Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με την παρακμή της

Ο κόσμος βιώνει τις δραματικές μεταβολές της κλιματικής αλλαγής, της δημογραφικής αλλαγής και της μετάβασης σε μια μεταβιομηχανική οικονομία, φαινόμενα στα οποία η ικανότητα και η προθυμία της Ευρώπης να ανταποκριθεί υστερεί

Το ευρωπαϊκό εγχείρημα πλησιάζει σε ένα σημείο καμπής. Ένας συνδυασμός πολιτικής παράλυσης, εξωτερικών απειλών και οικονομικής δυσπραγίας απειλεί να σταματήσει τις φιλοδοξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να γίνει μια ανεξάρτητη παγκόσμια δύναμη – ωθώντας τα κράτη-μέλη να υπερασπιστούν σθεναρά τα συμφέροντά τους.

Μετά από δεκαετίες προειδοποιήσεων και υποδεέστερης ανάπτυξης, οι ηγέτες της περιοχής αντιμετωπίζουν ξαφνικά έναν καταιγισμό αποδείξεων ότι η παρακμή είναι ασταμάτητη.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας «παρέδωσε» το βέτο επί της κυβέρνησής του στην ακροδεξιά, η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας μιλάει για κλείσιμο εργοστασίων στην πατρίδα της για πρώτη φορά και αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί γυρίζουν την πλάτη στην ευρωπαϊκή αγορά λόγω των νέων περιορισμών της στην τεχνητή νοημοσύνη.

Όλες αυτές οι εξελίξεις αναδεικνύουν την αποτυχία της Ε.Ε. να ενεργήσει ως συνεκτικό και δυναμικό οικονομικό μπλοκ, διαβρώνοντας το κύρος της και υποβαθμίζοντας την ικανότητά της να ανταποκριθεί σε ένα ευρύ φάσμα απειλών, από την κινεζική βιομηχανική πολιτική έως τη ρωσική στρατιωτική επιθετικότητα, ή ακόμη και σε μια μελλοντική ανταγωνιστική κυβέρνηση στις ΗΠΑ.

Η πρόσφατη απάθεια μετά την έκκληση αφύπνισης του πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι για περισσότερες επενδύσεις και κοινούς δεσμούς για την καταπολέμηση της αδύναμης αύξησης της παραγωγικότητας υπογραμμίζει το γεγονός ότι η περιοχή έχει σχεδόν εγκαταλείψει την προσπάθεια.

Το θεμελιώδες πρόβλημα είναι ότι ο κόσμος βιώνει τις δραματικές μεταβολές της κλιματικής αλλαγής, της δημογραφικής αλλαγής και της μετάβασης σε μια μεταβιομηχανική οικονομία – όλα φαινόμενα στα οποία η ικανότητα και η προθυμία της Ευρώπης να ανταποκριθεί υστερεί.

Οι γεωπολιτικοί αντίπαλοι της περιοχής επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν αυτές τις αλλαγές, ενώ πάρα πολλά από τα μεγαλύτερα μέλη της Ε.Ε. είναι φορτωμένα με οικονομικά μοντέλα που απέτυχαν να αποδώσουν για πολύ καιρό και ανήσυχους ψηφοφόρους που δεν δέχονται εναλλακτικές λύσεις.

Η Κίνα αντιμετωπίζει τη δική της οικονομική επιβράδυνση και οι ΗΠΑ οδεύουν προς δυνητικά ανατρεπτικές εκλογές με τα δημοσιονομικά τους να μην έχουν βιώσιμες βάσεις. Αλλά και τα δύο αυτά έθνη έχουν συστήματα που συγκεντρώνουν σε μεγάλο βαθμό τη λήψη αποφάσεων και δημιουργούν τεράστια ποσά ιδιωτικών ή δημόσιων κεφαλαίων για την άμυνα και τις επενδύσεις σε τεχνολογία αιχμής.

Η Ευρώπη δεν έχει κανένα από αυτά τα πλεονεκτήματα – και αυτό γίνεται όλο και πιο εμφανές.

Σίγουρα, το βιοτικό επίπεδο στις πλούσιες οικονομίες της δεν βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ορισμένες χώρες θα μπορούσαν κάλλιστα να επωφεληθούν από επενδυτικές ή εμπορικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ, την Κίνα ή τη Ρωσία. Αλλά όσο περισσότερο διαρκούν οι σημερινές τάσεις, τόσο μεγαλύτερη θα γίνεται η ευπάθεια της Ευρώπης σε δραματικά σοκ.

Αυτοί οι κίνδυνοι έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται πασιφανείς για την Ε.Ε., καθώς η εξάρτηση του μπλοκ από την κινεζική οικονομία αυξάνεται, παρά τον αυξανόμενο αριθμό διαφορών με το Πεκίνο.

Ο Μακρόν υποστηρίζει ότι η απώλεια των φθηνών ρωσικών ορυκτών καυσίμων μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022 και η επιθετική βιομηχανική πολιτική του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, η οποία συμπεριλαμβάνει σημαντικές επιδοτήσεις, σηματοδοτούν μια ρήξη με το παλιό μοντέλο που επέτρεψε στις οικονομίες της Ευρώπης οι οποίες βασίζονται στις εξαγωγές να ευδοκιμήσουν.

Αυτό προστίθεται στις προϋπάρχουσες προκλήσεις που θέτει η άνοδος της Κίνας και της δικής της τεράστιας μεταποιητικής της δυνατότητας, καθώς και το παγκόσμιο άλμα προς τα εμπρός στην τεχνολογική καινοτομία που έχει σε μεγάλο βαθμό παρακάμψει την περιοχή.

Το αποτέλεσμα απειλεί να προκαλέσει ζημιά που υπερβαίνει την απλή υστέρηση στις επενδύσεις και την παραγωγικότητα: οι ηγέτες της περιοχής χάνουν την πίστη τους στο ευρωπαϊκό σχέδιο.

Δεν είναι μόνο οι ευρωσκεπτικιστές όπως ο Βίκτορ Όρμπαν της Ουγγαρίας, ένα αιώνιο αγκάθι στο πλευρό του μπλοκ. Οι αξιωματούχοι στις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα αρχίζουν να βλέπουν την Ε.Ε. ως ένα εμπόδιο που πρέπει να παρακάμψουν – και όχι ως την πηγή ευημερίας και προστασίας που αντιπροσώπευε μέχρι τώρα.

Γάλλοι αξιωματούχοι μιλούν για τη σφυρηλάτηση βαθύτερης ολοκλήρωσης με μια μικρότερη ομάδα χωρών εκτός του πλαισίου του μπλοκ, λόγω της μακροχρόνιας αντίθεσης της Γερμανίας. Πολωνοί αξιωματούχοι αναφέρουν παρόμοιες πρωτοβουλίες για την άμυνα. Ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, παραδοσιακά ένα από τα πιο φιλοευρωπαϊκά κράτη, υπονομεύει την ευρωπαϊκή εμπορική πολιτική για να προσεταιριστεί τις κινεζικές επενδύσεις.

Τα στελέχη και οι επενδυτές αρχίζουν να επιδεικνύουν παρόμοιες αμφιβολίες και για την Ευρώπη, με πιο χαρακτηριστικές τις πρόσφατες αποφάσεις της Apple Inc. και της Meta Platforms Inc. να αποκλείσουν τα τελευταία προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης τους από την αγορά της Ε.Ε. – γεγονός που πλήττει τον ισχυρισμό του μπλοκ ότι αποτελεί σημείο αναφοράς για τα παγκόσμια πρότυπα.

Προηγουμένως, οι περισσότερες πολυεθνικές έκριναν την ενιαία αγορά ως πολύ μεγάλη και προσοδοφόρα για να την εγκαταλείψουν, παρά τις επαχθείς ρυθμίσεις. Οι αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί, αντίθετα, αποφάσισαν ότι οι κανόνες της Ε.Ε. για την τεχνητή νοημοσύνη ήταν απλώς υπερβολικά περιοριστικοί.

Με αυτό το παγκόσμιο πολιτικό και εταιρικό σκηνικό να φθείρεται, ο Ντράγκι παρουσίασε ένα σχέδιο για την ανάνηψη της Ένωσης τον Σεπτέμβριο, ενώ παράλληλα περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια τον κίνδυνο παρακμής της περιοχής ως οικονομικής δύναμης.

Ανάλυση του Bloomberg Economics δείχνει ότι η οικονομία του μπλοκ θα ήταν κατά περίπου 3 τρισεκατομμύρια ευρώ (3,3 τρισεκατομμύρια δολάρια) μεγαλύτερη αν είχε συμβαδίσει με τις ΗΠΑ – αρκετά για να ενισχύσει το εισόδημα του μέσου εργαζόμενου κατά περίπου 13.000 ευρώ ετησίως.

Οι βασικές συστάσεις του Ντράγκι για την αξιοποίηση της οικονομικής δύναμης της Ε.Ε. με περισσότερη, κοινή έκδοση χρέους απορρίφθηκαν εν τη γενέσει τους από τους Γερμανούς, οι οποίοι διστάζουν να συγκεντρώσουν περισσότερο ρίσκο με άλλα κράτη-μέλη. Άλλες προτεραιότητες, όπως η δημιουργία μιας κοινής κεφαλαιαγοράς, δεν έχουν ακόμη αποκτήσει δυναμική.

Η έκθεση έχει πέσει σε μεγάλο βαθμό στο κενό προς το παρόν, αφήνοντας ορισμένους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να ανησυχούν ότι το «παράθυρο» της περιοχής για να αντιδράσει κλείνει γρήγορα.

«Είναι προφανές ότι η Ευρώπη υπολείπεται των κύριων εμπορικών εταίρων της, των ΗΠΑ και της Κίνας», δήλωσε ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, σε πρόσφατη συνέντευξή του. «Αν δεν λάβει άμεσα μέτρα, η πτώση θα γίνει τελικά μη αναστρέψιμη», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.

newmoney.gr

Διαβάστε επίσης: «Τρίζει» η αγορά εργασίας στην Ευρώπη - Η ΕΚΤ παίρνει τα μέτρα της

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ