Ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας έσπασε την πολύμηνη σιωπή του που ακολούθησε μετά την απότομη παραίτησή του μήνες σιωπής που ακολούθησαν την απότομη παραίτησή του απειλώντας να κινηθεί νομικά εναντίον των επικριτών του, που ισχυρίζονται ότι οι πολιτικές του κόστισαν στη χώρα περισσότερα από 100 δισ. δολάρια σε αποθεματικά.
«Δεν υπάρχει καμία πιθανότητα τα αποθεματικά σε ξένο νόμισμα ή σε τουρκική λίρα να εξαφανίστηκαν, να εξανεμίστηκαν ή να μεταφέρθηκαν σε διαφορετική τοποθεσία», ανέφερε ο δικηγόρος του Αλμπαϊράκ σε δηλώσεις του το Σάββατο.
Ο δικηγόρος του Αλμπαϊράκ είπε επίσης ότι θα υποβληθεί μήνυση στους συκοφάντες του γαμπρού του Προέδρου της Τουρκίας και θα ζητηθεί αποζημίωση 500.000 λιρών (περίπου 58.500 ευρώ), η οποία θα δοθεί στις οικογένειες στρατιωτών που έχουν χάσει τη ζωή τους.
Ο Ερντογάν προέβη επίσης σε υπεράσπιση του Αλμπαϊράκ τη Δευτέρα, λέγοντας ότι ο τίτλος του ως προεδρικός γαμπρός «επισκίασε την εμπειρία, τις προσπάθειες και την επιτυχία του». Αρνήθηκε επίσης ότι τα αποθεματικά ήταν κακοδιαχείριση.
Η Τουρκία «πραγματοποίησε συναλλαγές σε ξένο νόμισμα με ελεγχόμενο και σχεδιασμένο τρόπο», σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η διατάραξη των αποθεματικών, είπε ο Τούρκος πρόεδρος. «Δεν υπάρχουν ξένα νομίσματα που εξανεμίστηκαν, ούτε συναλλαγές που είναι παράνομες ή ανήθικες».
Όταν τον Ιούλιο του 2018 ο Αλμπαϊράκ ανέλαβε καθήκοντα ως τσάρος της Οικονομίας, η Τουρκία άρχισε να ξοδεύει από τα αποθεματικά της σε ξένο νόμισμα για να στηρίξει τη λίρα σε περιόδους αστάθειας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Goldman Sachs, μόνο πέρυσι είχε ξοδέψει πάνω από 100 δισ. δολάρια.
Ο ρυθμός με τον οποίο μειώθηκαν τα αποθεματικά της Τουρκίας σε ξένα νομίσματα, άφησε την οικονομία της χώρας πιο ευάλωτη σε εξωτερικά πλήγματα και παράλληλα δεν κατάφερε να σταθεροποιήσει τη λίρα, η οποία έπεσε σε ιστορικό χαμηλό λίγο πριν την αποχώρηση Αλμπαϊράκ. Κατά τη θητεία του τελευταίου, το τουρκικό νόμισμα έπεσε τουλάχιστον κατά 40% συνολικά, παρουσιάζοντας τις χειρότερες επιδόσεις ανάμεσα στα νομίσματα του παρακολουθεί το Bloomberg.
Τους τελευταίους μήνες, τα κόμματα της τουρκικής αντιπολίτευσης υπό το CHP έχουν ανεβάσει τους τόνους σε ό,τι αφορά τις επικρίσεις τόσο στην πολιτική του Αλμπαϊράκ, όσο και στην «εξαφάνισή» του μετά την απρόσμενη παραίτησή του τον Νοέμβριο.
«Τα 128 δισ. δολάρια της κεντρικής τράπεζας έχουν εξαφανιστεί και ο ‘γαμπρός’ ευθύνεται κατά πολύ», ανέφερε σε tweet το CHP το σαββατοκύριακο.
Ο Ιμπράχιμ Τουρχάν, πρώην αξιωματούχος του κυβερνώντος κόμματος AKP που προσχώρησε στο Κόμμα του Μέλλοντος (Gelecek Partisi, GP) της αντιπολίτευσης (σ.σ. έχει υπηρετήσει ως αναπληρωτής διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας και ως πρόεδρος του Χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης), αρνήθηκε ότι τα αποθεματικά χρησιμοποιήθηκαν με σύνεση.
«Αν ξοδεύεις τα αποθεματικά σου για να συγκρατήσεις την ισοτιμία του συναλλάγματος, αλλά αυτό ανεβαίνει από το 5 στο 8,5, τότε τα αποθεματικά σου έχουν εξανεμιστεί», έγραψε στο Twitter ο Τουρχάν αναφερόμενος στην ισοτιμία λίρας – δολαρίου.
Η αποχώρηση του Αλμπαϊράκ πριν από τρεις μήνες ήταν μέρος μιας ευρύτερης αναδιάρθρωσης της οικονομικής πολιτικής της Τουρκίας. Αξιωματούχοι με γνώση του θέματος, είπαν στο Bloomberg ότι οι αλλαγές δρομολογήθηκαν από τη σύγχυση του ίδιου του Ερντογάν για το πώς είχαν χρησιμοποιηθεί τα αποθεματικά της χώρας.
Σύμφωνα με τους ίδιους, η πολιτική για τα αποθεματικά εκτελέστηκε από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας με ισχυρή υποστήριξη από το υπουργείο του Αλμπαϊράκ, καθώς προσπαθούσε μάταια να σταθεροποιήσει τις αγορές χωρίς να αυξήσει τα επιτόκια -σε συνδυασμό με την «απέχθεια» του Ερντογάν στα υψηλά επιτόκια.
Ο Αλμπαϊράκ βρήκε υποστήριξη στον διάδοχό του, Λουτφί Ελβάν, ο οποίος είπε ότι οι συναλλαγές σε ξένο νόμισμα πραγματοποιήθηκαν «με στόχο την οικονομική σταθερότητα» εν μέσω «ασυνήθιστων διακυμάνσεων στις διεθνείς αγορές».
Από τότε που τοποθετήθηκε ο Νατζί Αγκμπάλ στη θέση του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και ο Ελβάν στη θέση του υπουργού Οικονομικών, η Τουρκία έχει προχωρήσει σε σημαντικές αυξήσεις επιτοκίων. Οι κινήσεις αυτές ώθησαν τη λίρα σε άνοδο τουλάχιστον κατά 20%, καθώς αυξάνονται οι προσδοκίες ότι η Τουρκία θα επιστρέψει σε μια πιο ορθόδοξη νομισματική πολιτική.