Η παγκόσμια οικονομία έχει, μέχρι στιγμής, αντέξει το μεγαλύτερο κύμα αμερικανικών δασμών από τη δεκαετία του 1930, καθώς οι Αμερικανοί καταναλωτές συνέχισαν να ξοδεύουν, οι επιχειρήσεις απορρόφησαν το αυξημένο κόστος και η έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης τροφοδότησε ένα νέο γύρο επενδυτικής αισιοδοξίας.
Όμως, η τελευταία απειλή του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει μαζικούς δασμούς στα κινεζικά προϊόντα έχει αναζωπυρώσει τους φόβους για έναν νέο πονοκέφαλο στην παγκόσμια οικονομία, προσθέτοντας ανησυχίες για το αυξανόμενο δημόσιο χρέος και τη φούσκα που διαμορφώνεται στις μετοχές τεχνολογίας.
Οι εξελίξεις αυτές θα κυριαρχήσουν στη φετινή σύνοδο υπουργών Οικονομικών και κεντρικών τραπεζιτών, οι οποίοι καταφθάνουν στην Ουάσιγκτον για τις ετήσιες συνεδριάσεις του ΔΝΤ και της παγκόσμιας τράπεζας. Στο επίκεντρο των συζητήσεων στο περιθώριο των συναντήσεων θα βρεθούν, επίσης, η αμερικανική οικονομική στήριξη ύψους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς την Αργεντινή για τη σταθεροποίηση του πέσο, καθώς και οι προτάσεις αξιοποίησης των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων υπέρ της Ουκρανίας. Οι αξιωματούχοι συναντώνται σε ένα περιβάλλον έντονης εμπορικής έντασης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου και πολιτικής αστάθειας σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ιαπωνία.
Την τελευταία φορά που συναντήθηκαν στην Ουάσιγκτον, τον περασμένο Απρίλιο, οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας ήταν πολύ πιο ζοφερές. Η ανακοίνωση των δασμών της «Ημέρας Απελευθέρωσης» από τον Τραμπ είχε προκαλέσει αναταράξεις στις αγορές και ανησυχία για έναν νέο παγκόσμιο κύκλο ύφεσης, εμπορικών αντιποίνων, πληθωριστικών πιέσεων και επενδυτικής στασιμότητας.
Ωστόσο, τους τελευταίους έξι μήνες, οι περισσότερες εξελίξεις αποδείχθηκαν καλύτερες του αναμενομένου, ιδίως στην αμερικανική οικονομία. Το ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών αυξήθηκε το δεύτερο τρίμηνο με τον ταχύτερο ρυθμό σχεδόν δύο ετών. Παρότι οι νέες απειλές δασμών του Τραμπ προκάλεσαν πιέσεις στις αγορές την Παρασκευή, ο δείκτης S&P 500 έχει εκτοξευθεί κατά 32% από τα χαμηλά του Απριλίου. Σύμφωνα με το Bloomberg, πίσω από την άνοδο των μετοχών και της πραγματικής οικονομίας βρίσκεται η τεχνητή νοημοσύνη και οι πρωτοφανείς επενδύσεις σε data centers που τροφοδοτούν το cloud computing.
Μέχρι σήμερα, οι εταιρείες έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις των δασμών αυξάνοντας προσωρινά τα αποθέματά τους και αποδεχόμενες μικρότερα περιθώρια κέρδους, αντί να μετακυλήσουν το κόστος στους καταναλωτές. «Αυτή η ανθεκτικότητα είναι ευπρόσδεκτη, αλλά δεν νομίζω ότι είναι βιώσιμη», δήλωσε η Κάρεν Νταϊάν, καθηγήτρια οικονομικών στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και ανώτερη συνεργάτιδα στο Peterson Institute for International Economics. «Θα δούμε μια επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας».
Την προηγούμενη Παρασκευή, ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε, ότι θα επιβάλει πρόσθετο δασμό 100% στην Κίνα από την 1η Νοεμβρίου, επισημαίνοντας πως μπορεί να υποχωρήσει αν το Πεκίνο αποσύρει τις απειλές για περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών. Οι τελευταίες προβλέψεις του Bloomberg Economics κάνουν λόγο για επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, με αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 3,2% το 2025, σταθερή σε σχέση με φέτος, και 2,9% το 2026.
Αυξανόμενο χρέος
Η εκτόξευση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους στις ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο των συζητήσεων στην Ουάσιγκτον. Το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά περισσότερα από 21 τρισ. δολάρια στο πρώτο εξάμηνο του έτους, φτάνοντας σε ιστορικό ρεκόρ σχεδόν 338 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με το Institute of International Finance, ρυθμός αύξησης παρόμοιος με αυτόν της πανδημίας.
Οι προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης να στηρίξει την οικονομία της Αργεντινής ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών στα τέλη του μήνα θα αποτελέσουν επίσης βασικό θέμα. Το ΔΝΤ είχε συμφωνήσει τον Απρίλιο να δανείσει επιπλέον κεφάλαια στη χώρα, παρά τις εσωτερικές αντιρρήσεις στο Ταμείο. Η γενική διευθύντρια Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα συμμετέχει ενεργά στις συνομιλίες μεταξύ αμερικανικών και αργεντίνικων αρχών.
Επιβράδυνση της παραγωγής και του εμπορίου
Η απασχόληση στις ΗΠΑ έχει αποδειχθεί πιο αδύναμη από τις προβλέψεις, καθώς οι επιχειρήσεις περιορίζουν τις προσλήψεις, με τον μεταποιητικό τομέα να χάνει θέσεις εργασίας επί τέσσερις συνεχόμενους μήνες. Στην Κίνα, ο δείκτης βιομηχανικής δραστηριότητας υποχώρησε για έκτο μήνα τον Σεπτέμβριο, σημειώνοντας τη μακρύτερη περίοδο πτώσης από το 2019. Η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε περισσότερο από τις αρχικές εκτιμήσεις το δεύτερο τρίμηνο, ενώ οι εξαγωγικές της αυτοκινητοβιομηχανίες δέχονται σοβαρό πλήγμα.
Η ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών αναμένεται να επιβραδυνθεί σημαντικά το επόμενο έτος, αντικατοπτρίζοντας την καθυστερημένη επίδραση των δασμών Τραμπ, σύμφωνα με τον παγκόσμιο οργανισμό εμπορίου. Ο οργανισμός προβλέπει αύξηση του όγκου του εμπορίου κατά 0,5% το 2026, έναντι 2,4% φέτος. «Οι αντίθετοι άνεμοι για την παγκόσμια οικονομία εντείνονται», δήλωσε ο Φρέντερικ Νιούμαν, επικεφαλής οικονομολόγος Ασίας της HSBC στο Χονγκ Κονγκ. «Είναι δελεαστικό να πιστεύουμε ότι οι παγκόσμιες εξαγωγές μπορούν να μείνουν ανεπηρέαστες από τους αμερικανικούς δασμούς, αλλά η καθυστερημένη επίδραση είναι αναπόφευκτη».
Ένα από τα μεγάλα ερωτήματα είναι εάν οι αυξημένες τιμές θα πλήξουν τελικά τον Αμερικανό καταναλωτή, προκαλώντας αλυσιδωτές συνέπειες διεθνώς. Παρότι οι επιπτώσεις των δασμών στην παγκόσμια δραστηριότητα υπήρξαν μέχρι στιγμής μικρότερες και βραχύτερες από ό,τι αναμενόταν, «το δεύτερο χτύπημα έρχεται», προειδοποιεί ο Νάθαν Σιτς, επικεφαλής οικονομολόγος της Citigroup.
«Οι δασμοί αρχίζουν να δαγκώνουν, κάτι που πιθανόν θα οδηγήσει σε περαιτέρω εξασθένηση της κατανάλωσης και της ζήτησης εισαγωγών στις ΗΠΑ», ανέφερε ο ίδιος σε πρόσφατη έκθεση, προβλέποντας ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα υποχωρήσει κάτω από το 2% στο β’ εξάμηνο και θα ανακάμψει στο 2,5% το 2026.
Ο Στέφεν Τζεν, CEO της Eurizon SLJ Capital, εκτιμά ότι μπορεί να χρειαστούν έξι έως οκτώ τρίμηνα για να αρχίσουν οι δασμοί να πλήττουν ουσιαστικά την κατανάλωση και να ωθήσουν την αμερικανική ανάπτυξη κοντά στο μηδέν. «Τα σοκ από τους δασμούς έχουν ουσιαστικά σπάσει σε επιμέρους κύματα 2%, αντί για ένα ενιαίο τσουνάμι 13%», ανέφερε σε σημείωμά του.
Ανάμεσα σε όσους προειδοποιούν ότι ο αντίκτυπος των δασμών δεν έχει ακόμη φανεί πλήρως είναι και ο Μάικ Μπρούντιτζ, επικεφαλής της Acme Food Sales Inc. στο Σιάτλ, η οποία εισάγει προϊόντα όπως κονσέρβες τόνου και νερό καρύδας για μεγάλες αλυσίδες λιανικής των ΗΠΑ. Μέχρι τώρα έχει απορροφήσει μέρος του κόστους, αλλά αναγνωρίζει ότι οι αυξήσεις τιμών για τους καταναλωτές είναι αναπόφευκτες.
«Λίγα πράγματα στη ζωή είναι βέβαια, αλλά μπορώ να σας εγγυηθώ ότι οι τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ θα αυξηθούν. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος», είπε χαρακτηριστικά. Μια ακόμη βραχυπρόθεσμη ανησυχία αφορά την πιθανή αντιστροφή της «ευφορίας» γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη.
«Οι σημερινές αποτιμήσεις προσεγγίζουν τα επίπεδα που είδαμε κατά τη φάση υπεραισιοδοξίας του διαδικτύου πριν από 25 χρόνια», δήλωσε η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα σε πρόσφατη ομιλία της, υπενθυμίζοντας τη φούσκα των dot-com που έσκασε το 2000. «Εάν σημειωθεί απότομη διόρθωση, οι πιο αυστηρές χρηματοπιστωτικές συνθήκες θα μπορούσαν να πλήξουν την παγκόσμια ανάπτυξη, να αποκαλύψουν αδυναμίες και να δυσκολέψουν ιδιαίτερα τις αναπτυσσόμενες χώρες».
Σύμφωνα με σενάριο της Oxford Economics, μια επιβράδυνση στον τεχνολογικό τομέα των ΗΠΑ θα μπορούσε να οδηγήσει τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου στα όρια της ύφεσης, ρίχνοντας την παγκόσμια ανάπτυξη στο 2% το 2026 αντί για 2,5%, με πιθανότητα ακόμη μεγαλύτερης πτώσης.
Γι’ αυτό, ολοένα και περισσότεροι οικονομολόγοι στρέφουν πλέον την προσοχή τους στην τεχνολογική αγορά, αναζητώντας ενδείξεις αστάθειας, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούν τις αβεβαιότητες γύρω από τους δασμούς. Το επενδυτικό κύμα της τεχνητής νοημοσύνης δεν φαίνεται να συνιστά σταθερό μακροπρόθεσμο κινητήριο μοχλό ανάπτυξης, σημειώνει η Αλξις Κρόου, επικεφαλής οικονομολόγος της PwC US.
«Δεν είναι ακόμη σαφές αν αυτή η επενδυτική έκρηξη θα οδηγήσει σε βιώσιμη αύξηση της παραγωγικότητας και, κατ’ επέκταση, σε ουσιαστική ενίσχυση της ανάπτυξης», ανέφερε.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Ιαπωνία: Ποιες εταιρείες θα επενδύουν $550 δισ. στις ΗΠΑ



