Δύο ημέρες αφότου η Ευρωπαϊκή Ένωση δήλωσε ότι θα πιέσει για την κατάργηση των περισσότερων ορυκτών καυσίμων νωρίτερα από το 2050 σε παγκόσμιο επίπεδο, έγινε γνωστό ότι η Shell προχώρησε στη σύναψη 27ετούς συμφωνίας για την αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου του Κατάρ για την Ολλανδία.
Όπως επισημαίνει το Bloomberg, δεν είναι η πρώτη συμφωνία πολλών δεκαετιών που συνδέει την ΕΕ με βρώμικα καύσιμα πέρα από την προθεσμία στόχο, καθώς μόλις την περασμένη εβδομάδα η γαλλική TotalEnergies υπέγραψε παρόμοια σύμβαση.
Αυτές οι επιχειρηματικές συμφωνίες ενισχύουν με έναν τρόπο τις υποψίες ότι ο στόχος της ΕΕ για κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 ενδεχομένως παραείναι φιλόδοξος λαμβανομένης υπόψη της ιστορικής ενεργειακής κρίσης που αντιμετώπισε πέρσι, στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
«Οι εταιρείες ενέργειας φαίνεται να στοιχηματίζουν ότι η Ευρώπη θα χρειαστεί περισσότερο αέριο από ό,τι προβλέπουν οι πολιτικοί», δήλωσε στο Bloomberg ο Christian Egenhofer, ανώτερος ερευνητής στο Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής.
Ενώ η Ευρώπη έχει κάνει βήματα προς την αντικατάσταση των φθηνών ρωσικών εισαγωγών φυσικού αερίου, στρεφόμενη κυρίως σε LNG από τις ΗΠΑ ή το Κατάρ, η μετάβασή της σε καθαρότερες εναλλακτικές έχει αποδειχθεί δύσκολη υπόθεση.
Οι κυβερνήσεις της ΕΕ έχουν δώσει προτεραιότητα στην επέκταση των ΑΠΕ μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, ωστόσο, η αύξηση των επιτοκίων που εκτόξευσε το κόστος δανεισμού και η αβεβαιότητα σχετικά με την εμπορική βιωσιμότητα ορισμένων τεχνολογιών έχουν παγώσει τις επενδύσεις, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με τη δυνατότητα επίτευξης των κλιματικών στόχων της Ευρώπης να μειώσει τα αέρια του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030 από τα επίπεδα του 1990 και να μην παράγει καθαρές εκπομπές μέχρι το 2050.
Σύμφωνα πάντως με τον εκπρόσωπο της ΕΕ για το κλίμα Τιμ ΜακΦι, «οι μακροπρόθεσμες συμβάσεις προμήθειας φυσικού αερίου μεταξύ παραγωγών και συμμετεχόντων στην αγορά δεν εγκλωβίζουν την ΕΕ σε εξάρτηση από φυσικό αέριο, καθώς δεν δεσμεύουν απαραίτητα την ΕΕ να το καταναλώνει εγχώρια».
Οι συμφωνίες
Όπως προβλέπεται στις δύο συμφωνίες που υπογράφηκαν με τη Shell, ξεκινώντας από το 2026, η QatarEnergy θα παραδίδει έως και 3,5 εκατομμύρια τόνους LNG ετησίως στον τερματικό σταθμό εισαγωγής Gate του Ρότερνταμ για 27 χρόνια.
Το ίδιο ποσό θα εισρεύσει στη Γαλλία, η οποία έκανε μια στροφή στις μακροπρόθεσμες συμφωνίες LNG πέρυσι, όταν αναβίωσε μια συμφωνία προμήθειας με έναν αμερικανικό παραγωγό που είχε καταργήσει το 2020.
Αν και δεν υπάρχουν επί του παρόντος νομικά όρια για τις ιδιωτικές εταιρείες να υπογράφουν μακροπρόθεσμες συμφωνίες, ορισμένοι διπλωμάτες της ΕΕ ανησυχούν ότι οι συμφωνίες δείχνουν ότι οι κορυφαίοι αγοραστές βλέπουν ένα λαμπρό μέλλον για το φυσικό αέριο παρά τα στοιχήματα της ένωσης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Άλλοι παρατηρητές, αναφέρεται στο άρθρο του ειδησεογραφικού πρακτορείου, λένε ότι είναι ένας κίνδυνος για τις εμπλεκόμενες εταιρείες εάν η μετάβαση σε καθαρότερη ενέργεια αποδειχθεί επιτυχής.
Το Κατάρ θέλει πελάτες
Το Κατάρ από την πλευρά του σπεύδει να βρει πελάτες και εκμεταλλεύεται τους αυξανόμενους φόβους για την ενεργειακή ασφάλεια για να πετύχει περισσότερες μακροπρόθεσμες συμφωνίες. Έχει επενδύσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια για να αυξήσει την παραγωγή κατά 64% έως το 2027. Ενώ οι ευρωπαϊκές εταιρείες αρχικά ήταν απρόθυμες να υπογράψουν μακροπρόθεσμες συμφωνίες, η Shell αγόρασε μετοχές σε βασικά έργα LNG του Κατάρ και η ιταλική Eni είναι επίσης από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες, χωρίς προς το παρόν να έχει ανακοινώσει κάποια παρόμοια συμφωνία.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΕ επιδιώκει να απαγορεύσει συμφωνίες για την προμήθεια ορυκτών καυσίμων που διαρκούν πέρα από το 2049. Το σχετικό σχέδιο νόμου βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση από τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένεται να αποφασίσει για την τελική του μορφή πριν από το τέλος του χρόνου.
Άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες ενέργειας, όπως η γερμανική Uniper, αποκλείουν το ενδεχόμενο να κλείσουν τόσο μακροχρόνιες συμφωνίες υπό το πρίσμα των κλιματικών στόχων της περιοχής.
Πηγή: ot.gr
Διαβάστε επίσης: Επιστροφή στα κέρδη για το πετρέλαιο - Πάνω από τα $92 το Brent