Οι «πομισσιάριες» του Ριζοκάρπασου - Ένα φαινόμενο καθημερινής διπλωματίας

Η πρακτική της «πομισσιαρκάς» ως καθοριστικός παράγοντας στη ζωή των εγκλωβισμένων

Του Δημήτρη Κοτσιέκκα*

Ως απόφοιτος του γυμνασίου Ριζοκαρπάσου μού δόθηκε η ευκαιρία από το Παν. Κύπρου να φοιτήσω στη Νομική Σχολή. Αυτή την ευκαιρία δεν την αντιμετώπισα ποτέ ως δυνατότητα εκπαίδευσης σε ένα συγκεκριμένο τμήμα από το οποίο θα αποκόμιζα απλά κάποιες επαγγελματικές δεξιότητες που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω για βιοποριστικούς σκοπούς. Στο μυαλό μου ήταν μια ευκαιρία -όχι απλώς να «ξεφύγω» από τη «ζωή» στα κατεχόμενα ως «εγκλωβισμένος»- αλλά και να παρατηρήσω, να κατανοήσω και να μελετήσω το νομικό-κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο γεννήθηκα και μεγάλωσα. Και έτσι ξεκίνησε μια σειρά πρωταρχικών ερωτήσεων: «Ποιο ήταν το άλλο παιδί που παίζαμε στις αλάνες;» «Από πού ήρθε;» «Τι λέγεται για αυτό;» «Από ποιους λέγεται;» «Ποια θρησκεία είχε;» «Σε τι διαφέρουμε;» «Ποιοι κανόνες διέπουν τις συναναστροφές μας;» «Πώς μπορούμε να συνυπάρξουμε;»

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω ερωτήματα, ξεκίνησα να μελετώ σε διδακτορικό επίπεδο, την καθημερινή επαφή μεταξύ ομάδων που ζουν και δραστηριοποιούνται στο κατεχόμενο Ριζοκάρπασο. Η σημερινή συζήτηση θα επικεντρωθεί σε κάποιους από τους βασικούς λόγους που παρέμειναν οι εγκλωβισμένοι στο κατεχόμενο Ριζοκάρπασο. Την αγάπη τους για τον τόπο και τους ανθρώπους του και την ενασχόλησή τους με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, που αποτυπώνεται στον όρο «πομισσιαρκά». Όχι απλώς ως τρόπος ζωής αλλά ως ριζοσπαστικό κίνημα.

Ιστορική Αναδρομή

Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, κρίνεται σκόπιμο να γίνει μια σύντομη ιστορική αναδρομή σε σχέση με τα γεγονότα που συνδέονται με τη συζήτηση που θα ακολουθήσει. Στο παρόν κείμενο δεν γίνεται εκτεταμένη αναφορά στις δυσκολίες που προκαλούνται μέχρι σήμερα από το καθεστώς εναντίον των εγκλωβισμένων καθώς, θα μπορούσε να αποτελέσει θέμα για μια άλλη συζήτηση. Σήμερα μιλάμε για τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους.

Μετά το τέλος της δεύτερης φάσης της τουρκικής στρατιωτικής εισβολής στην Κύπρο, στα τέλη Αυγούστου του 1974, περίπου 20.000 Ελληνοκύπριοι που κατοικούσαν σε χωριά και κωμοπόλεις, κυρίως στη χερσόνησο της Καρπασίας και στην Κερύνεια (Μαρωνίτικα χωριά), παρέμειναν πίσω από τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός. Η Κυπριακή Δημοκρατία όταν αναφέρεται στα άτομα αυτά χρησιμοποιεί τον όρο εγκλωβισμένοι, προβάλλοντας ως έναν από τους βασικούς λόγους που έμειναν το γεγονός ότι βρέθηκαν, εξαιτίας της κατοχής, κατά κυριολεξία εγκλωβισμένοι στα χωριά τους.

Υψίστης σημασίας για την πορεία τόσο του Κυπριακού ζητήματος όσο και των εγκλωβισμένων είναι η συμφωνία της Τρίτης Βιένης. Η τ/κ πλευρά βάσει της Τρίτης Βιένης, μεταξύ άλλων, αναλάμβανε να παράσχει στους εγκλωβισμένους «κάθε βοήθεια για να διάγουν ομαλή ζωή, περιλαμβανομένων διευκολύνσεων για την παιδεία και για την άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων τους, καθώς και ιατρική περίθαλψη από δικούς τους γιατρούς και ελευθερία διακίνησης στον βορρά».

Σε ό,τι αφορά στον όρο «ομαλή ζωή» οι εγκλωβισμένοι αντιμετωπίζουν μέχρι σήμερα προβλήματα με το καθεστώς των κατεχομένων. Ειδικά την περίοδο 1974 – 2003 πέραν των περιορισμών διακίνησης, τους συνεχείς ελέγχους και την ανασφάλεια που προκαλούσαν αυτά τα μέτρα στη ζωή των εγκλωβισμένων, οι ίδιοι υποχρεώνονται να στέλνουν τα παιδιά τους στις ελεγχόμενες από την ΚΔ περιοχές για να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους μακριά από τον τόπο και την οικογένειά τους, χωρίς να μπορούν, κατά την πρώτη περίοδο, να επικοινωνήσουν μαζί τους παρά μόνο με γράμματα μέσω του Ερυθρού Σταυρού και μαγνητοφωνημένα μηνύματα που μεταδίδονταν μέσω του ΡΙΚ. Τέλος, κατά την περίοδο αυτή, οι εγκλωβισμένοι (όπως και οι υπόλοιποι κάτοικοι της Κύπρου) δεν μπορούσαν να περάσουν την «Πράσινη Γραμμή» μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’80, όπου μπορούσαν μετά από έγκριση των τουρκοκυπριακών Αρχών να περάσουν το οδόφραγμα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Σημειώνεται, δε, ότι μετά το 1978 άρχισε η αποστολή «ανθρωπιστικής βοήθειας» προς τους εγκλωβισμένους μέσω των ΗΕ, όπου λαμβάνουν μέχρι σήμερα οι εγκλωβισμένοι είδη πρώτης ανάγκης και φάρμακα.

Πώς προσδιορίζεται η «ομαλή ζωή»; Το 1974 σε ένα περιβάλλον άμεσης βίας, ομαλή ζωή μπορούσε να θεωρηθεί και το αυτονόητο. Να επιτρέψουν, δηλαδή, οι τουρκικές Αρχές στους εγκλωβισμένους να παραμείνουν στα σπίτια τους χωρίς να τους ασκούν σωματική βία, ενώ, σε μεταγενέστερο στάδιο η ομαλή ζωή συμπεριέλαβε την ανάγκη των εγκλωβισμένων να έχουν εκκλησίες και σχολεία στα χωριά τους (γυμνάσιο, αφού το δημοτικό δεν σταμάτησε να λειτουργεί). Σήμερα, ο όρος ομαλή ζωή περιλαμβάνει και την ανάγκη των νεαρών εγκλωβισμένων να μπορέσουν να εργαστούν στα χωριά σε τομείς πέραν της γεωργίας χωρίς προστριβές και περιορισμούς.

Αφού, η συντριπτική πλειοψηφία των εγκλωβισμένων στο Ριζοκάρπασο, όπου και θα επικεντρωθεί η συζήτηση, αποτελείται (μέχρι σήμερα) από γεωργούς οι οποίοι συνέδεσαν την παραμονή τους στα σπίτια τους με τη συνέχιση της ενασχόλησής τους με τη γη. Αυτό επιτεύχθηκε σε συνδυασμό με τις καλές σχέσεις που είχαν με τους Τ/κ συναδέλφους τους των γειτονικών χωριών πριν το 1974. Οι δεσμοί αυτοί διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια για παραμονή στα σπίτια τους.

Ο αγρότης του Ριζοκαρπάσου

Ως εικόνα, ο αγρότης του Ριζοκαρπάσου, με οικονομικούς όρους, είναι ένας μικρός αγροτικός παραγωγός με πολύ περιορισμένους κεφαλαιουχικούς πόρους, ο οποίος βασίζει την οικονομική του στρατηγική στην αυτοεκμετάλλευση τής μη αμειβόμενης οικογενειακής εργασίας, χωρίς να επιτυγχάνεται συσσώρευση κεφαλαίου. Παράλληλα, ο αγρότης του Ριζοκαρπάσου, παράγει για ιδιοκατανάλωση και ασκεί μια ισότιμη ανταλλαγή με άλλους παραγωγούς σε παρόμοιες συνθήκες, μέσω της «πομισσιαρκάς», που εξηγείται πιο κάτω.

Η παρουσίαση αυτών των ευρημάτων γίνεται μετά από εκτεταμένη επιτόπια παρουσία και συζητήσεις με Ε/κ και Τ/κ της περιοχής, οι οποίοι σήμερα ως ενήλικες παρουσιάζουν, τόσο τα βιώματα και τις αναμνήσεις τους για την περίοδο που προηγήθηκε του 1974, όσο και τις καθημερινές πρακτικές που συνεχίζουν να εφαρμόζουν μέχρι σήμερα ως «πομισσιάριες» με σκοπό τη διατήρηση, αναλογικά, των ειρηνικών συνθηκών μέσω της διαπραγμάτευσης.

Καθημερινή διαπραγμάτευση: το βασικό εργαλείο των εγκλωβισμένων

Ο καθένας μας, είτε στεγάζεται σε ένα διαμέρισμα στη νοτιοδυτική πλευρά της Κύπρου σήμερα, είτε σε μια «καλύφη» (καλύβα) στην περιοχή «Συκά» στο Ριζοκάρπασο πριν το 1974, μπλέκεται αναπόφευκτα σε μια συνεχή διαπραγμάτευση, κάνοντας προσπάθεια να πλοηγηθεί σε όποια κατάσταση προκύψει στην καθημερινότητά του. Μερικές φορές και εφόσον έχουμε τη δυνατότητα, διαπραγματευόμαστε τις δικές μας θέσεις και μερικές φορές βάζουμε άλλους να το κάνουν για εμάς.

Ο καθένας μας χρησιμοποιεί τις δικές του ειδικές διαπραγματευτικές στρατηγικές και τακτικές καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Πολλές από τις καθημερινές μας δραστηριότητες, ενώ αποκαλούνται με διαφορετικά ονόματα, απαιτούν ή έχουν ενσωματώσει μέσα τους την ανάγκη για διαπραγμάτευση. Διαπραγματεύσεις, παζάρια, η διπλωματία και το εμπόριο ακόμα και προβάτων είναι όλες μορφές διαπραγμάτευσης. Οι ζωές μας, λοιπόν, είναι το άθροισμα των διαπραγματεύσεών μας.

Το πλαίσιο στο οποίο διεξάγεται μια διαπραγμάτευση επηρεάζει σίγουρα, τα ενδιαφερόμενα μέρη και τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται και τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν. Ακόμη, οι δυναμικοί και οι διαφορετικοί τύποι αλληλεπιδράσεων αποκαλύπτουν ότι οι συμμετέχοντες βασίζονται σε παρόμοιες προσεγγίσεις και τεχνικές για να φέρουν εις πέρας τους δικούς τους στόχους. Έτσι, είτε βρίσκεται κανείς σε μια αίθουσα συνεδριάσεων, προσπαθώντας να εξασφαλίσει μια στρατηγική συμφωνία για τα θέματα ενέργειας, είτε στο Ριζοκάρπασο για να εξασφαλίσει τα βοσκοτόπια και τις ποσότητες χαρουπιών που θα μαζέψουν οι «πομισσιάριες», υπάρχουν κοινές αρχές, στρατηγικές και τακτικές στις οποίες βασίζονται για να κάνουν τις συμφωνίες.

Τέλος, μπορεί να ειπωθεί ότι η επιτυχία σε μια διαπραγμάτευση δεν είναι απλώς θέμα δύναμης: «Το λιοντάρι τρώει πάντα το αρνί». Οι εγκλωβισμένοι πιστεύουν ότι, μια επιτυχημένη διαπραγμάτευση εξαρτάται από την προσωπικότητα και την ποιότητα του διαπραγματευτή.

Ο «πομισσιάρης» και η «πομισσιαρκά»

Είναι αλήθεια ότι τα γεγονότα δεν είναι αυτονόητα και οι άνθρωποι θα πρέπει να μιλούν και να τα παρουσιάζουν. Δεν αρκεί δηλαδή, ο ερευνητής απλώς να ενεργοποιήσει το μαγνητόφωνο ή να αντιγράψει τις σημειώσεις του και να προσφέρει ένα αντίγραφο στον αναγνώστη.

Υπάρχουν πολλά πράγματα / καταστάσεις που συναντά κανείς, μέσα από την παρατήρηση στο Ριζοκάρπασο, τα οποία οι εγκλωβισμένοι θεωρούν «κοινή γνώση» ή υπάρχει η πεποίθηση ότι είναι ευρέως γνωστά, συνεπώς, δεν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω επεξήγηση. Έτσι, ήρθε και στα δικά μου αφτιά η περίπτωση της «πομισσιαρκάς». Την οποία για χρόνια ως εγκλωβισμένος, την αντιμετώπιζα ως ένα μέρος της καθημερινότητας που, υπήρχε στη ζωή μου, όπως η κούπα του καφέ που αγόρασα από τη Λήδρας, απέναντι από το οδόφραγμα, που γράφει πάνω «I love Cyprus!», την οποία έχω μέχρι σήμερα στη βιβλιοθήκη μου. Κάτι δεδομένο δηλαδή, που το έχω στοιβάσει στη βιβλιοθήκη με τις αναμνήσεις μου. Και όμως, η ανάλυσή του μου έδωσε τόσες καινούργιες πληροφορίες για τη ζωή μας, ως εγκλωβισμένοι.

Η «πομισσιαρκά» λοιπόν, είναι μια αυτόνομη ένωση προσώπων που συγκροτείται εθελοντικά για την αντιμετώπιση των κοινών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών αναγκών και επιδιώξεων, διαμέσου μιας συνιδιόκτητης επιχείρησης. Οι «πομισσιάριες» πιστεύουν ότι η ζωή και η εργασία κατά την «πομισσιαρκά», διέπονται από ορισμένες αξίες. Αυτές οι αξίες είναι: η αυτοβοήθεια, η αυτοευθύνη, η ισότητα, η δικαιοσύνη, η αλληλεγγύη και οι ηθικές αξίες της εντιμότητας, της ειλικρίνειας, της κοινωνικής ευθύνης και της μέριμνας για τους συνανθρώπους.

Αυτό το μέρος επιδιώκει να αποτελέσει ένδειξη για το πώς οι αγρότες ήταν ενωμένοι, ως «πομισσιάριες», με κάποιους σκοπούς με τους τοπικούς ανταγωνιστές τους, ως μέλη της ίδιας τάξης και του ίδιου τομέα της Οικονομίας (καπνά, σιτηρά και αιγοπρόβατα) και όχι απαραίτητα της ίδιας εθνικής καταγωγής της ίδιας θρησκείας, του ίδιου χωριού.

Οι 4 πυλώνες για σύναψη «πομισσιαρκάς» και οι κύριες ομάδες

Οι αγρότες στο Ριζοκάρπασο προέβαιναν στη σύναψη «πομισσιαρκάς» με βάση τους πιο κάτω πυλώνες:

- Χωράφια/γη: η επιδίωξη ενός γεωργικού βιοπορισμού που συνδυάζει την παραγωγή με την επιβίωση.

- Οικογένεια: η εσωτερική κοινωνική οργάνωση που βασίζεται στην οικογενειακή εργασία, όπου η οικογένεια λειτουργεί ως η μονάδα παραγωγής, κατανάλωσης, αναπαραγωγής, κοινωνικοποίησης και ευημερίας.

- Ταξική: η εξωτερική υποταγή σε κρατικές αρχές.

- Το χωριό/κοινότητα: Η νοοτροπία του χωριού, η παραδοσιακή κομφορμιστική νοοτροπία που κρατά τον άνθρωπο δεμένο με τον τόπο.

Η έμφαση όμως, στο χωριό/κοινότητα υποδηλώνει τη σχετική φυσική απομόνωση, την αποστασιοποίηση από τα πολιτικά δρώμενα που μπορεί να είναι επιβλαβής στη βασική επιδίωξη της «πομισσιαρκάς», που είναι η επιβίωση.

Τέλος, η κοινωνική βάση των «πομισσιαρκών» στηρίζεται σε δύο κύριες ομάδες αγροτικών νοικοκυριών που αντιπροσωπεύουν τις κύριες μορφές στην οικονομική οργάνωση της «πομισσιαρκάς»:

1. Τα νοικοκυριά με βάση την απασχόληση – μισθωτή εργασία, με σκοπό την απόκτηση ενός εισοδήματος από την εκμετάλλευση αυτής της εργασίας, οι λεγόμενοι «μισταρκοί» (από τη λέξη μισθός).

2. ­­Τα νοικοκυριά που η εργασία της οικογένειας, χωρίς απασχόληση μισθωτής εργασίας, αποσκοπεί καθαρά στη διαχείριση των φυσικών πόρων και των οικονομικών μονάδων που οι ίδιοι κατέχουν και αδυνατούν να τα διαχειριστούν μόνοι τους.

Η εμπειρία των παιδικών μου χρόνων στο Ριζοκάρπασο με έφερε κοντά στον τρόπο ζωής και τις ανάγκες μιας αγροτικής οικογένειας με πανομοιότυπο τρόπο όπως τα μοντέλα των δύο νοικοκυριών που αναφέρονται πιο πάνω. Έτσι η ανθρωπολογική παραγωγή γνώσης στην προκειμένη περίπτωση ήταν μια προσπάθεια να καταλάβω τις σχετικές διαφορές και ομοιότητες ανάμεσα στον φτωχό κόσμο που συνάντησα στο κατεχόμενο Ριζοκάρπασο και αυτόν τον κόσμο που μου περιέγραφαν οι συνομιλητές μου που δεν ήταν κάποιες απόμακρες αναφορές αλλά, ήταν στον ίδιο χώρο, στο ίδιο χωράφι με τα ίδια αγροτικά εργαλεία που εγώ ως παιδί μιας εννιά-μελούς οικογένειας, δούλευα για τα προς το ζην. Αυτή η καθημερινότητα και η τοπική γνώση σε συνδυασμό με την ανθρωπολογία μπορεί να δώσει τις σχέσεις μικρής κλίμακας, βάσης που είναι τοπικά θεμελιωμένες, ώστε να καταλήξουμε στα κριτήρια που αναφέρθηκαν πιο πάνω.

Η γη για τους εγκλωβισμένους μοιράζεται σε «σκάλες»

Ας υιοθετήσουμε την προσέγγιση ότι η γη είναι μια κοινωνική κατασκευή. Κατά συνέπεια υπόκειται στην αλλαγή και την εξουσία. Δεν είναι μόνο ένας οικονομικός πόρος, αλλά και μια σημαντική κοινωνική και πολιτική διαδικασία κατανοητή στο πλαίσιο των (ανθρώπινων) σχέσεων με τη χρήση της γης. Στον «αγροτικό κόσμο» του Ριζοκαρπάσου, δεν υπάρχει πολιτισμός - ζωή, χωρίς τη γη. Υπό αυτή την έννοια, η γη δεν ορίζεται πλέον από την έκτασή της (σε σκάλες), την παραγωγικότητα της, την υλική της περιουσία ή απλώς τις οικονομικές της διαστάσεις, αλλά ως ένα έδαφος όπου συνυπάρχουν, πλέον de facto, κοινωνικές σχέσεις, ως ιστορικές και πολιτιστικά συγκεκριμένες μορφές ιδιοποίησης.

Οι «πομισσιαρκές» ήταν ένα εργαλείο οικοδόμησης της ειρήνης - ένας μηχανισμός συνεργασίας και καθημερινής διαπραγμάτευσης. Με αυτόν τον τρόπο, στη σημερινή συζήτηση, επιδιώκεται η ανάδειξη δύο σχετικών προσεγγίσεων της έννοιας του «πομισσιάρη». Από τη μία πλευρά, η εργαλειακή προσέγγιση για την «πομισσιαρκά» όπου, γίνεται χώρος άρθρωσης διαφορετικών τύπων για την επίλυση αγροτικών ζητημάτων (όπως η πρόσβαση στη γη, η σταθεροποίηση της αγροτικής οικονομίας και η οριοθέτηση των αγροτικών συνόρων). Ενώ, από την άλλη, η «πομισσιαρκά» μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο σχεδιασμού από το οποίο νομικές διαφοροποιήσεις για τη χρήση της γης, εναρμονίζονται προκειμένου να εξαλειφθούν οι συγκρούσεις στη χρήση της γης, να αποτρέψει τη ζημιά των φυσικών πόρων ή να προστατεύσει τα δικαιώματα των κοινοτήτων, μεταξύ άλλων.

Η «πομισσιαρκά» λόγω της αυτονομίας των πρακτικών αποτελεί μια ανεξάρτητη πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική διπλωματική πρακτική η οποία επηρέασε την τοπική καθημερινή διπλωματική δραστηριότητα των κατοίκων του Ριζοκαρπάσου και της Γαλυνόπορνης. Οι οποίοι είχαν επαφή βάσει αυτού του μηχανισμού.

Μέσω της «πομισσιαρκάς» γνωρίζουμε περισσότερα για την αξία της συμμετοχής των επιχειρηματικών δράσεων στη βιώσιμη ειρήνη και την τοπική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, οι επαγγελματίες γεωργοί, ψαράδες κτηνοτρόφοι καλούν την επιχειρηματική κοινότητα της περιοχής του Ριζοκαρπάσου και της Γαληνόπορνης να εμβαθύνει τη συμμετοχή της στην οικοδόμηση ειρήνης, κυρίως πριν τη σύγκρουση του 1974, αλλά και σήμερα.

Εν κατακλείδι, επιχείρησα να δώσω περιγραφικά την εικόνα για τους «πομισσιάριες» του Ριζοκαρπάσου και του τρόπου ζωής τους μεταξύ, μέσα από την καταγραφή των όσων γεγονότων άκουσα και είδα κατά την παρουσία μου στο Ριζοκάρπασο. Από τη μια, έχουμε τον μηχανισμό της «πομισσιαρκάς» που έδινε (και δίνει) την ευκαιρία στους φτωχούς της υπαίθρου να δημιουργήσουν δεσμούς μεταξύ τους στη βάση τόσο της αλληλεγγύης όσο και της επιβίωσης. Και από την άλλη, βλέπουμε ότι μέσα από τη συνύπαρξη - στο πλαίσιο της «πομισσιαρκάς» - πως δημιουργούνται κοινές αναφορές και αφηγήσεις για τα γεγονότα και τον τρόπο ζωής αυτών των ανθρώπων – δεσμοί που μπορούν να φανούν χρήσιμοι σε περιόδους βαθιάς σύγκρουσης. Συνοπτικά λοιπόν και έχοντας πάντα απέναντί μου στη βιβλιοθήκη την κούπα με το «!», η παρατήρηση της πορείας των αγροτών του Ριζοκαρπάσου, παρουσιάζει μια προσέγγιση, που επιδιώκει να αφιερώσει περισσότερο χρόνο και προσοχή στο πώς μια ομάδα όπως οι «πομισσιάριες» στο Ριζοκάρπασο, βίωσαν την εμπειρία της ειρήνης και της σύγκρουσης που ακολούθησε το 1974.

Ένα γεγονός που περιγράφει γλαφυρά με τους στοίχους του ο Δημήτρης Λιπέρτης: «Φτώσεια! Εσούνη κάμνεις την τιμήν περίτου τιμημένην, την αθρωπκιάν ψηλόττερα ακόμα να σταθεί! τζι αν σ’ έχουσιν ποριψιμιάν τζιαι τσαλαπατημένην, τζι εν πλάσκεται μήτε ψυσή για να σε λυπηθή, τούτα ούλλα τα κάστια* πόν το μαρτύριόν σου, σηκώννουν σε τζιαι βκάλλουν σε ψηλά πόν ο Θεός σου»!

*Νομικού - Υποψήφιου Διδάκτωρα

Διαβάστε επίσης: 1964-1974: Το πρελούδιο της κρίσης

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ