Αναλυτές: Η ΕΚΤ δεν πρέπει να καθυστερήσει τη μείωση των επιτοκίων (πίνακες)

Οι ερωτηθέντες σε πρόσφατη έρευνα του Bloomberg προβλέπουν μειώσεις κατά 0,25% στις 5 Ιουνίου, αλλά και στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου

Σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να μειώσει τα επιτόκια δύο ακόμη φορές, αλλά οι ερωτηθέντες προειδοποίησαν ότι δεν πρέπει να περιμένει πολύ μεταξύ των κινήσεων αυτών, διαφορετικά οι επενδυτές θα συμπεράνουν ότι η χαλάρωση έχει ήδη τελειώσει.

Οι ερωτηθέντες προβλέπουν μειώσεις κατά 0,25% στις 5 Ιουνίου και στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, όταν οι νέες τριμηνιαίες προβλέψεις θα ρίξουν περισσότερο φως στις επιπτώσεις της αναδιάταξης του παγκόσμιου εμπορίου από τον Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό θα φέρει το επιτόκιο καταθέσεων στο 1,75%, όπου η δημοσκόπηση προβλέπει ότι θα σταθεροποιηθεί μέχρι το τέλος του 2026.

Με τον πληθωρισμό κοντά στο 2%, ο Πιέρ Βουντς και ο Γιάννης Στουρνάρας — που προέρχονται από τα δύο άκρα του φάσματος των «γερακιών» και των «περιστεριών» — έχουν συζητήσει ο καθένας τα πλεονεκτήματα μιας σύντομης παύσης. Εκτός από το να κερδίσει χρόνο για να αφομοιώσει τους κραδασμούς από τους δασμούς του Τραμπ, μια παύση θα σηματοδοτούσε ότι η χαλάρωση της ΕΚΤ πλησιάζει στο τέλος της, χωρίς να δεσμεύεται επίσημα για κάτι τέτοιο.

«Περαιτέρω χαλάρωση εξακολουθεί να είναι πιθανή φέτος, αλλά πιθανότατα όχι πριν από το φθινόπωρο», δήλωσε ο Νερίγιους Ματσιούλις, επικεφαλής οικονομολόγος της Swedbank. Μετά τη μείωση του Ιουνίου, «το Διοικητικό Συμβούλιο θα έχει τρεις ολόκληρους μήνες για να αξιολογήσει τον αντίκτυπο των αλλαγών στην εμπορική πολιτική των ΗΠΑ».

Η αποχή από μία ή περισσότερες συνεδριάσεις πριν από τη συνέχιση της μείωσης του κόστους δανεισμού θα έθετε σε κίνδυνο τις προκλήσεις επικοινωνίας της προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ, οι οποίες αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση. Σχεδόν το 30% των αναλυτών εκτιμά ότι η ΕΚΤ μπορεί να περιμένει μόνο μία φορά πριν οι αγορές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι τα επιτόκια έχουν φτάσει στο κατώτατο όριο. Το ένα τέταρτο εξ αυτών εκτιμά ότι μπορεί να αντέξει μια παύση που θα διαρκέσει δύο συνεδριάσεις.

Η ΕΚΤ είναι προσεκτική ώστε να μην προκαλέσει σύγχυση στους επενδυτές. Από την τελευταία συνεδρίαση για τη χάραξη πολιτικής προέκυψε ότι οι αξιωματούχοι θεωρούν απαραίτητο «να αποτελέσουν φάρο σταθερότητας» και να μην προκαλέσουν «περισσότερες εκπλήξεις σε ένα ήδη ασταθές περιβάλλον, που θα μπορούσε να ενισχύσει τις αναταράξεις στις αγορές».

Στην ερώτηση του πότε η ΕΚΤ θα αναγνωρίσει ότι έχει ολοκληρώσει τη μείωση των επιτοκίων, οι περισσότεροι ερωτηθέντες της έρευνας του Bloomberg απάντησαν ότι δε θα το κάνει.

«Η ΕΚΤ θέλει να κρατήσει όλες τις επιλογές της ανοιχτές», δήλωσε η Ουλρίκε Κάστενς, ανώτερη οικονομολόγος της DWS International. «Αν και η τάση αποπληθωρισμού είναι σε καλό δρόμο βραχυπρόθεσμα, η ΕΚΤ είναι πιθανό να επαναλάβει ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό είναι αβέβαιες».

Το ισχυρότερο ευρώ, το φθηνότερο πετρέλαιο και η πιο ήπια οικονομική ανάπτυξη — συνέπειες της αβεβαιότητας στον τομέα του εμπορίου — υποδηλώνουν ότι ο πληθωρισμός θα φτάσει τον στόχο της ΕΚΤ νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν. Ωστόσο, κίνδυνοι όπως οι διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και τα αντίποινα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την επιβολή δασμών ενδέχεται να αναζωπυρώσουν τις πιέσεις στις τιμές στο μέλλον.

Οι καταναλωτές της Ευρωζώνης δείχνουν σημάδια ανησυχίας. Οι προσδοκίες τους για τον πληθωρισμό τους επόμενους 12 μήνες αυξήθηκαν τόσο τον Μάρτιο όσο και τον Απρίλιο.

Οι αναλυτές προβλέπουν ότι οι νέες προοπτικές της ΕΚΤ την επόμενη εβδομάδα θα επιβεβαιώσουν σε μεγάλο βαθμό αυτές που παρουσιάστηκαν τον Μάρτιο, με χαμηλότερο πληθωρισμό φέτος και βραδύτερη ανάπτυξη το 2026. Ωστόσο, προειδοποιούν επίσης ότι οι προβλέψεις δε θα λάβουν πλήρως υπόψη την εμπορική αναταραχή στην οποία ενδέχεται να βρεθεί η Eυρωζώνη.

«Η μεγαλύτερη πρόκληση θα είναι πώς θα αντιμετωπιστεί η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σχετικά με τους δασμούς», δήλωσε ο Κάρστεν Μπρζέσκι της ING. «Η ΕΚΤ πρέπει να περιμένει μέχρι το τέλος της 90ήμερης παύσης πριν ενσωματώσει τους δασμούς στις προβλέψεις της. Αυτό σημαίνει ότι, προς το παρόν, μόνο ο αποπληθωριστικός αντίκτυπος από το ισχυρότερο ευρώ και τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου θα κυριαρχήσει στην απόφαση για τα επιτόκια».

Τα εναλλακτικά αποτελέσματα που θα δημοσιεύσει η ΕΚΤ μαζί με τις βασικές της προβλέψεις ενδέχεται να συμβάλουν στον προσδιορισμό της βέλτιστης πορείας δράσης. Ωστόσο, το γεγονός ότι προετοιμάζονται τέτοια σενάρια — τα οποία δεν έχουν χρησιμοποιηθεί από την πανδημία και την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία — υπογραμμίζει το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον το οποίο έχουν να αντιμετωπίσουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής.

«Μετά από αρκετούς μήνες κατά τους οποίους η πολιτική της ΕΚΤ ήταν πολύ προβλέψιμη, το καλοκαίρι ενδέχεται να αντιμετωπίσει μεγαλύτερες προκλήσεις», δήλωσε ο Φάμπιο Μπαλμπόνι, ανώτερος οικονομολόγος της HSBC για την Ευρωζώνη. «Φαίνεται να αναδύεται μια αυξανόμενη απόκλιση εντός του Συμβουλίου σχετικά με το τι θα ακολουθήσει».

Εκτός από τα επιτόκια, ορισμένοι αξιωματούχοι θέλουν να συζητήσουν τις επιπτώσεις της ποσοτικής σύσφιξης, καθώς τα ομόλογα που λήγουν αποσύρονται από τον ισολογισμό της ΕΚΤ. Το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου Πιέρο Τσιπολόνε δήλωσε ότι οι μειώσεις των επιτοκίων, οι οποίες διευκολύνουν τις συνθήκες χρηματοδότησης, θα πρέπει να «αντισταθμίσουν» την ποσοτική σύσφιξη.

Μόνο το ένα τέταρτο περίπου των ερωτηθέντων συμμερίζεται την ανησυχία του και δηλώνει ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να σταματήσει την πολιτική αυτή — είτε αμέσως είτε μόλις ολοκληρωθεί η μείωση του κόστους δανεισμού.

Οι περισσότεροι επενδυτές στοιχηματίζουν σε τουλάχιστον μία ακόμη μείωση των επιτοκίων φέτος μετά τον Ιούνιο, εκτιμώντας ότι θα πραγματοποιηθεί έως τον Οκτώβριο, με 30% πιθανότητα περαιτέρω μείωσης έως τον Δεκέμβριο. Ωστόσο, το ένα τέταρτο των αναλυτών θεωρεί ότι η απόφαση για τα επιτόκια την επόμενη εβδομάδα θα είναι η τελευταία.

«Η ΕΚΤ θα πρέπει να στείλει ένα μήνυμα που θα εξισορροπεί τη βασική θέση ότι ο κύκλος μειώσεων έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί, διατηρώντας παράλληλα ανοιχτές τις επιλογές της για τυχόν αρνητικές διαταραχές που ενδέχεται να υλοποιηθούν», δήλωσε ο Μπας βαν Γκέφεν, ανώτερος μακροοικονομικός στρατηγικός αναλυτής της Rabobank. «Πρόκειται για μια δύσκολη ισορροπία, με τις αγορές να τιμολογούν περαιτέρω μειώσεις και να εξακολουθούν να έχουν την τάση να αναζητούν χαμηλότερα επιτόκια».

Πηγή: newmoney.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ