Θετική ήταν η πορεία των εσόδων από τόκους (ΝΙΙ) στις ευρωπαϊκές τράπεζες το τελευταίο έτος. Παρ’ όλα αυτά, το δέλεαρ της φορολόγησης αυτών των κερδών μπορεί να αποδειχθεί δυσβάσταχτο. Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι οι πολιτικοί προσπαθούν να φορολογήσουν τα εν λόγω έσοδα, τώρα που ο κύκλος των επιτοκιακών αυξήσεων έχει πλέον κλείσει.
Οι αναλυτές, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg, αναμένουν ότι μόλις 2 από τις 20 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες θα συνεχίσουν να καταγράφουν αύξηση των εσόδων από τόκους στο γ’ τρίμηνο.
Σε 5 εκ των 20, το πρόσημο ενδέχεται να μετατραπεί σε αρνητικό στο δ’ τρίμηνο, με τη μεγαλύτερη μείωση να εκτιμάται ότι θα φτάσει το -19,5% στην αυστριακή Raiffeisen Bank.
Σημειωτέον ότι κατά τη διάρκεια του β’ τριμήνου, το 75% των ευρωπαϊκών τραπεζών ξεπέρασαν τις προσδοκίες για τα έσοδα από τόκους, βάσει ανάλυσης του Bloomberg Intelligence.
Η αύξηση των εσόδων, όμως, αποδεικνύεται παροδική, καθώς τα ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δέχονται πολιτική πίεση να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων των πελατών τους, τη στιγμή που ο κύκλος σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ κλείνει.
Η πρόσφατη ανακοίνωση του Ιταλού αναπληρωτή πρωθυπουργού Ματέο Σαλβίνι για την έκτακτη φορολόγηση των τραπεζικών κερδών προκάλεσε αντιδράσεις στην Ιταλία, αναγκάζοντας την κυβέρνηση Μελόνι να ανακρούσει πρύμναν και να θεσπίσει όριο 0,1% στην επίδραση του φόρου.
Στην Ισπανία, όπου οι τράπεζες έχουν καθυστερήσει αισθητά να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων, ο χρηματοπιστωτικός τομέας κονταροχτυπιέται με την κυβέρνηση του σοσιαλιστή Πέδρο Σάντσεθ για την έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών και των εταιρειών ενέργειας. Ο φόρος θα μπορούσε να περιορίσει τα προ φόρων κέρδη μέχρι και 10% για ορισμένες τράπεζες, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η Financial Conduct Authority της Βρετανίας, από την πλευρά της, έκανε έκκληση στις τράπεζες να επιταχύνουν τις προσπάθειες αύξησης των επιτοκίων καταθέσεων, προειδοποιώντας ότι θα υπάρξουν επιπτώσεις σε περίπτωση που δεν το πράξουν.
Τέτοιες κινήσεις, όμως, δεν πρόκειται να προσελκύσουν νέες επενδύσεις στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα.
Σύμφωνα με τον ιδρυτή της Copper Street Capital και πρώην chief operating officer της Barclays, Τζέρι ντελ Μισιέ, «η ανακοίνωση της ιταλικής κυβέρνησης αποτελεί μια νέα μονομερή πολιτική απόφαση, η οποία θα πλήξει τον τραπεζικό τομέα τη στιγμή που αυτός προσπαθεί να αυξήσει την κεφαλαιακή του βάση έπειτα από πολυετή περιορισμένα περιθώρια κέρδους. Τέτοιου είδους αποφάσεις πλήττουν τη βιωσιμότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών μακροπρόθεσμα, με αντάλλαγμα μόνο ένα βραχυπρόθεσμο πολιτικό κέρδος».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: «Στον πόλεμο για το νερό, οι σούπερ πλούσιοι παίζουν με τους δικούς τους κανόνες»