Η ευρωζώνη ετοιμάζεται για νέα σοκ

Τι κινδύνους εντοπίζει ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ.

Συσσώρευση κινδύνων και αβεβαιότητας βλέπει για την ευρωζώνη ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) τα οποία θέτουν τις επενδύσεις και τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας σε κίνδυνο. 

Σε άρθρο του στους Financial Times ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ Laurence Boone επισημαίνει ότι η  οι προβλέψεις του Οργανισμού για την παγκόσμια ανάπτυξη το 2019 υποχώρησαν από το 3,7% τον Σεπτέμβριο του 2018 στο 3,2% του ΑΕΠ στις εκτιμήσεις του Μαΐου, πολύ κάτω από τους ρυθμούς που είδαμε τις περασμένες τρεις δεκαετίες.

Σύμφωνα με τον Boone, το φετινό καλοκαίρι δεν προσέφερε καμία ανακούφιση στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, εξαιτίας των μεγάλων εμπορικών εντάσεων, του ενδεχόμενου Brexit χωρίς συμφωνία και νέας μεταβλητότητας στις αγορές. 

Τονίζει δε ότι το Brexit ακόμα και από μόνο του αποτυπώνει το μέγεθος των κινδύνων, καθώς αν το Ηνωμένο Βασίλειο ξεκινούσε να εμπορεύεται με την Ευρωπαϊκή Ένωση βάσει των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, το ΑΕΠ των 27 κρατών μελών της Ένωσης θα συρρικνώνονταν κατά περίπου ¾ της ποσοστιαίας μονάδας σε λίγα χρόνια, με μεγαλύτερη υποχώρηση σε κάποιες χώρες και επιμέρους τομείς.

“Σε ένα περιβάλλον με τέτοιες προκλήσεις, η Ευρώπη θα είναι σε ισχυρότερη θέση αν κάνει περισσότερη πρόοδο στην οικονομική διαχείριση σε όλη την ΕΕ”, υπογραμμίζει. 

Νωρίτερα μέσα στο καλοκαίρι αρκετοί ομιλητές κατά την ετήσια σύνοδο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προχώρησαν σε μια αξιολόγηση των 20 πρώτων χρόνων του ευρώ, κρίνοντας το με σημεία αναφοράς το αποτέλεσμα, τους θεσμούς και την χάραξη πολιτικής, με την εκτίμησή τους να είναι πως τα αποτελέσματα, σε όρους σύγκλισης βιοτικού επιπέδου δεν ήταν ίσα κατανεμημένα. 

“Ωστόσο η ευρωζώνη ενίσχυσε τους θεσμούς της και την πολιτική εργαλειοθήκη. Κοιτώντας πίσω με αυτό τον τρόπο μπορεί να βοηθήσει να ξεμπερδέψουμε τα λάθη πολιτικής από τους θεσμικούς περιορισμούς. Και θα γίνει ευκολότερο να διαμορφωθεί πολιτική στήριξη για κοινή δράση σε όλη την ευρωζώνη στο μέλλον”, συμπληρώνει. 

Όσον αφορά στη νομισματική πλευρά, η επιδόσεις της ΕΚΤ υπήρξαν σημαντικές, καθώς η μάχη με τον πεισματικά χαμηλό πληθωρισμό συνεχίζεται ακάθεκτη. 

“Υπήρξε ουσιαστική στο να βγάλει την ευρωζώνη από την οικονομική κρίση και την κρίση χρέους, και εκπλήρωσε τον ρόλο της ως δανειστή τελευταίας καταφυγής, προσφέροντας ρευστότητα στις τράπεζες. Κι όμως, η κεντρική τράπεζα δεν ήταν τόσο γρήγορη στην αντίδραση απέναντι στην επιβράδυνση της οικονομίας. Δεν ξεκίνησε πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE), επιπλέον της μεγαλύτερης στήριξης στη ρευστότητα και αρνητικά επιτόκια, παρά τον Μάρτιο του 2015. Γιατί χρειάστηκε τόσο η ΕΚΤ για να ξεκινήσει το QE όταν η ανάπτυξη ήταν αναιμική, ο πληθωρισμός υποχωρούσε και άλλες κεντρικές τράπεζες είχαν ήδη αυξήσει τον ισολογισμό τους; Η FED, για παράδειγμα, ξεκίνησε QE σε μεγάλη κλίμακα πέντε χρόνια νωρίτερα”, τονίζει ο Boone.

Εντοπίζει πάντως και θεσμικούς λόγους που οδήγησαν στην καθυστέρηση, καθώς χρειάστηκε χρόνος για διαμορφωθεί μια κοινή θέση εξαιτίας της νομικής αβεβαιότητας, ενώ υπήρχαν παγιωμένες αντίθετες απόψεις στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ.

“Ο Μάριο Ντράγκι, πρόεδρος της ΕΚΤ απάντησε για το θέμα της ασυμμετρίας σε μια συνέντευξη τύπου τον Ιούλιο, επιμένοντας ότι δεν υπήρχε περίπτωση αποδοχής μόνιμα χαμηλών ποσοστών χαμηλού πληθωρισμού. Μια ισχυρότερη συναίνεση, όμως, του διοικητικού συμβουλίου και πολιτική στήριξη από τους υπουργούς Οικονομικών του Eurogroup, ενώ παράλληλα γίνονταν σεβαστή η ανεξαρτησία της ΕΚΤ, θα επέτρεπε γρηγορότερη αντίδραση στις νέες εξελίξεις”, επισημαίνει ο οικονομολόγος του ΟΟΣΑ. 

Η στήριξη από το Eurogroup θα είναι περισσότερο κρίσιμη στην δημοσιονομική πολιτική, καθώς ο δημοσιονομικός συντονισμός αποτελεί από μόνος του μια πρόκληση και τα παράπλευρα αποτελέσματα δύσκολο να μετρηθούν. 

“Δεν υπάρχει, όμως, αμφιβολία ότι οι διασυνοριακές δημοσιονομικές συνέπειες είναι σημαντικές σε μια ενοποιημένη ζώνη όπως αυτή του ευρώ. Επιπλέον τα πολιτικά κίνητρα είναι αδύναμα. Κάποια κράτη-μέλη υπήρξαν διστακτικά στο να σεβαστούν τους δημοσιονομικούς κανόνες, ενώ άλλα αγνόησαν την διαδικασία μακροοικονομικής ανισορροπίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το συνδυασμένο αποτέλεσμα ήταν να υπονομευτούν τα κίνητρα συντονισμένης πολιτικής”, αναφέρει προσθέτοντας ότι οι απειλές που βρίσκονται προ των πυλών θα πρέπει να οδηγήσουν τα κράτη μέλη να βάλουν στην άκρη τις διαφορές τους και να προχωρήσουν σε μεγαλύτερη δημοσιονομική συνεργασία. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ