Τι συμβαίνει με τις καταθέσεις και τα δάνεια;

Οι τράπεζες δυσκολεύονται να βρουν αξιόλογους δανειολήπτες.

Του Χρήστου Μιχάλαρου

Μείωση κατέγραψαν οι συνολικές καταθέσεις στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα τον μήνα Απρίλιο σε σχέση με το 2018, κυρίως λόγω της κατάθεσης ύψους €2,5 δισ. που είχε γίνει τότε στην Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα από το κράτος, σε μια προσπάθεια να συγκρατηθεί η «αιμορραγία» από την φημολογία περί κατάρρευσης.

Η γενική ψυχολογία που επικρατεί στις καταθέσεις είναι μεν θετική, υπό την έννοια ότι η σταθεροποίηση που έχει επέλθει σε συνδυασμό με την πιστοληπτική αναβάθμιση της χώρας τους τελευταίους μήνες οδηγούν τους καταθέτες να εμπιστεύονται όλο και περισσότερο τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, από την άλλη οι βάσεις παραμένουν αδύναμες.

Από την μια το βαρύ φορτίο του δανεισμού νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κράτους και από την άλλη η αδυναμία των τραπεζών να μειώσουν αποτελεσματικά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ακόμα και με την βοήθεια των τεχνικών και νομοθετικών εργαλείων που έχουν στην διάθεσή τους τα τελευταία χρόνια, κρατάει προσδοκίες και στατιστικές σε χαμηλά επίπεδα.

Φεύγουν οι καταθέτες εξωτερικού

Μιλώντας στο Economy Today ο οικονομολόγος Μιχάλης Φλωρεντιάδης εκφράζει την άποψη ότι η μακροπρόθεσμη τάση των εγχώριων καταθέσεων είναι αυξητική, ωστόσο οι κάτοικοι εξωτερικού φαίνεται ότι αργά μεν, πλην σταθερά, εγκαταλείπουν την Κύπρο αποσύροντας της καταθέσεις τους.

«Αυτό δείχνει μια εσωστρέφεια στις καταθέσεις, καθώς οι κυπριακές τράπεζες στηρίζονται όλο και περισσότερο στις εγχώριες απ’ ό,τι στις ξένες. Αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό, αλλά αν δεν υπάρξει κάποια αλλαγή για τον μήνα Μάιο, θα καταγραφούν σημαντικές μειώσεις και για τους επόμενους μήνες.

Ερωτηθείς αν τα χαμηλά καταθετικά επιτόκια που προσφέρονται αποτελούν αντικίνητρο, ο κος Φλωρεντιάδης απάντησε ότι τα αίτια του φαινομένου πρέπει να αναζητηθούν στην ευρωζώνη και όχι στην Κύπρο.

«Τα επιτόκια των κυπριακών τραπεζών κινούνται κάτω από το 1%, ακόμα και στα προθεσμιακά συμβόλαια. Αυτό είναι αναμενόμενη την ώρα που πολλές από τις τράπεζες της ευρωζώνης δίνουν μηδενικό επιτόκιο», είπε και εκτίμησε ότι η πιστοληπτική αναβάθμιση της κυπριακής οικονομίας δίνει την συγκεκριμένη δυνατότητα χωρίς να υπάρχει ο φόβος ότι οι καταθέτες θα απομακρυνθούν.

Η εμπιστοσύνη έχει εν πολλοίς αντικατασταθεί

Από την πλευρά του ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Γιώργος Νησιώτης, θεωρεί ότι η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα έχει εν πολλοίς αποκατασταθεί.

«Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, θα δει ότι υπάρχουν μεν μεταβολές από μήνα σε μήνα, ωστόσο έχει επέλθει μια σταθερότητα, ειδικά αν προσέξουμε τις περιόδους από τον Σεπτέμβριο του 2018 μέχρι σήμερα», αναφέρει.

Όσον αφορά στην μείωση των καταθέσεων εξωτερικού, ο κος Νησιώτης επισημαίνει ότι αυτές είναι πιο μεταβλητές, καθώς ενδεχομένως διάφορες εταιρίες που έχουν την έδρα τους στην Κύπρο και πραγματοποιούν πράξεις μέσω της χώρας, έχουν κάποιες διακυμάνσεις στην δραστηριότητά τους.

Σημείωσε δε ότι αυτό δεν προκαλεί κάποια ανησυχία.

Παράλληλα, εκτίμησε ότι η μείωση ενδεχομένως να οφείλεται στην απόσυρση καταθέσεων Ελλήνων πολιτών οι οποίοι είχαν επιλέξει την Κύπρο ως «ασφαλέστερο λιμάνι», λόγω της έκρυθμης κατάστασης στην Ελλάδα μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, η οποία πλέον έχει εν πολλοίς σταθεροποιηθεί.

Χαμηλά κινούνται τα δάνεια

Ενδεικτικό της κατάστασης στον τραπεζικό τομέα είναι το γεγονός ότι η χορήγηση δανείων παραμένει διστακτική, παρά το γεγονός ότι η πλεονάζουσα ρευστότητα δεν λειτουργεί υπέρ τους.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα συνολικά δάνεια τον Απρίλιο 2019 παρουσίασαν καθαρή μείωση €206,4 εκ., σε σύγκριση με καθαρή αύξηση €63,2 εκ. τον Μάρτιο 2018. Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής έφθασε στο -2,3%, σε σύγκριση με -2,0% τον Μάρτιο 2018. Το υπόλοιπο των συνολικών δανείων τον Απρίλιο 2019 ανήλθε στα €38,0 δισ.

Οι λόγοι, λίγο-πολύ, είναι γνωστοί.

Σύμφωνα με τον κο Φλωρεντιάδη, σημαντικός παράγοντας είναι η αναδιάρθρωση μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και η πρακτική των τραπεζών να προχωρούν σε ανταλλαγή περιουσιακών στοιχείων έναντι διαγραφής χρέους.

«Ο καθαρός δανεισμός, δηλαδή τα νέα δάνεια, είναι θετικός, αλλά κινείται με πολύ χαμηλούς ρυθμούς», λέει.

Σύμφωνα με τον ίδιοι, οι τράπεζες δυσκολεύονται να βρουν αξιόλογους δανειολήπτες, προκειμένου να ανοίγουν νέους δανειακούς λογαριασμούς.

«Οι αξιόλογες ευκαιρίες δανεισμού είναι λίγες, δεδομένου ότι η οικονομία στο σύνολό της (νοικοκυριά, επιχειρήσεις και δημόσιος τομέας), πάσχουν από το φαινόμενο του υπερδανεισμού. Υπάρχει βέβαια μια αυξητική τάση στα οικιστικά δάνεια, αλλά στο σύνολό του το σύστημα δεν βοηθάει», επισημαίνει.  

Προσθέτει δε ότι οι ίδιες οι τράπεζες, δεδομένου ότι νιώθουν πίεση να διαχειριστούν τα κόκκινά δάνεια, είναι πολύ προσεκτικές στο θέμα των κεφαλαίων, κάτι που τις καθιστά «κουμπωμένες» απέναντι στο ενδεχόμενο σύναψης νέων δανείων.

«Όποιος καεί απ’ τον χυλό…»

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η άποψη του κου Νησιώτη, ο οποίος πέραν των αναδιαρθρώσεων και της ανταλλαγής χρέους έναντι περιουσιακών στοιχείων, κάνει λόγο για έλλειψη «ποιοτικών επενδύσεων».

«Τα κριτήρια είναι πολύ πιο αυστηρά σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ποιοτικές επενδύσεις στο κυπριακό σύστημα που να πληρούν τα κριτήρια. Για να χορηγήσουν δάνεια οι τράπεζες, θα πρέπει το ρίσκο των επενδύσεων που γίνονται να είναι πολύ χαμηλό. Αυτό ίσως να δείχνει ότι η οικονομία δεν έχει φτάσει στο καλύτερο δυνατό σημείο», επισημαίνει.

«Όταν καείς απ’ τον χυλό, φυσάς και το γιαούρτι», λέει χαρακτηριστικά.

Ερωτηθείς αν οι λεγόμενοι «πύργοι» εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία, ο κος Νησιώτης αναφέρει ότι η πληροφόρηση που υπάρχει από την «αγορά» είναι πως οι συγκεκριμένες επενδύσεις δεν χρηματοδοτούνται από τις κυπριακές τράπεζες, τουλάχιστον όχι στο μεγαλύτερο μέρος τους.

«Όπως φαίνεται, τα χρήματα για τις συγκεκριμένες επενδύσεις έρχονται απ’ έξω. Έτσι, η έκθεση των εγχώριων τραπεζιών στους πύργους είναι μικρή», σημειώνει.

Ανακάμπτει ο δανεισμός στην Ευρωζώνη

Εν τω μεταξύ, επιταχύνθηκε τον Απρίλιο η χορήγηση δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά της Ευρωζώνης, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Συγκεκριμένα, τα δάνεια προς τις (μη χρηματοπιστωτικές) επιχειρήσεις αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 3,9% έναντι ρυθμού αύξησης 3,6% τον Μάρτιο. Τα δάνεια προς τα νοικοκυριά αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 3,4% έναντι 3,3% τον Μάρτιο.

Η προσφορά χρήματος με ευρεία έννοια (Μ3) αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 4,7% τον Απρίλιο έναντι ρυθμού αύξησης 4,6% τον Μάρτιο. Η προσφορά χρήματος με στενή έννοια (Μ1), που περιλαμβάνει τη νομισματική κυκλοφορία και τις καταθέσεις όψεως, αυξήθηκε 7,4% έναντι 7,5% τον Μάρτιο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ