ΕΚΤ: Γιατί δεν πρέπει να φοβάται εάν αποκλίνει από την Fed

Οι δύο κορυφαίες κεντρικές τράπεζες είχαν αποκλίνει και στο παρελθόν

Η Κριστίν Λαγκάρντ και ο Τζερόμ Πάουελ αναμένεται να διαχωρίσουν τις νομισματικές πολιτικές τους. Η πρόεδρος της ΕΚΤ είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα μειώσει τα επιτόκια πριν από τον πρόεδρο της Φέντεραλ Ριζέρβ. Και οι σκληροπυρηνικοί της Φρανκφούρτης ανησυχούν ότι η απόκλιση αυτή θα μπορούσε να πλήξει το ευρώ και να φέρει εισαγόμενο πληθωρισμό.

Οι δύο κορυφαίες κεντρικές τράπεζες είχαν αποκλίνει και στο παρελθόν. Από το 2015 έως το 2019, η Fed αύξησε τα επιτόκια, ενώ η ΕΚΤ τα μείωσε κάτω από το μηδέν. Όμως, τώρα θα είναι η πρώτη φορά από τη δημιουργία του ευρώ που η Φρανκφούρτη θα ηγηθεί της Ουάσιγκτον σε μείωση των επιτοκίων. 

Το 2022 και το 2023, η Fed και η ΕΚΤ προχώρησαν συντονισμένα σε μια σειρά από επιτοκιακές αυξήσεις για να αντιμετωπίσουν τον υψηλό πληθωρισμό. Τώρα, η ΕΚΤ αναμένεται να ανταποκριθεί στην εξασθενημένη ανάπτυξη και στον αποκλιμακούμενο πληθωρισμό με την πρώτη μείωση των επιτοκίων από το 2019, κίνηση που ενδεχομένως να ακολουθήσουν δύο ακομη επιτοκιακές μειώσεις φέτος. Αντίθετα, οι αγορές περιμένουν από τον Πάουελ να μειώσει τα επιτόκια μόνο μία φορά φέτος, καθώς η αμερικανική οικονομία αναπτύσσεται σταθερά και ο πληθωρισμός παραμένει κατά πολύ πάνω από το στόχο του 2%. 

Σε αυτή την περίπτωση, η διαφορά ανάμεσα στα βασικά επιτόκια σε Ευρωζώνη και ΗΠΑ αναμένεται να φθάσει το 2,1%, σύμφωνα με ανάλυση της Barclays, συγκριτικά με τη σημερινή διαφορά του 1,4%. 

Η προοπτική των υψηλότερων αποδόσεων θα μπορούσε να προσελκύσει τους επενδυτές στις ΗΠΑ, ενισχύοντας την αξία του δολαρίου έναντι του ευρώ. Εν μέρει, αυτό ήδη συμβαίνει: το ενιαίο νόμισμα έχει απωλέσει περίπου 2,5% της αξίας του έναντι του δολαρίου από τον Ιανουάριο. 

Η προοπτική απόκλισης των επιτοκίων προκαλεί ήδη εντάσεις εντός της ΕΚΤ. Τον Απρίλιο, ο Αντιπρόεδρος Λουίς ντε Γκίντος, είχε δηλώσει στη Le Monde ότι οι διαμορφωτές πολιτικής θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τον αντίκτυπο των συναλλαγματικών ισοτιμιών. 

Ο Αυστριακός κεντρικός τραπεζίτης Ρόμπερτ Χόλζμαν σε δηλώσεις του στο Bloomberg είχε δηλώσει ότι θα ήταν δύσκολο για την ΕΚΤ να απομακρυνθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από την Φέντεραλ Ριζέρβ. Ωστόσο, ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης, Φάμπιο Πανέτα, είπε ότι τα υψηλά επιτόκια στις ΗΠΑ ενισχύουν τις προοπτικές για επιτοκιακές μειώσεις στην Ευρωζώνη. Και η Κριστίν Λαγκάρντ έχει ξεκαθαρίσει ότι  η ΕΚΤ παραμένει εξαρτημένη από τα στοιχεία και όχι από την Φέντεραλ Ριζέρβ. 

Η βασική ανησυχία στην Φρανκφούρτη είναι ότι η Fed θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό αυξάνοντας το κόστος εισαγωγών. Πρακτικά ωστόσο η Ευρωζώνη είναι θωρακισμένη από αυτόν τον τύπο πληθωρισμού και θα μπορούσε να ωφεληθεί από ένα φθηνότερο νόμισμα. 

Καταρχάς, το ευρώ δεν είναι τόσο εξασθενημένο: εξακολουθεί να είναι 13% υψηλότερο από τα χαμηλά του Σεπτεμβρίου του 2022, οπότε ένα ευρώ αντιστοιχούσε σε λιγότερο από ένα δολάριο. Επίσης, οι επενδυτές έχουν ήδη προεξοφλήσει εν μέρει την απόκλιση ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Εάν η Fed καθυστερήσει να μειώσει τα επιτόκια έως το πρώτο τρίμηνο του 2025 και η ΕΚΤ τα μειώσει τέσσερις φορές μέσα στο διάστημα αυτό, το ευρώ θα υποχωρήσει επιπλέον μόνο 1,2% έναντι του δολαρίου, σύμφωνα με την Oxford Economics.  

Από την πλευρά τους, ερευνητές της ΕΚΤ αναφέρουν ότι μία υποτίμηση 1% του ευρώ θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές εισαγόμενων αγαθών μόλις κατά 0,3% σε ένα χρόνο, ενώ η ανοδική πίεση στον πληθωρισμό θα ήταν μηδαμινή, μόλις 0,04%. Ο περιορισμένος αντίκτυπος έχει να κάνει με το γεγονός ότι το 40% των ευρωπαϊκών εισαγωγών είναι σε ευρώ και κατά συνέπεια δεν επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις στην αγορά ξένου συναλλάγματος. 

Φυσικά, μία μεγάλη άνοδος στο κόστος εισαγόμενων αγαθών και υπηρεσιών θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στον πληθωρισμό. Αυτό ακριβώς συνέβη από τις αρχές του 2022 έως το πρώτο τρίμηνο του 2023, όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία και ώθησε στα ύψη τις τιμές ενέργειας και τροφίμων. 

Οι υψηλότερες τιμές εισαγόμενων αγαθών εκπροσώπησαν τα δύο-τρίτα του πληθωρισμού της Ευρωζώνης, σύμφνωα με έκθεση του ΔΝΤ. Όμως, η κρίση μετριάστηκε. Η ΕΚΤ σημειώνει ότι ο δείκτης τιμών εισαγωγών θα μειωθεί 0,4% φέτος αφού υποχώρησε 3% το 2023. 

Φυσικά, ένα αδύναμο ευρώ έχει ορισμένα οφέλη για τους παραγωγούς της περιοχής. Από τα μέσα του 2023, οι εξασθενημένες εξαγωγές έχουν πλήξει την ανάπτυξη καθώς η ζήτηση από τις μεγάλες αγορές, όπως η Κίνα, έχει επιβραδυνθεί. Ένα φθηνότερο ευρώ θα καθιστούσε επίσης τα αυτοκίνητα της BMW και τα ιταλικά τυριά πολύ πιο ελκυστικά στους ξένους αγοραστές. 

Ωστόσο, έρευνα της καθηγήτριας πανεπιστημίου Valentina Bruno και του Hyun Song Shin της Διεθνούς Τράπεζας Διακανονισμών (IIF) έδειξε ότι ένα ισχυρό δολάριο καθιστά το παγκόσμιο εμπόριο πιο ακριβό. Επιπλέον, τα υψηλότερα επιτόκια στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να διαχυθούν και σε άλλες χώρες, επειδή οι αγορές κρατικών ομολόγων τους τείνουν να ακολουθούν τις τάσεις της αμερικανικής αγοράς. 

Δύο ακόμη αρνητικές εκπλήξεις θα μπορούσαν να καταστήσουν πιο δύσκολη την απόκλιση στις νομισματικές πολιτικές ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Η πρώτη είναι μία ακόμη άνοδος των τιμών ενέργειας, κυρίως εξαιτίας της γεωπολιτικής έντασης στη Μέση Ανατολή. Η δεύτερη θα μπορούσε να συμβεί εάν η Fed αποφάσιζε ότι είναι αναγκαιό να αυξήσει τα επιτόκια. Αυτό θα ωθούσε το δολάριο σε ακόμη πιο υψηλά επίπεδα, προκαλώντας τριγμούς στην αγορές ξένου συναλλάγματος, από την Ευρώπη έως την Ιαπωνία. 

Πηγή: moneyreview.gr από τη στήλη BreakingViews του Reuters

Διαβάστε επίσης: ΒΡ: Κατώτερα των εκτιμήσεων τα αποτελέσματα τριμήνου

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ