Το τραπεζικό σύστημα σε πορεία αυτοκαταστροφής

Γιατί λοιπόν να επιμένουν τόσο πολύ στην πώληση των δανείων και όχι στην ορθή αναδιάρθρωση τους;

*Της Άννας Θεολόγου

Το Μάρτιο του 2015 δημοσιεύτηκε άρθρο μου με τίτλο «Ο ανίερος τζόγος που παίζουν οι Τράπεζες με την πώληση των δανείων» που έμελλε να είναι αρκετά κατατοπιστικό και να επαληθεύει τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν μέχρι σήμερα αναφορικά με την πώληση πακέτων δανείων και όσα θα ακολουθήσουν με την τιτλοποίηση τους, για αυτό το λόγο αποφάσισα να αναδημοσιεύσω αυτούσια κομμάτια του εν λόγω άρθρου μου για να κρούσω εκ νέου τον κώδωνα του κινδύνου.

«Μέχρι το 1999, οι τράπεζες σε παγκόσμιο επίπεδο διαχωρίζονταν σε εμπορικές και επενδυτικές, με βάση την θέσπιση του νόμου Glass-Steagall, γνωστό επίσης σαν το «Banking Act of 1933». Βλέποντας όμως τις εμπορικές τράπεζες να έχουν μαζεμένα κεφάλαια και η μόνη τους λειτουργία να είναι η εισροή καταθέσεων και εκροή σε δάνεια, τα μεγάλα συμφέροντα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί κατάφεραν πιέζοντας τόσο τις ΗΠΑ όσο και την ΕΕ να άρουν αυτή την νομοθεσία. Έτσι, μετά από 66 χρόνια τραπεζικής ηρεμίας και τάξης, επέτρεψαν ξανά στις εμπορικές τράπεζες να γίνουν συνάμα και επενδυτικές. Αλλά χωρίς να είναι καταρτισμένες στο συγκεκριμένο τομέα και όπως έχει αποδειχθεί, με μόνο στόχο τα λεφτά των καταθετών, χρησιμοποιώντας πολλούς και περίπλοκους τρόπους.

Μετά από αυτό το ιστορικό γεγονός, μπορείτε να αντιληφθείτε γιατί οι Κυπριακές Τράπεζες επένδυσαν σε χρηματιστήρια, σε τοξικά κρατικά ομόλογα, σε επενδυτικά προϊόντα και αξιόγραφα και γιατί καταλήξαμε στην σημερινή κατάσταση, εφόσον ήταν εμπορικές τράπεζες και όχι επενδυτικές, τουλάχιστον έτσι νομίζαμε.

Γιατί λοιπόν να επιμένουν τόσο πολύ στην πώληση των δανείων και όχι στην ορθή αναδιάρθρωση τους, όντας δήθεν εμπορικές τράπεζες;.

Τέσσερα χρόνια μετά και δυο διαφοροποιήσεις του κώδικα της Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με την υποχρέωση των τραπεζικών ιδρυμάτων για βιώσιμες αναδιαρθρώσεις και είναι φανερό ότι η πρόθεση δεν ήταν ποτέ οι αναδιαρθρώσεις αλλά να περιέλθουν στην κατοχή των τραπεζών τα περιουσιακά στοιχεία των δανειοληπτών.

Συνεχίζοντας το άρθρο μου το 2015 εξηγούσε την διαδικασία πώλησης των δανείων σε τιμές που τότε φάνταζαν χαμηλές αλλά δεν φανταζόμουν ότι το ξεπούλημα δυστυχώς στην Κύπρο δεν θα είχε τελειωμό, με πρόθεση να αγοράζουν αυτά τα δάνεια χωρίς καν να πληρώσουν το τίμημα αλλά να δανείζονται για να τα αγοράζουν από την ίδια την τράπεζα που τα πωλεί και τόσα άλλα.

 «Η τράπεζα θα πακετοποιεί δάνεια (τόσο εξυπηρετούμενα όσο και μη εξυπηρετούμενα) αρκετών εκατομμυρίων, θα τα πωλεί μέχρι το 40% της αξίας τους, με άλλα λόγια θα τα ξεπουλά, και θα λαμβάνει μαζική ρευστότητα. Αυτό από μόνο του, θα λύσει το πρόβλημα των μη-εξυπηρετούμενων δανείων», αλλά εικονικά μόνο διότι θα παραμένουν τα δάνεια μέσα στην οικονομία. Όμως, «θα αποφέρει έσοδα στην τράπεζα ώστε να συντηρεί τις κεφαλαιουχικές της ανάγκες. Επίσης θα μειώσει το μέγεθος της τράπεζας και την έκθεση της στην προβληματική αγορά. Βέβαια, οι τραπεζίτες ίσως δεν αντιλήφθηκαν ότι, όταν μειωθεί το μέγεθος των τραπεζών, που είναι μετρήσιμο στην αξία των στοιχείων του ενεργητικού (διότι εκεί βρίσκονται τα δάνεια), τότε κατ’ επέκταση θα πρέπει να μειωθούν και τα λειτουργικά και συνεπώς οι υποχρεώσεις τους αλλά αυτό είναι ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο που δεν είναι του παρόντος».
 

Το τελευταίο κομμάτι του παζλ αυτής της μαζικής κατασπάραξης των περιουσιών των δανειοληπτών είναι η κερδοσκοπία μέσω της τιτλοποίησης των δανείων που ψηφίστηκε το 2018 από την πλειοψηφία της Βουλής παρά του γεγονότος ότι ο σημερινός Υπουργός Οικονομικών είχε δηλώσει δημόσια από τον Απρίλη του 2016 ότι αυτό το μέτρο ήταν αχρείαστο ως προς την επίλυση του ζητήματος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων.

«Αυτοί οι αγοραστές,» αυτοί που θα αγοράζουν τα ξεπουλημένα δάνεια, δηλαδή τα επενδυτικά ταμεία ή οι ξένες εταιρείες, «θα δημιουργήσουν επενδυτικά προϊόντα, τα οποία θα είναι εγγυημένα από τις υποθήκες των δανείων που έχουν αγοράσει. Αυτά τα προϊόντα έχουν την ονομασία ABS (Asset-Backed Securities) με χρονικό ορίζοντα λήξης 3, 5 ή 10 χρόνια και θα τα αξιολογούν οι οίκοι αξιολόγησης αναλόγως με την ευκολία ρευστοποίησης τους. Όσο πιο εύκολα ρευστοποιούνται τόσο πιο μικρή η απόδοση τους και συνεπώς τόσο πιο ψηλή η αξιολόγηση που θα παίρνουν. Αναλόγως του κινδύνου τους, ομαδοποιούνται μαζί με άλλα παρόμοια προϊόντα και πωλούνται στην αγορά ως CDOs (Collateralized Debt Obligations) ή LCDS (Loan Credit Default Swaps) εφόσον πλέον είναι σύνθετα προϊόντα, τα οποία και πάλι λαμβάνουν αξιολόγηση από τους οίκους αξιολόγησης και κυκλοφορούν στην αγορά ως νέα προϊόντα.

Για να το θέσουμε πιο απλά, το ακίνητο που θα είναι υποθηκευμένο, θα διακινείται πλέον ως ομόλογο σε παγκόσμιο επίπεδο μεταξύ επενδυτών, μέχρις ότου λήξει και πρέπει να ρευστοποιηθεί. Έτσι, οι Κύπριοι οφειλέτες θα βρεθούν να χρωστούν σε εταιρείες ή ιδιώτες επενδυτές που ούτε καν γνωρίζουν.

Όσο πιο πολλές περιουσίες περιέλθουν στα χέρια αυτών των επενδυτών, τόσο πιο πολλά σε αξία επενδυτικά προϊόντα θα διοχετεύσουν στην αγορά, θα τζογάρουν με λίγα λόγια στις αγορές, προσβλέποντας σε γρήγορο και μεγάλο κέρδος απο την πώληση αυτών των ελκυστικών επενδυτικών προϊόντων».

Ήδη οι Κύπριοι οφειλέτες χρωστούν σε εταιρείες που δεν γνωρίζουν, οι οποίες εταιρείες ρευστοποιούν αυτές τις υποθήκες με διαδικασίες που λειτουργούν κατά παράβαση βασικών συνταγματικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων των πολιτών όπως την πρόσβαση στην δικαιοσύνη και την δίκαιη δίκη. Ούτε θα ελέγξει κανένας επόπτης τι επενδυτικά προϊόντα πωλούνται και πως δημιουργούνται, ούτε αν αυτοί που δημιούργησαν αυτά τα προϊόντα αγόρασαν στην πραγματικότητα τα δάνεια έναντι συγκεκριμένου τιμήματος, ούτε εάν ζημιώνουν οι μέτοχοι των τραπεζών από αυτές τους τις αποφάσεις.

«Αυτό συνέβηκε στις ΗΠΑ το 2008 με την κρίση στον τομέα των ακινήτων, όπου παρουσιάστηκαν περίπλοκα επενδυτικά προϊόντα που ήταν εγγυημένα από τις υποθήκες ακινήτων […] με τις τράπεζες να συνεχίζουν να δίνουν δάνεια και να βάζουν υποθήκες εκδίδοντας ομόλογα, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα και αμέτρητες περιουσίες να κατασχεθούν.
 

Η λογιή εξήγηση, λοιπόν, στην ερώτηση τι θα κάνουν τόσα σπίτια τα επενδυτικά ταμεία και ότι δεν πρόκειται να γίνουν εκποιήσεις από μέρους των τραπεζών, αυτά ακριβώς είναι που εξ υπακούει, ότι οι τράπεζες θα ικανοποιήσουν τες κεφαλαιουχικές τους ανάγκες χωρίς νέα ίδια κεφάλαια και τα επενδυτικά ταμεία θα δημιουργήσουν επενδυτικά προϊόντα εγγυημένα από τα δάνεια των Κύπριων πολιτών, έχοντας δεσμευμένες τις περιουσίες των δανειοληπτών και των εγγυητών τους, προσφέροντας στον οποιονδήποτε επενδυτή την ρευστοποίηση τόσο των μη εξυπηρετούμενων όσο και των εξυπηρετούμενων δανείων»

Στην Κύπρο του 2019 οι ξένες εταιρείες, που τους επέτρεψε δυστυχώς η Κεντρική Τράπεζα να αγοράσουν δάνεια, έχουν ως ένα εχέγγυο το σχέδιο ΕΣΤΙΑ. Σε αυτές τις εταιρείες μεταφέρθηκαν στεγαστικά δάνεια (που είναι περιουσιακά στοιχεία των μετόχων των τραπεζών) χωρίς να πληρωθεί τίμημα πώλησης. Αυτές οι εταιρείες αφού τιτλοποιήσουν τις υποθήκες θα παρέχουν εγγυημένη απόδοση στους επενδυτές μέσω των δόσεων που θα καλύπτονται από το κράτος κατά 1/3 και τον δανειολήπτη κατά 2/3, σε δάνεια που θα πληρώνονται στο 100% και όχι στο 30% η 40% που έχουν αγοραστεί, τα οποία θα αξιολογηθούν από τους οίκους αξιολόγησης για αυτό ακριβώς το λόγο ως χαμηλού ρίσκου επενδύσεις.

«Αυτό που πρέπει να γίνει είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ζητήσει θέσπιση νομοθεσίας Glass-Steagall σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Μέχρι να γίνει αυτό, θα πρέπει η Κεντρική Τράπεζα να επιτρέψει την πώληση δανείων μόνο σε εμπορικές τράπεζες, αδειοδοτημένες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που διαθέτουν επαρκή κεφάλαια με βάση τα τεστ αντοχής και να απαγορευτεί εντελώς η πώληση των δανείων σε επενδυτικές τράπεζες και επενδυτικά ταμεία, αν θέλουμε να προστατευτούμε από τους «σωτήρες» μας, δηλαδή τους κερδοσκόπους ξένους επενδυτές».

Όταν όλα αυτά δεν πείθουν τους βουλευτές να λάβουν σοβαρότερα μέτρα προστασίας της κοινωνίας μέσα από το κοινοβούλιο, τότε να μην έχουν το θράσος να μιλούν για κόστος που θα πληρώσει ξανά ο φορολογούμενος πολίτης για το τραπεζικό σύστημα που ασφυκτιεί από υπερβάλλουσα ρευστότητα, συγκεκριμένα €14δις, και που δεν μπορεί να την διοχετεύσει στην αγορά λόγω του υπερβολικού ιδιωτικού χρέους. Όσα ανέλυσα πιο πάνω αποδεικνύουν ότι η πραγματική οικονομία μετά από τόσα χρόνια συνεχίζει να υποφέρει σε ένα τραπεζικό σύστημα που έχει αυτοκαταστραφεί από τα ίδια άτομα που το διαχειρίζονται και τις αποφάσεις που λαμβάνουν.

 

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ