Τελευταία παρά(σ)ταση για εκποιήσεις

Στόχος της κυβέρνησης είναι πριν από το κλείσιμο της Βουλής για τις διακοπές των Χριστουγέννων, να υπάρξει οριστική κατάληξη στο ζήτημα. Ωστόσο το εγχείρημα είναι πιεστικό τόσο επί του περιεχομένου όσο και χρονικά.

Με ρυθμούς χελώνας προχωρούν οι διεργασίες που αφορούν το νομοθετικό πλαίσιο των εκποιήσεων με τη μία παράταση να διαδέχεται την άλλη, αφού φαίνεται να προκύπτουν συνεχείς καθυστερήσεις στη λήψη των απαιτούμενων πολιτικών αποφάσεων.

Η συζήτηση γύρω από το ζήτημα των εκποιήσεων έχει αρχίσει να κουράζει όλους τους εμπλεκόμενους καθώς παρά τις όποιες διαβουλεύσεις διεξάγονται, επί της ουσίας δεν έχουν γίνει ουσιαστικές κινήσεις και η αποφυγή των όποιων διαταράξεων επαφίεται αποκλειστικά στην καλή θέληση τραπεζών και εταιρειών διαχείρισης δανείων για επέκταση της περιόδου αναστολής των εκποιήσεων μέχρι το τέλος του χρόνου.

Εξέλιξη η οποία ναι μεν κερδίζει χρόνο για την κυβέρνηση αλλά την ίδια ώρα δεν αφήνει για ακόμα μία φορά τη διαδικασία των εκποιήσεων να λειτουργήσει. Τον προβληματισμό του εξέφρασε πρόσφατα και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών Γιώργος Παντελή. Μιλώντας σε σχέση με την έναρξη εφαρμογής του Σχεδίου «Ενοίκιο Έναντι Δόσης», ανέφερε χαρακτηριστικά πως «το γεγονός ότι ανακοινώνουμε αναστολές εκποιήσεων δεν είναι βοηθητικό, διότι αφαιρεί το κίνητρο του δανειολήπτη να ενταχθεί στο Σχέδιο».

Είναι γεγονός πως οι αποφάσεις που λήφθηκαν τα τελευταία χρόνια οι οποίες οδήγησαν στην αναστολή των εκποιήσεων για διάφορους λόγους και προφάσεις, διατήρησαν το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε ιδιαίτερα ψηλά επίπεδα παρόλο που τα περισσότερα από αυτά έχουν φύγει από τους ισολογισμούς των τραπεζών και πλέον πέρασαν στις Εταιρείες Διαχείρισης Δανείων.

Υπενθυμίζεται πως το σύνολο των ΜΕΔ σε τράπεζες και Εταιρείες Εξαγοράς Πιστώσεων (ΕΕΠ) ήταν περίπου €25 δισ. στο τέλος του πρώτου τριμήνου του 2023, σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας. Από αυτά, τα €22,5 δισ. βρίσκονται σε εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων, εκ των οποίων τα €21 δισ. ή ποσοστό 93% του συνόλου, παρουσιάζουν καθυστέρηση πέραν των πέντε ετών άρα δεν αποτελούν απότοκο των πρόσφατων κρίσεων της πανδημίας ή πιο πρόσφατα του πληθωρισμού και της ανόδου των επιτοκίων.

Καθοριστικός ο ρόλος του Επιτρόπου

Παράγοντες της αγοράς θεωρούν πως η τελική μορφή του νομοσχεδίου που θα καθορίζει και θα διευρύνει τις αρμοδιότητες του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου θα είναι καθοριστικής σημασίας για τον διάλογο που θα διεξαχθεί τις επόμενες βδομάδες, τόσο μεταξύ κυβέρνησης και συγκυβερνώντων κομμάτων όσο και με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, δανειστές και δανειολήπτες.

Το κρίσιμο νομοσχέδιο ακόμα δεν έχει πάρει την τελική του μορφή, αφού, σύμφωνα με τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, Κωνσταντίνο Λετυμπιώτη, συζητήθηκε μεν στο Υπουργικό Συμβούλιο την περασμένη Τετάρτη, αλλά θα επανέλθει προς έγκριση σε επόμενη συνεδρίαση του σώματος.

«Αυτό που στοχεύει η Κυβέρνηση είναι να βρεθεί μια μόνιμη λύση που θα παρέχει και δίχτυ προστασίας προς τους ευάλωτους δανειολήπτες και δεν θα προστατεύει την ίδια στιγμή τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, και θα μπορέσει και η οικονομία μας να συνεχίζει να είναι σε στερεά θεμέλια», σχολίασε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος, για ένα ζήτημα το οποίο στην πράξη αποδεικνύεται πιο δύσκολο στη διαχείριση του από ότι θα αναμενόταν. Ένα πρόβλημα που ταλαιπωρεί την κυπριακή οικονομία για περισσότερο από μία δεκαετία ως απότοκο της φούσκας της περιόδου 2004-2007 παρά το γεγονός ότι εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται μέχρι σήμερα διάφορα σχέδια στήριξης των ευάλωτων δανειοληπτών τα οποία όμως δεν έτυχαν της αναμενόμενης αποδοχής από τους θεωρητικά επηρεαζόμενους.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας Gabriel Makhlouf εξήγησε πως η χώρα του έπρεπε να εφαρμόσει ένα ειδικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων τόσο σε επίπεδο χρηματοπιστωτικού συστήματος όσο και από κοινωνικής άποψης. «Δεν υπάρχει ένα μόνο μέτρο που να μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και χρειάζεται αρκετός χρόνος. Αλλά ένα σημαντικό μάθημα από την ιρλανδική εμπειρία είναι ότι η έγκαιρη παρέμβαση είναι ζωτικής σημασίας για να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον δανειολήπτη και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ένα μείγμα ενεργών πολιτικών παρεμβάσεων, εντατικής εποπτείας και ισχυρών νομοθετικών πρωτοβουλιών είναι επίσης απαραίτητο. Ενεργώντας με αυτό τον τρόπο, είδαμε τις υποθέσεις καθυστερημένων οφειλών να μειώνονται περίπου κατά 100 χιλιάδες ή κατά 70 % τα τελευταία δέκα χρόνια».

Στενεύουν τα περιθώρια

Στόχος της κυβέρνησης είναι πριν από το κλείσιμο της Βουλής για τις διακοπές των Χριστουγέννων, να υπάρξει οριστική κατάληξη στο ζήτημα. Ωστόσο το εγχείρημα είναι πιεστικό τόσο επί του περιεχομένου όσο και χρονικά. Ουσιαστικά απομένουν περίπου έξι βδομάδες μέχρι τότε, εντός των οποίων η Επιτροπή Οικονομικών θα συζητεί και τον κρατικό προϋπολογισμό του 2024. Όσον αφορά την ουσία του ζητήματος, και πάλι η εξίσωση δεν είναι εύκολη. Αφενός θα πρέπει να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των κομμάτων τουλάχιστον της συγκυβέρνησης, να μην εξοντωθεί το σχετικό πλαίσιο καθώς κάτι τέτοιο θα έχει αντίκτυπο στην οικονομία ευρύτερα και θα απομακρύνει υφιστάμενους και νέους επενδυτές. Αφετέρου θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι όποιες ρυθμίσεις γίνουν θα μπορούν να τύχουν άμεσης και ουσιαστικής διαχείρισης από το γραφείο του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου χωρίς να προκαλέσουν περαιτέρω χρονοτριβή σε διαδικασίες οι οποίες ήδη θεωρούνται ατελέσφορες.

Η νέα αναστολή έρχεται παρά τις έντονες προειδοποιήσεις των τελευταίων μηνών από διεθνή σώματα και εποπτικές Αρχές ακόμα και από την ίδια την κυβέρνηση.  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ