Του Θεόδωρου Καυκαρίδη
Είναι ορισμένα ποδοσφαιρικά διλήμματα, ερωτήματα αν προτιμάτε που μπαίνουν κάθε τρεις και λίγο στο επίκεντρο της συζήτησης. Ποιος είναι ο κορυφαίος; Πελέ ή Μαραντόνα; Μαραντόνα ή Μέσι, Ζιντάν ή Πλατινί, Κριστιάνο Ρονάλντο ή Εουσέμπιο. Αυτά είναι μερικά από τα κορυφαία. Είναι αμέτρητα, υπάρχουν σχεδόν σε κάθε χώρα ή περιοχή, τέθηκαν διάφορα σε διάφορες εποχές. Κίγκαν ή Νταγκλίς, Σεφτσένκο ή Μπλαχίν, Στοϊτσκοφ ή Χάτζι, Τότι ή Ντελ Πιέρο, Ριβέρα ή Ματσόλα, Μπεκενμπάουερ εναντίον όλων των μέγιστων αμυντικών που έπαιξαν μετά τον Κάιζερ κ.τλ., κ..τλ.. Όμως τρία μεγάλα γεγονότα επανέφεραν το μέγα θέμα. Ποιος ο σπουδαιότερος παίκτης όλων των εποχών. Ο θάνατος του Μαραντόνα, η κατάκτηση του Μουντιάλ από την Αργεντινή του Μέσι και ο θάνατος του Πελέ.
Ας το γενικεύσουμε πρώτα. Λέγεται ότι είναι λάθος να συγκρίνουμε διαφορετικές ποδοσφαιρικές εποχές. Είναι σαν να συγκρίνουμε λέει μανταρίνια και πορτοκάλια. Αλλά μήπως θα πρέπει να σκεφτούμε το εξής; Οι μέγιστοι κάθε εποχής αγωνίζονταν επί ίσοις όροις με τους αντιπάλους της εποχής. Λέγεται επίσης ότι ο Πούσκας δεν θα μπορούσε να αγωνιστεί την εποχή του Πελέ, ο Πελέ την εποχή του Μαραντόνα, ο Μαραντόνα σήμερα κ.τλ., κ.τλ.. Από την άλλη υπάρχει κάτι που δεν μπορούμε να αγνοούμε. Ο κάθε σπουδαίος παίκτης γεννήθηκε με χάρισμα, με ένα ανεξήγητο ταλέντο που τον έκανε να ξεχωρίζει. Λέω λοιπόν, ειδικά στις περιπτώσεις Πελέ και Μαραντόνα (με τον σωματότυπο). Αν έκαναν προπόνηση με πιο σύγχρονα από την εποχή τους δεδομένα, αν είχαν όλη αυτή την επιστημονική υποστήριξη στην εκγύμναση, δεν θα μπορούσαν να παίξουν και σε άλλες εποχές; Σε καλύτερα γήπεδα, με καλύτερες μπάλες και παπούτσια. Είναι τέλος και οι τίτλοι. Είναι αντικειμενικό μέτρο σύγκρισης πόσα τρόπαια σήκωσε ένας ποδοσφαιριστής; Δεν πρέπει να εξετάζονται και τα ποδοσφαιρικά δεδομένα της εποχής; Ο Κρόιφ δεν πήρε παγκόσμιο τίτλο, αλλά μάγεψε με τον Άγιαξ, άλλαξε σε μία σεζόν την εικόνα της Μπαρτσελόνα και σε πέντε χρόνια το ποδόσφαιρο γενικώς… Οι πλείστοι λένε Ζιντάν αντί Πλατινί, αλλά είναι ο Μισέλ που την οκταετία 78-86 έκανε σταδιακά την Εθνική Γαλλίας από μεσαία σε κορυφαία ομάδα και γύρισε γενικά τον διακόπτη.
Και πάμε στο ερώτημα. Πελέ ή Μαραντόνα; Ή μήπως Μέσι; Η αλήθεια είναι πως σχετικά λίγοι βάζουν την ψήφο τους στον Λιονέλ. Η αλήθεια είναι πως αν δεν έπαιρνε το Μουντιάλ θα έπαιρνε ακόμη μικρότερο ποσοστό. Η γενική αίσθηση όμως είναι ότι είναι στο Νο3. Οπότε Πελέ ή Μαραντόνα. Επιτρέψτε μου να πω ότι αν είχα ψήφο θα την έβαζα στον Αργεντινό. Αλλά μπορεί να είναι στη λάθος πλευρά της ιστορίας. Ίσως γιατί τον Πελέ τον είδα μόνο σε στιγμιότυπα και από περιέργεια σε δύο 90λεπτα (τον τελικό του 1970 και τον αγώνα με την Αγγλία στο ίδιο Μουντιάλ). Και αυτή είναι ίσως η βάση για να ξεκινήσουμε.
Ο Πελέ
Για τον Πελέ υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα. Δεν ήρθε ποτέ να παίξει στην Ευρώπη, εδώ που κακά τα ψέματα διαμορφώνονται κοινές γνώμες. Πέρασε όλη του την καριέρα στη Βραζιλία (με εξαίρεση τα τελευταία χρόνια που πήγε στις ΗΠΑ). Δεν είναι πάντως περίεργο. Ελάχιστοι Βραζιλιάνοι και γενικά Λατινοαμερικανοί άφηναν τότε την πατρίδα τους. Η μεγάλη έξοδος άρχισε στα 1978 (για την Αργεντινή) και το 1982 για τη Βραζιλία. Στα 1958 όταν πρωτοεμφανίστηκε και άφησε άναυδους όσους τον είδαν, η τηλεόραση ήταν στα σπάργανα, λίγος κόσμος είχε συσκευή. Το 1962, χτύπησε στο πρώτο παιχνίδι και δεν ξανάπαιξε. Το 1966 η Βραζιλία αποκλείστηκε από τους Ομίλους και αυτό που έμεινε στην ιστορία για τον Πελέ ήταν τα απίστευτα σκληρά φάουλ που δέχτηκε. Οπότε τηλεοπτικά ομιλούντες, η μοναδική παράσταση (αλλά τι παράσταση ε…) του Πελέ ενώπιον της υφηλίου ήταν στα 1970. Κατά τα άλλα, άποψη έχουν όσοι τον είδαν στο γήπεδο, ενώ την εικόνα για το μεγαλείο του δημιούργησαν εκατομμύρια Βραζιλιάνοι που τον απολάμβαναν κάθε Σ/κ, αλλά και Νοτιοαμερικανοί από τα ματς του κυπέλλου Λιμπερταδόρες.
Όμως, ακόμη και αν κάποιος δεχτεί πως μπορεί να υπάρχει μία δόση υπερβολής, δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι ο Πελέ ήταν κάτι εξωπραγματικό για την εποχή. Όταν πρωτοβγήκε η Βραζιλία είχε παικταράδες, αλλά ένα 17χρονο παιδί έκλεψε την παράσταση. Αν δούμε την ομάδα του 1970, είχε άλλους 4 παίκτες στην επιθετική γραμμή, που ήταν τρομερού επιπέδου. Αλλά ο Πελέ ήταν ένα επίπεδο πάνω από αυτούς, πρώτος ρόλος και φυσικά Όσκαρ. Όλοι όσοι τον αντιμετώπισαν είχαν να λένε για κάτι μοναδικό. Ακόμη και τεράστιες προσωπικότητες της εποχής (ας πούμε Ντι Στέφανο) έλεγαν πως ο Πελέ ήταν ασύγκριτος. Σημειώνω πως η Βραζιλία έβγαλε τρομερούς παίκτες από το 1970 και μετά. Ριβελίνο (ο πιο υποτιμημένος μπαλαδόρος όλων των εποχών), Ζίκο, Ρονάλντο, Ροναλντίνιο. Απίστευτη κλάση, αλλά ουδείς τόλμησε να υποθέσει καν ότι μπορούσαν να μπουν πάνω από τον Πελέ. Συν ότι ο Πελέ ήταν το χρυσό παιδί, εντός και εκτός γηπέδου. Είναι πολύ σημαντικός παράγοντας αυτός.
Ο Ντιέγκο
Πάμε και στον Μαραντόνα. Πρώτα από όλα έχει σημασία να δούμε την αρχή. Ο Ντιέγκο στα 18 του κόπηκε από την Εθνική ομάδα. Ήταν στα 1978 με την Αργεντινή να κατακτά το Μουντιάλ. Το κλίμα ήταν ιδανικό. Η χώρα έκανε κάτι μεγάλο σε διεθνές επίπεδο (από το 1930 είχε να καταφέρει κάτι σημαντικό) και έβγαζε την ίδια ώρα ένα φαινομενικά τεράστιο παίκτη. Παρόλα αυτά ο Μαραντόνα άργησε να πάρει μπρος. Ούτε στο Μουντιαλίτο του 1980, ούτε στο Μουντιάλ του 1982 (έφαγε πολύ κλωτσιά) έδειξε όσα ανέμενε ο κόσμος. Όταν πήγε στην Μπαρτσελόνα, ήταν λίγες οι βραδιές που έλαμψε. Η… τρελή απόφαση να πάει στη Νάπολι άλλαξε όλη την ιστορία. Σε ένα περιβάλλον που του ταίριαζε, αλλά και σε μία ομάδα μεσαίου βεληνεκούς. Σε μία εποχή που όλοι οι σπουδαίοι πήγαιναν Καμπιονάτο. Λοιπόν, εδώ είναι το μεγαλείο του Μαραντόνα. Για έξι χρόνια… Η Νάπολι αλλάζει στάτους και τα βαζει στα ίσα με τη Γιουβέντους (κυρίως). Παίρνει πρωταθλήματα, κατακτά το κύπελλο ΟΥΕΦΑ και στα 1986 κάνει την απόλυτη παράσταση. Το πώς πήρε η μέτρια σε επίπεδο Αργεντινή το Μουντιάλ μόνο ο Μαραντόνα το ξέρει. Μέσα στην Ιταλία οδηγεί την επίσης μέτρια Αργεντινή στον τελικό του 1990. Η αλήθεια είναι πως κάπου εκεί άρχισε η αρχή του τέλους για το «αιώνιο» παιδί (και όχι τόσο καλό σε συμπεριφορά). Πλέον όμως ο Μαραντόνα τοποθετείται δίπλα από τον Πελέ και για πρώτη φορά ο «Βασιλιάς» έχει αντίπαλο. Ο Μαραντόνα είχε δοκιμαστεί στα πιο άγρια τεστ και πέτυχε. Έχει ενδιαφέρον να δούμε και πώς ο ίδιος αντιμετώπιζε τη σύγκριση. Γιατί ναι μεν στα 1982 είχε δηλώσει πως… Πελέ είναι μόνο ένας, αλλά λίγα χρόνια αργότερα μεταξύ σοβαρού και αστείου απαντούσε στην ατάκα του Βραζιλιάνου… «όταν έπαιζα ποδόσφαιρο ένιωθα ότι ήμουν απεσταλμένος του Θεού», με το… «δεν θυμάμαι να έστειλα ποτέ κανέναν»
Η… σύγκριση
Υπάρχει στην εξίσωση και το γκάλοπ της FIFA. Το 2000 ο Μαραντόνα ψηφίζεται με ποσοστό 53% ως ο καλύτερος παίχτης του αιώνα σε δημοσκόπηση που διενήργησε μέσω διαδικτύου η Παγκόσμια Ομοσπονδία.. Στη συνέχεια, η FIFA διόρισε μια ειδική επιτροπή ποδοσφαίρου των εμπειρογνωμόνων του αθλήματος, που απένειμε στον Πελέ τον συγκεκριμένο τίτλο, αφήνοντας τον Ντιεγκίτο τρίτο πίσω από τον Ντι Στέφανο.
Ο Μαραντόνα διαμαρτυρήθηκε γι’ αυτή την αλλαγή στη διαδικασία και δηλώνει πως δεν θα παρευρεθεί στην τελετή εάν πάρει ο Πελέ το βραβείο. Τελικά, αποφασίζεται να απονεμηθούν δύο βραβεία ένα για τον καθένα.
Πάντως ούτε η μία διαδικασία, ούτε η άλλη ήταν απόλυτα αντικειμενική. Λογικό από τη μία ο Μαραντόνα να έχει περισσότερη πρόσβαση σε χρήστες διαδικτύου το 2000 (νεότεροι κυρίως), από την άλλη αυτή η δημιουργία ειδικής επιτροπής, ήταν ολίγον τι «περίεργη»
Ο Πελέ είχε όμως και άλλες πρωτιές: «Ποδοσφαιριστής του Αιώνα» από τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (IFFHS) και Αθλητής του Αιώνα από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή.
Υπάρχει και η άλλη παράμετρος, Μην μπορώντας να ελέγξει τον αυθορμητισμό και τα πάθη του ο Μαραντόνα έβαλε τέλος στα μεγάλα πράγματα στα 1990. Στα τριάντα του. Ίσως μάλιστα και στα χρόνια της μαγείας του, να μην τα είχαμε δει όλα. Αυτό το είπε ο Πελέ, δεν το λέμε εμείς.
Ο Λιονέλ
Μήπως αδικείται ο Μέσι σε όλη αυτή την ιστορία; Σε αντίθεση με τον Πελέ, ο Μαραντόνα βρήκε αντίπαλο στη μάχη του GOAT από ένα συμπατριώτη του. Η αλήθεια είναι ότι ο Λιονέλ έχει προσφέρει στο γήπεδο και τηλεοπτικά, ασύλληπτα πράγματα. Δεν θα σταθώ πολύ σε στατιστικές, είναι σχετικές. Επαναφέρω το όνομα Κρόιφ. Δεν έβαλε όσα γκολ έβαλε ο Πελέ και ο Μέσι, αλλά έχω την εντύπωση ότι αν η Ολλανδία κατακτούσε το Μουντιάλ του 1974, ίσως να μιλούσαμε με άλλα δεδομένα για τον «Μότσαρτ». Αλλά ποιος μπορεί να μην αναφέρει σε τέτοιο άρθρο τον Μπέκενμπαουερ. Αν το βραβείο πήγαινε σε παίκτη που άλλαξε το ποδόσφαιρο, τότε… Κάιζερ. Αρχές της δεκαετίας του ’70, έφερε στο παιχνίδι τον λίμπερο, πρακτικά όμως εισήγαγε τον (must σήμερα) ρόλο του box το box. Αλλά ας μην ξεμακραίνουμε. Ο Μέσι που λέγαμε έχει κάνει πράγματα με την μπάλα, που λες… αποκλείεται. Έχει κόψει μέσες σε ντρίμπλες, που λες δεν κόβονται. Έχει βγάλει πάσες περνώντας μπάλες από κλειδαρότρυπες, σε μία εποχή που τα τάκλιν, τα πρέσινγκ, οι τακτικές καταβροχθίζουν τον ελεύθερο χώρο. Αλλά είπαμε το κάθε πράγμα με τον καιρό του. Ο Μέσι προπονήθηκε σωματικά, τεχνικά και πνευματικά για να αναδείξει το ταλέντο του υπό τις σύγχρονες συνθήκες. Ίσως η παρουσία ενός αντίπαλου (Κριστιάνο) να έκοβε τη φόρα σε θέματα προβολής. Ο Πελέ και ο Μαραντόνα (ειδικά αυτός) στα ντουζένια τους είχαν ανταγωνισμό, αλλά όλοι παραδέχονταν ότι ήταν ανώτεροι. Αν είναι ο 3ος, είναι με πολύ μικρή διαφορά από τους Πελέ, Μαραντόνα. Ποιος κόβει τώρα πρώτος το νήμα. Σας είπα, εγώ θα ψήφιζα Μαραντόνα, παρόλο που δεν συμπαθώ ποδοσφαιρικά την Αργεντινή. Όμως και πάλι, λέω ότι αν υπάρχει ιστορία, ίσως να είμαι στη λάθος πλευρά. Ίσως μάλιστα η… υποκειμενική στάση της FIFA να ήταν η πιο δίκαιη. Ένα βραβείο για τον καθένα.