Την περασμένη Τετάρτη, η Κομισιόν ανακοίνωσε τον «οδικό χάρτη» για τη μετάβαση στην «πράσινη» εποχή και την επίτευξη των στόχων οι οποίοι έχουν εγκριθεί ήδη από τους «27»: Περιορισμός των εκπομπών διοξειδίου και άλλων «αερίων του θερμοκηπίου» κατά 55% ως το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, καθώς και μηδενικές καθαρές εκπομπές από τα κράτη – μέλη ως το 2050.
«Η σημερινή μας οικονομία, η οποία είναι βασισμένη στα ορυκτά καύσιμα, έχει φτάσει στα όριά της» δήλωσε χαρακτηριστικά η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πλαισιωμένη από τον αντιπρόεδρο της Επιτροπής Φρανς Τίμερμανς. Οπως τόνισαν δε αμφότεροι, ένα από τα πιο εμβληματικά στοιχεία του νέου σχεδίου αφορά το μέλλον των οχημάτων με κινητήρες βενζίνης και πετρελαίου (ενδεχομένως και φυσικού αερίου) στην ΕΕ.
Το σχέδιο κάνει λόγο για μείωση των εκπομπών διοξειδίου κατά 55% ως το 2030 σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα (έναντι 37,5% που ήταν ο προηγούμενος στόχος), καθώς και κατά 100% ως το 2035. Κάτι που οδηγεί, πρακτικά, στην πλήρη απαγόρευση των πωλήσεων οχημάτων «παλιάς» τεχνολογίας και τη μετάβαση στην πλήρη ηλεκτροκίνηση – με επιχείρημα ότι ο κλάδος των μεταφορών έχει αυξήσει περισσότερο από κάθε άλλον τις εκπομπές του στην ατμόσφαιρα τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες, σε ποσοστό άνω του 150%.
Ταυτόχρονα, πάντως, όλοι αναγνωρίζουν πως η πλευρά αυτή είναι και μία από τις πιο δύσκολες και συνιστά τεράστια πρόκληση για όλους – Κομισιόν, κυβερνήσεις και, φυσικά, αυτοκινητοβιομηχανίες. Κι αυτό διότι η αλλαγή του μοντέλου παραγωγής και του στόλου των οχημάτων που κυκλοφορούν στην Ευρώπη αποτελεί ένα γιγάντιο έργο, που απαιτεί ριζικές αναπροσαρμογές και κονδύλια τα οποία θα χρηματοδοτήσουν τις επιχειρήσεις και τους αγοραστές.
Προϋποθέτει δε την ύπαρξη μιας ολοκληρωμένης απάντησης στο καίριο ζήτημα της κατασκευής μπαταριών, το οποίο έχει διάφορες πλευρές: Την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αυτονομία της ΕΕ και τη διασφάλιση επαρκών πρώτων υλών. Φυσικά και την ανάπτυξη κατάλληλου δικτύου φόρτισης – ο στόχος είναι να υπάρχουν πάνω από 3,5 εκατομμύρια δημόσια σημεία φόρτισης ως το 2030 και 16,3 εκατομμύρια ως το 2050, με το συνολικό κόστος να ξεπερνά τα 100 δισ. ευρώ.
«Παράθυρο» 15 ετών
Πρακτικά, η Ευρώπη δίνει στον εαυτό της ένα «παράθυρο» 15 ετών προκειμένου να προχωρήσει στις μεγάλες αλλαγές και να αποσύρει από τους δρόμους τα αυτοκίνητα παλιάς τεχνολογίας. Κάτι που σημαίνει, πρακτικά, ότι με βάση τους μέσους όρους αλλαγής αυτοκινήτου στα διάφορα κράτη – μέλη, τα σχετικά προγράμματα πρέπει να ολοκληρωθούν και να τεθούν σε εφαρμογή σχετικά άμεσα, ήτοι μέσα στα επόμενα 4-5 χρόνια, το αργότερο. Είναι κάτι, άλλωστε, που προτίθεται να διευκολύνει και το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι πως υπάρχουν ήδη αντιδράσεις. Η ευρωπαϊκή ομοσπονδία αυτοκινητοβιομηχανιών (ACEA) διαμαρτυρήθηκε μάλιστα, ισχυριζόμενη ότι η πλήρης απαγόρευση ορισμένων τεχνολογιών δεν αποτελεί ορθολογικό τρόπο για τη μετάβαση και ζητώντας να συνεχίσουν να παίζουν ρόλο για κάποιο διάστημα οι κινητήρες εσωτερικής καύσης και υδρογόνου, όπως και οι υβριδικοί.
*του Γιώργου Παυλόπουλου
ΠΗΓΗ: Οικονομικός Ταχυδρόμος