Θρίλερ στην αγορά νικελίου

Το τεράστιο «σορτάρισμα» στο LME και ο Κινέζος μεγιστάνας

Οργισμένοι επενδυτές και traders, κάθετη μείωση της ρευστότητας και μία αγορά την οποία πολλοί χαρακτηρίζουν ως «διαλυμένη» (broken). Έχουν περάσει τρεις εβδομάδες από την αρχική αναστολή των συναλλαγών στο London Metal Exchange (LME) μετά από το ράλι του 250% του νικελίου. Παρά την επιστροφή στην καθημερινότητα, η αγορά φαίνεται πως έχει παραλύσει.

Οι κατηγορίες μεταξύ των επενδυτών και των traders δίνουν και παίρνουν. Οι επενδυτές ετοιμάζουν μηνύσεις, ενώ το LME και η Financial Conduct Authority (FCA) σχεδιάζουν τη διεξαγωγή επίσημων ερευνών, οι οποίες -όμως- ενδέχεται να διαρκέσουν χρόνια ολόκληρα.

Στο επίκεντρο της κρίσης βρίσκεται ο Κινέζος επιχειρηματίας Xiang Guangda, του οποίου η Tsingshan Holding Group είναι η μεγαλύτερη εταιρεία νικελίου και ανοξειδωτου ατσαλιού στον κόσμο. Ο γνωστός και ως «Big Shot» μεγιστάνας είχε δημιουργήσει ένα τεράστιο σορτάρισμα σε νικέλιο στο LME, υπολογίζοντας πως η αυξημένη προσφορά της εταιρείας του θα μείωνε τις τιμές. Όταν οι τιμές του νικελίου κατέγραψαν ραγδαία άνοδο μετά την εισβολή της Ουκρανίας από τη Ρωσία, η Tsingshan δυσκολεύτηκε να αποπληρώσει τα margin calls της, δημιουργώντας τεράστια κρίση στην αγορά.

Αν και η κίνηση του Guangda είναι συνηθισμένη, το μέγεθός της ήταν εξαιρετικά διογκωμένο. Η εταιρεία έχει ιστορικό επιθετικών τοποθετήσεων. Το 2019 βρέθηκε στην «αντίπερα όχθη» ενός short squeeze αφού απέσυρε τεράστιες ποσότητες νικελίου από τις αποθήκες του LMΕ, προκαλώντας κατακόρυφη αύξηση της τιμής του μετάλλου κατά 50% μέσα σε λίγους μόνο μήνες. Αν και το LME διεξήγαγε έρευνες, δεν υπήρξαν πορίσματα ή κυρώσεις.

Οι longs…

Αν και ο Xiang αποτελεί το κύριο παράδειγμα του short, δεν αποτελεί το μόνο λόγο της αύξησης των τιμών. Αρκετές εταιρείες είχαν long τοποθετήσεις οι οποίες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο ράλι αυτό.

Η Volkswagen έχει μία από τις μεγαλύτερες long τοποθετήσεις της αγοράς, ξεπερνώντας του 100.000 τόνους. Η τοποθέτησή της έχει διαμοιραστεί σε μία 9ετία μελλοντικών συμβολαίων ως αντιστάθμιση του κινδύνου αύξησης του κόστους των πρώτων υλών. Σημειωτέον πως το νικέλιο αποτελεί κύριο συστατικό των μπαταριών των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. 

Η Glencore αποτελεί -επίσης- μία από τις σημαντικές τοποθετήσεις της συγκεκριμένης αγοράς, έχοντας ελέγξει -στο παρελθόν- πάνω από το 50% των αποθεμάτων του LME. Η  τοποθέτησή της στο νικέλιο είναι short, αφού χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη αγορά ως αντιστάθμιση του ρίσκου διακύμανσης της τιμής του μετάλλου.

Τέλος, υπάρχουν και τα hedge funds, τα οποία έλκονται στο νικέλιο λόγω της επανάστασης των ηλεκτρικών οχημάτων και -πρόσφατα- λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Τα επενδυτικά ταμεία αυτά αποεπένδυσαν από τις αισιόδοξες τοποθετήσεις τους στις 18 Φεβρουαρίου, μία σχεδόν εβδομάδα πριν την εισβολή στην Ουκρανία. Η επενδυτική τους τοποθέτηση αφορούσε 250.000 τόνους νικελίου.

… και οι τράπεζες

Λίγο πριν την κρίση της αγοράς, η υπερβολική έκθεση του Xiang στο νικέλιο είχε παραμείνει ανεξιχνίαστη λόγω του διαμοιρασμού του short μεταξύ 10 διαφορετικών τραπεζών και οντοτήτων. Αν και ο ίδιος κατείχε 30.000 τόνους του short του στο LME, οι λοιποί 120.000 εκ των 150.000 τόνων είχαν γίνει μέσω τρίτων. Το μεγαλύτερο ποσοστό εξ αυτών βασίζονταν σε διμερείς συμφωνίες παραγώγων, γνωστές και ως «over the counter» (OTC)  με τράπεζες όπως JPMorgan, BNP Paribas, United Overseas Bank και Standard Chartered.

Ο ηγετικός ρόλος της JPMorgan σημαίνει πως η τράπεζα είχε ξεκάθαρη εικόνα για την κρίση που επρόκειτo να δημιουργηθεί, πολύ περισσότερο από το ίδιο το LME. Πάνω από 50.000 τόνους short οφείλονταν σε OTC συμφωνίες με την τράπεζα. Σημειωτέον πως η JPMorgan συνεργάζεται με την Tsingshan εδώ και πολλά χρόνια ενώ, όταν η κινεζική εταιρεία προκάλεσε κρίση στην αγορά νικελίου του LME το 2019, η JPMorgan ήταν μία από τις τράπεζες που χρηματοδότησε τις επενδύσεις του κολοσσού σε νικέλιο. Τα έσοδα της τράπεζας το 2019 μόνο από τη συγκεκριμένη αγορά ανήλθαν στα $100 εκατομμύρια. 

Βailout δισεκατομμυρίων

Η αγορά ηλικίας 145 ετών δέχεται σφοδρή κριτική από τους επενδυτές λόγω της αντιμετώπισης της τρέχουσας κρίσης. Το LME αποφάσισε να ανοίξει και πάλι την αγορά μετά από ένα ράλι τιμών της τάξης του 66% το οποίο προκάλεσε προσωρινή αθέτηση πληρωμής ενός margin call από την Tsingshan. Μετά από λίγες ώρες «τρελής πορείας», όμως, το LME ανέστειλε τις συναλλαγές σε νικέλιο και ακύρωσε αναδρομικά οποιεσδήποτε συμφωνίες μετά από τον υπερδιπλασιασμό των τιμών.

Το LME, από την πλευρά του, υποστηρίζει πως εάν είχε επιτρέψει τις συναλλαγές αυτές, αρκετές καίριες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη αγορά θα είχαν χρεοκοπήσει. Πολλοί επενδυτές υποστηρίζουν πως οι ρυθμιστές έλαβαν τη σωστή απόφαση. Παρ’ όλα αυτά, η απόφαση αυτή αποτέλεσε ένα εύκολο bailout δισεκατομμυρίων προς την Tsingshan και τις τράπεζες.

Το LME κατηγορείται και για αδράνεια όσον αφορά τη συνέχεια του trading αλλά και για την άγνοιά του όσον αφορά την τεράστια και συστημική επιρροή της Tsingshan, αφού το short squeeze στην αγορά νικελίου αποτελούσε το επίκεντρο των νέων της αγοράς για αρκετές εβδομάδες πριν τη δημιουργία κρίσης. Σημειωτέον πως, σχεδόν ένα μήνα αργότερα, η αγορά νικελίου δεν έχει εξισορροπήσει ακόμα.

Οι ρυθμιστικές αρχές

H FCA αφήνει την πλειονότητα των σημαντικών αποφάσεων στο ίδιο το LME. Αρκετοί ρυθμιστές, όμως, έχουν καλέσει για τη θέσπιση ορίων έτσι ώστε κανείς επενδυτής να μην μπορεί να ασκήσει άκρατη επιρροή στην αγορά. Τα όρια αυτά ήδη υπάρχουν, αλλά είναι υπερβολικά χαλαρά, εάν αναλογιστεί κανείς πως το ανώτατο όριο για οποιονδήποτε επενδυτή είναι υπερδιπλάσιο της τοποθέτησης της Tsinghan που προκάλεσε την παρούσα κρίση.

Η τελευταία φορά που η FCA (ή οι προκάτοχοί της) έλαβαν μέτρα κατά οποιασδήποτε εταιρείας ήταν πριν από δύο δεκαετίες, κατά τη διάρκεια του σκανδάλου χαλκού της Sumitomo.

Οι ρυθμιστικές αρχές έχουν παραδεχθεί πως δε γνωρίζουν πολλά όσον αφορά την αγορά εμπορευμάτων. Στη συνάντηση της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής της ΒοΕ τον Μάρτιο, τα στελέχη της κεντρικής τράπεζας αποφάσισαν πως θα πρέπει να υπάρξει εμβαθυμένη μελέτη όσον αφορά τη μεταβλητότητα της αγοράς εμπορευμάτων και τη δημιουργία «ντόμινο» στο ευρύτερο χρηματοοικονομικό σύστημα, η οποία -όμως- όπως τόνισε είναι εξαιρετικά δύσκολη λόγω της αδιαφάνειας της αγοράς αυτής.

 

ΠΗΓΗ: newmoney.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ