Το Brexit θέτει σε κίνδυνο την ενότητα του Ηνωμένου Βασιλείου

Σκωτία και Βόρεια Ιρλανδία κάνουν δεύτερες σκέψεις.

Το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα στο Ηνωμένο Βασίλειο ανέδειξε αναμφισβήτητα ως κυρίαρχο του πολιτικού «παιχνιδιού» τον Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος - εξασφαλίζοντας μια ευρεία πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων - έχει τη δυνατότητα να κυβερνήσει απρόσκοπτα.

Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η έντυπη έκδοση της εφημερίδας Ναυτεμπορική, ο επικεφαλής των Συντηρητικών, κατά την πανηγυρική του ομιλία, ξεκαθάρισε ότι το Brexit θα καταστεί επιτέλους πραγματικότητα και το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποχωρήσει από την Ε.Ε. στις 31 Ιανουαρίου χωρίς... «αν» και «ίσως».

Και πράγματι, οι νέες ισορροπίες στο βρετανικό Κοινοβούλιο τού επιτρέπουν να καταθέσει εκ νέου την προτεινόμενη συμφωνία για τους όρους του διαζυγίου. Αυτό πρόκειται να γίνει, άλλωστε, στις αρχές του νέου έτους, με την – σχεδόν δεδομένη – υπερψήφισή της να προλειαίνει το έδαφος για την υλοποίηση του Brexit – σχεδόν 4 χρόνια μετά το δημοψήφισμα του 2016.

Ο σκωτσέζικος «βραχνάς»

Ωστόσο, το εκλογικό αποτέλεσμα ανέδειξε ακόμη έναν κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού. Το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας (SNP), το οποίο καταλαμβάνει τις 48 από τις συνολικά 59 βουλευτικές έδρες που προορίζονται για τα κόμματα της Σκωτίας.

Η Νίκολα Στέρτζιον, επικεφαλής του SNP, από την πρώτη στιγμή έσπευσε να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της.

«Ο Τζόνσον δεν έχει καμία εντολή να οδηγήσει τη Σκωτία εκτός της Ε.Ε. Η Σκωτία πρέπει να αποφασίσει το μέλλον της μέσω ενός νέου δημοψηφίσματος ανεξαρτησίας»

Παραδοσιακά, άλλωστε, το SNP τάσσεται αναφανδόν υπέρ της ανεξαρτησίας της Σκωτίας και η κυριαρχία του στις πρόσφατες εκλογές, αντικατοπτρίζει – σύμφωνα με την κομματική ηγεσία - και την αντίστοιχη επιθυμία του εκλογικού σώματος.

Το προηγούμενο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας είχε διενεργηθεί πριν από πέντε χρόνια, και ειδικότερα το 2014, με την πλειοψηφία να τάσσεται υπέρ της παραμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Ωστόσο, έκτοτε έχουν αλλάξει πολλά, Και το κυριότερο, έχει αλλάξει η ιδιότητα κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία αναμένεται να αποτελέσει παρελθόν στις 31 Ιανουαρίου του 2020.

Οι Σκωτσέζοι, κατά το δημοψήφισμα του Brexit, είχαν ταχθεί υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε., ενώ το SNP έχει επανειλημμένως ξεκαθαρίσει ότι επιθυμεί τη διατήρηση της Σκωτίας στην ευρωπαϊκή «οικογένεια», ακόμη κι αν αυτό προϋποθέτει την αποχώρηση από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Ο Τζόνσον, από την πλευρά του, απορρίπτει σθεναρά κάθε σενάριο νέου δημοψηφίσματος για τη Σκωτία, επικαλούμενος τα αποτελέσματα της εκλογικής ψηφοφορίας του 2014.

«Όχι» δημοψήφισμα... τύπου Καταλονίας

Ωστόσο, το SNP εμφανίζεται αποφασισμένο, αναζητώντας την κατάλληλη νομική φόρμουλα, προκειμένου να αποφευχθεί ένα νέο δημοψήφισμα, τύπου Καταλονίας, η νομιμότητα του οποίου καταρρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ισπανίας.

«Θέλει να το κάνει σωστά. Παρά την άρνηση του Τζόνσον, η Στέρτζιον μπορεί να ασκήσει πολιτική και ηθική πίεση. Το μέγεθος της νίκης του SNP δίνει το δικαίωμα στη Στέρτζιον να ισχυριστεί ότι ένα νέο δημοψήφισμα είναι επιθυμία του σκωτσέζικου λαού» αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο Μαρκ Ντίφλεϊ, πολιτικός αναλυτής.

Από την πλευρά του, ο Τομ Ντεβίν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, υποστηρίζει ότι «αυτό που έχουμε τώρα είναι ότι βρισκόμαστε κοντά στην... τέλεια καταιγίδα».

«Πολιτικά και νομικά υπάρχει αδιέξοδο, καθώς χωρίς την έγκριση της βρετανικής κυβέρνησης, το δημοψήφισμα δεν είναι νομικά δεσμευτικό και το Λονδίνο μπορεί να αγνοήσει το αποτέλεσμα, όπως έκανε και η ισπανική κυβέρνηση» εξηγεί, χαρακτηριστικά.

Ωστόσο, όπως προειδοποιεί, «όσο πιο επίμονη είναι η άρνηση του Τζόνσον, τόσο μεγαλύτερη θα καθίσταται η στήριξη των Σκωτσέζων για ανεξαρτησία».

Το αγκάθι της Βόρειας Ιρλανδίας

Τα προβλήματα για τον Τζόνσον, βέβαια, δεν σταματούν στη Σκωτία.

Και αυτό, διότι για πρώτη φορά, η Βόρεια Ιρλανδία εξέλεξε περισσότερους βουλευτές, οι οποίοι επιθυμούν την ένωση με την Ιρλανδία, απ’ όσους υποστηρίζουν την παραμονή στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Υπενθυμίζεται ότι κατά τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις για το διαζύγιο Λονδίνου – Βρυξελλών, το ζήτημα των συνόρων μεταξύ Ιρλανδίας και Βόρειας Ιρλανδίας αποδείχθηκε το πλέον επιζήμιο και χρονοβόρο.

Την ίδια ώρα, η επιθυμία των δύο κοινοτήτων της ιρλανδικής νήσου για ένωση, καθίσταται ολοένα και μεγαλύτερη, ενώ οι αναλυτές θεωρούν ότι το Brexit θα μπορούσε να αποτελέσει θρυαλλίδα εξελίξεων.

«Μόλις μπει σύνορο μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Ιρλανδίας, οι Βορειοιρλανδοί θα θελήσουν να καταστούν μέλος της Ιρλανδίας μόνο και μόνο για οικονομικούς λόγους. Αυτό, στη συνέχεια, θα εντείνει τις τάσεις για μία ενιαία Ιρλανδία και για πολιτικούς λόγους» εκτιμά ο Τζόναθαν Πάουελ, πολιτικός αναλυτής.

Μάλιστα, στο ίδιο πλαίσιο, θεωρεί ότι μια ενιαία Ιρλανδία δεν είναι καθ’ όλο απίθανο σενάριο εντός των επόμενων 10 ετών.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Μπόρις Τζόνσον θα κληθεί πολύ γρήγορα να διαχειριστεί ένα από τα πλέον σημαντικά και σοβαρά ζητήματα στην ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου. Και αυτό είναι όχι η διαχείριση της επόμενης ημέρας του Brexit, αλλά η ίδια η ενιαία φύση του Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία φαίνεται ότι τελεί υπό αίρεση.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ