υπερτιμήσεις, η AI έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει μακροπρόθεσμη αξία, φέρνοντας καινοτομία, νέες υπηρεσίες και σημαντική επίδραση σε πολλούς τομείς της οικονομίας. Όπως φάνηκε και από το παράδειγμα του ίντερνετ, μεμονωμένες αποτυχίες δεν ακυρώνουν τη συνολική πορεία ανάπτυξης της τεχνολογίας, η οποία παραμένει στρατηγικός παράγοντας εξέλιξης για το μέλλον.

Συμπέρασμα

Η τεχνητή νοημοσύνη έχει εξελιχθεί σε έναν πλήρως διαμορφωμένο τομέα, ικανό να προσφέρει ουσιαστική και διαχρονική αξία στην οικονομία στο σύνολό της. Οι ανησυχίες για μεμονωμένες εταιρείες ή υπερτιμήσεις παραμένουν φυσιολογικές, αλλά μόνο ο χρόνος θα δείξει εάν θα πρόκειται για μια απλή προσωρινή διόρθωση ή για μια πιο σημαντική αναδιάρθρωση της αγοράς με νέους παίκτες να αποσπούν κομμάτι της αγοράς. Παρά τις βραχυπρόθεσμες αβεβαιότητες, η AI διαθέτει τη δύναμη να ενισχύσει την καινοτομία, να βελτιώσει την αποδοτικότητα και να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες ανάπτυξης σε πολλούς τομείς. Με σωστή χρήση και ώριμη εφαρμογή, μπορεί να αποτελέσει ένα στρατηγικό εργαλείο μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και οικονομικής αξίας, διαμορφώνοντας το μέλλον της αγοράς και της κοινωνίας συνολικά.

Διαβάστε επίσης: Mega deal AMD και OpenAI - Χτίζουν την επόμενη γενιά AI data centers

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ