Ακόμα μία δικαστική δικαίωση κουρεμένου - Αμέλεια και αποζημιώσεις €5,7 εκατ.

Αμέλεια, παράβαση καθηκόντων και ψευδείς παραστάσεις Κεντρικής και Κυπριακής Δημοκρατίας οι οποίες καλούνται να αποζημιώσουν τους καταθέτες της πρώην Λαϊκής με 5,7 εκατομμύρια ευρώ.

Ακόμη μια δικαστική δικαίωση κουρεμένου καταθέτη λήφθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού λίγες βδομάδες μετά την πρώτη απόφαση που χαρακτηρίστηκε ως ιστορική και η οποία και πάλι καταδικάζει την Κυπριακή Δημοκρατία και την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου οι οποίες επέδειξαν την απαιτούμενη αμέλεια.

Η εναγόμενοι δηλαδή Κυπριακή Δημοκρατία και Κεντρική Τράπεζα θα κληθούν να πληρώσουν αποζημιώσεις στους 5 ενάγοντες εκ Ρωσίας και Λευκορωσίας ποσά που ξεπερνούν τα 5,7 εκατομμύρια ευρώ.

Όπως αναφέρει η σημερινή απόφαση, με την παρούσα αγωγή οι ενάγοντες αξιώνουν, μεταξύ άλλων, αποζημιώσεις ύψους €5.770.000,00 ως ζημιές που κατ’ ισχυρισμό υπέστηκαν, εξαιτίας του γεγονότος ότι απώλεσαν τα κατατεθειμένα χρήματα τους στη Λαϊκή Τράπεζα, Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, εναγόμενους 1, οι οποίοι το 2013 οδηγήθηκαν, με βάση σχετική νομοθεσία, σε καθεστώς εξυγίανσης, οπότε υπήρξε η απομείωση των τραπεζικών τους λογαριασμών.

Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης, οι ενάγοντες, ρώσοι υπήκοοι, ανήκαν στην ίδια οικογένεια. Διατηρούσαν τραπεζικούς λογαριασμούς στην προαναφερόμενη τράπεζα σε υποκατάστημα της στη Λεμεσό. Πιο συγκεκριμένα στις 26.03.2013, ήταν κατατεθειμένα €1.000.000,00, στο όνομα της ενάγουσας 2, στο όνομα των εναγόντων 1 και 2, από κοινού, €870.000,00, στο όνομα της ενάγουσας 2 €2.200.000,00, στο όνομα του ενάγοντα 3 €600.000,00 και στο όνομα των εναγόντων 4 και 5 από κοινού €1.100.000,00.

Κατ’ επέκταση της πιο πάνω απομείωσης των καταθέσεων τους οι ενάγοντες καταχώρησαν την παρούσα αγωγή και διεκδικούν, μεταξύ άλλων, αποζημιώσεις οι οποίες ουσιαστικά αντανακλούν στα ποσά των χρημάτων που είχαν κατατεθειμένα στους τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούσαν στη Λαϊκή Τράπεζα, αφαιρουμένου του συνολικού ποσού των €500.000,00, ήτοι €100.000,00 για κάθε ενάγοντα, λόγω του ότι αυτά εξαιρέθηκαν της απομείωσης. Η Λαϊκή Τράπεζα σήμερα 5 βρίσκεται υπό εκκαθάριση και η αγωγή εναντίον της, δεδομένης της πρόνοιας του Άρθρου 220 του ΚΕΦ. 113 δεν συνεχίστηκε, καθ’ ότι δεν εξασφαλίστηκε άδεια δικαστηρίου για συνέχιση.

Ως αποτέλεσμα η Λαϊκή Τράπεζα αδυνατεί να τους επιστρέψει τα ποσά που απώλεσαν, οι δε ενάγοντες θεωρούν ότι, εκτός από τη Λαϊκή Τράπεζα, ευθύνονται για την απώλεια των καταθέσεων τους και οι εναγόμενες 2 και 3. Ως ισχυρίζονται, μεταξύ άλλων, στην Έκθεση Απαίτησής τους, στις 16.03.2013, η εναγόμενη 3 συμφώνησε με διεθνείς δανειστές, γνωστούς ως ΤΡΟΙΚΑ, το δανεισμό της για το ποσό των 10 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Με τη συμφωνία αυτή απαγορεύθηκε η χρησιμοποίηση έστω μέρους του εν λόγω δανείου για ανακεφαλαιοποίηση των κυπριακών τραπεζών και εισάχθηκε η πρακτική ανακεφαλαιοποίησης τους με ίδια μέσα, (bail in), τα οποία επέφεραν την ανάγκη «κουρέματος» των καταθέσεων των καταθετών, μεταξύ αυτών και των εναγόντων. Στις 19.03.2013 ακολούθησαν η απόρριψη, από τη Bουλή των Αντιπροσώπων, πρότασης νόμου για «εφάπαξ εισφορά» επί όλων των καταθέσεων, σε όλες τις τράπεζες, και στις 22.03.2013 η ψήφιση σειράς νόμων στο πλαίσιο του πακέτου διάσωσης της κυπριακής οικονομίας, περιλαμβανομένου του Ν.17(Ι)/2013, με τον οποίο η εναγόμενη 2 ορίστηκε ως η Αρχή Εξυγίανσης όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Αμέλεια, παράβαση καθηκόντων και ψευδείς παραστάσεις Κεντρικής και Κυπριακής Δημοκρατίας

Οι ενάγοντες από τις 16.03.2013 και μετά δεν είχαν πρόσβαση στους λογαριασμούς τους. Μεταξύ άλλων οι ενάγοντες αποδίδουν αμέλεια και/ή παράβαση καθηκόντων και/ή ψευδείς και/ή παραπλανητικές παραστάσεις και/ή δόλο στις εναγόμενες 2 και 3 και παραθέτουν, στην Έκθεση Απαίτησής τους, λεπτομέρειες υποστηρίζουσες την εκδοχή τους.

Περαιτέρω η κατ’ ισχυρισμό ευθύνη της εναγόμενης 2 μεταξύ άλλων, συνίσταται στα ακόλουθα:

- Έλλειψη ελέγχου, ως εποπτική αρχή, στον τρόπο απόκτησης των Ελληνικών Κρατικών Ομολόγων.

- Έλλειψη προειδοποίησης προς τις τράπεζες για τις συνέπειες από την συμφωνία απομείωσης των Ελληνικών Κρατικών Ομολόγων.

- Για τη μετατροπή της Marfin Εγνατία Τράπεζα ΑΕ σε υποκατάστημα στις 31.03.2011.  

- Ενώ η ρευστότητα της Λαϊκής Τράπεζας μειώθηκε και επέβαλε περιορισμούς εξαίρεσε από τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας τα κυβερνητικά ομόλογα και την θεωρούσε φερέγγυα και της παραχωρούσε ELA και μετά τον Μάϊο του 2012.

- Παρά τις παραβιάσεις των δεικτών από τη Λαϊκή Τράπεζα συνέχιζε να της παραχωρεί ELA.

- Επέτρεψε ώστε οι επισφαλείς χορηγίες της Λαϊκής Τράπεζας, στην Κύπρο και στην Ελλάδα, να αυξάνονται συνεχώς και δραματικά χωρίς ενέργειες για έλεγχο της κατάστασης.

- Έδειξε πλήρη εμπιστοσύνη σε ανακοινώσεις της εναγόμενης 3 για ανακεφαλαιοποίηση της Λαϊκής Τράπεζας από πρόγραμμα στήριξης.

Είχαν καθήκον να διαγνώσουν και να διαχειριστούν τον ορθά προβλέψιμο κίνδυνο της οικονομίας

Ακόμη ισχυρίζονται οι ενάγοντες ότι η ευθύνη των εναγόμενων 2 και 3 στοιχειοθετείται λόγω παράβασης των θεσμικών/ειδικών καθηκόντων τους προς τους ενάγοντες, επειδή βρίσκονταν σε θέση εγγύτητας και/ή ως θεματοφύλακες της προστασίας της οικονομίας της Κύπρου και/ή της εύρυθμης λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος.

Είχαν δε, οι εναγόμενες 2 και 3, καθήκον να διαγνώσουν έγκαιρα και/ή να εκτιμήσουν και/ή να διαχειριστούν ορθά τον εύλογα προβλέψιμο, ήδη από τις αρχές του 2009, κίνδυνο κατάρρευσης της οικονομίας και/ή να έχουν την ικανότητα να αποτρέψουν τον κίνδυνο που οι ίδιες δημιούργησαν για την κατάρρευση της οικονομίας του κράτους και των δύο μεγάλων τραπεζών, Τράπεζας Κύπρου και Λαϊκής.

Τα διαχρονικά λάθη και παραλείψεις των εκάστοτε κυβερνήσεων 

Επιπλέον οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι η εναγόμενη 3 είναι υπεύθυνη για την κάκιστη διαχρονική οικονομική πολιτική της και τα συνεχή διαχρονικά λάθη και παραλείψεις, των εκάστοτε κυβερνήσεων, που εντάθηκαν κατά τα έτη μεταξύ του 2009 μέχρι τον Μάρτιο του 2013, σε συνδυασμό με την έλλειψη εποπτείας των τραπεζών και/ή κάκιστη εποπτεία και/ή χωρίς εμπειρογνωμοσύνη και/ή αμελή εποπτεία εκ μέρους της εναγόμενης 2. Με το παρακλητικό της Έκθεσης Απαίτησης ζητείται (α) απόφαση για το ποσό των €5.770.000,00 (β) δήλωση ότι η πρόνοια που συμφωνήθηκε με το Προκαταρκτικό και Τελικό Μνημόνιο για διάσωση της Λαϊκής Τράπεζας με ίδια 7 μέσα (bail in), είναι αντισυνταγματική (γ) δήλωση ότι το Άρθρο 32 του Ν.66(Ι)/1997 είναι αντισυνταγματικό (δ) δήλωση ότι ο Ν.17(Ι)/2013 και οι ΚΔΠ που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού είναι αντισυνταγματικές (ε) δήλωση ότι οι εναγόμενες 2 και 3 εμποδίζονται, λόγω πράξεων και/ή δηλώσεων και/ή υποσχέσεων, να ισχυρίζονται ότι δεν έχουν ευθύνη, και/ή ότι έχουν ευθύνη έναντι των εναγόντων για τις πράξεις και παραλείψεις τους και (στ) δήλωση ότι ο όρος στις συμφωνίες της εναγόμενης 2 με την ΤΡΟΙΚΑ, με την οποία καθορίζεται ως μέθοδος εξυγίανσης η «διάσωση με ίδια μέσα», είναι αντισυνταγματική, πλέον τα έξοδα της δίκης.

Αρνούνται την απαίτηση Κεντρική και ΚΔ - "Έκαναν ότι μπορούσαν"

Με την Υπεράσπισή τους, οι εναγόμενες 2 και 3 αρνούνται την απαίτηση των εναγόντων και τους δικογραφημένους ισχυρισμούς υποστηρίζοντες αυτήν. Συνοπτικά οι θέσεις τους είναι πως, η εναγόμενη 2 δεν επέδειξε έλλειψη εποπτείας ή ενήργησε με αμελή εποπτεία κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Κατά τον ουσιώδη χρόνο εφάρμοσε αυστηρή και συνεχή εποπτεία επί των δραστηριοτήτων των πιστωτικών ιδρυμάτων, όπως προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία και τη διεθνή πρακτική.

Κατά την άσκηση των εξουσιών της, ως Αρχή Εξυγίανσης, δυνάμει του Ν.17(Ι)/2013, λήφθηκαν όλα τα απαραίτητα μέτρα και μετά από κοινή απόφαση με τον Υπουργό Οικονομικών, και αφού κρίθηκε ότι συνέτρεχαν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος και δημόσιας ωφέλειας, εξέδωσε διατάγματα για τη λήψη μέτρων εξυγίανσης στην Τράπεζα Κύπρου και στη Λαϊκή Τράπεζα.

Προβάλλεται επίσης, διαζευκτικά, η θέση υπό τύπο προδικαστικής ένστασης, μεταξύ άλλων, πως η αγωγή είναι πρόωρη καθ’ ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η εξυγίανση της Λαϊκής Τράπεζας, και ως εκ τούτου, οι ενάγοντες δεν δύνανται να γνωρίζουν την έκταση ή το μέγεθος της πιθανής ζημιάς τους.

Η εναγόμενη 3 ισχυρίζεται πως έκανε ό,τι μπορούσε υπό τις περιστάσεις και τα γνωστά γεγονότα που οδήγησαν σε συμφωνίες με τους δανειστές της, για να σώσει την κυπριακή οικονομία και να αποφευχθεί η χρεωκοπία της Κύπρου. Η πιστοληπτική ικανότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας υποβαθμίστηκε και εν τέλει αυτή αποκλείστηκε από τις διεθνείς αγορές, με αποτέλεσμα να περιοριστούν οι δυνατότητες χρηματοδότησης των αναγκών του κράτους. 

Ουδεμία δε εξουσία ή αποφασιστική αρμοδιότητα είχε ως προς τα μέτρα εξυγίανσης τα οποία λήφθηκαν στο πλαίσιο νόμου που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων. Οποιαδήποτε δε μέτρα λήφθηκαν δικαιολογούνταν από το δίκαιο της ανάγκης. Έστω δε ότι ήθελε αποδειχθεί πως οποιοσδήποτε κυβερνητικός αξιωματούχος προέβη αρμοδίως σε δήλωση και/ή παράσταση, αυτή έγινε ειλικρινά και/ή καλόπιστα και/ή στη βάση των πληροφοριών που οι αξιωματούχοι είχαν και/ή ήταν χωρίς οποιαδήποτε πρόθεση να παραπλανήσουν τους ενάγοντες και/ή να επηρεάσουν τη συμπεριφορά τους. Τα μέτρα εξυγίανσης δεν έφεραν τους ενάγοντες σε δυσμενέστερη θέση απ’ ότι αυτοί θα βρίσκονταν αν η Λαϊκή Τράπεζα οδηγείτο σε εκκαθάριση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ