Η εισβολή στην Ουκρανία ενίσχυσε τον ανταγωνισμό για αγορά διυλιστηρίων, όπως φάνηκε από την προσπάθεια της Vitol να αγοράσει σημαντικό ποσοστό στο Sara, ένα από τα μεγαλύτερα διυλιστήρια πετρελαίου της Ευρώπης, τον περασμένο μήνα.
Τα διυλιστήρια της Ευρώπης βρίσκονται σε μακροχρόνια παρακμή, καθώς μεγάλες εταιρείες πετρελαίου έκλεισαν εργοστάσια για να προσπαθήσουν να επιτύχουν τους στόχους καθαρών μηδενικών εκπομπών και αντιμετωπίζουν την απειλή των ηλεκτρικών οχημάτων, σύμφωνα με τους Financial Times.
Όμως, με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις εντάσεις στην Ερυθρά Θάλασσα, οι ενεργειακοί αναλυτές πιστεύουν ότι τώρα μπορεί να έχουν ένα κερδοφόρο μέλλον, χάρη στα αυξημένα περιθώρια κέρδους για προϊόντα διύλισης όπως ντίζελ και βενζίνη. Αυτά τα περιθώρια θα μπορούσαν να αυξηθούν ακόμη περισσότερο εάν η Ευρώπη υποστεί περαιτέρω κλυδωνισμούς στην προσφορά.
Μοχλός η γεωπολιτική αστάθεια
Ο κίνδυνος για τις προμήθειες από ξαφνική γεωπολιτική αστάθεια έγινε αισθητός από τις επιθέσεις ουκρανικών drone σε διυλιστήρια εντός της Ρωσίας, οι οποίες συνέβαλαν σε άλμα 2,7% της τιμής του Brent.
«Για τα διυλιστήρια που είναι το τελευταίο στάδιο επεξεργασίας και τις εταιρείες που είναι πρόθυμες να ρισκάσουν περισσότερο αποκτώντας αυτές τις παλιές μονάδες, η αγορά πληρώνει αναμφισβήτητα περισσότερα από ποτέ προκειμένου να εξασφαλίσει διυλισμένο αργό στην Ευρώπη», δήλωσε στους FT ο Έλιοτ Ράντλι, επικεφαλής τιμών ευρωπαϊκών διυλισμένων προϊόντων στον όμιλο δεδομένων Argus Media.
Η Ευρώπη θα έχει μειώσει την ικανότητα απόσταξης αργού κατά περίπου 7% έως το 2026 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2020, σύμφωνα με την Argus. Έτσι, η Shell θα έχει μειώσει την παραγωγική της ικανότητα κατά 33% κατά τη διάρκεια της περιόδου, ενώ της BP θα έχει μειωθεί κατά 10%.
Η περιορισμένη δυναμικότητα έχει ήδη συμβάλει στην αύξηση του επιπλέον ποσού που μπορούν να χρεώσουν τα διυλιστήρια, για το ντίζελ έναντι του αργού σε παγκόσμιο μέσο όρο 29,77 δολαρίων ανά βαρέλι φέτος, έναντι 15,69 δολ. ανά βαρέλι για την περίοδο 2010 -2019, σύμφωνα με την Argus.
Αν και είναι κάτω από τα υψηλά των 38,82 δολαρίων για το ντίζελ και των 24,21 δολαρίων για τη βενζίνη μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, είναι πολύ πάνω από τους μακροπρόθεσμους μέσους όρους παρά την υποτονική ανάπτυξη σε ορισμένες προηγμένες οικονομίες.
Εκτινάσσονται οι επιπλέον χρεώσεις για διυλισμένα
Η άνοδος των επιπλέον χρεώσεων για τα διυλισμένα προϊόντα ήταν πολύ μεγαλύτερη από την κίνηση των τιμών αναφοράς του πετρελαίου: τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης πετρελαίου, που παρακολουθούν τις συναλλαγές αποσταγμένων προϊόντων στην Ευρώπη, αυξήθηκαν κατά 13,2% φέτος, ενώ τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του Brent αυξήθηκαν κατά 10,7%.
Η Ευρώπη εξαρτάται πλέον περισσότερο από τις εισαγωγές διυλισμένων προϊόντων, αλλά είναι ευάλωτη σε κραδασμούς όπως οι επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα, που αναγκάζουν πολλούς προμηθευτές να ακολουθούν μακρύτερη διαδρομή.
Τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα για την Ευρώπη, επειδή τα προϊόντα πρέπει να διανύσουν πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις και δεν υπάρχουν βραχυπρόθεσμες προμήθειες εάν χρειάζεται ντίζελ όπως έχει πει ο Ράσελ Χάρντι, CEO της Vitol.
Η Ευρώπη βασιζόταν στη Ρωσία για περίπου 30% των διυλισμένων προϊόντων προτού η ΕΕ απαγορεύσει τις εισαγωγές μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Η εταιρεία συμβούλων ενέργειας Wood Mackenzie εκτιμά ότι οι κυρώσεις δεν θα χαλαρώσουν μέχρι το 2030, ενώ τα προβλήματα λόγω Ερυθράς Θάλασσας πιθανότατα θα συνεχιστούν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ακόμα κι έτσι, η ανθεκτικότητα της βενζίνης έχει εκπλήξει τους αναλυτές.
Οι τιμές της βενζίνης δεν πέφτουν
Οι τιμές της βενζίνης υποστηρίζονται από την υιοθέτηση υβριδικών οχημάτων —που απαιτούν καύσιμα κινητήρα— καθώς και από την ανάκαμψη του τουρισμού μετά την πανδημία και την έλλειψη εξαρτημάτων για την παραγωγή βενζίνης που ανταποκρίνονται ευρωπαϊκές προδιαγραφές.
Τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια είναι κατάλληλα για το ρωσικού τύπου πετρέλαιο με μέτρεις οξύτητες, αλλά η μετάβαση σε άλλους τύπους αργού έχει μειώσει τη παραγωγική τους ικανότητα. Οι περικοπές παραγωγής της Σαουδικής Αραβίας έχουν επίσης περιορίσει τη διαθεσιμότητα παρόμοιου πετρελαίου που θα μπορούσε να αντικαταστήσει το ρωσικό αργό.
Η Wood Mackenzie είχε προβλέψει προηγουμένως ότι τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια θα έπρεπε να προσαρμοστούν το 2024-25, αλλά η εταιρεία συμβούλων αναγκάστηκε να αλλάξει αυτή την άποψη», δήλωσε στους FT ο Άλαν Γκέλντερ, αντιπρόεδρος για τις αγορές διύλισης, χημικών και πετρελαίου. Ο ίδιος αναμένει τώρα τα διυλιστήρια να απολαμβάνουν «υγιή περιθώρια κέρδους» για το υπόλοιπο της δεκαετίας.
Μεταξύ αυτών που επωφελούνται είναι η εταιρεία προμήθειας πετρελαίου με έδρα το Λονδίνο, Prax Group, η οποία συμφώνησε τον Δεκέμβριο να αγοράσει μερίδιο 37,5% στο διυλιστήριο PCK στο Schwedt, στη βορειοανατολική Γερμανία, από τη Shell. Έκανε επίσης συμφωνία για την αγορά μεριδίου σε διυλιστήριο στη Νότια Αφρική από την TotalEnergies.
Ωστόσο, τα περιθώρια θα μπορούσαν να αρχίσουν να υποχωρούν καθώς ανοίγουν νέα διυλιστήρια στη Μέση Ανατολή και την Αφρική.
Πηγή: ot.gr
Διαβάστε επίσης: Μαρόκο: «Λουκέτο» στα χαμάμ για εξοικονόμηση νερού