Οι κινήσεις των hedge funds αποτελούν «σανίδα σωτηρίας» για τις αγορές (γράφημα)

    Το γεγονός ότι τα hedge funds επέλεξαν να επενδύσουν ενισχύει μια σειρά από αισιόδοξα επιχειρήματα τη στιγμή που τα οικονομικά στοιχεία δεν έχουν ακόμη επιβεβαιώσει τη δημιουργία ύφεσης στις ΗΠΑ

    Στο παρασκήνιο του sell off ύψους τρισεκατομμυρίων δολαρίων της περασμένης Δευτέρας, οι επενδυτές με μεγάλα χαρτοφυλάκια έκαναν κάτι που συνήθως προορίζεται για τους μικρομεσαίους: επένδυσαν στη βουτιά («buy the dip»).

    Ενώ οι απλοί επενδυτές εγκατέλειψαν την αγορά, τα hedge funds αγόρασαν μεμονωμένες αμερικανικές μετοχές με τον ταχύτερο ρυθμό από τον Μάρτιο, αντιστρέφοντας μια πολύμηνη πορεία πωλήσεων, όπως δείχνουν τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Goldman Sachs Group Inc. 

    Ξεχωριστή ανάλυση της JPMorgan Chase & Co. έδειξε ότι οι θεσμικοί επενδυτές επένδυσαν σε μετοχές ύψους 14 δισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια της πτώσης, η οποία οδήγησε σε μείωση του δείκτη S&P 500 κατά 3%.

    Το γεγονός ότι οι επαγγελματίες επενδυτές επέλεξαν τη χειρότερη ημέρα του έτους για να επενδύσουν, ενισχύει μια σειρά από αισιόδοξα επιχειρήματα, μεταξύ των οποίων το γεγονός ότι όλη η μεταβλητότητα αποτελεί μια υπερβολική αντίδραση στα οικονομικά στοιχεία που, αν και εξασθενούν, δεν έχουν ακόμη επιβεβαιώσει τη δημιουργία ύφεσης στις ΗΠΑ.

    Η απότομη ανάκαμψη των μετοχών από τα χαμηλά επίπεδα υποδηλώνει ότι τα hedge funds είχαν συγκεκριμένη στρατηγική. Παρά ταύτα, θα χρειαστεί περισσότερη από μια ακόμη αναστροφή της αγοράς για να αποδειχθεί ότι οι επαγγελματίες βγήκαν νικητές σε σχέση με το σύνολο των day-traders σε μια αγορά όπου οι αποτιμήσεις παραμένουν γενικά αυξημένες.

    «Είναι σαν να βλέπεις μια επώνυμη τσάντα που ήθελες να αγοράσεις η οποία έχει, πια, έκπτωση 10%», δήλωσε ο Μαξ Γκόκμαν, αντιπρόεδρος της Franklin Templeton Investment Solutions. «Εξακολουθεί να είναι πολύ ακριβή, αλλά μπορείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι είναι μια καλή ευκαιρία για αγορά», συμπλήρωσε.

    Ο δείκτης S&P 500 σημείωσε άνοδο περίπου 1% την περασμένη Τρίτη, μετά τη χειρότερη συνεδρίαση των τελευταίων σχεδόν δύο ετών της προηγούμενης ημέρας. Ο δείκτης Nasdaq 100 κατέγραψε παρόμοια αύξηση.

    Ο κύριος δείκτης «ανησυχίας» της Wall Street, Cboe VIX, υποχώρησε από το υψηλότερο επίπεδο από το 2020, όπως και ο δείκτης VVIX, ο οποίος μετρά τη μεταβλητότητα του VIX.

    Το μέγεθος του πρόσφατου sell off, αν ληφθεί υπόψη με βάση το κλείσιμο των συναλλαγών αμέσως πριν από την απόφαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα, φαντάζει λιγότερο τρομερό μετά την ανάκαμψη της Τρίτης. Η πενθήμερη πτώση βρίσκεται στο 3,6%, σε ευθυγράμμιση με παρόμοιες μειώσεις την τελευταία πενταετία.

    Το κατά πόσον οι διακυμάνσεις των μετοχών την περασμένη Δευτέρα σηματοδοτούν το ναδίρ της αγοράς είναι υπόθεση του καθενός και ο κατάλογος των ανησυχιών για τους επενδυτές παραμένει μακρύς.

    Τα εταιρικά αποτελέσματα των τεχνολογικών κολοσσών προκάλεσαν ανησυχία ότι οι δαπάνες για την τεχνητή νοημοσύνη έχουν αποδειχθεί πολύ υψηλές σε σχέση με τις βραχυπρόθεσμες αποδόσεις.

    Η μηνιαία έκθεση για τις θέσεις εργασίας της περασμένης εβδομάδας ενίσχυσε την ανησυχία ότι η Fed έχει καθυστερήσει όσον αφορά τη μείωση των επιτοκίων

    Η στροφή των επαγγελματιών επενδυτών στις αμερικανικές μετοχές λαμβάνει χώρα αφού τα hedge funds πέρασαν τους τελευταίους μήνες μετατοπιζόμενα από τις μεμονωμένες μετοχές, με τον Ιούλιο να σημειώνει τη μεγαλύτερη εκκαθάριση σε ονομαστική αξία από το 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία της Goldman Sachs.

    Ενώ η ανησυχία παραμένει αυξημένη, ορισμένοι επενδυτές υποστηρίζουν πως ο πανικός αυτός είναι πρόωρος. Η περίοδος των εταιρικών κερδών έδειξε ότι οι εταιρείες του S&P 500 αύξησαν τα κέρδη τους κατά 12% το β΄τρίμηνο, με περισσότερο από το 80% των αναφερόμενων αποτελεσμάτων να ξεπερνούν τις εκτιμήσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg Intelligence.

    «Πολλά hedge funds βλέπουν το sell off ως ευκαιρία για επενδύσεις», δήλωσε ο Τζόναθαν Κάπλις, διευθύνων σύμβουλος της PivotalPath, μιας εταιρείας ερευνών η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα.

    «Η πλειονότητα των διαχειριστών χαρτοφυλακίων με τους οποίους μιλάμε χαρακτηρίζουν τα τρέχοντα προβλήματα ως βραχυπρόθεσμα και καθοδηγούμενα από το συναίσθημα, έναντι ενός μακροπρόθεσμου προβλήματος με τα θεμελιώδη στοιχεία των εισηγμένων επιχειρήσεων ή ακόμη και της ευρύτερης οικονομίας των ΗΠΑ», προσέθεσε.

    Αν η ιστορία αποτελεί ένδειξη, η πρόσφατη υποχώρηση σημαίνει ευκαιρίες. Από το 1980, ο δείκτης S&P 500 έχει καταγράψει μια μέση απόδοση 6% στους τρεις μήνες που ακολούθησαν πτώση της τάξης του 5% από πρόσφατο υψηλό, σύμφωνα με την ομάδα στρατηγικής της Goldman Sachs με επικεφαλής τον Ντέιβιντ Κόστιν.

    Η ομάδα του γνωστού αναλυτή προειδοποιεί ότι οι προοπτικές για τον δείκτη αναφοράς μετά από μια πτώση 10% ήταν «σημαντικά διαφορετικές» όταν αυτή έλαβε χώρα σε ένα περιβάλλον ανθεκτικής οικονομικής ανάπτυξης, από ό,τι όταν συνέβη στο πλαίσιο μιας διόρθωσης η οποία έλαβε χώρα πριν από μια ύφεση.

    Οι αναλυτές σημειώνουν ότι οι αμερικανικές μετοχές εξακολουθούν να μην τιμολογούν μια οικονομική συρρίκνωση, παρόλο που οι ευαίσθητες στην ανάπτυξη κυκλικές μετοχές έχουν ακολουθήσει τις αμυντικές μετοχές σε «ελεύθερη πτώση» αυτό το μήνα.

    Η ομάδα αναλυτών της Citigroup Inc. προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα ότι «τα σενάρια ύφεσης σε καμία περίπτωση δεν έχουν τιμολογηθεί στην αγορά».

    Η λίστα της τράπεζας για την bear market – η οποία συμπεριλαμβάνει μετρήσεις όπως τις αποτιμήσεις των μετοχών, την καμπύλη αποδόσεων, το κλίμα των επενδυτών και την κερδοφορία – συνιστά «επένδυση στις αδύναμες μετοχές», όπως ανέφερε σε σημείωμά της η στρατηγικός σύμβουλος της Citi, Μπεάτα Μάνθεϊ. 

    Πηγή: newmoney.gr

    Διαβάστε επίσης: JP Morgan: Προβλέπει περαιτέρω υποχώρηση στις ευρωπαϊκές μετοχές μέχρι τέλος του έτους (πίνακες)

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ