Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πλησιάζει στο τελευταίο σκέλος του κύκλου μείωσης των επιτοκίων της, με τις διαιρέσεις στο εσωτερικό της να περιπλέκουν τη λήψη αποφάσεων κατά τους επόμενους μήνες.
Η ευρέως αναμενόμενη μείωση του επιτοκίου στο 2,5% την Πέμπτη 6 Μαρτίου είναι πιθανό να είναι το τελευταίο τέτοιο βήμα στο οποίο οι 26 υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ μπορούν εύκολα να συμφωνήσουν. Η διαμάχη σχετικά με το πόσο περισσότερο θα προχωρήσουν σε μειώσεις – και πόσο γρήγορα – βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.
Αυτό συμβαίνει επειδή το κόστος δανεισμού πλησιάζει πλέον σε επίπεδα όπου μπορεί να μην περιορίζει πλέον την υποτονική οικονομία της ευρωζώνης – γεγονός που ωθεί ορισμένους να προειδοποιήσουν κατά της υπερβολικής χαλάρωσης. Υπάρχουν και άλλοι λόγοι για επιφυλακτικότητα. Οι εμπορικοί δασμοί των ΗΠΑ θα μπορούσαν να βλάψουν τις προοπτικές ανάπτυξης της περιοχής, ενώ μια ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία – όσο μακρινή και αν φαίνεται αυτή η προοπτική σε αυτό το στάδιο – θα μπορούσε να τις βελτιώσει δραματικά.
Αναλυτές που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Bloomberg εκτιμούν περιορισμό των πιθανοτήτων περαιτέρω μειώσεων. Ενώ σχεδόν ομόφωνα προβλέπουν μείωση των επιτοκίων αυτή την εβδομάδα, περίπου το 25% δεν προβλέπει καμία αλλαγή τον Απρίλιο. Η πορεία προς τη συνεδρίαση πολιτικής του Μαρτίου έχει οδηγήσει τα «γεράκια» στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ να αρχίζουν να αμφισβητούν τη βασική υπόθεση μεταξύ των οικονομολόγων ότι το επιτόκιο καταθέσεων βρίσκεται σε ομαλή πορεία προς το 2% έως τα μέσα του έτους.
Το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου Ιζαμπέλ Σνάμπελ δήλωσε ότι δεν είναι σίγουρη ότι η πολιτική εξακολουθεί να είναι περιοριστική, ενώ ο Βέλγος Πιέρ Βουντς προέτρεψε τους αξιωματούχους να μην «υπνοβατούν στο 2% χωρίς να το σκεφτούν» και ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιοακίμ Νάγκελ, δήλωσε ότι είναι καλύτερο «να μην βιαστούμε» για περαιτέρω μειώσεις.
Όσοι έχουν μια πιο ήπια νοοτροπία δεν μοιάζουν να κάμπτονται. Ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά Ντε Γκαλό, δήλωσε ότι «θα μπορούσαμε να είμαστε στο 2% το ερχόμενο καλοκαίρι» και ο Πιέρο Τσιπολόνε ανέφερε την παράλληλη απεμπλοκή της ΕΚΤ από τα προηγούμενα μέτρα τόνωσης ως λόγο για πιο επιθετική χαλάρωση.
Ο Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε ότι οι αξιωματούχοι μπορεί να προβούν στις δύο τελευταίες μειώσεις επιτοκίων μόνο μέχρι το φθινόπωρο, υπονοώντας μια παύση στην πορεία.
Η ΕΚΤ εξακολουθεί να εκτιμά πως ο πληθωρισμός θα επιτύχει το στόχο του 2% το 2025, με τις τιμές να έχουν καταγράψει μείωση τον Φεβρουάριο. Ενώ το ποσοστό ξεπέρασε ελαφρώς τις εκτιμήσεις, καθώς υποχώρησε στο 2,4%, οι τιμές των υπηρεσιών υποχώρησαν στο 3,7%.
Η ΕΚΤ έχει προβλέψει εδώ και καιρό μια ενδεχόμενη επιβράδυνση, καθώς οι αυξήσεις των μισθών υποχωρούν. Η απόδειξη ότι μια τέτοια συγκράτηση υλοποιείται θα έχει ίσως μεγαλύτερη βαρύτητα τους επόμενους μήνες, σύμφωνα με τον οικονομολόγο της Moody’s Analytics, Καμίλ Κοβάρ.
Σύμφωνα με τον αναλυτή του Bloomberg Economics, Ντέιβιντ Πάουελ, «Η ΕΚΤ είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μειώσει και πάλι τα επιτόκια στις 6 Μαρτίου. Ωστόσο, η αντίσταση σε πρόσθετη νομισματική χαλάρωση μετά από αυτό αυξάνεται. Η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή της επικείμενης συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου θα είναι πιθανώς οι όποιες νύξεις δοθούν για το τι θα ακολουθήσει. Η απόφαση του Απριλίου θα είναι λεπτότατα ισορροπημένη, αλλά αναμένουμε μια παύση».
Ένα άλλο ερώτημα είναι αν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα προχωρήσει με τους δασμούς με τους οποίους έχει απειλήσει τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Ελλείψει λεπτομερειών, η ΕΚΤ δεν έχει αναφερθεί στον υπολογισμό των πιθανών επιπτώσεων, αν και αναγνώρισε ότι η ανάπτυξη θα δεχθεί πλήγμα.
Οι συνέπειες για τον πληθωρισμό είναι λιγότερο σαφείς. Αλλά, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα, οι ανοδικές πιέσεις θα μπορούσαν να επικρατήσουν, δήλωσε η Λένα Κομίλοβα, επικεφαλής οικονομολόγος της G Plus Economics.
«Η ευρωζώνη αντιμετωπίζει ένα νέο στασιμοπληθωριστικό σοκ με τη μορφή εμπορικών πολέμων, σε μια εποχή που ο χώρος άσκησης πολιτικής είναι περιορισμένος και η πολιτική βούληση κατακερματισμένη», δήλωσε η ίδια. «Η ΕΚΤ έχει ελάχιστα περιθώρια για λάθη πολιτικής».
Τα πράγματα επιδεινώνονται από την προοπτική αύξησης των δημοσιονομικών δαπανών -ιδίως για την άμυνα- αφού ο Τραμπ κατέστησε σαφές ότι οι ΗΠΑ δε θα εγγυώνται πλέον την ασφάλεια της Ευρώπης. Οι ηγέτες της ΕΕ θα συζητήσουν τις επιλογές τους στις Βρυξέλλες την Πέμπτη, την ίδια ώρα που η ΕΚΤ καθορίζει την πολιτική της στη Φρανκφούρτη.
Αλλά ενώ αυτό θα μπορούσε να αυξήσει τις αποδόσεις των ομολόγων καθώς αυξάνεται η προσφορά, οποιαδήποτε πληθωριστική επίπτωση μοιάζει αρκετά μακριά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι στρατιωτικές δαπάνες παράγουν διαφορετικά οικονομικά αποτελέσματα από ό,τι οι δαπάνες που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για την τόνωση της δραστηριότητας – εν μέρει επειδή τα χρήματα ρέουν σε εταιρείες στο εξωτερικό, αλλά και επειδή δε θα φτάσουν εν μία νυκτί.
Συνολικά και λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες επιβραδύνσεις στον πληθωρισμό και τους μισθούς, «μπορείτε κάλλιστα να επιχειρηματολογήσετε για μια ακόμη μείωση τον Απρίλιο», δήλωσε ο Πίτερ Σάφρικ, Global Macro Strategist στην RBC Capital Markets. «Αλλά κάπου μεταξύ 2,5% και 2%, οι φωνές που απαιτούν παύση θα γίνουν πιο δυνατές».
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Ευρωπαϊκή Επιτροπή: «Ξύνουν το βαρέλι»… για τα λεφτά στην Άμυνα