7η Οκτωβρίου: Πόσο «σημάδεψε» την κυπριακή οικονομία ένας χρόνος πολέμου στη Μ. Ανατολή

Ο Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ και ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ κάνουν τη δική τους αποτίμηση και μιλούν στο Economy Today για τις επιπτώσεις στο εγχώριο επιχειρείν, καταθέτοντας τις εκτιμήσεις τους για την επόμενη μέρα

Της Ευδοκίας Παπαδοπούλου

«Έχει έρθει η ώρα για να αφεθούν ελεύθεροι οι όμηροι. Να σιγήσουν τα όπλα. Η ώρα να τερματιστούν τα δεινά που έχουν κατακλύσει την περιοχή. Ο καιρός για ειρήνη, διεθνές δίκαιο και δικαιοσύνη», έλεγε χθες ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, στο μήνυμά του για την επέτειο της επίθεσης της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ την 7η  Οκτωβρίου 2023.

Την ίδια ώρα, σφοδρές ισραηλινές επιδρομές συνέχιζαν για άλλη μια μέρα να σείουν τη Βηρυτό, πλήττοντας παράλληλα, ιρανικές βάσεις στη Συρία, μαχητές της Χεζμπολάχ εξαπέλυαν πυραύλους σε ισραηλινά εδάφη, ο αριθμός των νεκρών Παλαιστινίων, μετά και από το χτύπημα σε τέμενος που είχε μετατραπεί σε καταφύγιο εκτοπισμένων έφθανε, σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας της Γάζας, σε 41.870, και 101 άνθρωποι εξακολουθούσαν να κρατούνται όμηροι από τη Χαμάς, ενώ οι πληγές των οικογενειών των 1.250 και πλέον ανθρώπων που έχασαν σαν σήμερα πριν από ένα χρόνο τη ζωή τους ανεπούλωτες.   

Πολλαπλά μέτωπα, αλυσιδωτές επιπτώσεις και ολόκληρος πλανήτης να παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα τον κλιμακούμενο πόλεμο στη Μέση Ανατολή, που εκτυλίσσεται σε απόσταση αναπνοής από τη χώρα μας. Η  Κύπρος απέχει, άλλωστε, μόλις 40 λεπτά από το πεδίο της μάχης -όσο διαρκεί δηλαδή μία πτήση από τη λιβανική πρωτεύουσα- έχοντας μάλιστα, υποδεχθεί τα τελευταία εικοσιτετράωρα εκατοντάδες ανθρώπους, που εγκατέλειψαν εναγωνίως τη χώρα αναζητώντας ασφάλεια.

Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από την ημέρα που αποτέλεσε το έναυσμα για τη νέα αναζωπύρωση της περιοχής μας, το Economy Today επιχειρεί να σκιαγραφήσει τα οικονομικά «σημάδια» της σύγκρουσης μέσα από το φακό της επιχειρηματικής κοινότητας. Σε αυτό το πλάισιο, ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ και ο Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ, Μιχάλης Αντωνίου και Μάριος Τσιακκής μιλούν στο Economy Today για το πώς τα γεγονότα επηρέασαν την Κύπρο, ενώ θέτουν επί τάπητος τις εκτιμήσεις τους για την επόμενη μέρα. Αναλύουν τις επιπτώσεις για διάφορους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας και εξηγούν πως η Κύπρος αποτελεί «κοινό παρονομαστή» για Ισραηλινούς και Λιβανέζους επιχειρηματίες. Τι λένε για το  «σύστημα αντισωμάτων» του εγχώριου οικονομικού οικοσυστήματος και τα όσα μας δίδαξαν τα προηγούμενα χρόνια.

 

Αρνητική εξέλιξη χωρίς αστερίσκους

«Η κυπριακή οικονομία λόγω του μεγέθους και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της είναι πάντοτε ευάλωτη σε έξωθεν αρνητικές εξελίξεις. Πόσο μάλλον όταν οι αρνητικές αυτές εξελίξεις σημειώνονται στη γειτονιά μας και είναι τόσο κοντά μας», αναφέρει αρχικά ο Μάριος Τσιακκής, με τον Μιχάλη Αντωνίου να σημειώνει πως ένας πόλεμος «έξω από την αυλή μας» αποτελεί μία αμιγώς αρνητική εξέλιξη, πολύ θλιβερή -πρωτίστως ανθρώπινα- αλλά και οικονομικά.

Όπως υποδεικνύει ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ, η υφιστάμενη κατάσταση αποτελεί πηγή πρόκλησης ανησυχίας, αφού κάθε πόλεμος, εξηγεί, φέρνει μία ρευστότητα η οποία δεν βοηθά καθόλου την οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα. «Υπάρχει ανά πάσα στιγμή το ενδεχόμενο ενός ατυχήματος, ενός μη καλά υπολογισμένου γεγονότος να ξεφύγει από τον έλεγχο η κατάσταση και να δημιουργηθούν περιπλοκές, τις οποίες ελάχιστοι θα μπορούν να προβλέψουν εκ των προτέρων για να μπορέσουν να προετοιμαστούν οι οικονομίες και οι κοινωνίες», υπογραμμίζει.  

Αρχικά μούδιασμα, έπειτα back to business

Περιγράφοντας τα όσα έχουν μεσολαβήσει από την 7η Οκτωβρίου του 2023 μέχρι και σήμερα, ο Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ αναφέρει πως η σύγκρουση στη Γάζα αρχικά δημιούργησε κυρίως ένα «ψυχολογικό μούδιασμα στην οικονομία μας», το οποίο αποδίδει αφενός στη γεωγραφία και στην εγγύτητα της χώρας μας με την περιοχή και αφετέρου διότι η σύγκρουση συνέπεσε με τον πόλεμο στην Ουκρανία.

«Η διάρκεια της σύγκρουσης επαύξησε την αβεβαιότητα στη διεθνή οικονομία, γεγονός που επηρεάζει κυρίως ψυχολογικά και τη δική μας οικονομία», σημειώνει, λέγοντας πως ωστόσο, δεν υπήρξαν άμεσες επιπτώσεις στους κύριους τομείς της οικονομίας μας και στην εξέλιξη και ανάπτυξη της, η οποία συνέχισε την αναπτυξιακή της πορεία, παρουσιάζοντας θετικό ρυθμό ανάπτυξης.

Στο διεθνές σκέλος εστιάζει και ο κ. Αντωνίου, εξηγώντας πως οι συνέπειες υπήρξαν σαφώς αρνητικές με το σκαμπανέβασμα στις τιμές του πετρελαίου και τις προεκτάσεις στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, κάτι που με τη σειρά του προκάλεσε παρενέργειες στο κόστος αγαθών.  «Η πίεση στο κόστος παραγωγής, επηρέαζε το τελικό κόστος της τιμής διάθεσης στον καταναλωτή. Όσο πιο ενεργοβόρες οι βιομηχανίες, τόσο πιο βαριά ήταν η επίπτωση πάνω στα προϊόντα και στις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών», επισημαίνει.

Θαλάσσιες μεταφορές εν μέσω διασταυρούμενων πυρών

Παράλληλα, ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ αναφέρεται στον παράγοντα «Χούθι» και τον καταλυτικό του ρόλο στις θαλάσσιες μεταφορές τον τελευταίο χρόνο. Όπως εξηγεί, η δράση των ανταρτών της Υεμένης στην Ερυθρά Θάλασσα και οι αλλεπάλληλες επιθέσεις σε εμπορικά πλοία οδήγησαν σε εκ νέου αύξηση του κόστους των θαλασσίων μεταφορών, αφού είχε ως αποτέλεσμα πολλές ναυτιλιακές  εταιρείες να κάνουν τον γύρο της Αφρικής για να έρθουν στη Μεσόγειο.  «Όλα αυτά διατήρησαν υψηλότερα απ’ ότι θα ήταν τον πληθωρισμό με βάση τις εξελίξεις όπως ήταν προδιαγεγραμμένες πριν την έκρηξη του συγκεκριμένου πολέμου».

Πρόκειται για έναν τομέα που έχει σίγουρα επηρεαστεί αρνητικά από την κατάσταση, τονίζει και ο Γενικός Γραμματέας του ΚΕΒΕ. «Ιδιαίτερα για φορτία που έρχονται από χώρες της Ασίας και της Άπω Ανατολής», συμπληρώνει. Όπως εξηγεί, «τα προβλήματα με την ασφάλεια διέλευσης πλοίων μέσω της διώρυγας του Σουέζ έχουν αυξήσει σημαντικά το κόστος και τους χρόνους παράδοσης των εμπορευμάτων κάτι το οποίο μεταφέρεται δυστυχώς στις τιμές των προϊόντων».

Σχεδόν «αλώβητοι» πολλοί τομείς

Και οι δύο συγκλίνουν πως η κυπριακή οικονομία παρουσιάστηκε ιδιαίτερα ανθεκτική. Μάλιστα, ο κ. Αντωνίου κάνει λόγο για «σύστημα αντισωμάτων» του εγχώριου οικονομικού οικοσυστήματος.

Σύμφωνα με τα όσα διαπιστώνει ο Μάριος Τσιακκής «οι τομείς που επηρεάστηκαν, αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό, είναι ο τουρισμός από το Ισραήλ, οι αεροσυγκοινωνίες μεταξύ Κύπρου-Ισραήλ και ίσως οι επενδύσεις από Ισραηλινούς στην Κύπρο. Οι τομείς της βιομηχανίας, του εμπορίου και των υπηρεσιών δεν υπέστησαν οποιανδήποτε σοβαρή επίπτωση». 

Παράλληλα, ο Μιχάλης Αντωνίου υπενθυμίζει πως «δεν είναι η πρώτη φορά που τα τελευταία 13 χρόνια ζούμε σε μια κατάσταση μόνιμης διαχείρισης εντελώς καινούριων κάθε φορά προκλήσεων που προκύπτουν από κρίσεις που δεν έχουμε οδηγό διαχείρισής τους. Κάθε φορά είναι πρωτόγνωρες». Όπως τονίζει έχουμε δημιουργήσει ένα «σύστημα αντισωμάτων», ως οικονομικό οικοσύστημα, μηχανισμών αυτοάμυνας που μπορούμε να διαχειριστούμε με αποτελεσματικότητα οτιδήποτε και αν έρθει μπροστά μας, νοουμένου ότι είναι σε πλαίσιο που θα είναι διαχειρίσμο. Ο Γενικός Διευθυντής της ΟΕΒ επισημαίνει πως η εμπειρία των τελευταίων 13 ετών μας ενίσχυσε και μας εξόπλισε με ευρηματικότητα. «Είναι αυτό που περιγράφουμε ως την ευρηματικότητα των Κυπρίων επιχειρηματιών, η ικανότητά τους να προσαρμόζονται, να αξιοποιούν όλες τις θετικές πτυχές κάθε καινούριας πρόκλησης», σημειώνει. 

«Από την άλλη πρέπει να τονίσουμε ότι ως τώρα είμαστε τυχεροί μέσα στα πλαίσια της κρίσης να έχουμε πολιτειακές αρχές και θεσμούς που τείνουν ευήκοον ους απέναντι στις εισηγήσεις του επιχειρείν και των φορέων του όπως είναι η ΟΕΒ», προσθέτει ο κ. Αντωνίου. Όπως λέει, «με γρήγορα αντανακλαστικά, υιοθετούν αυτά που προτείνονται από τους φορείς της επιχειρηματικότητας και με γρήγορες, εύστοχες, αποτελεσματικές αποφάσεις δημιουργούν τη γέφυρα για το επιχειρείν να αξιοποιήσει ό,τι μπορεί να αξιοποιηθεί».

«Κοινό έδαφος» Λιβανέζων - Ισραηλινών η Κύπρος

Στο κάδρο προστίθεται και η κάθοδος Λιβανέζων και Ισραηλινών επιχειρηματιών, με τον Γενικό Γραμματέα του ΚΕΒΕ να περιγράφει πως κατά τη διάρκεια του ενός έτους της κρίσης αρκετοί Ισραηλινοί και τώρα Λιβανέζοι έρχονται στην Κύπρο για λόγους ασφάλειας και τον Γενικό Διευθυντή της ΟΕΒ να υπογραμμίζει πως σε πολλές περιπτώσεις οι εξελίξεις απλά επιτάχυναν προϋπάρχοντα σχέδια των εμπλεκομένων.

«Η επαφή μας με το επιχειρείν επιβεβαιώνει ότι οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή έχουν επιταχύνει τους σχεδιασμούς επιχειρηματικών οντοτήτων που έχουν ως βάση των δραστηριοτήτων τους την περιοχή τη Μέσης Ανατολής», σημειώνει ο κ. Αντωνίου, προσθέτοντας πως «έχουμε περάσει πλέον το στάδιο, για αρκετές από αυτές, της βολιδοσκόπησης ή της διερεύνησης των δυνατοτήτων. Κάποιες είναι ήδη εδώ με πολύ αξιόλογες δραστηριότητες, μακράς πνοής, όχι μεταβατικού χαρακτήρα. Δηλαδή δεν βρίσκονται εδώ μέχρι να περάσει η φουρτούνα που περνούν οι χώρες της Μέσης Ανατολής».

Εξηγεί πως αναφέρεται κυρίως στον Λίβανο και το Ισραήλ. «Ήδη έχουμε ένα αριθμό επιχειρηματιών που έχει ή βρίσκεται σε διαδικασία να μεταφέρει μέρος ή το σύνολο των δραστηριοτήτων του στην Κύπρο κατά τρόπο όχι προσωρινό». Αφορά, όπως μάς λέει, διάφορες δραστηριότητες που περιλαμβάνουν τεχνολογίες αιχμής, καθώς και βιομηχανική παραγωγή - μεταποιητική βιομηχανία. «Κάποιοι από αυτούς επιδιώκουν να μεταφέρουν μέρος των δραστηριοτήτων ή ακόμα και την έδρα των επιχειρήσεων τους ή να ζήσουν στην Κύπρο δημιουργώντας επιπρόσθετα οφέλη για την κυπριακή οικονομία», συμπληρώνει ο κ. Τσιακκής.   

Δεν χρειαζόμαστε τον πόλεμο για να προσελκύσουμε επενδύσεις

Ο Μιχάλης Αντωνίου υπογραμμίζει ταυτόχρονα, πως η Κύπρος διαθέτει τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήματα για προσέλκυση σοβαρών, ποιοτικών, αξιόλογων επενδύσεων που δεν χρειάζεται την ενίσχυση για προσέλκυση μέσα από τόσο αρνητικά γεγονότα, όπως είναι ένας πόλεμος.

«Δεν χρειαζόμαστε τον πόλεμο για να προσελκύσουμε επενδύσεις, ούτε θέλουμε να υπάρχει πόλεμος. Μακάρι να σταματήσει σήμερα και να ξεκινήσει η ανοικοδόμηση και η δραστηριότητα, η επιστροφή στην κανονικότητα των λαών που υποφέρουν όλων των εμπόλεμων πλευρών», επισημαίνει, προσθέτοντας πως «όλοι θα προτιμούσαμε να μην είχαμε την παραμικρή θετική επίπτωση από γεγονότα τα οποία είναι αμιγώς αρνητικά, πόσο μάλλον όταν προέρχονται από πολεμικές δραστηριότητες».

Τα σενάρια για την επόμενη μέρα

Απαντώντας στο ποιες είναι οι εκτιμήσεις τους για την επόμενη μέρα και οι δύο συμφωνούν πως ουδείς μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια. Κρούουν, ωστόσο, τον κώδωνα του κινδύνου σε περίπτωση επέκτασης του πολεμικού μετώπου.

«Προβλέψεις για την επόμενη μέρα είναι δύσκολο να γίνουν. Υπάρχουν όμως κίνδυνοι η κρίση από τοπική να εξελιχθεί σε περιφερειακή. Αν οδηγηθούμε σε μια ανοικτή σύγκρουση Ισραήλ-Ιράν, οι διαστάσεις και οι επιπτώσεις της κρίσης θα είναι παγκόσμιες και ευρύτερες, γεγονός που αναμφίβολα θα επηρεάσουν και την κυπριακή οικονομία», λέει ο κ. Τσιακκής, φέρνοντας ως παράδειγμα τη μεγάλη άνοδο που σημείωσαν οι διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου (έφτασαν μέχρι τα 73 δολάρια το βαρέλι), μόλις το Ισραήλ εισήλθε στον Λίβανο. «Την ίδια ώρα η αβεβαιότητα αυξήθηκε διεθνώς και οι αγορές άρχισαν να συμπεριφέρονται με κάποια νευρικότητα», περιγράφει.  

«Υπάρχουν μορφές κλιμάκωσης τις οποίες ουδείς μπορεί να διαχειριστεί», υπογραμμίζει ο κ. Αντωνίου, εκφράζοντας εντούτοις την εμπιστοσύνη του στην ικανότητα του κυπριακού επιχειρείν να ανταποκρίνεται, να προσαρμόζεται και να βρίσκει λύσεις. «Κάθε φορά που συνέβαινε κάτι η ικανότητα και η ευελιξία του οικοσυστήματος του κυπριακού επιχειρείν είναι τέτοια που δίνει λύσεις ακόμα και εκεί που δεν βλέπουμε με ποιο τρόπο μπορούμε κάθε φορά να ξεπεράσουμε ένα καινούριο εμπόδιο ή πρόκληση που έχουμε μπροστά μας», δηλώνει χαρακτηριστικά.  

Αλυσιδωτές οι επιπτώσεις εάν δεν μπει τέλος

«Θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα αποφευχθούν τα χειρότερα και θα εκτονωθεί η σημερινή κρίση», λέει ο κ. Τσιακκής. «Σε διαφορετική περίπτωση είναι βέβαιο ότι εκτός από την ανασφάλεια των πολιτών θα επηρεαστούν περεταίρω οι τιμές των καυσίμων, η ομαλή λειτουργία των εφοδιαστικών αλυσίδων και η διακίνηση των πολιτών».

Τόσο το ΚΕΒΕ όσο και η ΟΕΒ διαβεβαιώνουν πως βρίσκονται σε συνεχή επαφή με την κυβέρνηση, ενημερώνοντας τα μέλη τους για όλες τις εξελίξεις και καταβάλλοντας εντατικές προσπάθειες ώστε να μην υπάρξουν επιπτώσεις στο επιχειρείν της Κύπρου και ευρύτερα στην οικονομία του τόπου.

Διαβάστε επίσης: Το Ισραήλ, το Ιράν και οι συνέπειες για την οικονομία

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ