Συνέντευξη στην Ευδοκία Παπαδοπούλου
Για τις παθογένειες και τις προκλήσεις που αντιµετωπίζει το Γενικό Σύστηµα Υγείας (ΓεΣΥ) µιλά ο Πρόεδρος του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ), εστιάζοντας στην ανάγκη εξισορρόπησης µεταξύ οικονοµικής βιωσιµότητας και ποιοτικής παροχής υγειονοµικής φροντίδας. Στη συνέντευξή του στο Economy Today, ο δρ Πέτρος Αγαθαγγέλου αναλύει γιατί οι αποφάσεις δεν µπορούν να λαµβάνονται αποκλειστικά βάσει «λογιστικών» κριτηρίων, τονίζοντας πως, παρότι ο προϋπολογισµός του ΓεΣΥ έχει «διογκωθεί», αυτό δεν έχει συνοδευτεί από την ανάλογη βελτίωση στην ποιότητα των υπηρεσιών για τον Κύπριο ασθενή. Παράλληλα, εξηγεί πως η διασφάλιση της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών, σε συνδυασµό µε την προστασία της επιστηµονικής αξιοπρέπειας των γιατρών, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσµατική εφαρµογή ενός βιώσιµου εθνικού συστήµατος υγείας. Καταθέτει δε, συγκεκριµένες εισηγήσεις -µερικές εκ των οποίων για πρώτη φορά δηµόσια- που θα µπορούσαν να βάλουν το ΓεΣΥ «σε µια πιο σωστή τροχιά». Επικεντρώνεται επίσης, στις επιπτώσεις της ανεπαρκούς συνεργασίας µεταξύ ∆ηµόσιου και Ιδιωτικού Τοµέα, χαρακτηρίζοντας το υφιστάµενο πλαίσιο ως «άτακτο µεικτό σύστηµα». Τέλος, υπογραµµίζει την ανάγκη για «ρεαλιστικά» προγράµµατα και χρονοδιαγράµµατα, αγγίζοντας πτυχές που αφορούν, µεταξύ άλλων, τον εξορθολογισµό του συστήµατος, την αναδιοργάνωση των ∆ηµόσιων Νοσηλευτηρίων, την ενίσχυση της εποπτείας και της διαχείρισης πόρων, καθώς και τη σηµασία της τεχνολογικής αναβάθµισης.
Διανύουµε ήδη τον πέµπτο χρόνο από την εφαρµογή του ΓεΣΥ. Ποιες θα χαρακτηρίζατε ως τις κυριότερες «παθογένειες» του Συστήµατος;
Κατ’ αρχήν ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος παραµένει υπεύθυνα προσηλωµένος στις προσπάθειες συνεχούς αναβάθµισης της ποιότητας των παρεχόµενων υπηρεσιών υγείας και διασφάλισης της βιωσιµότητας και ορθολογιστικής λειτουργίας του ΓεΣΥ. Στόχος µας είναι ένα αξιόπιστο σύστηµα υγείας που εξυπηρετεί χωρίς ταλαιπωρία και µε ασφάλεια τούς ασθενείς και το οποίο, ταυτόχρονα, σέβεται την επιστηµονική αξιοπρέπεια των επαγγελµατιών υγείας και διασφαλίζει τις κατάλληλες συνθήκες εργασίας.
Με εποικοδοµητικές προτάσεις και καλή πίστη, επισηµαίνουµε τις ανάγκες εξορθολογισµού του συστήµατος και την ανάγκη αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισµού των δηµοσίων νοσηλευτηρίων που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του συστήµατος. Σ’ αυτή την πορεία θεωρούµε καθοριστικής σηµασίας την αξιοποίηση, στον µέγιστο βαθµό της επιστηµοσύνης και εµπειρογνωµοσύνης του ΠΙΣ και των µελών του.
Τα πρώτα πέντε χρόνια εφαρµογής του ΓεΣΥ, ανέδειξαν σοβαρά περιθώρια βελτίωσης του συστήµατος και είναι πεποίθησή µας ότι µέσα σε πνεύµα συνεργασίας µπορούµε να το βελτιώσουµε ώστε ν’ ανταποκρίνεται στις ανάγκες και στις προσδοκίες των πολιτών αλλά και στο υψηλό επίπεδο όπου πρέπει να κρατήσουµε την ιατρική στον τόπο µας.
Οι αδυναµίες διαπιστώνονται εκ του αποτελέσµατος, ενώ έχουν ήδη καταγραφεί τόσο στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου όσο και σε εκθέσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας της ∆ηµοκρατίας. Παρά ταύτα είναι µε ικανοποίηση που διαπιστώνουµε ότι υπάρχει η βούληση των εµπλεκοµένων να αντιµετωπιστούν αποτελεσµατικά µε διόρθωση στρεβλώσεων και παθογενειών.
Μπορείτε να µας δώσετε ένα παράδειγµα;
Για παράδειγµα χρειάζεται πιο αποτελεσµατική εποπτεία και έλεγχος, ώστε να περιοριστούν οι καταχρήσεις σε συνδυασµό µε έναν πιο αποτελεσµατικό µηχανισµό διαχείρισης των διαθέσιµων πόρων. ∆υστυχώς, αυτό που όλοι έχουµε διαπιστώσει, συµπεριλαµβανοµένων και των ασθενών που το διαπιστώνουν στην πράξη, είναι ότι o προϋπολογισµός του ΓεΣΥ διογκώθηκε µεν αλλά χωρίς να συνοδεύεται από αντίστοιχη και ανάλογη αναβάθµιση και βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας και ευρύτερα της εξυπηρέτησης του Κύπριου ασθενή.
Σήµερα σε πολλές περιπτώσεις ταλαιπωρούνται οι ασθενείς και ταυτόχρονα δυσχεραίνεται και το καθηµερινό κλινικό έργο των ιατρών, µε διοικητικούς περιορισµούς και άλλες αποφάσεις που λαµβάνονται στη βάση λογιστικών κριτηρίων.
Τα τελευταία χρόνια, ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ) προσπάθησε να αναδείξει τους προβληµατισµούς του και ταυτόχρονα να παραθέσει ουσιαστικές εισηγήσεις, που στόχο είχαν και έχουν την αποτελεσµατική εφαρµογή ενός λειτουργικού και βιώσιµου εθνικού συστήµατος υγείας που να διασφαλίζει ποιοτική υγεία στον ασθενή και επιστηµονική αξιοπρέπεια και αναγνώριση στον γιατρό. Σήµερα τα πλείστα ζητήµατα που είχαµε αναδείξει µε τη στήριξη των συµβούλων του Οίκου Deloitte, έχουν επιβεβαιωθεί στην πράξη µε την εφαρµογή του συστήµατος.
Η σηµερινή κατάσταση σε ό,τι αφορά τις αµοιβές, τις συµφωνίες των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων µε τον ΟΑΥ, τους περιορισµούς που ο ΟΑΥ θέτει στις ιατρικές πράξεις στη βάση λογιστικών κριτηρίων, ο µη επαρκής εποπτικός µηχανισµός ελέγχου, ο µη διαχωρισµός της αµοιβής γιατρού και νοσηλευτηρίου, η έλλειψη και άνιση κατανοµή επαρκών µονάδων για τις ιατρικές πράξεις, έχουν προκαλέσει σοβαρές δυσλειτουργίες και στρεβλώσεις, για τις οποίες ο ΠΙΣ παρενέβη µε εισηγήσεις στη βάση της αρχικής µας µελέτης. Η διόγκωση του προϋπολογισµού δεν έφερε, δυστυχώς, την αντίστοιχη και ανάλογη αναβάθµιση και βελτίωση της ποιότητας των παρεχόµενων υπηρεσιών υγείας.
ΔΙΑΚΥΒΕΥΜΑ ΤΟ ΔΙΠΤΥΧΟ ΠΟΙΟΤΗΤΑ - ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ
O Υπουργός Υγείας ανέφερε πρόσφατα πως υπάρχουν ζητήµατα ποιότητας σε διάφορες υπηρεσίες εντός του ΓεΣΥ. Σε ποιους τοµείς εσείς, ως ιατρική κοινότητα, εντοπίζετε τις κυριότερες αδυναµίες και ποιες θα πρέπει να είναι οι προτεραιότητες για την αντιµετώπισή τους;
Είναι ακριβώς εκεί όπου και εµείς ως ΠΙΣ εστιάζουµε. Στην ποιότητα των παρεχόµενων υπηρεσιών. Πρότυπα ποιότητας, καλλιέργεια της αριστείας, ενίσχυση των ελέγχων, ενίσχυση της εκπαίδευσης των δικαιούχων τόσο για τα δικαιώµατα όσο και για τις υποχρεώσεις τους, επένδυση στην ποιότητα των ιατρικών υπηρεσιών µέσω σταθερής χρηµατοδότησης και επιστηµονικών πρωτοκόλλων είναι ορισµένες ενέργειες που θα έθεταν το σύστηµα σε µια πιο σωστή τροχιά.
Ως ΠΙΣ ήµασταν και είµαστε υπέρµαχοι ενός Συστήµατος που θα προσφέρει διαχρονική πρόσβαση στους ασθενείς, σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας και ταυτόχρονα θα προσφέρει αξιοπρέπεια στους ιατρούς. Αυτός είναι και ο λόγος των µακροχρόνιων προσπαθειών µας και των συνεχών διαβουλεύσεων και συνοµιλιών µας µε τους αρµόδιους φορείς, συµπεριλαµβανοµένων των εκάστοτε Προέδρων της ∆ηµοκρατίας και εκάστοτε Υπουργών Υγείας.
Ειδικότερα µε στόχο τη διασφάλιση, συνδυαστικά, της παροχής ποιοτικών υπηρεσιών υγείας προς τον ασθενή και της προστασίας της επιστηµονικής αξιοπρέπειας του ιατρού, θα πρέπει µεταξύ άλλων:
• Να προχωρήσουν οι σχεδιασµοί εκσυγχρονισµού και αναδιάρθρωσης των δηµοσίων Νοσηλευτηρίων
• Να εφαρµοστούν ποιοτικά κριτήρια και medical audit για περαιτέρω βελτίωση του µηχανισµού αξιολόγησης και διασφάλισης της ποιότητας στη φροντίδα υγείας.
• Να προχωρήσει το Κέντρο Κλινικής Αριστείας και Τεκµηρίωσης
Επίσης, ανάµεσα στις προτεραιότητές µας αποτελεί η εφαρµογή των ευρηµάτων της Μελέτης Αποτύπωσης Καλών Πρακτικών, που ως ΠΙΣ έχουµε αναθέσει στους οικονοµικούς µας συµβούλους από την Deloitte σε ό,τι αφορά τα µέλη µας. Ταυτόχρονα ήδη προωθούµε και προχωρεί µε ταχύτατους ρυθµούς η θεσµοθέτηση της µοριοδότησης συνεχιζόµενης εκπαίδευσης των ιατρών και η σύνδεσή της µε την άδεια ασκήσεως επαγγέλµατος.
Συγκεκριµένα η µελέτη αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιµο εργαλείο για ζητήµατα που αφορούν την εγγραφή στο Ιατρικό Μητρώο, τη συνεχιζόµενη επαγγελµατική Ανάπτυξη & ∆ιαδικασία Επαναπιστοποίησης όπως και οι άλλοι εναλλακτικοί τρόποι απασχόλησης των ιατρών.
ΑΝΑΖΗΤΕΙΤΑΙ «ΤΑΞΗ»
Υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν πως ο τρόπος που εξελίσσεται το ΓεΣΥ «σκοτώνει» την ιδιωτική ιατρική. Ποια η δική σας άποψη; Πώς θα χαρακτηρίζατε την υφιστάµενη συνεργασία ∆ηµόσιου και Ιδιωτικού Τοµέα στον Τοµέα της Υγείας;
Σε ό,τι αφορά την ιδιωτική ιατρική, υπενθυµίζουµε ότι σε όλες τις προηγµένες κοινωνίες, εθνικά συστήµατα υγείας και ιδιωτική ιατρική όχι µόνο συνυπάρχουν αλλά και αλληλοϋποστηρίζονται. Αυτή η πρακτική ενισχύει το επίπεδο και την ποιότητα της ιατρικής στην κάθε χώρα που εφαρµόζεται και διασφαλίζει τη διαρκή βελτίωση των παρεχόµενων υπηρεσιών υγείας προς όφελος των ασθενών. Θα πρέπει κατά την άποψή µας να βρεθεί ένας πιο επωφελής για το ευρύτερο σύστηµα υγείας και το επίπεδο της ιατρικής στην Κύπρο, µηχανισµός συνεργασίας χωρίς αποκλεισµούς που να θέτουν την ιδιωτική ιατρική σε µέγγενη. Αυτή είναι µια ανάγκη που είχε αναδειχθεί, άλλωστε και στη διάρκεια της πρόσφατης πανδηµίας.
Η νοµοθεσία παρέχει ένα σηµαντικό πλαίσιο σε σχέση µε παροχή υπηρεσιών στον Κύπριο ασθενή εντός του συστήµατος Υγείας και του αµιγώς Ιδιωτικού Τοµέα, πλην όµως δεν φαίνεται να ασκείται εκείνος ο απαραίτητος έλεγχος που να διασφαλίζει ότι όντως εφαρµόζεται η νοµοθεσία, µε αποτέλεσµα να γινόµαστε µάρτυρες ενός άτακτου µεικτού συστήµατος.
Για παράδειγµα βάσει του περί ΓεΣΥ νόµου, απαγορεύεται η άµεση ή έµµεση χρέωση ασθενών για οποιαδήποτε ιατρική φροντίδα/υπηρεσία που προσφέρεται από παρόχους ιατρούς και νοσηλευτήρια συµβεβληµένους µε τον ΟΑΥ, απαγορεύεται οποιαδήποτε άλλη ιατρική φροντίδα, οποιαδήποτε ώρα και αν παρέχεται εργάσιµη ή µη εµπίπτει εντός του πλαισίου ΓεΣΥ, ενώ απαγορεύεται σε συµβεβληµένους παρόχους ιατρούς και νοσηλευτήρια να εισπράξουν οποιοδήποτε ποσό για οποιαδήποτε ιατρική φροντίδα/υπηρεσία, ιατροτεχνολογικά αναλώσιµα από Ασφαλιστικούς Οργανισµούς πέραν του ΟΑΥ.
Πώς διασφαλίζεται αυτό;
Ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος, εκπροσωπώντας την ιατρική κοινότητα και όλα τα µέλη του είτε είναι συµβεβληµένα είτε όχι µε το ΓεΣΥ, οφείλει να προστατεύει όλα τα µέλη του, συµπεριλαµβανοµένων και εκείνων των ιατρών που επέλεξαν συνειδητά να µη συµβληθούν µε τον ΟΑΥ και τα οποία εφαρµόζουν πιστά την ισχύουσα νοµοθεσία.
Σ’ αυτό το πλαίσιο η ηγεσία του ΠΙΣ συναντήθηκε και µε τον ΟΑΥ και το Υπουργείο Υγείας, προκειµένου να εκδοθεί εγκύκλιος που να επαναλαµβάνει και να διασαφηνίζει τις πρόνοιες της νοµοθεσίας. Ποιος όµως µηχανισµός εποπτεύει, ελέγχει και διασφαλίζει ότι οι πρόνοιες της νοµοθεσίας εφαρµόζονται πιστά εντός του ΓεΣΥ;
Εµείς τονίζουµε την ανάγκη να εφαρµόζεται η νοµοθεσία, όπως έχει ψηφιστεί καθότι η ιδιωτική ιατρική µπορεί να συµβάλει σηµαντικά στην αποσυµφόρηση του συστήµατος, να µειώσει τις λίστες και τον χρόνο αναµονής και ταυτόχρονα να επενεργήσει ουσιαστικά στη διασφάλιση της ποιότητας των παρεχόµενων υπηρεσιών υγείας.
Θεωρείτε πως το Σύστηµα είναι επαρκώς θωρακισµένο απέναντι στην εκµετάλλευση τόσο από παρόχους όσο και δικαιούχους; Γιατί παρατηρούνται ακόµη φαινόµενα κατάχρησης που επιβαρύνουν το ΓεΣΥ; Πιστεύετε πως τίθεται ακόµη ζήτηµα βιωσιµότητας του ΟΑΥ;
Το ΓεΣΥ πάσχει από αδυναµίες στον έλεγχο των διαδικασιών και των υπηρεσιών, κάτι που οδηγεί σε καταχρήσεις και ανισότητες. Απαιτείται ανεξάρτητος εποπτικός µηχανισµός. Η έλλειψη κατάλληλου σχεδιασµού και προϋπολογισµού δηµιουργεί προβλήµατα στη µακροχρόνια οικονοµική βιωσιµότητα του συστήµατος, κάτι που αναδεικνύεται και από την Ελεγκτική Υπηρεσία.
Όπως προανέφερα για να αντιµετωπιστούν αυτά τα προβλήµατα απαιτούνται αυστηρότεροι έλεγχοι, καθώς και για καλύτερη διαχείριση των οικονοµικών και της ποιότητας των υπηρεσιών του ΓεΣΥ.
Η ισορροπία µεταξύ οικονοµικής βιωσιµότητας και ποιοτικής παροχής υγειονοµικής φροντίδας είναι απαραίτητη και η έµφαση στις λογιστικές αποφάσεις δεν θα πρέπει να παρακάµπτει τις ανάγκες των ασθενών και την επαγγελµατική κρίση των γιατρών, ούτε και τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της ιατρικής που πρέπει να διαφυλάξουµε ως κόρη οφθαλµού.
ΑΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΡΕΑΛΙΣΤΕΣ
Το 2025 λήγει η κρατική χορηγία, µε την αυτονόµηση των νοσηλευτηρίων του ΟΚΥπΥ να έχει χαρακτηριστεί από µερικούς και ως η «αχίλλειος πτέρνα» του ΓεΣΥ. Αλήθεια, εσείς πιστεύετε πως βρισκόµαστε κοντά στην οικονοµική αυτονόµηση των ∆ηµόσιων Νοσηλευτηρίων; Είναι εφικτό το χρονοδιάγραµµα της 1ης Ιουνίου του 2025;
Αυτό το γεγονός αποτελεί µια σοβαρή πρόκληση που προβληµατίζει τόσο την ιατρική κοινότητα όσο και τους οικονοµικούς αναλυτές της Κύπρου. Εϊναι επίσης γεγονός ότι οι προβλέψεις από το ∆ηµοσιονοµικό Συµβούλιο της Κύπρου επισηµαίνουν ότι η µέχρι τώρα πορεία δεν αφήνει αισιοδοξία για την επίτευξη της αυτονόµησης των νοσοκοµείων εντός του συγκεκριµένου χρονοδιαγράµµατος. Σύµφωνα µε πρόσφατα στοιχεία, ο Οργανισµός Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας (ΟΚΥπΥ) διαχειρίζεται περίπου 30% του προϋπολογισµού του ΓεΣΥ κυρίως για ενδονοσοκοµειακές υπηρεσίες, ενώ οι ετήσιες δαπάνες έχουν αυξηθεί σηµαντικά µε την πάροδο του χρόνου. Η συνολική χρηµατοδότηση προς τον ΟΚΥπΥ για το 2024 ανήλθε στα €300 εκατοµµύρια, ένα ποσό που δεν καλύπτει πλήρως τις ανάγκες των νοσοκοµείων, µε αποτέλεσµα να εµφανίζεται µια συνεχιζόµενη οικονοµική εξάρτηση από την κρατική ενίσχυση.
Είναι σηµαντικό να ληφθούν υπόψιν οι δοµικές αδυναµίες του ΟΚΥπΥ, όπως η έλλειψη εξειδικευµένου προσωπικού και η αργή υιοθέτηση των απαιτούµενων τεχνολογικών εργαλείων για αποδοτικότερη λειτουργία. Θέση µας είναι ότι για την αποτελεσµατική αναδιάρθρωση, είναι απαραίτητη η θέσπιση συγκεκριµένων κριτηρίων βιωσιµότητας και ο καθορισµός ενός ρεαλιστικού προγράµµατος για την εκπαίδευση και τη στελέχωση του προσωπικού.
Και αυτό καθότι όπως φαίνεται, παρά την επιτακτική ανάγκη για αυτονόµηση, η σηµερινή κατάσταση δείχνει ότι οι στόχοι που τέθηκαν για το 2025 δεν είναι απόλυτα εφικτοί. Η ιατρική κοινότητα υποστηρίζει την ανάγκη ενός ρεαλιστικού χρονοδιαγράµµατος που θα λαµβάνει υπόψη τη διασφάλιση ποιοτικών υπηρεσιών υγείας, κάτι που δεν µπορεί να επιτευχθεί χωρίς την απαιτούµενη χρηµατοδότηση αλλά και σηµαντικές νέες µεταρρυθµίσεις.
Ο ΟΚΥπΥ βρέθηκε πάντως πολλάκις στο στόχαστρο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας σε σχέση µε ζητήµατα που αφορούν την οικονοµική διαχείριση, κάνοντας λόγο για καταχρήσεις στο σύστηµα παραχώρησης επιδοµάτων και για υπερωρίες µέχρι και τετραπλάσιες των µισθών. Πώς τοποθετείστε σε αυτό;
Τα όσα έχω προαναφέρει για την ανάγκη εξορθολογισµού και σωστής διαχείρισης των διαθέσιµων πόρων, πρέπει να εφαρµόζεται και σε ό,τι αφορά τον Οργανισµό Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας αν πραγµατικά θέλουµε να εκσυγχρονιστεί.
Είναι σηµαντικό να επισηµάνουµε τη διάκριση µεταξύ υπερωριών και πραγµατικής κατάχρησης. Αν για παράδειγµα οι υπερωρίες των γιατρών είναι αυξηµένες, αυτό δεν συνιστά απαραίτητα κατάχρηση, ειδικά όταν οφείλονται σε διοικητικές αδυναµίες, όπως είναι η υποστελέχωση ή η λανθασµένη οργάνωση του ανθρώπινου δυναµικού. Σε περιπτώσεις υποστελέχωσης οι γιατροί συχνά αναγκάζονται να καλύπτουν αυξηµένες βάρδιες για να διασφαλίσουν την παροχή επαρκούς φροντίδας στους ασθενείς.
Η διοικητική αναδιοργάνωση µπορεί να συµβάλει σηµαντικά στη διαχείριση των υπερωριών. Αυτό επιτρέπει την ορθολογική χρήση των πόρων και διασφαλίζει ότι οι γιατροί δεν επιβαρύνονται µε υπερβολικά ωράρια εξαιτίας προβληµάτων στο σύστηµα.
Ένα από τα πιο σηµαντικά ερωτήµατα είναι το πώς µπορεί να βελτιωθεί η αποτελεσµατικότητα της παροχής υπηρεσιών υγείας, ειδικότερα, µέσα από τη χρήση της τεχνολογίας και της Τεχνητής Νοηµοσύνης. Ως ο θεσµικός φορέας εκπροσώπησης της ιατρικής κοινότητας της χώρας µας, σε ποιες κινήσεις έχετε προβεί προς αυτή την κατεύθυνση;
Η τεχνολογική ενίσχυση αποτελεί βασικό στόχο του ΠΙΣ, που µελετά την ενσωµάτωση της Τεχνητής Νοηµοσύνης και άλλων καινοτοµιών για τη βελτίωση της αποδοτικότητας των υπηρεσιών, µέσω προγραµµάτων εκπαίδευσης και ενηµέρωσης. Ήδη ως ΠΙΣ έχουµε θέσει στο επίκεντρο πολλών διοργανώσεων και συνεδρίων αυτά τα ζητήµατα επιστρατεύοντας ειδικούς του τοµέα, οι αναλύσεις των οποίων τυγχάνουν µελέτης και ανάλυσης. Ήδη σε ψηφιακό επίπεδο κρίνουµε εξαιρετικά σηµαντικό το έργο που επιτελεί η Εθνική Επιτροπή Ηλεκτρονικής Υγείας και θεωρούµε ότι βρισκόµαστε σε καλό δρόµο.
Διαβάστε επίσης: Τα micro-credentials ως μέσο στην αντιμετώπιση ελλείψεων σε δεξιότητες