Reuters: H ΕΚΤ θα διοχευτεύσει μετρητά από βορρά προς νότο για να περιορίσει τα spread

Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία θα στηρίξει η ΕΚΤ, σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ του διεθνούς πρακτορείου.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αγοράσει ομόλογα από την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα με μέρος των εσόδων που λαμβάνει από τη λήξη γερμανικού, γαλλικού και ολλανδικού χρέους, σε μια προσπάθεια να περιορίσει τα «spread» μεταξύ του κόστους δανεισμού τους, ανέφεραν πηγές της ΕΚΤ στο Reuters.

Η ΕΚΤ θα ξεκινήσει αυτήν την εξισορρόπηση την Παρασκευή για να αποτρέψει τον χρηματοοικονομικό κατακερματισμό μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης και δε θα τον αφήσει να εξελιχθεί σε εμπόδιο στο σχέδιό της για αύξηση των επιτοκίων. Για αυτό το λόγο θα θέσει σε εφαρμογή και ένα πρόσθετο σχέδιο που πρόκειται να παρουσιαστεί τον επόμενο μήνα.

Χώρες «δωρητές» και «λήπτες»

Η Eυρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει χωρίσει τις 19 χώρες της ευρωζώνης σε τρεις ομάδες - δωρητές, λήπτες και ”ουδέτερες” χώρες - με βάση το μέγεθος και την ταχύτητα της αύξησης των spread στα ομόλογά τους τις τελευταίες εβδομάδες, όπως είπαν στο πρακτορείο στελέχη που παρέστησαν στην παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης της ΕΚΤ, στο φόρουμ της Σίντρα της Πορτογαλίας. Τα spread μετρώνται με σημείο αναφοράς τα γερμανικά ομόλογα, τα οποία λειτουργούν ως de-facto σημείο αναφοράς για τη ζώνη του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος.

Η ΕΚΤ θα διοχετεύσει προς τις χώρες «λήπτες» μέρος των μετρητών από ομόλογα τα οποία λήγουν και τα οποιία αγόρασε από χώρες «δωρητές» στο πλαίσιο του Προγράμματος Έκτακτης Αγοράς της Πανδημίας, ενώ τα ομόλοα των λεγόμενων «ουδέτερων» χωρών θα λειτουργούν ως αποθέματα ασφαλείας, ανέφεραν οι ίδιες πηγές.

Οι λίστες, οι οποίες θα επανεξετάζονται κάθε μήνα, αντικατοπτρίζουν τον διαχωρισμό μεταξύ περιφερειακών και βασικών χωρών που προέκυψε την εποχή της πρώτης κρίσης χρέους της ευρωζώνης, πριν από μια δεκαετία.

Οι αποδέκτες περιλαμβάνουν ορισμένες χώρες που θεωρούνται από τους επενδυτές ως πιο «ριψοκίνδυνες» λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους ή της πενιχρής ανάπτυξής τους, όπως η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία, ανέφεραν οι πηγές της ΕΚΤ.

Η ομάδα των «δωρητών» αποτελείται από λεγόμενες «χώρες του πυρήνα» που θεωρούνται ασφαλέστερες και περιλαμβάνει τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ολλανδία, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές.

Από αριστερά, ο Ευρωπαίος Επίτροπος για την Οικονομία Πάολο Τζεντιλόνι, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Κρίστιαν Λίντνερ συνομιλούν καθώς ο υπουργός Οικονομικών της Λετονίας Γιάνις Ρέιρς και ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας προσέρχονται πριν από τη συνεδρίαση των Υπουργών Οικονομικών του Eurogroup στο κτήριο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες, Δευτέρα, 23 Μαΐου 2022. (AP Photo/Olivier Matthys)

«Νέο εργαλείο» για την αποτροπή «ατυχημάτων» στις αγορές

Η ΕΚΤ γνωρίζει ότι η απλή επανεπένδυση των εσόδων από ομόλογα που λήγουν δεν θα είναι αρκετή για να ηρεμήσει τους επενδυτές.

Έτσι, έχει επιταχύνει τις εργασίες για ένα νέο εργαλείο που θα της επιτρέψει να πραγματοποιεί νέες αγορές όπου χρειάζονται, εάν μια χώρα πληροί ορισμένες προϋποθέσεις.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να ορίσει αυτές τις προϋποθέσεις, με βάση τους δημοσιονομικούς κανόνες ή τις οικονομικές συστάσεις της, ή θα μπορούσαν να οριστούν από την ίδια την ΕΚΤ μέσω αξιολόγησης της βιωσιμότητας του χρέους, όπως έκανε με την Ελλάδα πριν από μερικά χρόνια, ανέφεραν πηγές στο Reuters.

Η πρώτη επιλογή θα κρατούσε την ΕΚΤ σε ρόλο ενεργό μέσα σε αυτή τη μάχη, αλλά θα την καθιστούσε εξαρτημένη από την Κομισιόν. Το δεύτερο σενάριο θα έδινε στους κεντρικούς τραπεζίτες μεγαλύτερο λόγο, αλλά θα τους εξέθετε σε κατηγορίες ότι εμπλέκονται στην πολιτική.

Η ΕΚΤ μπορεί στη συνέχεια να συγκεντρώσει μετρητά από το τραπεζικό σύστημα για να αντισταθμίσει τις αγορές ομολόγων της, πιθανότατα μέσω ειδικών δημοπρασιών στις οποίες οι τράπεζες μπορούν να εξασφαλίσουν ευνοϊκότερα επιτόκια εάν ”σταθμεύσουν” κεφάλαια στην κεντρική τράπεζα.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν έχουν αποφασίσει ακόμη εάν θα ανακοινώσουν το μέγεθος του «εργαλείου» (δηλαδή το πόσα χρήματα υπολογίζουν ότι θα διαθέσουν), καθώς ελπίζουν ότι η απλή ανακοίνωσή του θα σταθεροποιήσει τις αγορές και ίσως να μην χρειαστεί να το χρησιμοποιήσουν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ