Μειώθηκε για πρώτη φορά από το 2008 το ποσοστό φτώχειας στην ΕΕ

Για πρώτη φορά μετά από τρεις διαδοχικές αυξήσεις μεταξύ του 2009 και του 2012.

Το 2018, 109,2 εκατομμύρια άνθρωποι, ή το 21,7% του πληθυσμού, στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτό σημαίνει ότι οι πολίτες αυτοί εμπίπτουν σε τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες τρεις προϋποθέσεις: σε κίνδυνο φτώχειας μετά από κοινωνικές μεταβιβάσεις (εισοδηματική φτώχεια), υλική στέρησης ή ζουν σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας, σύμφωνα με τη Eurostat, της στατιστική υπηρεσία της ΕΕ.

Η Εurostat καταγράφει ότι μετά από τρεις διαδοχικές αυξήσεις μεταξύ του 2009 και του 2012 όπου το ποσοστό είχε φτάσει σχεδόν το 25%, το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό στην ΕΕ από τότε μειώθηκε συνεχώς στο 21,7% πέρυσι (2018), 2 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από το σημείο αναφοράς του 2008 και 0,7%  κάτω από το επίπεδο 2017.

Παρά την πτώση από την κορυφή του 2012 (123,8 εκατομμύρια άτομα), μόνο 8,2 εκατομμύρια άνθρωποι (συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων της Κροατίας) απομακρύνθηκαν από τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού σε σύγκριση με το 2008 (116,1 εκατομμύρια χωρίς την Κροατία).

Αυτός ο αριθμός παραμένει σε απόσταση από τον στόχο της στρατηγικής "Ευρώπη 2020" για την έξοδο 20 εκατομμυρίων ανθρώπων από τον κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού σε σύγκριση με το 2008. Η μείωση του αριθμού των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό στην ΕΕ αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους της στρατηγικής "Ευρώπη 2020".

Αναλυτικά, την Ελλάδα το ποσοστό του πληθυσμού που κινδυνεύει από τη φτώχεια ήταν 28,1% το 2008 και 31,8% το 2018 (ή 3.046 εκατ. Και 3.349 εκατ. άτομα αντίστοιχα). Στην Κύπρο το ίδιο ποσοστό ήταν 23,3% το 2008 και 23,9% το 2018 (ή 181.000 και 206.000 άτομα αντίστοιχα). Στην Κύπρο το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ήταν 15,9% το 2008 και το 15,4% το 2018, το ποσοστό των ατόμων που υπέστησαν σημαντική στέρηση ήταν 9,1% το 2008 και 10,2% το 2018 και τα άτομα ηλικίας 0-59 που ζούσαν σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας ήταν 4,5% το 2008 και 8,6% το 2018.

Στην Ελλάδα το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ήταν 20,1% το 2008 και 18,5% το 2018, τα άτομα που υπέστησαν σοβαρή στέρηση 11,2% το 2008 και 16,7% το 2018 και τα άτομα ηλικίας 0-59 που ζουν σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλά η ένταση εργασίας ήταν 7,5% και 14,6% για τα δύο έτη αναφοράς.

Γενικά, το 2018, πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού κινδύνευε από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό σε επτά κράτη μέλη: τη Βουλγαρία (32,8%), τη Ρουμανία (32,5%), την Ελλάδα (31,8%), τη Λετονία (28,4% τη Λιθουανία (22.9%), την Ιταλία (27,3%) και την Ισπανία (26,1%). Στο αντίθετο άκρο της κλίμακας, τα χαμηλότερα ποσοστά ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό καταγράφηκαν στην Τσεχία (12,2%), τη Σλοβενία ​​(16,2%), τη Σλοβακία (16,3%, στοιχεία 2017), τη Φινλανδία (16,5%) , τις Κάτω Χώρες (16,7%), τη Δανία και Γαλλία (από 17,4%) και την Αυστρία (17,5%).

Μεταξύ των κρατών μελών για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για το 2018, το ποσοστό κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού αυξήθηκε από το 2008 σε εννέα κράτη μέλη: Λουξεμβούργο (από 15,5% το 2008 σε 21,9% το 2018 ή + 6,4 ποσοστιαίες μονάδες) Ελλάδα (+3,7 ποσοστιαίες μονάδες) Εσθονία (+2,6 ποσοστιαίες μονάδες), Ισπανία (+2,3 ποσοστιαίες μονάδες), Ιταλία και Κάτω Χώρες (από +1,8 ποσοστιαίες μονάδες), Σουηδία (+1,3 ποσοστιαίες μονάδες), Δανία (+1,1 μονάδες βάσης) και Κύπρος (+ 0,6 μονάδες). Αντίθετα, η μεγαλύτερη μείωση παρατηρήθηκε στη Βουλγαρία (από 44,8% έως 32,8% ή -12,0 ποσοστιαίες μονάδες), στη Ρουμανία (-11,7 ποσοστιαίες μονάδες) και την Πολωνία (-11,6 ποσοστιαίες μονάδες), ακολουθούμενη από την Ουγγαρία (-8,6 ποσοστιαίες μονάδες) και τη Λετονία (-5,8 πμ).

Εξετάζοντας το καθένα από τα τρία στοιχεία που συμβάλλουν στον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, το 16,9% του πληθυσμού της ΕΕ κινδυνεύει από τη φτώχεια μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις το 2018, πράγμα που σημαίνει ότι το διαθέσιμο εισόδημά τους ήταν χαμηλότερο από το όριο κινδύνου φτώχειας. Το ποσοστό αυτό είναι σταθερό σε σύγκριση με το 2017 (16,9%), αλλά εξακολουθεί να είναι ελαφρώς υψηλότερο από το 2008 (16,6%).

Σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, περισσότερα από 1 στα 5 άτομα διατρέχουν κίνδυνο εισοδηματικής φτώχειας στη Ρουμανία (23,5%), τη Λετονία (23,3%), τη Λιθουανία (22,9%), τη Βουλγαρία (22,0%), την Εσθονία (21,9% (21,5%) και την Ιταλία (20,3%). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρήθηκαν στην Τσεχία (9,6%), τη Φινλανδία (12,0%), τη Σλοβακία (12,4% στοιχεία 2017), τη Δανία (12,7%), την Ουγγαρία (12,8%), ) και τη Γαλλία (13,4%). Σε σύγκριση με το 2008, το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν από εισοδηματική φτώχεια αυξήθηκε σε δεκαέξι κράτη μέλη, για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, και μειώθηκε σε οκτώ.

Στην ΕΕ, το 2018, το 5,8% του πληθυσμού υπέστη σοβαρές στερήσεις, γεγονός που σημαίνει ότι οι συνθήκες διαβίωσης τους περιορίζονται από την έλλειψη πόρων, όπως το να μην μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, να διατηρήσουν το σπίτι τους αρκετά ζεστό ή να πάρουν μια εβδομάδα διακοπές μακριά από το σπίτι. Το ποσοστό αυτό μειώθηκε σε σύγκριση με το 2017 (6,6%) και το 2008 (8,5%). Το μερίδιο των ατόμων που υπέστησαν σοβαρή υλική ζημία το 2018 διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών, από 20,9% στη Βουλγαρία, 16,8% στη Ρουμανία και 16,7% στην Ελλάδα, σε λιγότερο από 4% στο Λουξεμβούργο (1,3%), στη Σουηδία (1,6%) την Τσεχία, την Αυστρία και τη Φινλανδία (2,8%), τη Μάλτα (3,0%), τη Γερμανία (3,1%), τη Δανία (3,4%), τη Σλοβενία ​​(3,7%) και την Εσθονία (3,8%). Σε σύγκριση με το 2008, το ποσοστό των ατόμων που υπέστησαν σοβαρές υλικές στερήσεις αυξήθηκε σε επτά κράτη μέλη για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία και μειώθηκε σε δεκαεπτά.

Εξετάζοντας τη χαμηλή ένταση εργασίας, το 9,0% του πληθυσμού ηλικίας 0-59 ετών στην ΕΕ ζούσε σε νοικοκυριά όπου οι ενήλικοι εργάζονταν λιγότερο από το 20% του συνολικού δυναμικού εργασίας τους κατά το παρελθόν έτος. Το ποσοστό αυτό μειώθηκε σε σύγκριση με το 2017 (9,5%) και είναι επίσης χαμηλότερο από το επίπεδο του 2008 (9,2%).

Η Ιρλανδία (16,2% το 2017), η Ελλάδα (14,6%), το Βέλγιο (12,1%), η Ιταλία (11,3%), η Κροατία (11,2%), η Δανία (11,1%), η Φινλανδία (10,8%) και η Ισπανία (10,7%) είχαν τα υψηλότερα ποσοστά ενώ Τσεχία (5,2%), Σλοβενία ​​(5,4%), Σλοβακία (5,4%, το 2017), Μάλτα (5,5%), Πολωνία ( 5,6%) και η Ουγγαρία (5,7%) είχαν τα χαμηλότερα. Σε σύγκριση με το 2008, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 0-59 που ζουν σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας αυξήθηκε σε δεκατέσσερα κράτη μέλη για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία και μειώθηκε σε δέκα.
 

Πηγή: ΚΥΠΕ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ