Καμπανάκι ΟΕΒ για την οικονομία

Οι τάσεις που καταγράφονται στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον είναι ανησυχητικές, σημειώνει και τονίζει ότι απαιτούνται γρήγορα αντανακλαστικά και θαρραλέες αποφάσεις

Καμπανάκι για την κυπριακή οικονομία χτυπά η ΟΕΒ καθώς όπως επισημαίνει, παρά τις αξιοθαύμαστες αντοχές που επιδεικνύει η πραγματική οικονομία μετά από διαδοχικές κρίσεις, οι τάσεις που καταγράφονται στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον είναι ανησυχητικές. 

Η ΟΕΒ θεωρεί απολύτως εφικτή την διατήρηση και βελτίωση των παραγωγικών και αναπτυξιακών αποτελεσμάτων της χώρας, αλλά απαιτούνται γρήγορα αντανακλαστικά και θαρραλέες αποφάσεις. Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά, οι δαπάνες είναι μόνιμες και ανελαστικές, αλλά τα έσοδα είναι αβέβαια.

Αναλυτικότερα, η Εκτελεστική Επιτροπή της Ομοσπονδίας Εργοδοτών & Βιομηχάνων (ΟΕΒ) σε τακτική της συνεδρία που πραγματοποιήθηκε στις 31 Αυγούστου, προέβη ανάμεσα σε άλλα σε επισκόπηση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, σε εκτίμηση των βασικότερων κινδύνων και σε διαμόρφωση βασικών εισηγήσεων για την περαιτέρω πορεία.

Τα βασικότερα πορίσματα συνοψίζονται στα ακόλουθα:

Παρά τις αξιοθαύμαστες αντοχές που επιδεικνύει η πραγματική οικονομία μετά από διαδοχικές κρίσεις, οι τάσεις που καταγράφονται στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον είναι ανησυχητικές και τα περιθώρια αποτελεσματικής προσαρμογής των επιχειρήσεων διαρκώς συρρικνώνονται.

Το κόστος της ενέργειας παραμένει σε απαράδεκτα ψηλά επίπεδα υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα ιδιαίτερα της εξαγωγικής βιομηχανίας – περιλαμβανομένης της τουριστικής. Οι δράσεις για εξασφάλιση ασφαλούς και φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας είναι προς την σωστή κατεύθυνση αλλά πρέπει να επιταχυνθούν.

Το κόστος του χρήματος έχει ανέλθει σε ιστορικά ψηλά επίπεδα μετά τις διαδοχικές αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η σταδιακή αποκλιμάκωση τους είναι επιβεβλημένη αφού ο πληθωρισμός στην Κύπρο έχει ήδη μειωθεί και η διατήρηση ψηλών επιτοκίων πλήττει τον ρυθμό ανάπτυξης.

Το κόστος εργασίας σε τομείς εκτεθειμένους σε ισχυρό διεθνή ανταγωνισμό, έχει γίνει οριακό και πριν από κάθε απόπειρα περαιτέρω αύξησης του, πρέπει να προηγείται μελέτη επιπτώσεων ενώ το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα αναμένεται να επιδείξει σύνεση και αυτοσυγκράτηση κατά την διαμόρφωση της πολιτικής εργατικών αιτημάτων. Η δε Πολιτεία πρέπει να επιταχύνει τον σχεδιασμό και υλοποίηση στεγαστικής πολιτικής που θα καθιστά προσβάσιμη την απόκτηση στέγης ιδιαίτερα στα νέα ζευγάρια, δεδομένου ότι το εκτοξευθέν κόστος στέγασης είναι αδύνατο να αντιμετωπιστεί με αντίστοιχη εκτόξευση των μισθών.

Το κόστος της πράσινης μετάβασης για επιχειρήσεις και νοικοκυριά δεν έχει γίνει ακόμα αντιληπτό από τους πολίτες και τους επιχειρηματίες ενώ οι πολιτειακοί σχεδιασμοί για υποβοήθηση και υποστήριξη της μετάβασης δεν είναι ακόμα ορατοί. Ο στόχος της κλιματικής ουδετερότητας εάν επιχειρηθεί χωρίς επαρκή προετοιμασία και κατάλληλη ενίσχυση, είναι ικανός να εκτροχιάσει την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και να οδηγήσει σε ανυπέρβλητες προκλήσεις βιωσιμότητας αναρίθμητων επιχειρηματικών οντοτήτων.

Ενώ τα υφιστάμενα μακροοικονομικά μεγέθη της χώρας συγκρίνονται ευνοϊκά με τους αντίστοιχους μέσους όρους της ευρωζώνης, η διαγραφόμενη τάση είναι ανησυχητική και επιβάλλει την έγκαιρη υλοποίηση αποτελεσματικών αποφάσεων. Όπως έχει δείξει η πικρή εμπειρία, όσο πιο αργά λαμβάνονται τόσο πιο οδυνηρά είναι τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής.

Το κρατικό μισθολόγιο καταγράφει θεαματική διόγκωση 161 εκ. ευρώ (πέραν του 11%) κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023 σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2022, χωρίς ενδείξεις μεσοπρόθεσμης συγκράτησης. Μοναδική διέξοδος από αυτόν τον φαύλο κύκλο είναι η επαναφορά και επικαιροποίηση της ξεχασμένης μεταρρύθμισης με την προσαρμογή της οργανικής δομής του Δημοσίου στα δεδομένα της ψηφιακής εποχής. Η ψηφιακή μεταρρύθμιση πρέπει να οδηγήσει σε ένα νέο Οργανόγραμμα με αριθμητικά πολύ μικρότερη, αισθητά οικονομικότερη και πολύ πιο αποτελεσματική κρατική μηχανή.

Οι δαπάνες για κοινωνικές παροχές κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023 είναι κατά 212 εκ. ευρώ (πέραν του 10%) ψηλότερες από τις αντίστοιχες του ίδιου εξαμήνου του προηγούμενου έτους. Η ανάγκη διασφάλισης ισχυρού δικτύου κοινωνικής προστασίας είναι αδιαμφισβήτητη αλλά πρέπει να περιορίζεται στους ευάλωτους, να είναι στοχευμένη, χρονικά περιορισμένη και προσανατολισμένη στην οικονομική αυτονόμηση των δικαιούχων.

Η προοπτική για παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων είναι επισφαλής αφού στηρίζεται σε παραδοχές για ρυθμούς ανάπτυξης ψηλότερους από αυτούς που πραγματικά επιτυγχάνονται μετά τα μέτρα κατά του πληθωρισμού. Ήδη τα πλεονάσματα του πρώτου εξαμήνου του 2023 έχουν μειωθεί στα 155 εκ. ευρώ από 570 εκ. ευρώ που ήταν στην αρχή του έτους. Παράλληλα το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών από το 2019 μέχρι σήμερα υπερβαίνει (σε κάποιες χρονιές θεαματικά) το όριο μακροοικονομικής ανισορροπίας του 4% του ΑΕΠ και η εκτίμηση της ΟΕΒ  για το 2023 είναι ότι ενδέχεται να υπερβεί το 12%.

Το εθνικό χρέος μειώνεται μεν ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (από 101% στο τέλος του 2021 σε 86,5% στο τέλος του 2022) αλλά αυτό κυρίως οφείλεται στην διόγκωση του ονομαστικού ΑΕΠ ένεκα του ψηλού πληθωρισμού. Ταυτόχρονα η αναχρηματοδότηση του χρέους θα επιχειρηθεί σε περιβάλλον ψηλών επιτοκίων ενώ η χώρα κατατάσσεται ακόμα εκτός επενδυτικής βαθμίδας από τον ένα εκ των βασικότερων Οίκων αξιολόγησης της πιστοληπτικής της ικανότητας (Moody’s).

Η Πολιτεία και οι πολιτικές δυνάμεις οφείλουν να μείνουν μακριά από προσεγγίσεις που δυνητικά υπονομεύουν την αξιοπιστία της χώρας ως επενδυτικό προορισμό ή ενεργοποιούν κινδύνους για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τα δημόσια οικονομικά. Σε αυτές περιλαμβάνονται αλλά δεν εξαντλούνται, έκτακτες φορολογίες σε απροσδόκητα κέρδη οποιασδήποτε οικονομικής δραστηριότητας, αποδυνάμωση του νομοθετικού πλαισίου των εκποιήσεων και έμμεση μείωση της συντάξιμης ηλικίας.

Η βελτίωση της κατάταξης της Κύπρου στην παγκόσμια κλίμακα ανταγωνιστικότητας και η αναβάθμιση της φιλικότητας του επιχειρηματικού οικοσυστήματος, δεν απαιτεί μόνο την ταχεία ολοκλήρωση των εκκρεμουσών μεταρρυθμίσεων αλλά και την εισαγωγή ουσιαστικών κινήτρων για προσέλκυση φρέσκου χρήματος. Υπενθυμίζεται ότι ενώ έχουν επιστραφεί στους εργαζόμενους όλες οι αποκοπές και επιβαρύνσεις που επιβλήθηκαν για την σωτηρία της οικονομίας κατά την κρίση του 2013, οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να επωμίζονται τις επιβαρύνσεις που επιβλήθηκαν σε αυτές (π.χ. αύξηση της εταιρικής φορολογίας από 10% σε 12,5% και της αμυντικής εισφοράς επί των μερισμάτων από 15% σε 17%) με αποτέλεσμα η τελική φορολογία στην Κύπρο σωρευτικά στην πραγματικότητα να είναι αισθητά  ψηλότερη από ότι ήταν πριν το 2013, γεγονός που επενεργεί ως αντικίνητρο για νέες επενδύσεις.

Τέλος, οποιαδήποτε δράση αφορά τον ιδιωτικό τομέα αυτονόητα προϋποθέτει την εξασφάλιση επαρκούς εργατικού δυναμικού, κάτι το οποίο η κυπριακή και ευρωπαϊκή αγορά εργασίας δεν μπορεί να προσφέρει. Είναι για αυτό επιβεβλημένη η απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών παροχής αδειών απασχόλησης εργαζομένων από τρίτες χώρες.

Η Εκτελεστική Επιτροπή της ΟΕΒ θεωρεί απολύτως εφικτή την διατήρηση και βελτίωση των παραγωγικών και αναπτυξιακών αποτελεσμάτων της χώρας, αλλά απαιτούνται γρήγορα αντανακλαστικά και θαρραλέες αποφάσεις τις οποίες η ΟΕΒ θα στηρίξει με όλες της τις δυνάμεις.
 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Στο μικροσκόπιο ΠτΔ – ΣΕΛΚ ο φορολογικός μετασχηματισμός

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ