Financial Times: Ο κορωνοϊός αγρίεψε τους πολέμιους της Κίνας

Τι κρύβει η αντίδραση του Πεκίνου στις εκκλήσεις για διεθνή έρευνα για την προέλευση του κορωνοϊού. Η έμμεση προστασία από τον Τραμπ, η έλευση Μπάιντεν και η κόντρα με την Αυστραλία.

Η κρίση στις σχέσεις μεταξύ Κίνας και Αυστραλίας ακούγεται σαν μια μικρή λεπτομέρεια στη μεγάλη εικόνα των παγκόσμιων υποθέσεων. Αλλά πρόκειται για μια γωνιά του καμβά που αξίζει ιδιαίτερης προσοχής. Παρείχε μια πρώτη ένδειξη της υπερβολικής ευαισθησίας της Κίνας στις διεθνείς εκκλήσεις για έρευνα σχετικά με την προέλευση της Covid-19.

Η επιδείνωση της σχέσης μεταξύ Πεκίνου και Καμπέρα ήταν τρομακτική. Το 2014, ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ έδωσε ομιλία στο κοινοβούλιο της Αυστραλίας, χαιρετίζοντας μια νέα εμπορική συμφωνία και τον «απέραντο ωκεανό καλής θέλησης μεταξύ Αυστραλίας και Κίνας». Όμως τον περασμένο χρόνο, η Κίνα επέβαλε δασμούς και άλλα μέτρα στο κρασί, στα τρόφιμα και στον άνθρακα από την Αυστραλία, και Κινέζοι αξιωματούχοι κατηγόρησαν τη χώρα για ρατσισμό και εγκλήματα πολέμου.

Η προέλευση της διαμάχης μπορεί να είναι εξίσου σημαντική με τον τρόπο που ξεδιπλώθηκε. Στα τέλη του περασμένου έτους, Κινέζοι διπλωμάτες δημοσίευσαν φάκελο με 14 καταγγελίες εναντίον της Αυστραλίας. Οι καταγγελίες περιλάμβαναν τον αποκλεισμό ξένων επενδυτικών συμφωνιών και τη χρηματοδότηση «αντικινεζικής» έρευνας. Αλλά ένα ιδιαίτερο παράπονο ξεχώριζε. Εξετάζοντας το χρονικό της διαμάχης, είναι προφανές ότι η στιγμή που η Κίνα πραγματικά αποφάσισε να κλιμακώσει τα πράγματα ήταν όταν η Καμπέρα ζήτησε ανεξάρτητη έρευνα για την προέλευση της Covid-19.

Ο Σκοτ Μόρισον, ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, ζήτησε ακόμη και να δοθούν στους διεθνείς εμπειρογνώμονες «εξουσίες επιθεωρητών όπλων» κατά τη διεξαγωγή της έρευνάς τους. Ο πρέσβης της Κίνας στην Καμπέρα απάντησε προειδοποιώντας ότι αυτή η προσβολή μπορεί να οδηγήσει σε μποϊκοτάζ των προϊόντων της Αυστραλίας από Κινέζους καταναλωτές. Εντός μηνών, η ίδια η κινεζική κυβέρνηση είχε αναλάβει την πρωτοβουλία επιβάλλοντας κυρώσεις.

Το Πεκίνο συμφώνησε τελικά να διεξαχθεί έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Αλλά οι επιθεωρητές δεν είχαν ελευθερία κινήσεων. Η προφανής απόγνωση της Κίνας να ελέγξει το αφήγημα γύρισε μπούμερανγκ - ενισχύοντας τις υποψίες εκείνων που πιστεύουν ότι η χώρα έχει κάτι να κρύψει.

Στην πραγματικότητα, μια ένοχη συνείδηση δεν είναι η μόνη εύλογη εξήγηση για την αντίδραση του Πεκίνου. Το ευρύτερο πρόβλημα είναι ότι η αντίδραση της Κίνας σε οποιαδήποτε κριτική από τον έξω κόσμο φαίνεται να είναι ένα τοξικό μείγμα απειλών, οξείας ρητορικής και μυστικότητας. Τούτο ισχύει αν το θέμα είναι η Σινγιάνγκ, η Ταϊβάν ή η Covid-19.

Αυτό το είδος της διπλωματίας του «λύκου-πολεμιστή» είναι συχνά αντιπαραγωγικό. Αλλά είναι επίσης αναπόφευκτο προϊόν ενός εγχώριου συστήματος που απαιτεί την κολακεία του προέδρου Σι -και το οποίο επιβάλλει την απαίτηση αυτή με λογοκρισία και καταστολή.

Δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένουμε ένα σύστημα που είναι κλειστό και παρανοϊκό στο εσωτερικό του, να είναι ευέλικτο και ανοιχτό στην εμπλοκή του με τον έξω κόσμο. Πολλά επιθετικά μηνύματα από τους διπλωμάτες της Κίνας μπορεί ακόμη και να προορίζονται κυρίως για του απλούς πολίτες ή τα αφεντικά στην πατρίδα τους. Ο στόχος είναι να δείξουμε ότι η κυβέρνηση Σι υποστηρίζει την Κίνα.

Όσον αφορά τη διερεύνηση της Covid-19, η κινεζική κυβέρνηση προστατεύθηκε επίσης έμμεσα από τον Ντόναλντ Τραμπ. Το γεγονός ότι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ θεωρείται ευρέως ψεύτης -και είχε ένα σαφές πολιτικό κίνητρο για να κατηγορήσει την Κίνα για την πανδημία- διευκόλυνε να απορριφθούν όλα τα σενάρια για διαρροή σε εργοστάσιο στη Γουχάν ως μια άλλη ακροδεξιά θεωρία συνωμοσίας.

Η πιο προσεκτική προσέγγιση του Τζο Μπάιντεν είναι παραδόξως πιο απειλητική για το Πεκίνο, επειδή έχει μεγαλύτερη αξιοπιστία -τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ παραδέχτηκε ανοιχτά ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών του είναι διχασμένες σχετικά με τη θεωρία περί διαρροής από εργαστήριο. Μπορεί να φοβάται πραγματικά τις συνέπειες, αν επιβεβαιωθεί η θεωρία. Ακόμα κι αν η κυβέρνηση του Μπάιντεν επιχειρούσε να περιορίσει τις επιπτώσεις από ένα τέτοιο εύρημα, πιθανότατα θα υπήρχαν αγωγές στα αμερικανικά δικαστήρια -απαιτώντας τεράστιες αποζημιώσεις από την Κίνα. Οι προσπάθειες του Λευκού Οίκου να διατηρήσει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ αντιπαράθεσης και συνεργασίας με την Κίνα θα κατέρρεαν.

Το διακύβευμα για την Κίνα είναι πολύ υψηλό. Κατά το προηγούμενο έτος, η χώρα κατάφερε να αλλάξει το αφήγημα για την Covid-19. Αφού αρχικά κλονίστηκε από το ό,τι ήταν η πρώτη χώρα που δέχτηκε το χτύπημα του κορωνοϊού, το Πεκίνο έχει κατορθώσει να επισημάνει την επιτυχία της Κίνας στον περιορισμό της νόσου, σε σύγκριση με τα υψηλά ποσοστά θανάτου στη Δύση.

Η είδηση της νέας έρευνας των ΗΠΑ φέρνει το Πεκίνο και πάλι στο προσκήνιο. Αντιμέτωπη με αυτή την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, η Κίνα θα χρειαστεί όλους τους φίλους που μπορεί να βρει. Ωστόσο, η κυβέρνηση Σι και οι λύκοι-πολεμιστές διπλωμάτες του πέρασαν τον περασμένο χρόνο αποξενώνοντας πιθανούς εταίρους.

Το τελευταίο χτύπημα ήταν η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να παγώσει την επικύρωση μιας μεγάλης επενδυτικής συμφωνίας μεταξύ της Κίνας και της ΕΕ -μετά την επιβολή κυρώσεων από το Πεκίνο σε Ευρωπαίους αξιωματούχους και θεσμικά όργανα, η οποία ήταν η ίδια απάντηση στις κυρώσεις της ΕΕ που επιβλήθηκαν για τη Σιντζιάνγκ.

Οι σχέσεις με την Ινδία έχουν πάρει επίσης μια σταθερή τροπή προς το χειρότερο κατά το προηγούμενο έτος. Για το Νέο Δελχί, το σημείο καμπής ήταν η επιθετικότητα της Κίνας στα Ιμαλάια πέρυσι -η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο στρατιωτών και από τις δύο πλευρές. Ανώτεροι Ινδοί αναλυτές πιστεύουν ότι η πίεση που αντιμετώπιζε το Πεκίνο από την Covid-19 το καλοκαίρι του 2020 μπορεί να ήταν βασικός παράγοντας στην απόφαση για κλιμάκωση των εντάσεων.

Υπάρχει σαφής κίνδυνος ότι αν η Κίνα αισθανθεί και πάλι στριμωγμένη λόγω της Covid-19, θα αντιδράσει για άλλη μια φορά με επιθετικότητα -ή με την αναζήτηση κάποιου είδους διεθνή αντιπερισπασμού.

Η προσπάθεια να καταλάβουμε πώς ξεκίνησε η πανδημία είναι αναπόφευκτη και απαραίτητη. Είναι επίσης επικίνδυνη.

Πηγή: Financial Times, euro2day.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ