Τα ευρωπαϊκά ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αναγκάζονται να διατηρούν περιουσιακά στοιχεία για όλο και μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα, αναδεικνύοντας τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος με την επιστροφή κεφαλαίων στους επενδυτές.
Το 2023, οι εταιρείες που πωλήθηκαν από ομίλους εξαγορών στην Ευρώπη παρέμειναν στην κατοχή τους κατά μέσο όρο σχεδόν έξι χρόνια, σύμφωνα με την εταιρεία παροχής δεδομένων Gain.pro, το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τουλάχιστον από το 2010. Συνήθως, τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια επιδιώκουν να κρατάνε αυτά τα περιουσιακά στοιχεία για τρία έως πέντε έτη. Οι περίοδοι διακράτησης των επενδύσεων έφτασαν το χαμηλότερο επίπεδό τους το 2012 και το 2020, όταν η μέση επένδυση βρισκόταν στην κατοχή τους για λιγότερο από πέντε χρόνια.
Όπως αναφέρουν οι Financial Times, το παραδοσιακό μοντέλο εξαγορών έχει δεχθεί αυξανόμενες πιέσεις τα τελευταία δύο χρόνια, με τις εταιρείες να αγωνίζονται να αποχωρήσουν από επενδύσεις που έγιναν όταν οι διάφοροι κλάδοι γνώριζαν άνθηση σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων.
Οι διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων αύξησαν το κόστος δανεισμού για τη χρηματοδότηση νέων συμφωνιών, πράγμα που σημαίνει ότι οι όμιλοι εξαγορών ήταν λιγότερο πρόθυμοι να αγοράσουν περιουσιακά στοιχεία ο ένας από τον άλλον.
Ταυτόχρονα, οι δημόσιες αρχικές προσφορές που ανέκαθεν αποτελούσαν μια παραδοσιακή οδό εξόδου για τα ιδιωτικά κεφάλαια, ήταν ιδιαίτερα ήσυχη, ενώ οι επιχειρήσεις είχαν να αντιμετωπίσουν την πανδημία, τον υψηλό πληθωρισμό και την αυξημένη γεωπολιτική αστάθεια. Αυτό έχει αφήσει τις εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων με έναν αριθμό ρεκόρ 28.000 απούλητων εταιρειών.
Στο απούλητο επενδύσεις με χαμηλότερες επιδόσεις
Η επιβράδυνση των συναλλαγών σε συνδυασμό με την ακριβότερη χρηματοδότηση σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις γίνονται πιο επιλεκτικές ως προς τα περιουσιακά στοιχεία που αγοράζουν, δήλωσαν στελέχη του κλάδου και σύμβουλοι. Αυτό εγείρει ερωτήματα σχετικά με το πώς θα πουλήσουν εταιρείες που δεν αναπτύσσονται τόσο γρήγορα και με χαμηλότερα περιθώρια κέρδους, κάτι που πιέζονται να κάνουν προκειμένου να επιστρέψουν κεφάλαια στους επενδυτές τους.
Ο μέσος ρυθμός αύξησης των εσόδων των εταιρειών μειώθηκε σε σχέση με το χρονικό διάστημα που βρίσκονταν στην κατοχή των ιδιοκτητών των ιδιωτικών κεφαλαίων τους, σύμφωνα με την έρευνα. Τα περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονταν στην κατοχή επενδυτών για περισσότερα από επτά χρόνια γνώριζαν αύξηση κατά μέσο όρο με ρυθμό 6,5% ετησίως, λιγότερο από το μισό του ρυθμού εκείνων που βρισκόντουσαν στην κατοχή επενδυτών για λιγότερο από τρία χρόνια, αναφέρει η έκθεση της Gain.pro.
Παραδείγματα εταιρειών που ανήκουν σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια για περισσότερα από πέντε χρόνια και δεν κατάφεραν να πουληθούν το περασμένο έτος είναι εταιρεία ζωοτροφών για κατοικίδια Partner in Pet Food, η εταιρεία εξοπλισμού επιχειρήσεων JLA και τον όμιλο ταξιδιωτικών θερέτρων Center Parcs, όπως σημειώνουν οι FT. Αυτό οφειλόταν εν μέρει σε διαφωνίες αποτίμησης μεταξύ αγοραστών και πωλητών.
Εκτός από τη δυσκολία εξόδου από ορισμένες επενδύσεις, η μέση διάρκεια διακράτησής τους πιέζεται επίσης από τους ομίλους που επιδιώκουν να διατηρήσουν τα καλύτερα περιουσιακά τους στοιχεία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Μπορούν δηλαδή να δημιουργήσουν ένα fund «συνέχειας», όπου οι εταιρείες δημιουργούν νέα ταμεία στα οποία μεταφέρονται περιουσιακά στοιχεία και δίνεται η ευκαιρία στους επενδυτές να τα εξαργυρώσουν.
Πηγή: ot.gr
Διαβάστε επίσης: Η Ελλάδα στις επτά χώρες όπου ο πλουσιότερος άνθρωπος είναι γυναίκα