Συστημικές Τράπεζες: Ισορροπία εν μέσω ανέμων

Προκλήσεις, προβλήματα και στόχοι στον τραπεζικό κλάδο αναμένεται να αναδιαμορφώσουν το τραπεζικό σκηνικό το επόμενο διάστημα.

Του Χρήστου Μιχάλαρου

Περίοδος αναδιαμόρφωσης του τραπεζικού σκηνικού αναμένεται να είναι το επόμενο τρίμηνο, με το δίπολο των «ισχυρών» Τράπεζας Κύπρου – Ελληνικής Τράπεζας να θέτει το πλαίσιο των εξελίξεων, με τις προκλήσεις να παραμένουν σοβαρές και τα στοιχήματα μεγάλα.

Από την χθεσινή Γενική Συνέλευση της Ελληνικής, δόθηκε το μήνυμα της συναίνεσης και της σταθερότητας, προκειμένου το νέο σχήμα του Ομίλου να παίξει σημαντικό ρόλο στον ανταγωνισμό, την ώρα που οι αλλαγές σε βασικούς τομείς είναι αναγκαίες.

Εξάλλου, όπως είναι αντιληπτό εκ του αποτελέσματος, οι δύο από τους κραταιούς μετόχους, Wargaming και Δήμητρα Επενδυτική αφού επιδόθηκαν σε έντονο παρασκήνιο στο πλαίσιο μιας μακράς «ψυχροπολεμικής περιόδου», μοίρασαν ευθύνες και αρμοδιότητες και κατέληξαν σε συναίνεση προκειμένου να εγκατασταθεί η κανονικότητα στα διοικητικά.

Οι στόχοι της «Νέας Ελληνικής Τράπεζας»

Όπως ανέφερε ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής της Τράπεζας Ιωάννης Μάτσης απευθυνόμενος στους μετόχους, οι στόχοι της νέας περιόδου είναι από τη μια η ολοκλήρωση της ενσωμάτωσης του πρώην Συνεργατισμού, προκειμένου η νέα τράπεζα ως ενιαίος οργανισμός να χτυπήσει στα ίσια τον ανταγωνισμό, αφετέρου η ενίσχυση της κερδοφορίας με απόδοση ιδίων κεφαλαίων σε «χαμηλό διψήφιο».

Το νέο Διοικητικό Συμβούλιο που προέκυψε από την χθεσινή ψηφοφορία καλείται πλέον να λάβει αποφάσεις που θα κάνουν την τράπεζα να βγει αλώβητη κι ενισχυμένη από μια σειρά προκλήσεων, όπως τα χαμηλά επιτόκια, η υψηλή και αναξιοποίητη ρευστότητα, αλλά και η απουσία αξιόλογων επενδυτικών ευκαιριών, η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, ο εκσυγχρονισμός των δομών και η αναδιάρθρωση του ανθρώπινου δυναμικού.

Καθοριστική περίοδος για Τράπεζα Κύπρου

Από την άλλη πλευρά, η Τράπεζα Κύπρου βρίσκεται σε σημείο καμπής, με τον νέο Διευθύνοντα Σύμβουλο Πανίκο Νικολάου να έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι οι αποφάσεις για τις επόμενες κινήσεις της Τράπεζας θα είναι καθοριστικές, όχι μόνο για την Τράπεζα αλλά και για ολόκληρη την οικονομία.

Φλέγον ζήτημα δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από εκείνο των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ), με τον κο Νικολάου να καλεί το προσωπικό της Τράπεζας να «κλείσει το ζήτημα με αποφασιστικότητα», επισημαίνοντας παράλληλα μια σειρά προκλήσεων που διέπουν εδώ και καιρό την μεγαλύτερη τράπεζα του τόπου, όπως τα χαμηλά περιθώρια κέρδους, τα υψηλά κόστη, αλλά και τις αποδοτικότερες τεχνολογικές επενδύσεις εντός του οργανισμού και τις νέες μεθόδους λειτουργίας.

Η ποιότητα των Διοικητικών Συμβουλίων

Κληθείς από το Economy Today να σχολιάσει το νέο σχήμα του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Τράπεζας, αλλά και εκείνο της Τράπεζας Κύπρου ως προς την ποιότητά τους, ο δρ Γιώργος Θεοχαρίδης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στον τομέα Χρηματοοικονομικών του Cyprus International Institute of Management (CIIM) εμφανίζεται αισιόδοξος.

«Θεωρώ ότι οι ηγεσίες των δύο τραπεζών και τα στελέχη τους έχουν την γνώση, την κατάρτιση και την εμπειρία να ανταπεξέλθουν σε μεγάλο βαθμό στις προκλήσεις της εποχής. Ειδικά στο θέμα της εκτελεστικής εξουσίας, πρόκειται για ανθρώπους που κατανοούν την κυπριακή πραγματικότητα», τονίζει.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα από τα μεγάλα στοιχήματα της επόμενης περιόδου για τους τραπεζικούς οργανισμούς είναι το υψηλό εργασιακό κόστος, ενώ διαβλέπει ότι με τις συγκεκριμένες ηγεσίες θα βρεθεί η χρυσή τομή με την ΕΤΥΚ για μείωση προσωπικού μέσω σχεδίων εθελουσίας εξόδου.

«Τα συγκεκριμένα ΔΣ των δύο συστημικών τραπεζών, αλλά και τα εκτελεστικά μέλη, αποτελούν ισορροπημένα σχήματα που αντικατοπτρίζουν τους μετόχους κι έχουν την κατάλληλη ηγεσία να διαχειριστούν τα προβλήματα», σημειώνει και προσθέτει ότι οι δυσκολίες μέσα από τις οποίες διήλθαν οι τράπεζες αλλά και η Κεντρική Τράπεζα τα τελευταία χρόνια έχουν διδάξει πολλά.

Ο ρόλος του επόπτη απέναντι στον κίνδυνο

Πόσο ευάλωτο είναι όμως το κυπριακό τραπεζικό σύστημα έναντι αναταράξεων που ενδεχομένως προκληθούν από λανθασμένες αποφάσεις και τοξικές στρατηγικές από τις ίδιες της τράπεζες, ελέω ενός σκληρού ανταγωνισμού; Και κατά πόσο οι εποπτικές Αρχές μπορούν να ασκήσουν αποτελεσματικά την αποστολή τους προκειμένου να αποτρέψουν ένα τέτοιο σενάριο;

Μιλώντας στο Economy Today o πρώην Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Πανίκος Δημητριάδης διευκρινίζει ότι η εποπτική Αρχή για τις δύο μεγάλες συστημικές τράπεζες, δεν είναι η Κεντρική Τράπεζα, αλλά ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός.

«Η όποια εποπτική Αρχή δεν μπορεί και ούτε πρέπει να επιβάλει επιλογές και στρατηγικές σε εποπτευόμενες τράπεζες. Αυτό είναι καθαρά θέμα του εκάστοτε Διοικητικού Συμβουλίου, εφόσον αυτό έχει κριθεί ικανό και κατάλληλο να διαχειρίζεται τους κινδύνους», σημειώνει.

Τονίζει δε ότι ο ρόλος του επόπτη είναι να διασφαλίσει ότι οι εποπτευόμενες τράπεζες διατηρούν επαρκές απόθεμα κεφαλαίων για να απορροφήσουν ζημιές σε ακραία αλλά δυνατά σενάρια (δηλαδή να υποβάλλει τος τράπεζες σε stress test), ενώ εφόσον υπάρχει επάρκεια κεφαλαίων, οι κακές επιλογές επηρεάζουν μόνο τους μετόχους, οι οποίοι εξέλεξαν το ΔΣ που τις έλαβε. Ως εκ τούτου, οι ζημιές ανήκουν στους ίδιους.

«Μια εποπτική Αρχή μπορεί να πάρει μέτρα πρόωρης επέμβασης (early intervention measures) αν κρίνει ότι μια τράπεζα αναλαμβάνει υπερβολικούς κινδύνους που οδηγούν σε ανεπάρκεια κεφαλαίων. Για παράδειγμα, μπορεί να επιβάλει αλλαγές στην διοίκηση της τράπεζας. Πάντοτε επίσης υπάρχει και η δαμόκλειος σπάθη της εξυγίανσης και της άρσης της τραπεζικής άδειας, σε περίπτωση που μια τράπεζα κριθεί ως failing or likely to fail», υπογραμμίζει.

Σημειώνει δε ότι η εποπτική Αρχή θα πρέπει να διασφαλίζει ότι υπάρχει ικανοποιητική εταιρική διακυβέρνηση, αλλά πέραν τούτου η εποπτική αρχή δεν έχει ευθύνη για τις επιλογές ενός ιδιωτικού οργανισμού, ούτε και για οποίες ζημιές προκύψουν από λανθασμένες επιλογές.

«Ο ρόλος των εποπτικών αρχών είναι συχνά παρεξηγημένος, στην Κύπρο ειδικά πολύς κόσμος νομίζει ότι ο ρόλος της ΚΤ είναι να διασφαλίζει ότι οι μέτοχοι θα έχουν κέρδη», αναφέρει. 

Το πρόβλημα ελέγχου και παρεμβάσεων

Μιλώντας στο Economy Today, o οικονομολόγος δρ Στέλιος Πλατής τοποθετεί την μεγάλη πρόκληση των Διοικητικών Συμβουλίων σε επίπεδο δεκτικότητας στις έξωθεν παρεμβάσεις.

«Η προσπάθεια ελέγχου των Διοικητικών Συμβουλίων είναι ένα σύνηθες φαινόμενο ανάμεσα σε μεγαλομετόχους οργανισμών, ιδιαιτέρως χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων τέτοιας σημασίας και μεγέθους. Βασική προϋπόθεση, όμως, της σωστής λειτουργίας των τραπεζών είναι η εταιρική διακυβέρνηση και η εποπτεία να δουλεύουν επαρκώς, κάτι που δεν μπορώ να πω ότι ίσχυε πάντοτε μέχρι τώρα», σημειώνει.

Όπως τονίζει, πολιτικά κόμματα ή/και άλλοι φορείς πάντα ήλεγχαν ή/και επηρέαζαν καταλυτικά  χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα.

«Πόσω μάλλον που στην περίπτωση της Ελληνικής Τράπεζας μιλάμε για τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα του τόπου όπου ενυπάρχουν και θέματα δημοσίου συμφέροντος όσο και της χρηματοπιστωτικής μας σταθερότητας», επισημαίνει.

Οι προκλήσεις παραμένουν σταθερές και μεγάλες

Όσον αφορά στην μεγάλη εικόνα και αναλύοντας τις προκλήσεις του κυπριακού τραπεζικού συστήματος ο οικονομολόγος Ιωάννης Τελώνης, αναφέρει ότι οι τράπεζες οφείλουν να επικεντρωθούν στα εξής τρία ζητήματα τα οποία «καίνε»:

Πρώτον, στα ΜΕΔ, με το κυπριακό ποσοστό να βρίσκεται περίπου 20 φορές υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Παρά το όποιο αποτέλεσμα που έχουν φέρει οι αναδιαρθρώσεις, ακόμα υπάρχει πολύς δρόμος να καλυφθεί, ενώ ο τρόπος που αυτές γίνονται δεν είναι ικανοποιητικός. Επιπλέον, οι τροποποιήσεις που επέβαλε η Βουλή στο ζήτημα των εκποιήσεων, καθυστερεί την πρόοδο με αποτέλεσμα οι δυνητικοί αγοραστές χρέους να μένουν μακριά μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο και την ΕΚΤ να σφίγγει τον εποπτικό κλοιό.

Δεύτερον, μεγάλη πρόκληση αποτελεί το υψηλό λειτουργικό κόστος, με την τεχνολογική αναβάθμιση και τον ψηφιακό ανασχηματισμό να τίθενται σε μέγιστες προτεραιότητες.

Τρίτον, οι νέοι ανταγωνιστές που έρχονται από το εξωτερικό, όπως το Apple Play και το Google Play και οι εταιρίες Fintech, οι οποίοι προσφέρουν φτηνές, απλές και διευρυμένες υπηρεσίες χωρίς την «κακή κληρονομία» του παρελθόντος σε σχέση με τα παραδοσιακά τραπεζικά σχήματα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ