Ταμεία Υποδομών: Ευκαιρία «καθαρών» επενδύσεων με κοινωνική προσφορά

Η χώρα μας μόνο οφέλη έχει να αποκομίσει, σε μια δύσκολη και ομολογουμένως πρωτόγνωρη περίοδο

Του Ανδρέα Γιασεμίδη*

Είναι πολύ σημαντικό, σε κάθε περίοδο κρίσης, όπως αυτήν που διανύουμε τώρα, να επικεντρωνόμαστε στις λύσεις και τις ευκαιρίες ανάκαμψης που παρουσιάζονται, παρά να εστιάζουμε μόνο στα προβλήματα που αναδύονται/προκύπτουν. Το 2020 μάς έχει δείξει, περισσότερο από ποτέ, την ανάγκη της προσφοράς προς τον συνάνθρωπο και την κοινωνία μας γενικότερα, και απέδειξε πως μέσω της συλλογικής προσφοράς και της κοινωνικής αλληλεγγύης μπορούμε να καταφέρουμε το αδύνατο.

Σε αυτή τη χρονική στιγμή είναι που βλέπω την ευθυγράμμιση όλων των παραγόντων και μια μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας να προσελκύσει επενδύσεις οι οποίες θα έχουν ως στόχο την προσφορά στην κοινωνία και όχι μόνο το ίδιον όφελος. Το ευρύ κοινό έχει ταυτίσει τον χρηματοοικονομικό τομέα, και συγκεκριμένα τα επενδυτικά σχέδια (funds), με τους αδίστακτους καρχαρίες που εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία και αδυναμία για το προσωπικό/οικονομικό τους όφελος και μόνο, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές προεκτάσεις. Αυτό όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και απόδειξη αποτελούν τα infrastructure funds, τα οποία συνδυάζουν κερδοφόρες επενδύσεις μαζί με τον θετικό κοινωνικό αντίκτυπο.

Τα infrastructure funds (ταμεία υποδομών) είναι επενδυτικά ταμεία που εστιάζουν σε έργα υποδομών, τα οποία αφορούν τα μέσα μεταφοράς, το νερό, τη διαχείριση των αποβλήτων, τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας, την ενέργεια κτλ. Επεκτείνονται ακόμη και στους τομείς της κοινωνικής υποδομής (εκπαίδευση, νοσοκομεία, άμυνα, κοινωνική ή δημόσια στέγαση, ανάπτυξη γης κ.ά.), συνδυάζοντας τις ιδιωτικές επενδύσεις με τη δημόσια προσφορά.

Η ανάγκη για δημιουργία ταμείων υποδομών (ΤΥ) έγκειται κυρίως στην αδυναμία του δημόσιου τομέα να συγκεντρώσει αυτόνομα τα αναγκαία κεφάλαια και να διαχειριστεί επιτυχώς μεγάλα έργα. Η τάση που διαμορφώνεται ανά το παγκόσμιο είναι η δημιουργία συμπράξεων μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, στις οποίες επενδύουν τα ΤΥ. Επιπρόσθετα, ένα ΤΥ μπορεί να επενδύσει κατευθείαν σε ένα εξ ολοκλήρου ιδιωτικό έργο υποδομής. Έτσι, το όφελος είναι διπλό, καθώς οι επενδυτές αποκτούν εναλλακτικές επιλογές επένδυσης και τα δημόσια έργα αποκτούν νέους συνεργάτες για την καλύτερη και γρηγορότερη αποπεράτωσή τους.

Οφέλη επενδυτών

Μελετώντας την εικοσαετή παρουσία των ΤΥ στην παγκόσμια αγορά, μπορούμε να παραθέσουμε τα εξής πλεονεκτήματα για τους επενδυτές:

  • Μείωση μεταβλητότητας απόδοσης σε ένα χαρτοφυλάκιο.
  • Παροχή σταθερών και συνεχών αποδόσεων (η ζήτηση για υπηρεσίες και προϊόντα υποδομής τείνει να παραμένει σταθερή, ακόμη και κατά τη διάρκεια κρίσεων ή περιόδων με χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης).
  • Δυνατότητα επιλογής απόδοσης επένδυσης μεταξύ μηνιαίου εισοδήματος ή ανατίμησης κεφαλαίων με το πέρας της επένδυσης.
  • Διάρκεια ζωής ταμείου μέχρι και 50 χρόνια.
  • Τα ΤΥ επωφελούνται επίσης από χαμηλότερα ποσοστά ανταγωνισμού.

Σήμερα, η δημιουργία ΤΥ αποτελεί μια μεγάλη επενδυτική ευκαιρία, η οποία συνδυάζει και οφέλη για την κοινωνία. Αντιμετωπίζουμε παγκοσμίως ένα τεράστιο έλλειμμα κεφαλαίων σε υποδομές (μεταξύ αναγκών και οικονομικών δυνατοτήτων των κυβερνήσεων), ύψους 15 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Η συμβολή του ιδιωτικού τομέα είναι αναγκαία και καθοριστική. Με τη συμβολή των ΤΥ θα καταστεί δυνατή η ολοκλήρωση σημαντικών έργων υποδομής που έχουν καθυστερήσει τα τελευταία χρόνια ένεκα της έλλειψης κεφαλαίων. Η ιδιωτική επένδυση στις υποδομές, σε συνεργασία με τον δημόσιο τομέα, αυξάνει την ανάληψη ευθυνών στην παράδοση, επεκτείνει τον δημόσιο προϋπολογισμό και βοηθά τις κυβερνήσεις να παραδίδουν έργα γρηγορότερα και φθηνότερα, καθώς και να εξασφαλίζουν τη σωστή συντήρησή τους.

Κοινωνικά οφέλη

Επιπρόσθετα, η πανδημία με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι εκσφενδόνισε την ανάγκη ψηφιοποίησης των κρατικών υπηρεσιών και την αναβάθμιση των αντίστοιχων υποδομών. Σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή δέσμευση για μείωση των ρύπων, οι άμεσες επενδύσεις σε υποδομές οι οποίες θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των πολιτών είναι τεράστιες.

Πρόσφατα στην Ελλάδα, επήλθε συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και τεσσάρων ελληνικών τραπεζών, ύψους 650 εκατ. ευρώ, για τη δημιουργία ΤΥ. Από τις κυριότερες προτεραιότητες του ταμείου είναι η ολοκλήρωση σημαντικών έργων υποδομής που έχουν καθυστερήσει τα τελευταία χρόνια και η χρηματοδότηση έργων που μεταμορφώνουν και εκσυγχρονίζουν τη χώρα, δημιουργώντας παράλληλα μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας.

Ευκαιρία

Σε μια περίοδο που τα επενδυτικά επιτόκια στην Κύπρο είναι σχεδόν ανύπαρκτα, ενώ τα δανειστικά επιτόκια παραμένουν από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, τα ταμεία υποδομών αποτελούν όχι μόνο μια αξιόπιστη και κερδοφόρο εναλλακτική λύση για τους επενδυτές, αλλά και μια επιλογή προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο.

Τούτων λεχθέντων, καλό θα ήταν οι αρμόδιοι φορείς και οι υπεύθυνοι παραγωγής πολιτικής να αξιολογήσουν το συντομότερο δυνατόν τη δυναμικότητα και την προοπτική των ταμείων υποδομών και τη συμβολή που αυτά μπορούν να έχουν στην οικονομική ανάπτυξη. Οι επαγγελματίες ιδιώτες είμαστε έτοιμοι να συμπράξουμε σε αυτή την προσπάθεια, από την οποία η χώρα μας μόνο οφέλη έχει να αποκομίσει, σε μια δύσκολη και ομολογουμένως πρωτόγνωρη περίοδο.

* Υπεύθυνος Συνέταιρος Υπηρεσιών Επενδυτικών Ταμείων PwC, Πρόεδρος του Κυπριακού Οργανισμού Επενδυτικών ταμείων (CIFA) και Πρόεδρος του Κυπρο-Ινδικού Συνδέσμου 

 

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ