Διψούν να δώσουν δάνεια οι κυπρακές τράπεζες

Η αυξημένη ρευστότητα "χτυπά" την κερδοφορία τους και αναζητούν λύσεις. 

Του Νέστωρα Βασιλείου

Η αφθονία της ρευστότητας προβληματίζει τις τράπεζες, καθώς δεν αποκομίζουν επιτοκιακά έσοδα. 

«Ουδέν καλόν αμιγές κακού» θα ήταν η εκδοχή του αρχαίου ρητού, παραφρασμένη, εάν θα έπρεπε να σκιαγραφηθεί η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες και σχετίζεται με τα υψηλά αποθέματα ρευστότητας, τα οποία διαθέτουν. Από τη μια η ρευστότητα διασφαλίζει πιο αποτελεσματικά τις καταθέσεις. Από την άλλη η αφθονία της προβληματίζει τις τράπεζες, καθώς δεν αποκομίζουν επιτοκιακά έσοδα. Το πρόβλημα φυσιολογικά εντείνεται στις τράπεζες που το κύριο μέρος των εσόδων τους προέρχεται από τα επιτόκια.

Πόσω δε μάλλον όταν η λεγόμενη «παρκαρισμένη» ρευστότητα δημιουργεί πρόσθετο κόστος για τις τράπεζες, που δεν την χρησιμοποιούν. Η λύση της διοχέτευσης δισεκατομμυρίων ευρώ στην αγορά υπό μορφήν δανεισμού δεν είναι και το πιο εύκολο εγχείρημα. Οι μνήμες του πρόσφατου παρελθόντος είναι νωπές και άπαντες γνωρίζουν ότι τυχόν επιστροφή σε πρακτικές αλόγιστου δανεισμού θα έχουν καταστροφικές συνέπειες.

Μετρητά

Όλα αρχίζουν όταν ο καταθέτης «βάζει» τα χρήματά του στην τράπεζα της επιλογής του. Η τράπεζα όταν τα αναλάβει κάπου θα πρέπει να τα τοποθετήσει. Κάποια από αυτά τα χρήματα θα τα δανείσει, ενώ ένα μέρος τους είναι υποχρεωμένη να το κρατήσει, για να μπορεί να το δώσει πίσω σε καταθέτες, που δυνατόν να έρθουν και να θέλουν να το πάρουν. Αυτό συμβαίνει γιατί εάν έρθουν οι καταθέτες και θέλουν τα λεφτά τους εκείνοι που πήραν δάνεια, δεν θα τα δώσουν αμέσως στην τράπεζα για να τα δώσει πίσω στους καταθέτες.

Το καλό

«Καμιά τράπεζα αυτήν τη στιγμή δεν έχει πρόβλημα ρευστότητας», σημειώνουν χαρακτηριστικά στη «Σ» πηγές από την Κεντρική Τράπεζα. Η εικόνα, προσθέτουν, έχει αλλάξει σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. «Τώρα η ρευστότητα είναι αυξημένη και κατ’ ακρίβειαν πάρα πολλή. Είναι φορτωμένες cash οι τράπεζες και δεν ξέρουν τι να κάνουν. Έχουν τεράστια αποθέματα μετρητών και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να βρουν ευκαιρίες για να τα χρησιμοποιήσουν και να τους αποδώσουν κέρδος».

Κοστίζει ακριβά

Τράπεζα, η οποία δεν επενδύει αυτήν τη ρευστότητα για να εξασφαλίζει απόδοση έως ότου την χρειαστεί, εκ των πραγμάτων ζημιώνει. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χρεώνει τη ρευστότητα, που βρίσκεται κατατεθειμένη από τις τράπεζες με επιτόκιο -0,4%. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργώντας τους κόστος, η εποπτική Αρχή υποχρεώνει τις τράπεζες να βρουν τρόπους για να χρησιμοποιήσουν αυτά τα λεφτά. Εάν, για παράδειγμα, κάποια τράπεζα έχει €2 δις κατατεθειμένα στην Κεντρική Τράπεζα, πληρώνει στην εποπτική Αρχή €8 εκ. τον χρόνο.

Επιπλέον οι τράπεζες πληρώνουν ταυτόχρονα και το επιτόκιο στους καταθέτες τους, έστω και σημαντικά μειωμένο όπως είναι σήμερα. Γίνεται αντιληπτό ότι η διαχείριση της ρευστότητας δεν περνά απαρατήρητη από τις Διευθύνσεις των τραπεζών. Το ερώτημα είναι τι θα κάνουν τη ρευστότητά τους οι τράπεζες. «Ψάχνουμε μανιωδώς να βρούμε τρόπους για να μπορέσουμε να διαθέσουμε τη ρευστότητά μας», σημειώνουν, με νόημα, τραπεζικοί κύκλοι στη «Σ».

Η διέξοδος του δανεισμού

Πρώτη επιλογή για να υπάρξει αποφόρτιση των πιέσεων που δημιουργεί η αυξημένη ρευστότητα στην κερδοφορία των τραπεζών είναι η παραχώρηση νέων δανείων. Το 2018 οι τράπεζες παραχώρησαν νέα δάνεια συνολικά €3,1 δις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Από τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας διαφαίνεται ότι οι τράπεζες παραχώρησαν καθαρά νέα δάνεια €849,4 εκ. κατά τους τρεις πρώτους μήνες του 2019, αυξημένα κατά 16,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Τα νέα δάνεια σε νοικοκυριά διαμορφώθηκαν στα €294,9 εκ. και στις επιχειρήσεις στα €554,5 εκ.

«Συνεχίζεται η πιστωτική επέκταση», σχολιάζουν στη «Σ» κύκλοι της Τράπεζας Κύπρου, προσθέτοντας ότι «ψάχνουμε άλλα €2 δις περίπου για να τα διοχετεύσουμε σαν δάνεια στην αγορά, ενώ σκεφτόμαστε και δικές μας επενδύσεις». Δεν κρύβουν, παρά ταύτα, τον προβληματισμό τους ειδικά με τις δυνατότητες παραχώρησης μεγάλων δανείων. Σημειώνουν χαρακτηριστικά ότι «με τα υφιστάμενα δεδομένα και με τους κανόνες, που υπάρχουν, τα πράγματα είναι δύσκολα. Ο κόσμος που μπορούσε να δανειστεί, λίγο πολύ το έχει κάνει, επομένως η κυπριακή αγορά είναι κάπως κορεσμένη».

Η Τράπεζα Κύπρου δίδει ιδιαίτερη προσοχή και στα λεγόμενα «κοινοπρακτικά» δάνεια «καθώς μπορεί να συμμετέχουμε και να δώσουμε δάνεια ακόμη και στο εξωτερικό και μεγάλα ποσά». Από την Ελληνική Τράπεζα, την ίδια ώρα, τίθεται επί τάπητος μια παραδοχή κι ένας προβληματισμός. Ανώτατες πηγές θεωρούν δύσκολο έως αδύνατο να καταφέρουν να διοχετεύσουν τη ρευστότητα της Τράπεζας στην κυπριακή αγορά σε βάθος τριετίας. «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Πρέπει να διατηρούμε τις ποιότητες του δανεισμού, τις οποίες έχουμε. Δεν μπορούμε να γεμίσουμε την αγορά με δάνεια και να πάμε στα προηγούμενα κακά των μη εξυπηρετούμενων δανείων», σημειώνουν στη «Σ».

Ματιές στο εξωτερικό

Η Ελληνική Τράπεζα ρίχνει ματιές και εκτός Κύπρου, σε μια προσπάθεια να αρπάξει ευκαιρίες, που παρουσιάζονται. «Η άλλη μας επιλογή την οποία κοιτάζουμε και προχωρούμε είναι να επενδύσουμε μέρος της ρευστότητας σε επενδύσεις του εξωτερικού», σημειώνουν έγκυρες πηγές. Ξεκαθαρίζουν όμως ευθύς εξαρχής ότι αυτό που αναζητούν είναι «επενδύσεις, όχι τραπεζικές εργασίες. Δεν πρόκειται να πάμε να ανοίξουμε τράπεζα και να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε σχέσεις με πελάτες και τραπεζικές εργασίες. Μιλάμε για επενδύσεις σε χαρτοφυλάκια, που θα είναι σχετικά συντηρητικά, για να μπορέσουμε έτσι το -0,4%, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να το γυρίσουμε σε θετικό».

Η λογική της Διεύθυνσης της Τράπεζας στηρίζεται στο γεγονός ότι «είναι μεγάλα τα ποσά κι οι μικρές αλλαγές κάνουν σημαντική διαφορά στην κερδοφορία». Χαρακτηριστικό είναι και το παράδειγμα, που παραθέτουν στη «Σ» έγκυρες πηγές από την Τράπεζα. «Για κάθε €1 δις, το 1% αντιστοιχεί σε €10 εκ. Άρα εάν πάρουμε €1 δις και το πάρουμε από το - 0,4% στο 0,6% προκύπτει διαφορά €10 εκ. στην κερδοφορία της τράπεζας, χωρίς να κάνει καμιά άλλη κίνηση.

Είναι εύκολη κίνηση, δεν χρειάζεται να ανοίξεις καταστήματα ή οτιδήποτε άλλο. Απλώς είναι θέμα επένδυσης. Οπότε διοχέτευση δανεισμού στην εγχώρια αγορά, αλλά και επενδύσεις στις διεθνείς αγορές. Αυτές οι επενδύσεις είναι χαρτοφυλάκια, ομόλογα, δεν είναι μετοχές. Δεν είναι επικίνδυνες επενδύσεις. Είναι σχετικά συντηρητικές επενδύσεις».

«Παίζει» το ομόλογο στο εσωτερικό

Η Κυβέρνηση -και δη το οικονομικό της επιτελείο- φαίνεται ότι δεν έχει πει ακόμη την τελευταία της λέξη στο επίπεδο της έκδοσης ομολόγων. Έγκυρες πηγές αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο να εκδοθεί τελικά ομόλογο και στο εσωτερικό. Μια τέτοια έκδοση, όπως είχε γράψει και παλαιότερα η «Σ», αντικρίζεται, τουλάχιστον, με θερμό ενδιαφέρον από το εσωτερικό και δη τις τράπεζες και τα ταμεία, που διψούν για αποδόσεις.

Επιτόκια στο 0%

Η ιστορική βύθιση των καταθετικών επιτοκίων σε επίπεδα πλησίον του 0% δεν είναι καθόλου τυχαία. Οι τράπεζες, σε μια προσπάθεια να ρίξουν το κόστος τους, οδηγούνται σε περαιτέρω μειώσεις των επιτοκίων, που αποδίδουν στους καταθέτες τους. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, που αφορούν στον περασμένο Μάρτιο:

- Το επιτόκιο για καταθέσεις προθεσμίας έως ενός έτους από νοικοκυριά είχε υποχωρήσει στο 0,36%.

- Το αντίστοιχο επιτόκιο για καταθέσεις εταιρειών είχε κινηθεί ανοδικά στο 0,44%.

Πηγή: Εφημερίδα Σημερινή 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ