Της Ευδοκίας Παπαδοπούλου
955 άνθρωποι. Αυτός είναι ο αριθμός όσων ακόμα αγνοούνται, 50 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Από τα 2002 άτομα που περιλαμβάνονται στην επίσημη λίστα των αγνοουμένων μεταξύ των οποίων, ηλικιωμένοι, γυναίκες και παιδιά, έχουν μέχρι στιγμής ταυτοποιηθεί και επιστραφεί τα λείψανα των 1.047 προκειμένου να ταφούν με τις πρέπουσες τιμές.
Ψηλαφώντας την ανεπούλωτη ακόμη, πληγή, το Economy Today επιχειρεί να αναδείξει μία διάσταση του πολυεπίπεδου και συνάμα, δύσκολου έργου της Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους (ΔΕΑ), εστιάζοντας στα βασικότερα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της για να φέρει εις πέρας την αποστολή της. Το Ανθρώπινο Δυναμικό και τους χρηματοδοτικούς πόρους. Η συμβολή της υπήρξε άλλωστε, καταλυτική στον εντοπισμό, την εκταφή και την ταυτοποίηση συνανθρώπων μας που αγνοούνται μετά τα γεγονότα της τουρκικής εισβολής του 1974, καθώς και από τις διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963-1964.
25 χρόνια. κενό
Η ΔΕΑ συστάθηκε τον Απρίλιο του 1981, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, με κύρια αποστολή της την ανάκτηση, ταυτοποίηση και επιστροφή των λειψάνων στις οικογένειες των αγνοουμένων. Ωστόσο, χρειάστηκαν 25 περίπου χρόνια προκειμένου να ξεκινήσουν οι ανασκαφές που έμελλε να δώσουν απαντήσεις στα αμέτρητα ερωτήματα εκείνων που παρέμεναν πίσω. Είχε χαθεί όμως, πολύτιμος χρόνος.
«Υπήρξε στην αρχή τεράστια καθυστέρηση στην έναρξη των εργασιών», εξηγεί ο εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής κοινότητας στη ΔΕΑ, Λεωνίδας Παντελίδης, επισημαίνοντας πως, το διάστημα που μεσολάβησε από τα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, περιοριζόταν σε συζητήσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών.
Οι πρώτες ανασκαφές άρχισαν να πραγματοποιούνται το 2006, με τον κ. Παντελίδη να σημειώνει πως «μέχρι τότε είχαν χαθεί σημεία που προηγουμένως ήταν προσβάσιμα, πληροφορίες, αλλά και μάρτυρες», δυσχεραίνοντας ως εκ τούτου, το ήδη περίπλοκο έργο της επιτροπής.
Προηγήθηκαν πέντε συνολικά ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, από το 1975 μέχρι και το 1982, που οδήγησαν στη σύσταση του Σώματος που θα αναλάμβανε να εξακριβώσει την τύχη των αγνοουμένων, ενώ μόλις το 1997, οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων συμφώνησαν να παραχωρήσει η μία πλευρά στην άλλη, άμεσα και ταυτόχρονα, όλες τις πληροφορίες που βρίσκονταν στη διάθεσή τους όσον αφορά τους χώρους ταφής των Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων αγνοουμένων.
«Σήμερα παρόλο του ότι υπάρχουν αυτά τα συσσωρευμένα προβλήματα συνεχίζουμε τις προσπάθειες για να εντοπίσουμε τους υπόλοιπους», τονίζει.
Δαπανηρή η αναζήτηση της αλήθειας
Όπως η ίδια η ΔΕΑ διατυπώνει, οι προσπάθειες της είναι δαπανηρές και μόνο μέσω ουσιαστικής βοήθειας από δωρητές μπορεί να διατηρήσει τη δραστηριοποίησή της. Από το 2006 μέχρι και σήμερα οι δωρεές που εξασφάλισε ανέρχονται γύρω στα €50 εκατομμύρια, με κυριότερη τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αγγίζει τα €38,5 εκατομμύρια.
Συγκεκριμένα, τα τελευταία 18 χρόνια, η ΔΕΑ έχει λάβει το ποσό των €49.579.947 εκατομμυρίων, από 22 διαφορετικές πηγές. Η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο δωρητή μετά την Ευρωπαϊκή Ένωση, διαθέτοντας συνολικά, €4.012.700, ενώ η Τουρκία, παρά το γεγονός πως έχει καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τον ρόλο της στην υπόθεση των αγνοουμένων και συγκεκριμένα, για την αποτυχία της να διερευνήσει αποτελεσματικά την τύχη Ελληνοκύπριων που αγνοούνται, έχει καταβάλει, μέσα σε δύο σχεδόν δεκαετίες, μόλις €1.362.825. Εξάλλου, εκατοντάδες είναι οι περιπτώσεις αγνοουμένων που αφορούν αιχμαλώτους πολέμου οι οποίοι είχαν μεταφερθεί παράνομα στην Τουρκία και κρατούνταν σε τουρκικές φυλακές, είτε εξαφανίστηκαν, αφότου εθεάθησαν ζωντανοί στα χέρια του τουρκικού στρατού ή Τουρκοκυπρίων που ενεργούσαν υπό τις οδηγίες των τουρκικών δυνάμεων, σε περιοχές που σήμερα βρίσκονται υπό κατοχή.
Ανάμεσα στα κράτη με την υψηλότερη συνεισφορά συγκαταλέγονται η Ελβετία και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, έχοντας μέχρι στιγμής διαθέσει €848.452 και €847.800, αντίστοιχα.
Αναμφίβολα, η εξασφάλιση περισσότερων πόρων θα εντατικοποιούσε τους ρυθμούς εργασιών της επιτροπής, παραδέχεται ο κ. Παντελίδης, προσθέτοντας πως καλούνται να εντοπίσουν πέραν των 900 ατόμων, έχοντας στο δυναμικό τους επτά συνεργεία. «Ένα συνεργείο κοστίζει γύρω στις €350 χιλιάδες τον χρόνο», υπογραμμίζει.
Ο κομβικός ρόλος της Αργεντινής
Αν και η Αργεντινή δεν περιλαμβάνεται στις χώρες που παρείχαν χρηματοοικονομική στήριξη στη ΔΕΑ, ο ρόλος της υπήρξε κομβικός για το έργο της. Συγκεκριμένα, ήταν η Αργεντίνικη Ομάδα Δικανικής Ανθρωπολογίας (EAAF – Equipo Argentino de Anthropologia Forense) που ανέλαβε, έπειτα από εισήγηση της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, τον σχεδιασμό, τη δημιουργία και στην αρχή τον συντονισμό των αρχαιολογικών και ανθρωπολογικών πτυχών του προγράμματος Εκταφής, Ταυτοποίησης και Παράδοσης των Λειψάνων των Αγνοουμένων στην Κύπρο, εκπαιδεύοντας τη Δικοινοτική Δικανική Ομάδα της ΔΕΑ, η οποία σήμερα αποτελείται από περισσότερους από 60 Κύπριους αρχαιολόγους και ανθρωπολόγους.
Παράλληλα και άλλα κράτη συνέβαλαν με διαφορετικούς τρόπους πέραν του χρηματικού, όπως η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο που παρείχαν κάποιου είδους εκπαίδευση ή ο Καναδάς και η Νέα Ζηλανδία που ανέλαβαν την ανάλυση δεδομένων από το πεδίο.
Εν αναμονή πρόσθετων συνεργείων
Σήμερα, στη ΔΕΑ απασχολούνται περίπου 100 Κύπριοι επιστήμονες, με 60 αρχαιολόγους - Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους - να είναι επιφορτισμένοι με τις διαδικασίες ανασκαφών. Η επιτροπή προσβλέπει σε αύξηση των συνεργείων σε 10, έπειτα από συμφωνία μεταξύ του προέδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Χριστοδουλίδη και του κατοχικού ηγέτη, Ερσίν Τατάρ, όταν οι δύο τους πραγματοποίησαν τον Ιούλιο του 2023 κοινή επίσκεψη στο εργαστήρι της επιτροπής. «Εισήγησή μας ήταν να αυξηθούν τα συνεργεία, την οποία και αποδέχθηκαν», συμπληρώνει ο κ. Παντελίδης. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει, αυτό θα γίνει σταδιακά για πρακτικούς, κυρίως, λόγους, καθώς απαιτείται η αγορά εξειδικευμένου εξοπλισμού, διαφόρων μηχανημάτων και οχημάτων, ενώ στόχος είναι να προβούν σε νέες προσλήψεις, αυξάνοντας τον αριθμό των αρχαιολόγων. Για παράδειγμα, περιγράφει, χρειάζονται δύο αυτοκίνητα ανά συνεργείο, αλλά και άλλου είδους εξοπλισμός όπως κινητές τουαλέτες και στολές.
Απαντώντας για το εάν υπήρξε έκτοτε κάποια εξέλιξη, ο κ. Παντελίδης αναφέρει πως «η διαδικασία τρέχει». Παράλληλα, μάς πληροφορεί πως περί τα μέσα Αυγούστου ένα ακόμη συνεργείο θα προστεθεί στον αριθμό όσων πραγματοποιούν ανασκαφές, ανεβάζοντας πλέον τον συνολικό αριθμό στα οκτώ. «Ελπίζουμε αρχές του έτους να αυξηθούν σε εννέα», προσθέτει, επισημαίνοντας πως θα πρέπει επίσης, να ληφθεί η απαραίτητη χρηματοδότηση για να γίνουν οι απαιτούμενες αγορές.
Το 2024, ο επιχειρησιακός προϋπολογισμός της ΔΕΑ έφθασε τα €3,4 εκατομμύρια, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να καλύπτει το 80%, συνεισφέροντας, ως ο μεγαλύτερος και πιο τακτικός δωρητής, €2,6 εκατομμύρια.
Αντίκτυπος από τις οικονομικές προκλήσεις
Μέχρι τώρα δεν υπήρχαν οικονομικές δυσκολίες που να επηρεάζουν το έργο της ΔΕΑ, αναφέρει ο κ. Παντελίδης. «Η συνεισφορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πολύ γενναιόδωρη», σημειώνει, υποδεικνύοντας εντούτοις, πως τόσο κατά τη φετινή χρονιά, αλλά και για το επόμενο έτος εκτιμάται πως θα υπάρξει οικονομική στενότητα, κυρίως λόγω των αυξημένων πληθωριστικών πιέσεων που καταγράφονται σε διεθνές επίπεδο. Όπως εξηγεί, το κόστος για τη διενέργεια μίας εξέτασης DNA ανερχόταν στα €350. «Πλέον», δηλώνει, «μπορεί να ανέλθει ακόμη και στα €700». Την ίδια ώρα, αποκαλύπτει πως έχουν προβεί σε σειρά περικοπών για να διασφαλίσουν πως οι βασικές δραστηριότητες της επιτροπής που αφορούν, μεταξύ άλλων, τις ανασκαφές και τις ταυτοποιήσεις, θα συνεχιστούν με τον ίδιο ρυθμό.
Η άνοδος των λειτουργικών δαπανών δεν είναι, ωστόσο, η μόνη πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει η ΔΕΑ, αφού οι διάφορες γεωπολιτικές εξελίξεις συνιστούν ένα ακόμη αστάθμητο παράγοντα που επηρεάζει το κομμάτι των δωρητών. Ενδεικτικά, τον Ιούλιο του 2023, το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας ενημέρωσε την επιτροπή για τη λήξη της οικονομικής στήριξης της Γερμανίας, αιτιολογώντας την κίνηση αυτή στην ανακατανομή των κονδυλίων για διεθνή βοήθεια, δίνοντας προτεραιότητα στην Ουκρανία και ειδικότερα, στα ζητήματα μετανάστευσης.
Ο κ. Παντελίδης, περιγράφει πως γίνεται μία προσπάθεια ούτως ώστε να εξασφαλιστεί περισσότερη βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, χρειάζονται όμως, αρκετοί μήνες για να αποδώσει καρπούς, καθώς το θέμα άπτεται του προϋπολογισμού της Ε.Ε. και ως εκ τούτου, θα πρέπει να πραγματοποιηθούν αρκετές συζητήσεις, προτού υπάρξει κατάληξη.
Ενώπιον Ε/κ κοινή τροπολογία τριών ευρωβουλευτών
Τον Ιούλιο, οι Κύπριοι ευρωβουλευτές Γιώργος Γεωργίου, Λουκάς Φουρλάς και Κώστας Μαυρίδης, κατέθεσαν από κοινού τροπολογία στην Επιτροπή Εξωτερικών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της οποίας είναι μέλη, καλώντας για κατανομή €1 εκατομμυρίου από τον Προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την ενίσχυση του έργου τής ΔΕΑ.
Η τροπολογία αφορούσε επίσης και την κατανομή €3,5 εκατομμυρίων για τις ανάγκες της Τεχνικής Επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομιά. «Το ζωτικής σημασίας έργο των δύο επιτροπών συμβάλλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και χτίζει τα θεμέλια για συμφιλίωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Αυτές οι προσπάθειες, ωστόσο, είναι δαπανηρές και μόνο μέσω ουσιαστικής βοήθειας από δωρητές μπορεί να διατηρηθεί η δραστηριοποίησή τους. Σε αυτό το πλαίσιο η συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι καταλυτική», σημείωναν σε κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν. Επιπρόσθετα, οι τρεις ευρωβουλευτές εξέφρασαν την άποψη πως με τη διάθεση αυτών των κονδυλιών, οι δύο επιτροπές αναμένεται ότι θα συνεχίσουν απρόσκοπτα το πολύ σημαντικό τους έργο «που είναι καίριας σημασίας για την Κυπριακή Δημοκρατία, για τις συνολικές προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος καθώς και για τις προσπάθειες οικοδόμησης εμπιστοσύνης και συμφιλίωσης στην Κύπρο».
Η ώρα και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας;
Με εξαίρεση τη δωρεά, ύψους €87.000 από την οικογένεια του πρώην προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Γλαύκου Κληρίδη, η ΔΕΑ δεν έχει λάβει ποτέ δωρεές από ιδιώτες ή εταιρείες. «Οι συνεισφορές μέχρι τώρα ήταν από κράτη», ξεκαθαρίζει ο Λεωνίδας Παντελίδης, σημειώνοντας, ωστόσο, πως αυτή τη στιγμή, δεδομένων των προβλημάτων που υπάρχουν, θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο να εξασφαλιστούν πόροι και από άλλες πηγές. Πιθανόν, όπως λέει, η συνεισφορά από ιδιώτες ή από εταιρείες να γίνεται σε είδος, με την αγορά εξοπλισμού ή μηχανημάτων.
Αναφερόμενος στο νέο συνεργείο που αναλαμβάνει καθήκοντα αυτό το διάστημα, επεξηγεί πως θα χρειαστεί να προχωρήσουν στην αγορά μπουλντόζας, το κόστος της οποίας αγγίζει τις €100.000. «Θα κάνουμε μία προσπάθεια να την εξασφαλίσουμε σε μειωμένη τιμή ή ακόμη και χωρίς να την πληρώσουμε», σημειώνει.
Θα πρέπει να επισημανθεί πως στο παρελθόν υπήρξαν μεμονωμένες περιπτώσεις ιδιωτικής δωρεάς, όπως όταν δημοσιογράφος δώρισε στην επιτροπή το ποσό που εξασφάλισε ως βραβείο μετά από διάκριση σε διαγωνισμό.
Μέχρι τέλους
Στην επίσημη λίστα των αγνοουμένων περιλαμβάνονται 1.510 Ελληνοκύπριοι και 492 Τουρκοκύπριοι. Μέχρι σήμερα, έχουν ταυτοποιηθεί 1.047 πρόσωπα, εκ των οποίων 752 Ελληνοκύπριοι και 295 Τουρκοκύπριοι. Εξακολουθούν να αγνοούνται 955 άνθρωποι.
Μοναδική μας ευχή προς την οικογένεια κάθε αγνοουμένου και αγνοουμένης, αλλά και προς όλο τον κυπριακό λαό, είναι να φέξει επιτέλους «το φως τζιείνης της μέρας πον να φέρει στον καθέναν τζιαι δροσιάν τζιαι ποσπασιάν..»
Διαβάστε επίσης: 50 χρόνια από την καταστροφή στο «οικονομικό θαύμα»