FT: Οι επόμενοι πόλεμοι θα γίνουν για τα τρόφιμα

Προστατευτισμός και κλιματική αλλαγή δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο στην παγκόσμια διατροφική αλυσίδα - Το πρώτο χτύπημα ήρθε με την αύξηση των τιμών - Τα χειρότερα, μάλλον, έπονται.

των Madeleine Speed και Susannah Savage

Ο κόσμος οδεύει προς «επισιτιστικούς πολέμους» καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις και η κλιματική αλλαγή ωθούν τις χώρες σε συγκρούσεις για τη φθίνουσα προσφορά αγαθών, σύμφωνα με έναν από τους μεγαλύτερους traders αγροτικών εμπορευμάτων του κόσμου.

«Έχουμε κάνει πολλούς πολέμους για το πετρέλαιο. Θα κάνουμε ακόμα μεγαλύτερους πολέμους για τα τρόφιμα και το νερό», δήλωσε ο Sunny Verghese, διευθύνων σύμβουλος της Olam Agri, ενός οίκου με έδρα τη Σιγκαπούρη που ασχολείται με το trading αγροτικών προϊόντων.

Μιλώντας σε συνδιάσκεψη για την κατανάλωση των Redburn Atlantic και Rothschild την περασμένη εβδομάδα, ο Verghese προειδοποίησε πως οι εμπορικοί φραγμοί που επιβάλουν κυβερνήσεις που προσπαθούν να αυξήσουν τα εγχώρια αποθέματα τροφίμων, έχουν επιδεινώσει τον πληθωρισμό τροφίμων.

Οι μεγάλοι traders αγροτικών εμπορευμάτων, που αποκόμισαν κέρδη ρεκόρ το 2022 μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που έστειλε τις τιμές των τροφίμων στα ύψη, έχουν κατηγορηθεί ότι επιδείνωσαν τον πληθωρισμό στα τρόφιμα μέσω προσαυξήσεων που επέβαλαν για να αυξήσουν τα κέρδη τους.

Αλλά ο Verghese υποστήριξε πως ο αυξημένος πληθωρισμός τροφίμων είναι εν μέρει αποτέλεσμα κρατικών παρεμβάσεων. Όπως είπε, ο πολλαπλασιασμός των μη δασμολογικών εμπορικών φραγμών το 2022 ως απάντηση στον πόλεμο (συνολικά 1.266 από 154 χώρες σύμφωνα  με τη μέτρησή του) έχει «δημιουργήσει μια υπερβολική ανισορροπία προσφοράς-ζήτησης».

Οι πιο εύπορες χώρες χτίζουν υπερπλεονάσματα στρατηγικών εμπορευμάτων, οδηγώντας σε υπερβολική ζήτηση, και κατόπιν σε υψηλότερες τιμές, σύμφωνα με τον Verghese. «Η Ινδία, η Κίνα, όλοι έχουν αποθέματα που δημιουργήθηκαν μέσω ρυθμιστικών κανόνων», είπε. «Αυτό απλώς επιδεινώνει το παγκόσμιο πρόβλημα».

Οι τιμές των τροφίμων άρχισαν να σκαρφαλώνουν λόγω της Covid-19 και εκτινάχθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθώς ορισμένες εξαγωγές σιτηρών και λιπασμάτων μπλοκαρίστηκαν λόγω του πολέμου. Αυτό μεγάλωσε την επισιτιστική ανασφάλεια στις πιο φτωχές χώρες και άφησε τους καταναλωτές ανά τον κόσμο αντιμέτωπους με μια κρίση κόστους διαβίωσης.

Με αυτή την αύξηση και την κλιματική αλλαγή να δημιουργεί προβλήματα στην αγροτική παραγωγή παγκοσμίως, οι κυβερνήσεις στρέφονται όλο και περισσότερο σε πολιτικές προστατευτισμού.

Το 2022 η Ινδονησία απαγόρευσε τις εξαγωγές φοινικέλαιου για να προστατεύσει την εγχώρια αγορά, ενώ πέρυσι η Ινδία επέβαλε περιορισμούς στις εξαγωγές ορισμένων τύπων ρυζιού σε μια προσπάθεια να περιορίσει τις αυξανόμενες εγχώριες τιμές εν όψει των κοινοβουλευτικών εκλογών. Είχε προηγηθεί η διατάραξη της παραγωγής λόγω τυφώνων και φόβοι για έλλειψη προμηθειών.

«Αυτή ήταν η λάθος κίνηση», είπε ο Verghese. «Θα βλέπουμε όλο και περισσότερες από αυτές».

Η Olam Agri, που επεξεργάζεται και προμηθεύει σιτηρά, σπόρους, βρώσιμα έλαια, ρύζι και βαμβάκι, είναι μέρος του ευρύτερου ομίλου Olam. Η δραστηριότητά της στον τομέα τροφίμων και αγροτικών προϊόντων (προμηθεύει συστατικά, ζωοτροφές και ίνες σε παγκόσμια brands όπως η Nestle και η Unilever) πέρασε μια δύσκολη χρονιά.

Η εταιρεία, που έχει μεγάλο αποτύπωμα στην Ασία και στην Αφρική, ερευνήθηκε από τις αρχές της Νιγηρίας πέρυσι μετά από αναφορές σε μέσα ενημέρωσης πως ενεπλάκη σε απάτη ύψους πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι μετοχές της εταιρείας έκαναν άλμα τον Φεβρουάριο όταν αθωώθηκε.

Η Olam Group αναγκάστηκε να εκδώσει προειδοποίηση για τα κέρδη για το πρώτο εξάμηνο του 2023. Ακόμα και μετά από ένα καλύτερο δεύτερο εξάμηνο, ανακοίνωσε πτώση 56% στα κέρδη του συνόλου του έτους στα 278,7 εκατ. δολάρια Σιγκαπούρης (205,8 εκατ. δολάρια ΗΠΑ), εξέλιξη την οποία απέδωσε στα υψηλά επιτόκια και στις «έκτακτες απώλειες» που προκλήθηκαν από τις χαμηλές αποδόσεις από τους αμυγδαλεώνες της στην Αυστραλία.

Ο όμιλος δήλωσε ότι η πτώση των κερδών ήταν εν μέρει αποτέλεσμα της χαμηλότερης συνεισφοράς της Olam Agri, μετά την πώληση μεριδίου 35% της επιχείρησης το 2022 σε θυγατρική του Δημόσιου Ταμείου Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας έναντι 1,24 δισ. δολαρίων. Η Olam Agri ανήκει κατά 51% στην κρατική επενδυτική εταιρεία Temasek Holdings της Σιγκαπούρης.

Ο όμιλος Olam έχει μακροχρόνια σχέδια για την είσοδο της Olam Agri στην αγορά της Σαουδικής Αραβίας, αλλά αυτά έχουν επανειλημμένα καθυστερήσει από τότε που ο εμπορικός βραχίονας διαχωρίστηκε από την επιχείρηση συστατικών τροφίμων το 2020. Με έδρα το Λονδίνο, η Olam Food Ingredients είναι ένας από τους μεγαλύτερους προμηθευτές κακάο, καφέ, ξηρών καρπών και μπαχαρικών στον κόσμο.

Αναφερόμενος στην επίπτωση της κλιματικής αλλαγής στις παγκόσμιες αποδόσεις, ο Verghese απηύθυνε έκκληση στα διευθυντικά στελέχη των καταναλωτικών κλάδων, συμπεριλαμβανομένων των αφεντικών της Coca Cοla και της Associated British Foods, να «ξυπνήσουν» και να αναλάβουν περισσότερη δράση για την κλιματική αλλαγή.

Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να χρεώνουν φόρο για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, όπως υποστήριξε. «Οι εκπομπές είναι δωρεάν σήμερα, άρα ρυπαίνουμε αδιάκριτα» είπε.

Πηγή: FT, euro2day.gr

Διαβάστε επίσης: Eichengreen: Η Fed δεν θα παρασυρθεί από τις αγορές

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ