Χρειάζεται πολιτική βούληση και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός

Στην Κύπρο, οι εργαζόμενοι βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη γνωστή σύνταξη των Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αποδεδειγμένα το ύψος της σύνταξης αυτής, που είναι και η μοναδική παροχή σε κάποιο εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα, δεν επαρκεί για μια αξιοπρεπή διαβίωση εάν δεν έχει προηγουμένως φροντίσει για πρόσθετο εισόδημα.

ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ*

Το συνταξιοδοτικό απασχολεί έντονα τους ευρωπαϊκούς θεσμούς σήμερα, ένα σημαντικό θέμα όμως που, αν και έπρεπε να βρίσκεται ψηλά στις προτεραιότητες του μέσου Ευρωπαίου πολίτη δεν τυγχάνει της απαραίτητης προσοχής. Οι ατίες γι’ αυτό είναι πολυεπίπεδες και πηγάζουν μεταξύ άλλων, από την τάση του ανθρώπου να ανησυχεί περισσότερο για το παρόν και το πολύ άμεσο μέλλον, παρά για τη μακροπρόθεσμη ευημερία του.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο καθένας από εμάς θα πρέπει να φροντίσει έτσι ώστε να έχει συνταξιοδοτικά ωφελήματα στο ύψος του 70 % του τελευταίου μας μισθού. Αυτό θα μας επιτρέψει να διατηρήσουμε μια αξιοπρεπή διαβίωση κατά την περίοδο της συνταξιοδότησής μας, δηλαδή την περίοδο κατά την οποία δεν θα εργαζόμαστε. Το επίπεδο της διαβίωσης του καθενός είναι προσαρμοσμένο στα εισοδήματά του, συνεπώς η λογική του 70% θα επιτρέψει στον καθένα να συνεχίσει χωρίς απότομη αναπροσαρμογή, έναν παρόμοιο τρόπο διαβίωσης.

ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Στην Κύπρο οι εργαζόμενοι βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις κοινωνικές παροχές του κράτους για την περίοδο της συνταξιοδότησής τους, τη γνωστή σύνταξη των Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αποδεδειγμένα το ύψος της σύνταξης αυτής, που είναι και η μοναδική παροχή σε κάποιο εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα, δεν επαρκεί για μια αξιοπρεπή διαβίωση εάν δεν έχει προηγουμένως φροντίσει για πρόσθετο εισόδημα,. Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο την αδυναμία του κράτους να πληρώσει περισσότερες συντάξεις, αλλά και από το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της εργασιακής μας ζωής δεν καταφέραμε, για διαφορετικούς λόγους ίσως ο καθένας μας, να αποταμιεύσουμε ένα σημαντικό ποσό για την συνταξιοδότησή μας.

Φυσιολογικά ένας εργαζόμενος που δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, δεν μπορεί να σκεφτεί ότι θα πρέπει να μειώσει ακόμη περισσότερο το εισόδημα που παίρνει στο σπίτι επειδή θα πρέπει να αποταμιεύσει για το μέλλον. Αυτό είναι κατά την άποψή μου μια σκληρή πραγματικότητα και όσο και να θέλουμε να πείσουμε για κάτι αντίθετο αυτό θα είναι εξαιρετικά δύσκολο. Ειδικά στις περιπτώσεις ενός εργαζομένου με οικογένεια και παιδιά, φαντάζει ουτοπικό να τον πείσει κάποιος ότι θα στερήσει βασικές ανάγκες από την οικογένειά του για να αποταμιεύσει για την περίοδο της συνταξιοδότησής του.

Πώς μπορεί λοιπόν κάποιος να λύσει τον γρίφο της αποταμίευσης για τη συνταξιοδότησή του; Προφανώς η λύση δεν είναι απλή και ούτε μπορεί να εφαρμοστεί από τη μια μέρα στην άλλη. Όπως για πολλά πράγματα, η λύση θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, που μπορεί να μην έχει άμεσα αντίκτυπο στη δική μας ζωή, αλλά θα μεγιστοποιήσει τα οφέλη των επόμενων γενιών, των παιδιών και των εγγονιών μας.

ΟΙ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΜΑΣ

Πιστεύω ότι η λύση στο πρόβλημα μπορεί να επιτευχθεί εάν εργαστούμε προς δύο κατευθύνσεις:

1. Στην απλούστευση και ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών ταμείων (δηλαδή τα Ταμεία Προνοίας και Ταμεία Κλάδου 7 των ασφαλιστικών εταιρειών) έτσι ώστε ο θεσμός να λειτουργεί ομαλά, γρήγορα και με απλό τρόπο που να μπορεί να καταλαβαίνει ο κάθε εργαζόμενος.

2. Στην υποχρεωτική/αυτόματη ένταξη όλων των εργαζομένων σε ένα επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σχέδιο μόλις αυτοί ξεκινήσουν να εργάζονται. Το ύψος της ελάχιστης συνεισφοράς του εργοδότη θα αποτελέσει σημείο διαβούλευσης μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων ξεκινώντας από το μηδέν και ανεβαίνοντας σταδιακά με την πάροδο του χρόνου έτσι ώστε να μην προκαλέσει αναταραχές στον εργοδοτικό κλάδο.

Τα τελευταία χρόνια έγιναν αρκετά βήματα σε ό,τι αφορά στην αναβάθμιση του θεσμικού πλαισίου για λειτουργία των Ιδρυμάτων Εργασιακών Συνταξιοδοτικών Παροχών (ΙΕΣΠ) και τα Ταμεία Κλάδου 7 των ασφαλιστικών εταιρειών. Το νέο θεσμικό πλαίσιο προβλέπει μεταξύ άλλων ότι οι εργαζόμενοι δεν μπορούν πλέον εύκολα να ρευστοποιούν τα συνταξιοδοτικά αποθεματικά τους όταν αλλάζουν εργοδότη. Αυτό αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές πρόνοιες της νέας νομοθεσίας, μαζί με τη δυνατότητα για μεταφορά των αποθεματικών των ταμείων (στο σύνολό τους ή ανά εργαζόμενο) από ένα ταμείο σε άλλο. Απώτερος σκοπός της νομοθεσίας είναι η δυνατότητα για διατήρηση των αποταμιεύσεων ενός εργαζομένου σε ένα ταμείο, ακόμα και αν ο εργαζόμενος αλλάξει εργοδότη και η συνέχιση της κατάθεσης εισφορών (του εργαζόμενου και του εργοδότη) χωρίς να ξεκινήσει ξανά από το μηδέν, αφού στο μεταξύ θα έχει ρευστοποιήσει και ξοδέψει τις αποταμιεύσεις από την προηγούμενη εργοδότησή του. Με την ύπαρξη μιας αυτοματοποιημένης και απλής διαδικασίας μεταφοράς των αποταμιεύσεων του στο συνταξιοδοτικό ταμείο του νέου εργοδότη, ο κάθε υπάλληλος θα είναι σε θέση να αποταμιεύει από την πρώτη μέχρι τη τελευταία μέρα της εργοδότησής του και έτσι θα καταφέρει με την αφυπηρέτησή του να μαζέψει ένα σημαντικό κομπόδεμα που θα τον βοηθήσει στη διαβίωσή του ως συνταξιούχος.

Η δεύτερη κατεύθυνση έρχεται να συμπληρώσει αυτό που περιγράψαμε παραπάνω. Με μια αυτόματη και υποχρεωτική ένταξη σε ένα συνταξιοδοτικό ταμείο, ο κάθε εργαζόμενος θα γνωρίζει από την πρώτη μέρα της εργασίας του ποιο είναι το πραγματικό του εισόδημα, αφού από αυτό έχει αφαιρεθεί ένα μικρό ποσό το οποίο αποταμιεύεται για τη συνταξιοδότησή του. Σιγά σιγά αυτό θα δημιουργήσει, κατά την άποψή μου, μια κουλτούρα αποταμίευσης αφού ο εργαζόμενος θα μπορεί να βλέπει τις αποταμιεύσεις του να αυξάνονται. Με τις νέες υπηρεσίες που παρέχονται από τις ασφαλιστικές εταιρείες με τα συνταξιοδοτικά προϊόντα του Κλάδου 7 καθώς και ορισμένα από τα πολυεπιχειρησιακά Ταμεία Προνοίας, ο εργαζόμενος έχει τη δυνατότητα να επιλέγει επενδυτική πολιτική, να βλέπει το πραγματικό υπόλοιπό του και την απόδοση των επενδύσεων του και να διατηρεί συνεχώς τον έλεγχο της αποταμίευσής του.

Τα παραπάνω ίσως να φαντάζουν ουτοπικά, η πραγματικότητα όμως είναι ότι δεν είναι πολύ μακριά από το σημείο που βρισκόμαστε τώρα. Οι τελευταίες αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο, ο έντονος ανταγωνισμός στα προϊόντα Κλάδου 7 από ασφαλιστικές εταιρείες και πολυεπιχειρησιακά Ταμεία Προνοίας, δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό από πλευράς κράτους, ο οποίος σε τελική ανάλυση θα έχει θετικό αντίκτυπο τόσο στους πολίτες όσο και στο ίδιο το κράτος.

Αυτό που απομένει είναι η πολιτική βούληση για προώθηση τέτοιων πολιτικών, κάτι που στη χώρα μας δυστυχώς αποτελεί συνήθως το πιο δύσκολο εμπόδιο για όλα όσα πρέπει να γίνουν για το μέλλον.

*Γενικού διευθυντή του σαεκ

Διαβάστε επίσης: Σταδιακή αύξηση της συντάξιμης ηλικίας

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ