• Θετική δυναμική της αγοράς εργασίας και επενδύσεις υποστηρίζουν την εγχώρια οικονομία
• Σημαντική πρόοδος ως προς τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος
• Η δημοσιονομική πειθαρχία πρέπει να συνεχιστεί απρόσκοπτα
• Η υλοποίηση όλων των δομικών μεταρρυθμίσεων αποτελεί σημαντικό πυλώνα για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της κυπριακής οικονομίας
Η Ελληνική Τράπεζα εκτιμά οι μακροοικονομικές προοπτικές της κυπριακής οικονομίας είναι θετικές και συνοδεύονται από τη σημαντική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2018, το σημαντικό ρυθμό αύξησης της απασχόλησης και την περαιτέρω βελτίωση βασικών εγχώριων δεικτών. Η ανάπτυξη αναμένεται ότι θα υποστηριχθεί κυρίως από την ιδιωτική κατανάλωση, τις επενδύσεις και από τη συνεχή βελτίωση στην αγορά εργασίας. Οι δημόσιες δαπάνες αναμένεται επίσης να συμβάλουν θετικά στην ανάπτυξη μέσω δημοσίων επενδύσεων. Σύμφωνα με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο της Υπηρεσίας Οικονομικών Ερευνών της Τράπεζας, το 2018 ο ρυθμός ανάπτυξης εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 4,0% και για το 2019 στο 3,9%. Η ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης αναμένεται να οδηγήσει σε βελτίωση των συνθηκών της αγοράς εργασίας με την ανεργία να μειώνεται στο 8,2% το 2018. Ο πληθωρισμός για το 2018 αναμένεται να παραμείνει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, γύρω στο 0,7%.
Όπως επισημαίνει στην ανάλυσή της, η Υπηρεσία Οικονομικών Ερευνών της Τράπεζας, η φάση ανάκαμψης της οικονομίας έχει ολοκληρωθεί και εισέρχεται στη φάση ανάπτυξής της. Σε όρους απόλυτων μεγεθών, η αξία της εγχώριας παραγωγής τελικών αγαθών και υπηρεσιών σε σταθερές τιμές, δηλαδή το πραγματικό ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στα €19,5 δισ. το 2017, ανακτώντας το επίπεδο που είχε πριν την κρίση. Το ονομαστικό ΑΕΠ, δηλαδή η αξία της εγχώριας παραγωγής τελικών αγαθών και υπηρεσιών σε τρέχουσες τιμές, ανήλθε στα €19,6 δισ. το 2017, από €18,5 δισ. το προηγούμενο έτος. Η Υπηρεσία Οικονομικών Ερευνών σημειώνει ότι το ενθαρρυντικό στοιχείο σχετικά με τη νέα φάση ανάπτυξης της οικονομίας, που βοηθάει στην αποφυγή της δημιουργίας ενός νέου φαύλου κύκλου, είναι ότι η πρόσφατη επίδοση της οικονομίας δεν είναι αποτέλεσμα της συνεισφοράς της κυβέρνησης μέσω του δημοσίου τομέα και επομένως του πολλαπλασιαστικού ρόλου που έχει, ούτε της αλόγιστης και μη-βιώσιμης πιστωτικής επέκτασης που χρηματοδοτούσε την κατανάλωση κατά την περίοδο πριν από την κρίση.
Η Υπηρεσία υπογραμμίζει ότι τα δημόσια οικονομικά σταθεροποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό με στόχο την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους. Επίσης, σημειώνεται ότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος για την αναδιάρθρωση και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου. Όπως τονίζεται, οι κυπριακές τράπεζες έχουν κάνει σημαντικά βήματα για τη σταθεροποίηση του συστήματος και βρίσκονται πλέον σε σταθερότερη βάση. Οι πρόσφατες τολμηρές κινήσεις για τον εξορθολογισμό των ισολογισμών των τραπεζών έχουν μειώσει την αβεβαιότητα στο σύστημα.
Αυτές περιλαμβάνουν:
• Την μεταβίβαση των μη-εξυπηρετούμενων χορηγήσεων (ΜΕΧ) της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας εκτός του τραπεζικού συστήματος;
• Την πώληση μη-εξυπηρετούμενων δανειακών χαρτοφυλακίων από την Ελληνική Τράπεζα και την Τράπεζα Κύπρου;
• Την μεταφορά μη-εξυπηρετούμενων χορηγήσεων από την Alpha Bank Κύπρου εκτός του τραπεζικού συστήματος;
• Την πρόσφατη έγκριση νομοθετικών τροποποιήσεων με στόχο τη διευκόλυνση των περαιτέρω πωλήσεων δανείων και την ενίσχυση των εργαλείων για τις εκποιήσεις και την αφερεγγυότητα; και
• Τον σχεδιασμό ενός προγράμματος κοινωνικής πολιτικής ("ΕΣΤΙΑ") από την Κυβέρνηση με στόχο την παροχή οικονομικής βοήθειας σε ευάλωτους δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν προβλήματα (στη βάση εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων) για να ξεκινήσουν να εξυπηρετούν τα χρέη τους.
Όπως επισημαίνει στην ανάλυσή της, η Υπηρεσία Οικονομικών Ερευνών της Τράπεζας, η καλύτερη από την αναμενόμενη εξέλιξη της οικονομίας, καθώς και οι βελτιωμένες εγχώριες χρηματοπιστωτικές συνθήκες, δημιούργησαν και διατήρησαν ένα κλίμα βελτιωμένης εμπιστοσύνης, το οποίο εκφράζεται πιο ενδεικτικά με την πρόσφατη αναβάθμιση της Κύπρου σε επενδυτική βαθμίδα. Τον Σεπτέμβριο του 2018, ο οίκος Standard & Poor’s αναβάθμισε την Κυπριακή Δημοκρατία σε “ΒΒΒ-” από “ΒΒ+”, κατατάσσοντάς την σε επενδυτική βαθμίδα. Επίσης, τον Οκτώβριο του 2018, ο οίκος αξιολόγησης Fitch αναβάθμισε την Κυπριακή Δημοκρατία σε επενδυτική βαθμίδα στο “BBΒ-” από “BB+”.
Η Υπηρεσία Οικονομικών Ερευνών σημειώνει ότι η καλύτερη των προσδοκιών επίδοση της οικονομίας δεν πρέπει να προκαλέσει εφησυχασμό, ούτε χαλάρωση των προσπαθειών για την περαιτέρω μεταρρύθμισή της. H υλοποίηση σημαντικών δομικών μεταρρυθμίσεων θα συμβάλει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της κυπριακής οικονομίας. Σημαντικές μεταρρυθμίσεις που εξακολουθούν να εκκρεμούν αφορούν στην υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, στη δημόσια διοίκηση, στην τοπική αυτοδιοίκηση και στον τομέα της υγείας. Επίσης, θα πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για βελτίωση και διεύρυνση των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών (ηλεκτρονική διακυβέρνηση) συμπεριλαμβανομένων και των ηλεκτρονικών πληρωμών, που με τη σειρά τους θα συμβάλουν στην οικοδόμηση μιας βιώσιμης οικονομίας.
Επίσης, περαιτέρω προώθηση των ηλεκτρονικών πληρωμών θα ενισχύσει τη διαφάνεια στην οικονομία και θα συμβάλλει στη συγκράτηση της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, καθώς οι ηλεκτρονικές πληρωμές εντοπίζονται ευκολότερα. Είναι σημαντικό να χρησιμοποιηθεί η τρέχουσα δυναμική της ανάπτυξης για την υλοποίηση των προαναφερθεισών μεταρρυθμίσεων. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις είναι αποτελεσματικότερες και ευκολότερες να εφαρμόζονται όταν οι οικονομίες αναπτύσσονται.
Όπως προκύπτει από τις επισημάνσεις της Υπηρεσίας, παρά τα σημαντικά βήματα που γίνονται προς την κατεύθυνση αποκατάστασης του θετικού οικονομικού κλίματος, κάποιος βαθμός αβεβαιότητας παραμένει καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν θέματα που χρειάζονται άμεσης επίλυσης, όπως ο ψηλός δείκτης των ΜΕΧ, η υψηλή ανεργία και το ψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, τα οποία όμως βρίσκονται σε σταθερή πτωτική πορεία. Τα αυξημένα επίπεδα ΜΕΧ, συνεχίζουν να ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για τη σταθερότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και τις οικονομικές προοπτικές της χώρας. Το βελτιωμένο μακροοικονομικό περιβάλλον αναμένεται να στηρίξει περαιτέρω τις προσπάθειες των τραπεζών για την αντιμετώπιση του υψηλού επιπέδου των ΜΕΧ.
Ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας και εκποιήσεων θα αποτελέσει σημαντικό εργαλείο προς την αντιμετώπιση του προβλήματος. Όσον αφορά τις εξωτερικές προκλήσεις, αυτές σχετίζονται με την αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις εξελίξεις στην Ιταλία, χαμηλότερους από τους αναμενόμενους ρυθμούς ανάπτυξης στο Ηνωμένο Βασίλειο, την αβεβαιότητα που σχετίζεται με το Brexit και την υποτίμηση της στερλίνας. Επίσης, η επιδείνωση των γεωπολιτικών εντάσεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και Ανατολικής Μεσογείου, ενδεχομένως να προκαλέσουν αρνητικές συνέπειες στην οικονομική εμπιστοσύνη, στον τουρισμό και κατ’ επέκταση στη συνολική οικονομική δραστηριότητα. Από την άλλη, οι γεωπολιτικές εντάσεις στις γειτονικές χώρες καθιστούν την Κύπρο ασφαλέστερο τουριστικό προορισμό και θα μπορούσαν επομένως να αντισταθμίσουν, σε σημαντικό βαθμό, την πιθανή μείωση του τουριστικού ρεύματος από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Θετικότεροι από τους αναμενόμενους ρυθμούς ανάπτυξης σχετίζονται με την αυξημένη εμπιστοσύνη που θα οδηγούσε σε ισχυρότερη εγχώρια ζήτηση καθώς και με την ανάπτυξη των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου της Κύπρου εάν αυτή αποδειχθεί οικονομικά βιώσιμη.