Το δημοσιονομικό κενό των €40 δισ. μπορεί να αποτελέσει «ταφόπλακα» της κυβέρνησης Σολτς

Η κυβέρνηση δεν μπορεί να επιβιώσει μιας παρόμοιας με την περσινή διαμάχης για τον προϋπολογισμό - Σχεδόν απίθανη μοιάζει η επίτευξη μιας συμφωνίας

Η «τιμή» για την επιβίωση της κυβέρνησης συνασπισμού της Γερμανίας κυμαίνεται σε περίπου 40 δισεκατομμύρια ευρώ.

Αυτό είναι το εκτιμώμενο ποσό που ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς και οι εταίροι του πρέπει να περικόψουν από τις ομοσπονδιακές δαπάνες προκειμένου να καλύψουν το δημοσιονομικό κενό της κυβέρνησης για το 2025, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες.

Μετά τα ολέθρια αποτελέσματα των ευρωεκλογών για τα τρία κόμματα του αριστερού συνασπισμού της Γερμανίας – τα οποία συγκέντρωσαν μαζί μόνο το 31% των ψήφων – η επιβίωση της κυβέρνησης Σολτς μπορεί να εξαρτηθεί από το αν τα κόμματα μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία για τον προϋπολογισμό χωρίς σύγκρουση.

Στο εσωτερικό των κυβερνώντων κομμάτων, υπάρχει ευρεία συμφωνία ότι ο σοβαρά αποδυναμωμένος συνασπισμός δεν μπορεί να επιβιώσει από άλλη μια εξοντωτική διαμάχη για τον προϋπολογισμό, όπως συνέβη πέρυσι μετά από μια απόφαση-βόμβα του ανώτατου δικαστηρίου της Γερμανίας, η οποία δημιούργησε τρύπα 60 δισεκατομμυρίων ευρώ στα οικονομικά της χώρας.

Η απόφαση αυτή περιόρισε τη δυνατότητα της κυβέρνησης να αντλεί χρήματα από ειδικά ταμεία που είχαν συσταθεί για να παρακάμψουν το συνταγματικό φρένο χρέους, το οποίο περιορίζει το ομοσπονδιακό έλλειμμα στο 0,35% του ΑΕΠ εκτός από περιόδους έκτακτης ανάγκης.

Οι επιπτώσεις αυτής της απόφασης εξακολουθούν να στοιχειώνουν την κυβέρνηση συνασπισμού, αναγκάζοντας τα κόμματα να προβούν σε απότομες περικοπές των ομοσπονδιακών δαπανών για το 2025.

Ο υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ και ο Όλαφ Σολτς αναμένεται να παρουσιάσουν σχέδιο προϋπολογισμού έως τις αρχές Ιουλίου, πριν από τις θερινές διακοπές της γερμανικής Βουλής. Με τον συνασπισμό να ταλανίζεται από το ντροπιαστικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών – και τις εκκλήσεις των ηγετών της συντηρητικής αντιπολίτευσης για πρόωρες εκλογές στη χώρα – το πολιτικό τους μέλλον εξαρτάται πιθανότατα από το αν θα μπορέσουν να καταλήξουν σε συμφωνία.

Παρ’ όλα αυτά, η επίτευξη μιας συμφωνίας με την οποία θα είναι όλοι ευχαριστημένοι μοιάζει σχεδόν απίθανη, δεδομένων των διαφορετικών πολιτικών προτεραιοτήτων στο εσωτερικό του συνασπισμού. Τα μέλη των αριστερών κυβερνητικών κομμάτων όπως το SPD και οι Πράσινοι είναι σταθερά κατά των περικοπών στα κοινωνικά προγράμματα και τάσσονται υπέρ της χαλάρωσης των αυστηρών κανόνων για τις δαπάνες, ενώ οι Ελεύθεροι Δημοκράτες θέλουν να διατηρήσουν τους κανόνες αυτούς.

Η πολιτική αδυναμία των κομμάτων, εξάλλου, σημαίνει ότι οι παρατάξεις είναι πιθανό να εντείνουν τις βασικές -και συχνά αντιφατικές- πολιτικές τους προτεραιότητες σε μια προσπάθεια να συσπειρώσουν τις βάσεις τους.

Σύμφωνα με το Politico, τα κόμματα του συνασπισμού έχουν επίσης ελάχιστα περιθώρια δημοσιονομικών ελιγμών σε έναν προϋπολογισμό που προβλέπεται να ανέλθει σε περίπου 450 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2025.

«Σχεδόν το ήμισυ του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού δεσμεύεται για κοινωνικές δαπάνες και συνταξιοδοτικές επιδοτήσεις, πράγμα που σημαίνει ότι τα περιθώρια περικοπής δαπανών είναι πολύ περιορισμένα», δήλωσε ο Μορίτς Σιούλαρικ, πρόεδρος του Kiel Institute for the World Economy. Η επίτευξη περικοπών δεκάδων δισεκατομμυρίων θα ήταν αδύνατη χωρίς την περικοπή των κοινωνικών δαπανών, προσέθεσε.

Ένα βασικό θέμα διαμάχης αφορά την άμυνα και το πώς θα βρεθούν τα χρήματα για να χρηματοδοτηθούν οι υποσχέσεις του Σολτς για την ανοικοδόμηση του γερμανικού στρατού και την επίτευξη του στόχου του ΝΑΤΟ για αμυντικές δαπάνες οι οποίες ισοδυναμούν με το 2% του ΑΕΠ ετησίως.

Ο υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, δήλωσε ότι θα χρειαστούν περίπου 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε πρόσθετες στρατιωτικές δαπάνες το 2025 για να καλυφθούν οι αμυντικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης. Προκειμένου να χρηματοδοτηθούν αυτές οι υποσχέσεις, έχει προτείνει την κάλυψη των αμυντικών δαπανών από ένα ειδικό ταμείο εκτός του κανονικού προϋπολογισμού της Γερμανίας, υποστηρίζοντας ότι οι Γερμανοί πολίτες έχουν συνταγματικό δικαίωμα στην ασφάλεια.

Η υπουργός Εξωτερικών των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ, υποστηρίζει επίσης ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία συνιστά κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δικαιολογώντας έτσι την αναστολή του φρένου για το χρέος, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι στρατιωτικές δαπάνες και η στήριξη του Κιέβου.

Παρά ταύτα, ο υπουργός Οικονομικών του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ, έχει απορρίψει την ιδέα ότι οι αμυντικές δαπάνες θα πρέπει να προέρχονται από ένα ειδικό ταμείο, ενώ ο ίδιος και μέλη του κόμματός του έχουν καταφερθεί εναντίον των προσπαθειών να παρακαμφθεί ή να μεταρρυθμιστεί το φρένο χρέους.

Παρά τη φαινομενικά δυσεπίλυτη σύγκρουση, οι ηγέτες της κυβέρνησης συνασπισμού υποστηρίζουν ότι θα αποφύγουν το είδος της παρατεταμένης διαμάχης που το μόνο που θα κάνει είναι να αυξήσει μόνο τις εκκλήσεις για πρόωρες εκλογές, όπως ακριβώς συνέβη και στη Γαλλία.

Πηγή: newmoney.gr

Διαβάστε επίσης: Γιατί στις αγορές αρέσουν τα νέα πολιτικά πρόσωπα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ