Οι υπουργοί Οικονομικών της G7 δεσμεύτηκαν την Πέμπτη να ενισχύσουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας εάν δεν σημειωθεί πρόοδος προς την ειρήνη με την Ουκρανία, σε μια ένδειξη υποστήριξης προς το Κίεβο, αφού οι ΗΠΑ έδειξαν ότι μπορεί να αποσυρθούν από την προσπάθεια επίλυσης της σύγκρουσης.
Σε ανακοινωθέν που εκδόθηκε μετά από τριήμερη σύνοδο κορυφής στην καναδική πόλη Μπανφ, οι υπουργοί Οικονομικών και οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών της G7 δεσμεύτηκαν για την «ακλόνητη υποστήριξή» τους στην Ουκρανία και δεσμεύτηκαν να διερευνήσουν όλες τις επιλογές «για να μεγιστοποιήσουν την πίεση» στη Μόσχα εάν δεν επιτευχθεί γρήγορα κατάπαυση του πυρός.
Ωστόσο, μετά τους επιθετικούς δασμούς του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, η σύνοδος κορυφής απέφερε μικρή πρόοδο στους τρόπους τερματισμού του εμπορικού πολέμου.
Η συνάντηση της G7 πραγματοποιήθηκε σε ένα πλαίσιο διεθνών εντάσεων σχετικά με τους δασμούς του Τραμπ και αυξανόμενων φόβων ότι η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να αποσυρθεί από την υποστήριξη του Κιέβου εν μέσω του συνεχιζόμενου πολέμου με τη Ρωσία.
G7: «Μεγιστοποίηση πίεσης»
Οι υπουργοί Οικονομικών της G7 χρησιμοποίησαν το ανακοινωθέν για να καθορίσουν δεσμεύσεις για τη διατήρηση ορισμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων παγωμένων και την υποστήριξη των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα στην Ουκρανία. Διαμήνυσαν ότι εάν δεν συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, «θα συνεχίσουμε να διερευνούμε όλες τις πιθανές επιλογές, συμπεριλαμβανομένων επιλογών για τη μεγιστοποίηση της πίεσης, όπως η περαιτέρω κλιμάκωση των κυρώσεων».
Ορισμένοι αξιωματούχοι εξέφρασαν την έκπληξή τους για το γεγονός ότι η Ουάσινγκτον συμφώνησε με το ανακοινωθέν, το οποίο έρχεται λίγες ημέρες αφότου μια τηλεφωνική κλήση μεταξύ του Τραμπ και του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν τροφοδότησε φόβους ότι οι ΗΠΑ ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν τις προσπάθειές τους να εξασφαλίσουν κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία.
Ο Τραμπ δήλωσε τη Δευτέρα, μετά τη δίωρη συνομιλία του με τον Πούτιν, ότι οι «όροι» για μια συμφωνία μπορούν να συμφωνηθούν μόνο από τα αντιμαχόμενα μέρη.
Εν τω μεταξύ, η δέσμευση των υπουργών της G7 στο ανακοινωθέν να συνεργαστούν για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης και την αντιμετώπιση των «υπερβολικών ανισορροπιών» στο παγκόσμιο εμπόριο φάνηκε να αποτελεί μια σχετικά αδύναμη απάντηση στους «αμοιβαίους» δασμούς του Τραμπ, οι οποίοι αναστάτωσαν τις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά την αποκάλυψή τους στις 2 Απριλίου.
Μέχρι στιγμής, μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο έχει οριστικοποιήσει μιμα συμφωνία για τους δασμούς του Τραμπ, ενώ βήματα έχουν κάνει ΗΠΑ και Κίνα με αμοιβαία συμφωνία «κατάπαυσης πυρός» στον εμπορικό τους πόλεμο, αυτόν τον μήνα.
Οι υπουργοί της G7 δήλωσαν πως αναγνωρίζουν ότι η «αυξημένη αβεβαιότητα» θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ότι θα «συνεχίσουν να παρακολουθούν και να διαβουλεύονται στενά για αυτά τα θέματα».
Δεν έκαναν καμία άμεση αναφορά στους δασμούς του Τραμπ και δεν περιέγραψαν κανένα μέτρο για την αντιμετώπισή τους.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, επίτροπος οικονομίας της ΕΕ, δήλωσε ότι το εμπόριο ήταν ένα «δύσκολο θέμα» στη σύνοδο κορυφής και ότι οι Βρυξέλλες θα ήθελαν να είχαν δει «ισχυρότερη γλώσσα» για τη συνεργασία.
Ωστόσο, οι συμμετέχοντες περιέγραψαν τις συναδελφικές συνομιλίες με τις ΗΠΑ. Ο καναδός υπουργός Οικονομικών Φρανσουά-Φιλίπ Σαμπάν, ο οποίος προήδρευσε των συζητήσεων της G7, δήλωσε ότι η σύνοδος κορυφής «καταδεικνύει την κοινή μας αποφασιστικότητα να συνεργαστούμε σε αυτό το κρίσιμο σημείο της ιστορίας».
Ο Ντομπρόβσκις δήλωσε ότι «αυτά τα ανακοινωθέντα είναι πάντα συμβιβασμοί», αλλά πρόσθεσε ότι η δήλωση στο Μπανφ ήταν ένα «καλό» αποτέλεσμα.
Πηγή: ot.gr
Διαβάστε επίσης: Daily Telegraph: Πωλείται στην αμερικανική εταιρεία RedBird Capital