Η κυβερνητική συμμαχία του Γερμανού καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς απέρριψε τα αιτήματα για επέκταση του μειωμένου φόρου ηλεκτρικής ενέργειας σε νοικοκυριά και επιπλέον εταιρείες, δηλώνοντας ότι θα το πράξει μόνο όταν θα έχει «οικονομικό περιθώριο».
Στο σχέδιο διακυβέρνησης, το συντηρητικό μπλοκ CDU/CSU του Μέρτς και οι Σοσιαλδημοκράτες δεσμεύτηκαν να μειώσουν τους φόρους ηλεκτρικής ενέργειας για όλους τους καταναλωτές στο ευρωπαϊκό ελάχιστο. Ωστόσο, το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2025 που παρουσιάστηκε την περασμένη εβδομάδα περιελάμβανε μόνο ελάφρυνση του φόρου για τους μεγαλύτερους κατασκευαστές, τους αγρότες και τον δασικό τομέα.
Αυτό προκάλεσε μια θύελλα αντιδράσεων από τα λόμπι της βιομηχανίας και τους καταναλωτές, καθώς και κατηγορίες από βουλευτές της αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση του Μερτς αθέτησε την υπόσχεσή της.
Αμφισβήτησαν επίσης πώς μπορεί η συμμαχία να δικαιολογήσει τα σχέδια για δαπάνες εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ σε υποδομές και άμυνα, ενώ αποκλείει ένα ευρύ φάσμα της οικονομίας από τον μειωμένο φόρο ηλεκτρικής ενέργειας.
Η επέκταση της μείωσης σε όλους τους καταναλωτές θα κόστιζε περίπου 5 δισεκατομμύρια ευρώ (5,9 δισεκατομμύρια δολάρια), σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών στο Βερολίνο και μεταδίδει το Bloomberg.
Μετά από συνομιλίες υπό την ηγεσία του Μετς και του υπουργού Οικονομικών Λαρς Κλινγκμπεϊλ την Τετάρτη το βράδυ στο Βερολίνο, η συμμαχία εξέδωσε μια δήλωση υποστηρίζοντας ότι η κυβερνητική συμμαχία ήδη λαμβάνει σημαντικά μέτρα για τη μείωση του κόστους της ενέργειας και την ελάφρυνση του φόρου τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις.
«Με αυτά τα μέτρα, η συνασπιστική κυβέρνηση επαναφέρει τη Γερμανία σε τροχιά ανάπτυξης, διασφαλίζοντας θέσεις εργασίας και δημιουργώντας λειτουργική και προγραμματιστική ασφάλεια για την οικονομία», σύμφωνα με τη δήλωση.
Ταυτόχρονα, οι αξιωματούχοι συμφώνησαν ότι «περαιτέρω μέτρα ανακούφισης – ιδίως μείωση του φόρου ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές και ολόκληρη την οικονομία – θα πρέπει να ακολουθήσουν μόλις υπάρξει οικονομικό περιθώριο».
Ο Γενς Σπαν, ηγέτης του κοινοβουλευτικού μπλοκ CDU/CSU, δήλωσε ότι η κυβέρνηση συνασπισμού θα ήθελε να κάνει περισσότερα, αλλά περιορίζεται από «μια περίπλοκη δημοσιονομική κατάσταση». Η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στον στόχο της μείωσης του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας για όλους τους καταναλωτές, δήλωσε την Πέμπτη σε συνέντευξή του στο δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο ARD.
«Αλλά θέλουμε επίσης σταθερές οικονομίες», πρόσθεσε ο Σπαν. «Μετά από τρία χρόνια ύφεσης, αυτό είναι δυνατό μόνο σταδιακά. Μόλις επανέλθει η ανάπτυξη, θα υπάρχει μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών».
Η Μόνικα Σνίτσερ, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της κυβέρνησης, χαρακτήρισε την απόφαση «λυπηρή» και αμφισβήτησε τις προτεραιότητες της κυβέρνησης συνασπισμού.
«Άλλα προγραμματισμένα μέτρα, όπως η αύξηση των συντάξεων για τις μητέρες και η μείωση του ΦΠΑ για τον κλάδο της εστίασης, είναι εξίσου δαπανηρά, αλλά πολύ λιγότερο δικαιολογημένα σε περιόδους περιορισμένων προϋπολογισμών», ανέφερε η Σνίτσερ την Πέμπτη, σύμφωνα με το μέσο ενημέρωσης Funke.
Ο Φελιξ Μπαναζακ των Πρασίνων της αντιπολίτευσης, δήλωσε ότι οι συνομιλίες της συνασπιστικής κυβέρνησης ήταν μια δοκιμασία για την αξιοπιστία της κυβέρνησης Merz και ότι «απέτυχε παταγωδώς».
«Τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά, αν και αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένων των αθετημένων υποσχέσεων του Merz και του Klingbeil τις τελευταίες εβδομάδες», δήλωσε ο Μπαναζακ στο Funke.
Ο φόρος ηλεκτρικής ενέργειας στη Γερμανία είναι επί του παρόντος 2,05 σεντ ανά κιλοβατώρα (kWh) για τα νοικοκυριά και 1,54 σεντ για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, ενώ το ευρωπαϊκό ελάχιστο είναι 0,10 σεντ για τα νοικοκυριά και 0,05 σεντ για τους κατασκευαστές.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Η Δανία βάζει στο στόχαστρο τα deepfakes: Νέος νόμος για δικαιώματα σε εικόνα και φωνή