Η αύξηση των επιτοκίων και η εναλλακτική των Επενδυτικών Ταμείων

Με οικονομικούς όρους θα μιλούσαμε για την προστιθέμενη αξία της παραδοχής

Του Ανδρέα Γιασεμίδη*

Οι παραδοχές μιας κατάστασης, εν προκειμένω οικονομικής, αποτελούν το πρώτο αποφασιστικό και ουσιαστικό βήμα προς τα εμπρός αφενός για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και αφετέρου για τον εντοπισμό και την αξιοποίηση των προοπτικών, που πάντοτε αναφύονται σε περιόδους κρίσεων. Με οικονομικούς όρους θα μιλούσαμε για την προστιθέμενη αξία της παραδοχής.

Φεύγοντας από το πεδίο της θεωρίας και ερχόμενοι σε αυτό της πρακτικής εφαρμογής θα δούμε ότι στις μέρες μας βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα η στρατηγική των κεντρικών τραπεζών για αναχαίτιση των πληθωριστικών πιέσεων μέσω της αύξησης των επιτοκίων. Είναι φυσιολογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο καθώς οι παρενέργειες των αποφάσεών τους επηρεάζουν άμεσα και έμμεσα όλο τον πληθυσμό. Υπό αυτές τις συνθήκες η παραδοχή ότι η μακρά περίοδος των χαμηλών επιτοκίων έχει παρέλθει δεν είναι απλά σχήμα λόγου, αλλά η εμπέδωση μιας πραγματικότητας που διέπει τη νέα τάξη πραγμάτων που άπαντες καλούμαστε να εμπεδώσουμε και να αφομοιώσουμε. Ο πληθωρισμός συνδυαζόμενος με τα απόνερα της πανδημίας και τη γεωπολιτική αστάθεια, άλλαξαν άρδην τα δεδομένα καθώς το κόστος του χρήματος έχει αυξηθεί σημαντικά διαταράσσοντας τη μέχρι πρότινος κανονικότητα των μηδενικών και αρνητικών επιτοκίων.

Χτίζοντας σ’ αυτή την παραδοχή μπορούμε να κοιτάξουμε πέρα από τον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα να εντοπίσουμε εναλλακτικές, να τις μελετήσουμε και ιδανικά να αδράξουμε τις ευκαιρίες που υπάρχουν για οικονομική ανάπτυξη. Στην Κύπρο, σε αντίθεση με το παρελθόν, έχουμε πλέον αναπτύξει ένα οικοσύστημα επενδυτικών ταμείων, το οποίο κτίστηκε στα ερείπια της οικονομικής κρίσης του 2013 και παρά το «νεαρό της ηλικίας του» έχει σημαντική συνεισφορά στην πραγματική οικονομία της χώρας μας.

Είναι ενδεικτικά τα στοιχεία που δημοσιεύει ανά τρίμηνο η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου σύμφωνα με τα οποία από το σύνολο των 207 Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων με δραστηριότητες, οι 163 επενδύουν στην Κύπρο μερικώς ή ολικώς. Το ποσό της επένδυσης αυτής ανερχόταν στα €2,2 δισ. κατά το τέλος του 2022 και αντιστοιχεί στο 23,4% του συνολικού Ενεργητικού Υπό Διαχείριση το οποίο ανέρχεται στα €9,5 δισ. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η ανάπτυξη των επενδυτικών ταμείων αντανακλάται σε χρηματοδοτήσεις διαφόρων έργων τόσο εντός όσο και εκτός Κύπρου.

Βρισκόμαστε σε μια περίοδο, που η υλοποίηση των αναπτυξιακών σχεδιασμών των επιχειρήσεων προσκρούει, πολλές φορές, στο αυξημένο κόστος του τραπεζικού δανεισμού ή σε άλλες παθογένειες παραδοσιακών μεθόδων χρηματοδότησης, όπως οι κοινοπρακτικές συμμετοχές και τα μετατρέψιμα αξιόγραφα. Σ’ αυτό το περιβάλλον τα ταμεία συλλογικών επενδύσεων μπορούν να αποτελέσουν μια αξιόπιστη εναλλακτική μέθοδο χρηματοδότησης επενδύσεων και άντλησης κεφαλαίων που χρειάζεται το κυπριακό επιχειρείν.  

Το ποσοστό των νέων εργασιών παγκοσμίως, το οποίο χρηματοδοτείται από αυτά τα συλλογικά σχήματα αυξάνεται ολοένα και περισσότερο με την πάροδο του χρόνου. Τα επενδυτικά ταμεία αποτελούν ένα σημαντικό πυλώνα της χρηματοδότησης διεθνώς, τον οποίο μπορούμε να αξιοποιήσουμε και στην Κύπρο μέσω του τοπικού οικοσυστήματος και της πρόσβασης στις διεθνείς αγορές. Τα επενδυτικά ταμεία έχουν τη δυνατότητα να αποτελέσουν την πηγή εξεύρεσης είτε των απαραίτητων ιδίων κεφαλαίων, είτε ακόμη και της συνολικής χρηματοδότησης ενός έργου.

Όπως συμβαίνει και με τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας έτσι και αυτός των επενδυτικών ταμείων έχει επηρεαστεί από τις διαδοχικές κρίσεις των τελευταίων ετών. Μπορεί όμως να δώσει λύσεις και εναλλακτικές στο επιχειρείν για να υλοποιήσει στρατηγικές και αναπτυξιακούς σχεδιασμούς. Στο πλαίσιο των προσπαθειών για αναβάθμιση και διαφοροποίηση της κυπριακής οικονομίας (Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, Όραμα 2035), η εξεύρεση εναλλακτικών και συμπληρωματικών τρόπων χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας, πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα. 

*Πρόεδρος του Cyprus Investment Funds Association (CIFA)

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ