ΤΟΥ RONALD A. ATTARD*
Το να διατυπώνεις προβλέψεις για τον καινούριο χρόνο έχει αποδειχθεί επικίνδυνη άσκηση τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, θα τολμήσω να πω ότι, σε μια εποχή που ο πληθωρισμός έχει εξελιχθεί σε κορυφαία πρόκληση τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά, τέσσερα θέματα θα κυριαρχήσουν στην ατζέντα μας και θα καθορίσουν πώς θα αναπτυχθεί η παγκόσμια οικονομία το 2023: η νομισματική πολιτική, η ενέργεια, οι αλυσίδες εφοδιασμού και οι μεγάλες ελλείψεις δεξιοτήτων.
Ανταποκρινόμενες στον αυξανόμενο πληθωρισμό, οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια και περιορίζουν την προσφορά χρήματος, μειώνοντας έτσι τη ρευστότητα και ασκώντας πίεση στις αποδόσεις, τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Η εποχή του φθηνού χρήματος έχει ξεκάθαρα τελειώσει, δημιουργώντας μια ολόκληρη γενιά ηγετών επιχειρήσεων, αλλά και καταναλωτών, προκλήσεις που δεν έχουν αντιμετωπίσει ποτέ στο παρελθόν. Ακόμη και αν οι κεντρικές τράπεζες υιοθετήσουν σταδιακά μια πιο χαλαρή νομισματική πολιτική, λόγω των καθυστερήσεων στον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής οι αυξήσεις των επιτοκίων που προηγήθηκαν θα συνεχίσουν να επηρεάζουν την οικονομική ανάπτυξη καθ’ όλη τη διάρκεια του επόμενου έτους.
Στο μέτωπο της ενέργειας, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια τριπλή πρόκληση: Πρέπει να εξασφαλίσουμε πρόσβαση σε αξιόπιστες πηγές ενέργειας, αυξάνοντας την ανθεκτικότητα των οικονομιών μας σε μελλοντικούς ενεργειακούς κραδασμούς, διασφαλίζοντας παράλληλα προσιτές τιμές ενέργειας για τους καταναλωτές και τη βιομηχανία. Ταυτόχρονα, οφείλουμε να παραμείνουμε προσηλωμένοι στον στόχο ενός νέου οικονομικού και επιχειρηματικού μοντέλου απεξάρτησης από τον άνθρακα. Οι εξελίξεις στις αγορές ενέργειας θα συνεχίσουν να επηρεάζουν τις οικονομικές προοπτικές, ιδίως στην Ευρώπη. Ο κίνδυνος της επιβολής δελτίου στην ενέργεια τον φετινό χειμώνα έχει μειωθεί, χάρη στα υψηλά αποθέματα φυσικού αερίου που δημιουργήθηκαν και στον σχετικά ζεστό καιρό των τελευταίων μηνών. Ωστόσο, καθώς οι ροές ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη το 2023 θα είναι ελάχιστες, η αναπλήρωση των αποθεμάτων θα αποτελέσει μεγάλη πρόκληση. Το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία θα βοηθούσε στην ομαλοποίηση των τιμών της ενέργειας, καθώς και των τροφίμων, αλλά, ακόμη και σε ένα τόσο θετικό σενάριο, μια ισχυρή και γρήγορη ανάκαμψη είναι μάλλον απίθανη.
ΠΙΕΣΗ ΓΙΑ ESG
Η ανατροπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες των τελευταίων τριών ετών, που προκλήθηκαν από την πανδημία και τις γεωπολιτικές εντάσεις, οδήγησαν στην αύξηση του κόστους για μια ευρεία γκάμα υλικών. Οι εταιρείες σε όλο τον κόσμο επανεξετάζουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους, με στόχο να αυξήσουν την ανθεκτικότητά τους και να μειώσουν την εξάρτησή τους από λιγότερο αξιόπιστες πηγές. Ταυτόχρονα, οι εταιρείες αντιμετωπίζουν αυξανόμενη πίεση, τόσο από τους καταναλωτές όσο και από τις ρυθμιστικές αρχές, για αλυσίδες εφοδιασμού συμβατές με τις αρχές του ESG.
Τέλος, η αναντιστοιχία μεταξύ των δεξιοτήτων που διαθέτουν οι εργαζόμενοι σήμερα και εκείνων που θα χρειαζόμαστε αύριο οδηγεί σε σοβαρές ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού. Αυτό τορπιλίζει την ανάπτυξη, παρότι η σχετικά ισχυρή αγορά εργασίας λειτουργεί επί του παρόντος υποστηρικτικά για την κατανάλωση. Οι ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού επιδεινώνονται από το παγκόσμιο φαινόμενο της «μεγάλης παραίτησης», καθώς οι εργαζόμενοι, μαζί με καλύτερες αμοιβές, αναζητούν μεγαλύτερη ευελιξία, καλύτερες ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης και μεγαλύτερη έμφαση στην ευημερία τους.
Λαμβάνοντας υπόψη τον συνδυασμό αυτών των παραγόντων, η εκτίμησή μου είναι ότι, παρότι η ύφεση μπορεί να αποδειχθεί σύντομη και ρηχή, η ανάκαμψη θα είναι πιθανότατα αργή και σταδιακή.
Για την Κύπρο, αυτό το περίπλοκο και γεμάτο ανατροπές παγκόσμιο περιβάλλον, οδηγεί σε μεγάλες προκλήσεις, αλλά και σημαντικές ευκαιρίες, τόσο για τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές του Φεβρουαρίου, όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Η αυστηρότερη νομισματική πολιτική και η αύξηση των επιτοκίων θα επηρεάσουν το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους μας. Στο πλαίσιο αυτό, το γεγονός ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί από 115% το 2020 σε περίπου 86% φέτος και ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια, είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό. Ομοίως, ο τραπεζικός τομέας, μετά την αναδιάρθρωσή του και τη μείωση των δεικτών NPL, είναι σήμερα πιο ανθεκτικός. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις και θα πρέπει να ληφθεί ιδιαίτερη μέριμνα για να διασφαλιστεί ότι το αυξανόμενο κόστος δανεισμού δεν θα οδηγήσει σε ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων.
ΠΡΟΣΗΛΩΜΕΝΟΙ ΣΤΟΝ ΣΤΟΧΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Η πανευρωπαϊκή προσπάθεια για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας αντιπροσωπεύει μια σημαντική ευκαιρία για την Κύπρο, ενόψει των πόρων φυσικού αερίου που διαθέτει. Η Κύπρος μπορεί πλέον να φιλοδοξεί ρεαλιστικά να καταστεί βασικός παίκτης στο ευρωπαϊκό δίκτυο ενεργειακού εφοδιασμού, αξιοποιώντας τη στρατηγική της θέση στην Ανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα, ωστόσο, πρέπει να παραμείνουμε προσηλωμένοι στον στόχο της Πράσινης Μετάβασης και στην αύξηση της διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μια διαδικασία που προσελκύει σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον και θα το κάνει όλο και περισσότερο στο μέλλον.
Η Κύπρος πρόκειται επίσης να επωφεληθεί από την αναδιάρθρωση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού. Καθώς οι ευρωπαϊκές εταιρείες επιδιώκουν να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους πιο κοντά στην έδρα και τις αγορές τους (nearshoring and reshoring), η Κύπρος μπορεί να εξελιχθεί σε περιφερειακό κόμβο logistics, λόγω της θέσης της, αλλά και να προσελκύσει επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης. Σύμφωνα με τη φετινή Attractiveness Survey της ΕΥ, ένας στους τρεις επενδυτές θα εξέταζε την Κύπρο για μετεγκατάσταση της εφοδιαστικής αλυσίδας και των λειτουργιών logistics, ενώ ένα εντυπωσιακό 65% δήλωσε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την Κύπρο για να αυξήσει τη μεταποιητική του παρουσία στην Ευρώπη. Για να προσελκύσουμε αυτούς τους επενδυτές, πρέπει να συνεχίσουμε να αναβαθμίζουμε τις υποδομές μας και να ενισχύσουμε τη συνδεσιμότητα της χώρας.
Τέλος, πρέπει να αντλήσουμε σημαντικά διδάγματα από τις συνεχιζόμενες αλλαγές στις παγκόσμιες αγορές εργασίας. Η Κύπρος διαθέτει ένα καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό και τα εκπαιδευτικά της ιδρύματα βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος από το εξωτερικό. Ωστόσο, υστερούμε στον τομέα της επανακατάρτισης και της διαρκούς εκπαίδευσης, ενώ αντιμετωπίζουμε πλέον σοβαρές ελλείψεις ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, όχι μόνο στους τομείς που σχετίζονται με την τεχνολογία και τη βιωσιμότητα, αλλά, πρόσφατα και σε παραδοσιακούς τομείς. Για να τις αντιμετωπίσουμε, θα πρέπει να επικεντρωθούμε στην ανανέωση των δεξιοτήτων, στην επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, στην ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ του επιχειρηματικού και του ακαδημαϊκού κόσμου, αλλά και στην προσέλκυση ειδικευμένου ανθρώπινου κεφαλαίου από άλλες αγορές, προσαρμόζοντας ανάλογα τη μεταναστευτική μας πολιτική.
Την τελευταία δεκαετία και ιδιαίτερα κατά την παρούσα κρίση, η Κύπρος έχει αποδείξει την ανθεκτικότητα και την προσαρμοστικότητά της. Είμαι, επομένως, αισιόδοξος ότι μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον μεγάλων προκλήσεων, η Κύπρος θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί τις αναδυόμενες ευκαιρίες για να ενισχύσει και να μετασχηματίσει την οικονομία της.
Διαβάστε επίσης: Οι μεταρρυθμίσεις είναι μονόδρομος για το μέλλον της Κύπρου
*ΔΙΕΥΘΥΝΟΝΤΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΤΗΣ EY ΚΥΠΡΟΥ