Γκριζάρει η ενεργειακή πολιτική της Ευρώπης μετά τις εκλογές

Οι αντιευρωπαϊκοί σχηματισμοί στο ευρωκοινοβούλιο, στέκονται φιλικά έναντι της Ρωσίας και της Κίνας τα συμφέροντα των οποίων είναι αντίθετα με αυτά της ΕΕ

 Του Μιχάλη Μαθιουλάκη *

Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών έχουν προβληματίσει τις Ευρωπαϊκές κοινωνίες σε πολλά επίπεδα, ένα από τα οποία είναι και αυτό της ενεργειακής πολιτικής.

Το οξύμωρο βέβαια είναι πως ενώ μετά τις εκλογές οι ευρωπαίοι δείχνουν προβληματισμένοι για την άνοδο της ακροδεξιάς και κάθε είδους αντιευρωπαϊκού ή ευρωσκεπτικιστικού σχηματισμού, πριν από αυτές δεν είχαν το ίδιο ενδιαφέρον ώστε να πάνε και να ψηφίσουν…

Ας αφήσουμε όμως τα γενικά σχόλια για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών και ας επικεντρωθούμε στο μέλλον των ενεργειακών την επόμενη μέρα από την έναρξη των εργασιών του νέου ευρωκοινοβουλίου τον Ιούλιο και της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Νοέμβριο.

Η σύντομη απάντηση για το τι μπορεί να σημαίνουν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών όσον αφορά τα θέματα της ενέργειας είναι όντως ότι έρχονται μεγάλες αλλαγές σε κάποια βασικά πράγματα, αλλά οι περισσότερες από αυτές είναι αποτέλεσμα εξελίξεων που έλαβαν χώρα πολύ πριν τις ευρωεκλογές.

Κατ’ αρχήν, η άνοδος της άκρας δεξιάς στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, σε συνδυασμό με την πτώση των πράσινων και οικολογικών κομμάτων είναι προφανές ότι θα φρενάρει την ένταση με την οποία προχωρούσαν οι πράσινες πολιτικές και οι πολιτικές απανθρακοποίησης της ΕΕ.

Αυτή η μεγάλη αλλαγή στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ όμως, είχε ήδη δρομολογηθεί από τις εξελίξεις μετά το Ουκρανικό, όταν ο βιαστικός, λαϊκίστικος και αλαζονικός τρόπος που η Κομισιόν προωθούσε την πράσινη ατζέντα της, είχε αφήσει την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ απροστάτευτη στα νύχια της Ρωσίας, οδηγώντας έτσι στον άκρατο λαϊκισμό κατά των ΑΠΕ από τα κύματα των άκρων, των ψεκασμένων και των αρνητών της κλιματικής αλλαγής.

Οι κάθε έκφανσης ακροδεξιοί βουλευτές του ευρωκοινοβουλίου λοιπόν, θα είναι όντως πιο επιρρεπείς εκτός από το να φωνασκούν για τις συνήθεις ανοησίες τους, να καταψηφίζουν και τις όποιες προσπάθειες για να συνεχίσει η προσπάθεια της ΕΕ για ανάπτυξη των ΑΠΕ και γενικά των καθαρών μορφών ενέργειας.

Αυτό όμως που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι η αλλαγή στον τρόπο αντίληψης για τα ενεργειακά της ΕΕ έχει ήδη ξεκινήσει πολύ πριν τις εκλογές και για άλλους λόγους. Ήδη εδώ και λίγο καιρό πολλές κυβερνήσεις έχουν αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις τους και πλέον δεν θεωρούν το φυσικό αέριο και τα πυρηνικά ως ανάθεμα για την προσπάθεια απανθρακοποίησης αλλά ως δύο αναγκαία εργαλεία για την περίοδο μετάβασης, η οποία προφανώς και θα είναι πιο μακρά από όσο όλοι νόμισαν στις εκλογές του 2019 πιεσμένοι από τις παθιασμένες ομιλίες της Γκρέτα Τούνμπεργκ.

Οι πολιτικές ηγεσίες σε πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ ξεκίνησαν να βλέπουν ότι καθώς τα μερίδια των ΑΠΕ αυξάνονται πάνω από το 30% - 35% στη χώρα τους και στις γειτονικές τους χώρες, πλέον δεν έχουν που να πουλήσουν τον πλεονάζοντα ηλεκτρισμό ενώ παράλληλα δεν έχουν τα χρήματα για τα πολλά νέα δίκτυα και μπαταρίες που πρέπει να συνοδέψουν τις νέες ΑΠΕ. Έτσι, πριν ακόμα τις ευρωεκλογές, πολλές κυβερνήσεις είχαν μπει στη διαδικασία να κάνουν λίγο πίσω σε σχέση με τους φρενήρεις ρυθμούς ανάπτυξης των ΑΠΕ του παρελθόντος.

Το νέο στοιχείο όμως που προστίθεται από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, είναι ότι καθώς αυξάνονται οι ακροδεξιοί, οι οποίοι μαζί με τους ακροαριστερούς, κομμουνιστές, και κάθε είδους αντιευρωπαϊκούς σχηματισμούς στο ευρωκοινοβούλιο, στέκονται φιλικά έναντι της Ρωσίας και της Κίνας, κινδυνεύουμε να μειώνονται οι αντιστάσεις των ευρωπαϊκών πολιτικών οργάνων στις επεκτατικές πολιτικές του Πεκίνου και της Μόσχας έναντι των ευρωπαϊκών ενεργειακών συμφερόντων εντός και πέριξ των συνόρων της ΕΕ.

Στα ενεργειακά, η Ρωσία και η Κίνα έχουν πολλά συμφέροντα που θέλουν να προωθήσουν στην Ευρώπη και τα οποία είναι όλα σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Περισσότερος λιγνίτης, έλεγχος των μονοπωλιακών δικτύων ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, καταστρατήγηση της ελεύθερης αγοράς, έλεγχος των ενεργειακών ροών από την Αφρική και την Ασία, είναι μερικοί μόνο από τους στόχους της Κίνας και της Ρωσίας στα ενεργειακά οι οποίοι λειτουργούν εναντίον της Ευρώπης.

Όλα αυτά, Πεκίνο και Μόσχα τα πακετάρουν σε όμορφα λαϊκίστικα πακέτα περί «φθηνών εγγυημένων τιμών για τους καταναλωτές», «προστασίας από τις διακυμάνσεις και την ανασφάλεια των αγορών», «εξασφάλισης ενεργειακής τροφοδοσίας», ξεχνώντας βέβαια να αναφέρουν το τίμημα, πολιτικό και οικονομικό, που έρχεται κρυμμένο πίσω από τα διακρατικά συμβόλαια.

Αυτά τα έχουμε δει να τα εφαρμόζουν και η Κίνα και η Ρωσία σε πολλές άλλες περιπτώσεις όπου η γυαλιστερή βιτρίνα των εύκολων εξασφαλίσεων, συνοδεύονταν πάντα από πλείστες σκοτεινές ρήτρες και συναλλαγές. Στην Ευρώπη (με εξαίρεση τη Γερμανία) είχαμε την πολιτική οξυδέρκεια έως τώρα να βλέπουμε πίσω από αυτή την βιτρίνα και να αντικρούουμε αυτές τις τακτικές.

Η αύξηση όμως των ανεγκέφαλων, ακροδεξιών και λοιπών άκρων, που ξέρουμε ότι στηρίζουν (και στηρίζονται από) αυτές τις ξένες δυνάμεις, κινδυνεύει να επηρεάσει και μειώσει τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των ευρωπαϊκών θεσμών και αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα για το ενεργειακό μέλλον της ΕΕ.

Η πιθανότητα αύξησης της επιρροής της Κίνας και της Ρωσίας στα ενεργειακά θέματα της ΕΕ είναι αυτή τη στιγμή πολύ πιο σημαντικό πρόβλημα από την τυχόν επιβράδυνση των ΑΠΕ η οποία εν πολλοίς ήταν αναμενόμενη και αναπόφευκτη. Η επόμενη πενταετία θα είναι λοιπόν κρίσιμη ιδιαίτερα όσον αφορά τη γεωπολιτική διάσταση της ενέργειας.

Περισσότερο από τη στάση του ευρωκοινοβουλίου, οι εξελίξεις σε αυτό το θέμα θα κριθούν από τη σύσταση και την ηγεσία της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ιδιαίτερα επειδή η απερχόμενη απέτυχε παταγωδώς…

* Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης είναι αναλυτής ενεργειακής στρατηγικής, Ακαδημαϊκός Διευθυντής του Greek Energy Forum και Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ για θέματα ενέργειας.

Πηγή: huffingtonpost.gr

Διαβάστε επίσης: Ανακηρύχθηκαν και επίσημα οι έξι νέοι Ευρωβουλευτές

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ