Ενώπιον των μελών της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εργασίας τίθεται σήμερα η Πρόταση Νόμου του ανεξάρτητου Βουλευτή, Κωστή Ευσταθίου αναφορικά με την τροποποίηση του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, ώστε να παρέχεται δικαίωμα για σύνταξη χηρείας σε χήρους, ανεξάρτητα του χρόνου θανάτου της συζύγου, κατά τον ίδιο τρόπο που παρέχεται το εν λόγω δικαίωμα σε χήρες.
Σήμερα, η νομοθεσία, μετά από σχετική τροποποίηση του 2019, προβλέπει ότι στην περίπτωση των ανδρών χήρων, αυτοί έχουν μεν δικαίωμα σε σύνταξη χηρείας, εντούτοις, αυτό αποκτάται μόνο εφόσον η σύζυγος απεβίωσε κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2018. Από την άλλη, δεν υπάρχει αντίστοιχη πρόνοια για τις γυναίκες χήρες, με την Επίτροπο Διοικήσεως να κάνει λόγο για παραβίαση της αρχής της ισότητας, λόγω ενός νομοθετικού κενού που τους αποκλείει από ευνοϊκές ρυθμίσεις, για λόγους που ανάγονται αποκλειστικά στο φύλο τους.
Η Πρόταση Ευσταθίου
Ειδικότερα, η συζήτηση ανοίγει στην Επιτροπή δύο χρόνια αφότου κατατέθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής στις 27 Οκτωβρίου του 2022, η Πρόταση Νόμου του Κωστή Ευσταθίου.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με την προτεινόμενη τροποποίηση επιδιώκεται η κατοχύρωση της αρχής της ισότητας στη βάση των διατάξεων του άρθρου 28 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, η κατάργηση της αναχρονιστικής διάκρισης με βάση το φύλο σε περίπτωση παροχής δικαιώματος σε σύνταξη χηρείας, καθώς και η επίτευξη περαιτέρω ισονομίας και ισότητας μεταξύ των φύλων σε σχέση με τα δικαιώματα συζύγου σε περίπτωση θανάτου του έτερου συζύγου, ανεξαρτήτως φύλου.
Μάλιστα για το θέμα έχουν κληθεί να παραστούν στη σημερινή συνεδρία, εκπρόσωποι του Υπουργείου Εργασίας, της Νομικής Υπηρεσίας, του Γραφείου της Επιτρόπου Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, του Παρατηρητηρίου Τρίτης Ηλικίας Κύπρου και των συνδικαλιστικών οργανώσεων ΠΕΟ, ΣΕΚ, ΔΕΟΚ, ΠΑΣΥΔΥ, Η Παγκύπρια Ομοσπονδία Ανεξαρτήτων Συνδικαλιστικών Οργανώσεων (ΠΟΑΣΟ) και η Παγκύπρια Συντεχνία ΙΣΟΤΗΤΑ.
Κόλαφος για τις ΥΚΑ η Έκθεση Λοττίδη
Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, πως την περίοδο που μεσολάβησε από την κατάθεση της Πρότασης Νόμου μέχρι και σήμερα, έκθεση σχετική με το θέμα εξέδωσε και η Επίτροπος Διοικήσεως, Μαρία Στυλιανού - Λοττίδη, υπό την ιδιότητα του Φορέα Ισότητας και Καταπολέμησης των Διακρίσεων, σε σχέση με διάκριση λόγω φύλου στις προϋποθέσεις του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου για παροχή σύνταξης χηρείας στους άνδρες δικαιούχους.
Στο πλαίσιο της Έκθεσης, η οποία δημοσιεύθηκε στις 28 Ιουνίου 2023, εξετάστηκε αριθμός παραπόνων που υποβλήθηκαν στο Γραφείο της Επιτρόπου Διοικήσεως κατά το 2020, 2021 και 2022, τα οποία στρέφονταν εναντίον των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων και είχαν ως αντικείμενο την απόρριψη ή παράλειψη εξέτασης αίτησης χηρείας, η οποία είχε υποβληθεί από άντρες, στις περιπτώσεις που οι γυναίκες σύζυγοί τους είχαν αποβιώσει πριν να τεθεί σε εφαρμογή το τροποποιημένο άρθρο 41 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου.
Ειδικότερα, το εδάφιο (2) του άρθρου 41 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 2010 [Ν.59(Ι)/2010], στο οποίο περιλαμβάνονταν οι προϋποθέσεις παροχής σύνταξης χηρείας, προνοούσε διαφορετικά, αναλόγως του εάν το δικαιούχο πρόσωπο ήταν άνδρας ή γυναίκα. Συγκεκριμένα, άντρας χήρος δικαιούτο σύνταξη χηρείας μόνο εάν κατά το χρόνο του θανάτου της συζύγου του ήταν μόνιμα ανίκανος για αυτοσυντήρηση και συντηρείτο από την αποβιώσασα αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο, ενώ γυναίκα χήρα μπορούσε να λάβει σύνταξη και στην περίπτωση που κατά το χρόνο του θανάτου του συζύγου της συζούσε με αυτόν, χωρίς οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση.
Μετά από σχετική Προσφυγή άνδρα χήρου, του οποίου η αίτηση είχε απορριφθεί, στις 8 Φεβρουαρίου 2017, στη βάση της πιο πάνω διάταξης, το Διοικητικό Δικαστήριο, με απόφαση ημερομηνίας 10 Ιουλίου 2020, έκρινε ότι το άρθρο 41(2) του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, ως ίσχυε κατά τον χρόνο της αίτησης του παραπονουμένου, ήταν αντισυνταγματικό, επειδή τα διαφορετικά κριτήρια που περιλαμβάνονταν για παροχή σύνταξης χηρείας σε γυναίκες και σε άντρες στηρίζονταν στη βάση φύλου, κατά παράβαση της αρχής της ισότητας όπως κατοχυρώνεται στο Άρθρο 28 του Συντάγματος.
Επισημαίνεται ότι η εν λόγω απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου εκδόθηκε μετά που το άρθρο 41 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου είχε ήδη τροποποιηθεί. Η υφιστάμενη διάταξη προβλέπει ότι χήρα, η οποία κατά το χρόνο του θανάτου του συζύγου της και/ή χήρος, ο οποίος κατά το χρόνο του θανάτου της συζύγου του συζούσε με αυτόν ή αυτήν ή συντηρείτο αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από αυτόν/αυτήν, νοουμένου ότι ο/η σύζυγος απεβίωσε κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2018, δικαιούται σύνταξη χηρείας, εάν-
- Ικανοποιούνται οι σχετικές ασφαλιστικές προϋποθέσεις και ο/η σύζυγος δεν είχε συμπληρώσει τη συντάξιμη ηλικία, ή
- ο/η σύζυγός είχε συμπληρώσει τη συντάξιμη ηλικία και ήταν δικαιούχος σε θεσμοθετημένη σύνταξη ή θα είχε δικαίωμα σε θεσμοθετημένη σύνταξη, εάν είχε υποβάλει τη σχετική αίτηση.
Προκύπτει, συνεπώς, ότι πλέον ισχύουν οι ίδιες προϋποθέσεις για την παροχή σύνταξης χηρείας σε άνδρες και γυναίκες, με τη μόνη διαφοροποίηση ότι, σε περίπτωση ανδρών χήρων, δικαίωμα σε σύνταξη χηρείας αποκτάται μόνο εφόσον ο/η σύζυγος απεβίωσε κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2018.
Όπως σημειώνει στην έκθεσή της η Επίτροπος Διοικήσεως, με την τροποποίηση της εν λόγω διάταξης το 2019, παρόλο που η αντισυνταγματικότητα θεραπεύεται για τις περιπτώσεις ανδρών χήρων των οποίων οι γυναίκες έχουν αποβιώσει ή θα αποβιώσουν μετά την 1η Ιανουαρίου 2018, η αντισυνταγματικότητα δεν θεραπεύεται για εκείνους των οποίων οι σύζυγοι απεβίωσαν προγενέστερα.
Συνεπώς, για αυτή την ομάδα ανδρών παραμένει η παραβίαση της αρχής της ισότητας, λόγω ενός νομοθετικού κενού που τους αποκλείει από ευνοϊκές ρυθμίσεις, για λόγους που ανάγονται αποκλειστικά στο φύλο τους.
Η Επίτροπος Διοικήσεως, διαπίστωνε τότε πως το νομοθετικό κενό, δεν μπορούσε να αναπληρωθεί παρά μόνο με νομοθετική πρωτοβουλία του ίδιου του Υπουργείου Εργασίας και των ΥΚΑ, μέσω της κατάθεσης σχετικού νομοσχεδίου.
«Αντ’ αυτού, οι ΥΚΑ φαίνεται να τηρούν μια στάση ουδετερότητας, ωσάν να μην τους αφορά η προβληματικότητα της παρούσας κατάστασης και επιλέγοντας να ταλαιπωρούν τους επηρεαζόμενους, καλώντας τους κάθε φορά να προσφύγουν οι ίδιοι στο δικαστήριο, κάτι που πιθανόν να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία με αυτό τον τρόπο δύο νέων κατηγοριών προσώπων (αυτοί που προσέφυγαν στο δικαστήριο και αυτοί που για ποικίλους λόγους δεν προσέφυγαν), οι οποίες αντιμετωπίζονται ανόμοια, παρόλο που τα πραγματικά περιστατικά τους είναι όμοια», σημειώνει η Επίτροπος.
Η κ. Στυλιανού – Λοττίδου υποδείκνυε πως η αρμόδια Υπηρεσία, «αντί να επιλύσει θεσμικά ένα ζήτημα, το οποίο άπτεται θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων, επιλέγει να το αγνοεί, να φορτώνει άσκοπα διαδικαστικά βάρη στους πολίτες και να επιμένει σε τυπικά ορθές, αλλά ουσιαστικά άδικες, αποφάσεις, που δημιουργούν νέα διάκριση με βάση το χρόνο θανάτου, ενός προσώπου συγκεκριμένου φύλου», πρσθέτοντας ότι δημιουργούνται πολίτες δυο ταχυτήτων : αυτοί που έχουν την οικονομική δυνατότητα να προσφύγουν στην δικαιοσύνη και αυτοί που δεν την έχουν.
Η Επίτροπος στην Έκθεσή της εισηγούταν όπως η αρμόδια Υπηρεσία, σε συνεργασία με το αρμόδιο Υπουργείο, εξετάσουν το ενδεχόμενο υποβολής νέου νομοσχεδίου προς τη Βουλή για νέα τροποποίηση του άρθρου 41 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, απαλείφοντας τον περιορισμό που τίθεται στη βάση του χρόνου θανάτου των συζύγων των αιτούντων, ώστε να αίρεται πλήρως η δικαστικώς διαγνωσθείσα διάκριση λόγω φύλου που υπήρχε στον Νόμο πριν την τροποποίησή του κατά το 2019 και ο οποίος «συνεχίζει», όπως τόνιζε, «να παράγει δυσμενή αποτελέσματα εις βάρος των παραπονουμένων έως σήμερα».
Με την Πρόταση Ευσταθίου επιτυγχάνεται ακριβώς αυτό, εφόσον το άρθρο 41 του βασικού νόμυ τροποποιείται με τη διαγραφή στο εδάφιο (1) αυτού, της φράσης «, νοουμένου ότι ο/η σύζυγος απεβίωσε κατά ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2018,».
Διαβάστε επίσης: Διπλάσιες οι γυναίκες που δουλεύουν part time στην Κύπρο απ' ότι οι άνδρες