Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι άρρηκτα συνυφασμένες με τον τουρισμό αφού οι ψηλότερες θερμοκρασίες, ο αυξημένος κίνδυνος πυρκαγιών, η αύξηση της στάθμης της θάλασσας, μεταξύ άλλων, παρακινούν τουρίστες να επιλέγουν άλλους προορισμούς, ανέφεραν ειδικοί στο συνέδριο με τίτλο «Είναι η κλιματική αλλαγή απειλή για τον Τουρισμό;», το οποίο πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη στη Λευκωσία.
Συγκεκριμένα, στην παρουσίασή του για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τουρισμό, ο Δρ Χρίστος Γιαννακόπουλος, Διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, ανέφερε ότι το κίνητρο των τουριστών για να επισκεφτούν νησιά όπως η Κύπρος διακυβεύεται από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως ψηλές θερμοκρασίες, κίνδυνος πυρκαγιών, κινδύνοι για υγεία και βιοποικιλότητα.
73% λέει ότι θα άλλαζε προορισμό αν οι θερμοκρασίες ήταν δυσμενείς
Ανέφερε ότι προβλέπεται ότι το 13% εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη θα απασχολείται στην τουριστική βιομηχανία το 2027, από 11 %, αλλά στην νότια Ευρώπη το ποσοστό είναι μεγαλύτερο, ενώ την Κύπρο και Ελλάδα είναι 22-23%.
Αναφέρθηκε σε έρευνα που έκαναν μεταξύ των τουριστών στην Κύπρο από Ελλάδα, Βρετανία, Σερβία και Ιταλία, σύμφωνα με την οποία 98% είπε, ότι αν θα υπήρχαν περισσότερες μεταδοτικές ασθένειες στην χώρα θα επέλεγαν άλλο προορισμό.
Στην ερώτηση αν χαθούν πολλά εκατοστά παραλίας, ή οι παραλίες είχαν χαθεί, 85% είπε ότι θα άλλαζαν προορισμό, ενώ το 73% είπε ότι θα το έκανε αυτό αν οι θερμοκρασίες ήταν πολύ δυσμενείς.
Αν υπήρχε έλλειψη νερού, 72% απάντησαν ότι θα επέλεγαν άλλο προορισμό και 68% είπε θα το έπραττε αν υπήρχαν πολλές δασικές πυρκαγιές, ανέφερε.
Ο κ. Γιαννακόπουλος είπε ότι επειδή η Κύπρος βρίσκεται στην ανατολική Μεσόγειo η οποία είναι ένα hot spot κλιματικής αλλαγής, αναμένεται να αντιμετωπίσει μια σειρά δυσμενών επιπτώσεων στον τουρισμό εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, αφού αναμένονται θερμότεροι χειμώνες, πιο πολλές ξηρασίες, πολύ περισσότερα και εντονότερα φαινόμενα.
Σημείωσε ότι αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα τη θερμική δυσφορία των κατοίκων και τουριστών, ευπάθεια σε τροπικές ασθένειες, υποβάθμιση στα φυσικά αξιοθέατα, αλλά και την αύξηση των λειτουργικών εξόδων των ξενοδοχειακών μονάδων όσον αφορά στον κλιματισμό και ψύξη. Είπε ακόμη ότι μπορεί να χάσουν και έσοδα από την αύξηση της στάθμης της θάλασσας λόγω της απώλειας μέρους της παραλίας.
Όσον αφορά στην δείκτη δυσφορίας, σημείωσε ότι σύμφωνα με αισιόδοξο σενάριο, στην Κύπρο, ενδέχεται να αντιμετωπίζεται θερμική δυσφορία 100 μέρες τον χρόνο, ενώ, σε απαισιόδοξο σενάριο, προς το τέλος του αιώνα, κοντά στο 2080 ενδέχεται στις μισές μέρες του χρόνου να υπάρχει θερμική δυσφορία. Το νότιο και ανατολικότερο κομμάτι της Κύπρου φαίνεται να είναι πιο ευάλωτα σε αυτές τις μεταβολές, είπε.
Κύπρος και Ελλάδα θα απωλέσουν έσοδα από την κλιματική αλλαγή
Ανέφερε ακόμη ότι αν υπερθερμανθεί ο πλανήτης κατά 4 βαθμούς Κελσίου, Ελλάδα και Κύπρος θα απωλέσουν έσοδα αφού θα μειωθεί η τουριστική ζήτηση μεταξύ 2% και 5% αναλόγως της αύξησης της θερμοκρασίας.
Ο Δρ Γιαννακόπουλος αναφέρθηκε στη σημασία των κλιματικών υπηρεσιών, στο πως δηλαδή ο τουριστικός τομέας θα μπορούσε να πάρει μετεωρολογικές και κλιματολογικές πληροφορίες και να τις χρησιμοποιήσει για τη δική του δραστηριότητα, όπως ο δείκτης δυσφορίας που ο ίδιος ανέφερε.
Στη δική του παρουσίαση για την κλιματική αλλαγή στην Κύπρο και ανατολική Μεσόγειο, ο Δρ Γιώργος Ζίττης, ερευνητής το Κέντρο Αριστείας για την Κλιματική Αλλαγή και την Ατμοσφαιρική έρευνα του Ινστιτούτου Κύπρου, είπε ότι κατά τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες η θέρμανση της περιοχής έχει ξεπεράσει αρκετά τον μέσο παγκόσμιο πλανητικό όρο και θερμαίνεται γύρω στους 0.4 βαθμούς Κελσίου ανά δεκαετία.
Είπε ότι υπάρχει τάση προς ξηρότερες συνθήκες, και ότι το τέλος του προηγούμενου αιώνα, ήταν η ξηρότερη περίοδος των τελευταίων 500 ετών για την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.
Αντίστοιχη είναι και η βροχόπτωση στην Κύπρο, είπε, σημειώνοντας ότι σύμφωνα με δεδομένα των τελευταίων 120 χρόνων, τις τελευταίες δεκαετίες βλέπουμε μείωση της τάξης 10%-15% σε σχέση με τις αρχές του περασμένου αιώνα.
Σημείωσε ότι όλες αυτές οι μεταβολές την περιοχή είναι θεωρητικά κάτι φυσιολογικό αφού στην ιστορία του πλανήτη υπήρχε πάντα μια μετάβαση από πιο ξηρές σε υγρές συνθήκες και από πιο θερμές σε πιο ψυχρές εποχές, αλλά αυτό που τους ανησυχεί ιδιαίτερα είναι ότι αυτή η σύγχρονη κλιματική αλλαγή συμβαίνει πολύ πιο γρηγορότερα από ότι θα περίμεναν και δεν μπορεί να εξηγηθεί με κανέναν από τους άλλους φυσικούς παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν το κλίμα, παρά μόνο αν ληφθούν υπόψη οι εκπομπές θερμοκηπικών αερίων και ο ανθρώπινος παράγοντας.
Όσον αφορά στο τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, αναφέρθηκε σε δύο σενάρια, ένα αισιόδοξο, το οποίο είναι πολύ κοντά σε αυτά που προνοεί η Συμφωνία του Παρισίου, και ένα απαισιόδοξο, αν συνεχίσουμε με τους σημερινούς ρυθμούς.
Στο αισιόδοξο σενάριο, αν ληφθούν έγκαιρα μέτρα η θερμοκρασία θα συνεχίσει να αυξάνεται για 1-2 δεκαετίες και μετά θα σταθεροποιηθεί σε πιο διαχειρίσιμα επίπεδα, ανέφερε, ενώ προβλέπονται πολύ μικρές μεταβολές στην βροχόπτωση, και πολύ ηπιότερη θέρμανση.
Στο απαισιόδοξο σενάριο, είπε, σημειώνοντας πως αυτή τη στιγμή κινούμαστε προς αυτή την κατεύθυνση, η θερμοκρασία ενδέχεται να συνεχίσει να αυξάνεται και στο τέλος του αιώνα να ξεπεράσει τους 4-4.5 βαθμούς Κελσίου.
Δείχνει επίσης μείωση της βροχόπτωσης κατά 20%-30 % σε σχέση με τα επίπεδα του προηγουμένου αιώνα και αναμένεται επιμήκυνση της ξηρής περιόδου κατά 4 περίπου μήνες.
Είπε ότι και η αύξηση της στάθμης της θάλασσας, προβληματίζει ιδιαίτερα, σημειώνοντας πως οι περισσότερες από τις κρίσιμες υποδομές της Κύπρου, όπως αεροδρόμια, λιμάνια, ηλεκτροπαραγωγικοί σταθμοί, βρίσκονται κοντά στην θάλασσα. Ήδη παρατηρείται αύξηση στη στάθμης της θάλασσας, είπε, ενώ αναμένεται να συνεχιστεί μέσα στον αιώνα που διανύουμε, και η μέση στάθμη της θάλασσας, ενδέχεται να ξεπεράσει περίπου το μισό μέτρο. Με τα πιο απαισιόδοξα μοντέλα ενδέχεται να ξεπεραστεί το ένα μέτρο στη μέση αύξηση της στάθμης της θάλασσας, σημείωσε.
Ο κ. Ζίττης είπε ακόμη ότι τα ακραία φαινόμενα αναμένεται να είναι συχνότερα, εντονότερα ή μεγαλύτερης διάρκειας, και επηρεάζουν την οικονομία, τη ζήτηση και παραγωγή ενέργειας, υδάτινους πόρους, βιοποικιλότητα, γεωργία και κτηνοτροφία, ανθρώπινη υγεία, μεταφορές, υποδομές, τον τομέα των ασφαλειών αλλά και τον τουρισμό.
Ανέφερε ότι η ανατολική Μεσόγειος, και η Κύπρος βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής αλλαγής, και ότι η περιοχή θερμαίνεται εντονότερα και γρηγορότερα από άλλες περιοχές του πλανήτη, ενώ παρατηρείται μια τάση προς αρκετά ξηρότερες συνθήκες.
Σημείωσε ότι αυτές οι αλλαγές μπορεί όντως να περιοριστούν σημαντικά σε πολύ πιο διαχειρίσιμα επίπεδα, για τον άνθρωπο αλλά και τα οικοσυστήματα, αλλά για να γίνει αυτό χρειάζονται πολύ αποφασιστικά και έγκαιρα μέτρα στην επόμενη δεκαετία για μείωση των εκπομπών και συγκεντρώσεων θερμοκηπίων αερίων.
Είπε ότι τα στοιχεία που παρουσίασε είναι αποτέλεσμα της Κυπριακής περιφερειακής πρωτοβουλίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.