Του Δημήτρη Μπούρα
Πριν από μερικές ημέρες είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω στην Κωνσταντινούπολη και οι εντυπώσεις που αποκόμισα ήταν ανάμικτες. Η «Βασίλισσα του Βοσπόρου» είναι αναντίρρητα μια πανέμορφη πόλη, που αξίζει κανείς να επισκεφθεί μιας και αποτελεί έναν εξαιρτετικό τουριστικό προορισμό και μάλιστα σε απόσταση μιας αεροπορικής «ανάσας» από την Ελλάδα.
Πίσω, όμως, από τα ιστορικά αξιοθέατα, τον σαγηνευτικό Βόσπορο και τα πεντανόστιμα κεμπάπ, η Κωσταντινούπολη «κρύβει» ένα άλλο πρόσωπο που δύσκολα πιάνει το μάτι του γεμάτου ενθουσιασμό πρωτάρη επισκέπτη. «Η Πόλη έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια, έχει χάσει μεγάλο μέρος της γοητείας και της ταυτότητάς της» μου έλεγε παραμονές του ταξιδιού μου η Γκαμπριέλα, που γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζούσε στο Μπεσίκτας μέχρι πρότινος.
«Τα τελευταία περίπου 20 χρόνια είναι άλλο μέρος» επιβεβαίωσε η Εύα, μια Ρωμιά που συνάντησα εκεί. Οι αριθμοί, εξάλλου, μιλούν από μόνοι τους: από τα 4 εκατομμύρια μόνιμων κατοίκων πλέον έχει φτάσει αισίως στα 20 εκατομμύρια αυτή την 20ετία - ή αλλιώς δύο φορές ο ελληνικός πληθυσμός. «Εκεί που υπήρχε κάποτε δάσος στα περίχωρα, τώρα βλέπεις παντού καινούριες συνοικίες», μου εξήγησαν. Στον δρόμο από το αεροδρόμιο μέχρι το κέντρο της πόλης έβλεπες τη θάλασσα αλλά τώρα δεν φαίνεται τίποτα παρά μόνο θεόρατα κτίρια, όπως μου μετέφεραν.
Φρενήρης ανοικοδόμηση, απερίγραπτος συνωστισμός
Οσο πιο έξω βγαίνεις από το κέντρο, τόσο πιο αισθητή γίνεται η επέκταση της Πόλης. Επέκταση αλλά όχι απαραίτητα ανάπτυξη, μιας και η οικονομία της Τουρκίας πνέει τα λοίσθια εδώ και καιρό. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια φρενήρης ανοικοδόμηση. Ουρανοξύστες ορθώνονται παντού με σκοπό να φιλοξενήσουν όλο και περισσότερα γραφεία εταιρειών. Μέσα σε όλο αυτό υπάρχει αναμφίβολα μια υπερβολή, πιθανότατα προϊόν της απεγνωσμένης προσπάθειας του Ταγίπ Ερντογάν να πείσει εαυτόν και αλλήλους ότι η χώρα γιγαντώνεται μαζί με τις κατασκευές της.
Αλλά όσο μεγαλώνει η πόλη άλλο τόσο αυξάνεται και ο πληθυσμός της. Στις περισσότερες γειτονιές τα σπίτια βρίσκονται το ένα σχεδόν πάνω στο άλλο και στα κεντρικά σημεία δεν μπορείς καλά-καλά να περπατήσεις Γενάρη μήνα - πόσο μάλλον το καλοκαίρι, όταν ο καιρός προσφέρεται για βόλτες και οι τουρίστες είναι πολλαπλάσιοι. Çok kalabalık (μτφ. γεμάτο με κόσμο) είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που σου απαντούν οι ντόπιοι όταν τους ρωτάς για τον τόπο τους.
Η κατάσταση, μάλιστα, έχει γίνει ακόμη πιο χαοτική εξαιτίας των πάρα πολλών προσφύγων που φιλοξενεί η Τουρκία, των ουκ ολίγων Αράβων μεταναστών αλλά των εσχάτως αφιχθέντων Ρώσων, που όλο και πληθαίνουν από την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία και μετέπειτα.
Οσον αφορά στην άνευ προηγουμένου κίνηση στους δρόμους, λίγο-πολύ όλοι έχουμε ακούσει. Μόνο που όσο περνάει ο καιρός το πρόβλημα επιδεινώνεται διαρκώς. «Να ξεκινήσεις για το αερορόμιο τουλάχιστον 3 ώρες πριν, αν θες να προλάβεις την πτήση σου» μου είπαν λίγο πριν την επιστροφή μου. Τρεις ώρες για μια απόσταση περίπου 40 χλμ. (από την πλατεία Ταξίμ μέχρι το Διεθνές Αεροδρόμιο Sabiha Gökçen), μια απόσταση λίγο μεγαλύτερη από την Ομόνοια μέχρι το δικό μας «Ελ.Βενιζέλος» (34 χλμ.).
Τιμές στα ύψη και μαύρο χρήμα
Ενα άλλο γεγονός που προκαλεί αλγεινή εντύπωση είναι οι πολύ υψηλές τιμές στα πάντα, κάτι που ξεκίνησε πριν από περίπου 3 χρόνια αλλά το τελευταίο 6μηνο έχει ξεπεράσει κάθε όριο και λογική. Με τον πληθωρισμό να καλπάζει ανεξέλεγκτα, τα ενοίκια σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν τριπλασιαστεί (!!!) από το 2020. «Ο καφές από τις 25 λίρες (σ.σ. 76 σεντς) πήγε στις 40 (σ.σ. 1,21 ευρώ) αυτόν τον μήνα» με ενημέρωσε μια ξεναγός. Η τιμή του καφέ μπορεί να μην τρομάζει, αλλά αν το σκεφτεί κανείς σχεδόν διπλασιάστηκε μέσα σε 30 ημέρες.
Ενα μικρό σάντουιτς με ψάρι από πάγκο στο δρόμο (balık dürüm) μου κόστισε 120 λίρες (3,63 ευρώ) ενώ 1/4 του σάντουιτς (υπάρχει αυτή η επιλογή και λέγεται çeyrek) με κοκορέτσι, ίσα ίσα για την δοκιμή, έκανε 2,27 ευρώ (75 λίρες). Κι όλα αυτά όχι στις λεγόμενες τουριστικές περιοχές αλλά σε συνοικίες που συχνάζουν ντόπιοι ως επί το πλείστον. Τα γλυκά τους, δε, είναι ακόμη πιο ακριβά: για ένα κιλό μπακλαβαδάκια πλήρωσα 28 ευρώ το κιλό. Μάλιστα, μου είπαν ότι τα βρήκα αρκετά φθηνά, καθώς στον κεντρικό πεζόδρομο της İstiklal η τιμή τους σκαρφάλωνε στα 33-34 ευρώ/κιλό.
Οι τιμές στα περισσότερα προϊόντα είναι αντίστοιχες με αυτές της Αθήνας ή και υψηλότερες σε αρκετές περιπτώσεις. «Και πώς τα βγάζουν πέρα οι άνθρωποι εδώ;» αναρωτήθηκα. «Με μαύρο χρήμα» ήταν η απάντηση που έλαβα. Κανείς δεν δηλώνει τίποτα και πουθενά, αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να επιβιώσουν με τόση ακρίβεια. Οι αποδείξεις στα μαγαζιά είναι μια παντελώς άγνωστη έννοια, ακόμη και στα πιο κεντρικά σημεία.
Οι μισθοί στην Τουρκία είναι πολύ πιο χαμηλοί από τους δικούς μας, και με τις τιμές σε δυσβάσταχτα ύψη η φοροδιαφυγή φαντάζει μονόδρομος. Ενας πωλητής καταστήματος λαμβάνει μηνιαίες αποδοχές περίπου 400 ευρώ ενώ ένας καθηγητής έχει μισθό στα 1.000 ευρώ. «Μόνο στο δημόσιο είναι πιο καλά τα πράγματα» μου διευκρίνισαν άνθρωποι που βιώνουν αυτή την κατάσταση. Βέβαια, το μαύρο χρήμα μοιάζει να ρέει με τις ευλογίες του κράτους, που φαίνεται να κάνει τα στραβά μάτια για πολλούς και διάφορους λόγους. «Αν πας στην τράπεζα και καταθέσεις 1 εκατ. ευρώ, κανείς δεν θα σε ρωτήσει πού τα βρήκες» μου τόνισαν με νόημα.
Εθνικισμός, προπαγάνδα και «όπιο» στον λαό
Εμφανής διά γυμνού οφθαλμού και έντονα αισθητή, είναι στο μεταξύ, η προσπάθεια του «Σουλτάνου» Ερντογάν να επηρεάσει τις μάζες, με μια «επιθετική» προπαγάνδα η οποία είναι είναι ορατή όπου σταθείς και όπου βρεθείς.
Στην πλατεία Ταξίμ, σαν να λέμε στην πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα, σε μια γωνιά είχε στηθεί ένα τεράστιο μάτριξ που προέβαλε αδιάκοπα εικόνες από τα αποκαμωμένα παιδιά της Παλαιστίνης και σκηνές από τον πόλεμο στη Γάζα, υπενθυμίζοντας σε όλους τους περαστικούς με ποια πλευρά έχει συνταχθεί η Τουρκία.
Στην άλλη πλευρά ξεχώριζε ένας μεγάλος θόλος που παρέπεμπε σε διαστημόπλοιο και σε περίοπτη θέση υπήρχε η φωτογραφία του Αλπέρ Γκεζεραβτζί, του πρώτου αστροναύτη της χώρας που πρόσφατα επέστρεψε από τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό (ISS). Ο Τούρκος πρόεδρος κάνει γενικά ό,τι μπορεί για να πείσει τους πολίτες του να «ξεχάσουν» την φτώχεια και την καταπίεση που υφίστανται και να εστιάσουν στην χιλιοδιαφημισμένη «πρόοδο», που τους πλασάρει εν είδει... «τηλεμάρκετινγκ».
Στο πλαίσιο αυτό, το ποδόσφαιρο φαίνεται να λειτουργεί εξαιρετικά ως «όπιο» του λαού. Παντού υπάρχει μια τηλεόραση ανοιχτή που παίζει αθλητικά όλη την ημέρα. Η «μπάλα» είναι μεγάλη υπόθεση για τους ανθρώπους στην Κωνσταντινούπολη, με τις τρεις μεγάλες ομάδες - Φενερμπαχτσέ, Γαλατασαράι και Μπεσίκτας - να εδρεύουν εκεί. «Φατίχ Τερίμ» (σ.σ. ο νυν προπονητής του Παναθηναϊκού στο ποδόσφαιρο), «Ολυμπιακός», «Παναθηναϊκός» ήταν οι πρώτες ατάκες που άκουγα από τα στόματά τους όταν τους έλεγα ότι είμαι Ελληνας.
Διάχυτη είναι, παράλληλα, η επιχείρηση υποσυνείδητης εμφύσησης του εθνικισμού, με τις σημαίες της Τουρκίας να είναι άπειρες και να κυματίζουν κυριολεκτικά παντού, μέχρι και σε βράχους που δεν πατάει ανθρώπινο πόδι ή σε άλλα απίθανα μέρη. Ολες, δε, ήταν σε άριστη κατάσταση, που σημαίνει ότι ανανεώνονται επισταμένα όσες σκίζονται από τον αέρα και τις βροχές.
Ατυχώς, οι κόκκινες σημαίες με την ημισέληνο έχουν τοποθετηθεί, μεταξύ άλλων, σε ορθόδοξες εκκλησίες και ιστορικά μνημεία του ελληνισμού, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα ότι «αυτά ανήκουν σε εμάς τώρα».
Στο ίδιο μήκος κύματος, οι προκλήσεις με την Αγιά Σοφιά καλά κρατούν. Οπως με ενημέρωσαν και διαπίστωσα ακολούθως ιδίοις όμμασι, πρόσφατα απαγορεύτηκε η είσοδος στο κάτω μέρος του ναού για τους επισκέπτες. Εκεί πλέον επιτρέπεται να βρίσκονται μόνο μουσουλμάνοι πιστοί για την προσευχή τους, ενώ οι υπόλοιποι περιορίζουν την παρουσία τους στον γυναικωνίτη του άνω διαζώματος από όπου, πάντως, είναι ορατή η κακή συντήρηση και παραμέληση ενός μνημείου παγκόσμιου βεληνεκούς.
«Γειά σου φίλε» σε άπταιστα ελληνικά
Οι Τούρκοι, πάντως -τουλάχιστον αυτοί της Κωνσταντινούπολης- δεν φαίνονται να «αγοράζουν» το παραμύθι του Ερντογάν περί «κακών Ελλήνων» και «επικίνδυνων γειτόνων». «Μας αρέσει η Ελλάδα, είναι ιδανικό μέρος για διακοπές. Φυσικά, δεν έχουμε κανένα πρόβλημα μαζί σας, αυτά είναι πολιτικά παιχνίδια» μου έλεγε ο Ερντάλ, ένας μεσήλικας άνδρας με τον οποίο είχα φιλική κουβέντα σε μια στάση, αναμένοντας το αστικό λεωφορείο. «Είναι όνειρό μου να έρθω στα ελληνικά νησιά για διακοπές ένα καλοκαίρι, μακάρι να τα καταφέρω», μου τόνιζε εξίσου ενθουσιασμένος ο αχθοφόρος στο ξενοδοχείο.
Πολλοί έμποροι, δε, γνωρίζουν ελληνικά - τουλάχιστον τα βασικά που χρειάζονται για να προσελκύσουν τους Ελληνες τουρίστες, μιας και οι Ρωμιοί που έχουν απομείνει στην Πόλη είναι πλέον ελάχιστοι (περίπου 1.100, ενώ οι μόνινοι Ελληνες δεν ξεπερνούν τους 2.000 στο σύνολό τους). «Γειά σου φίλε, τι κάνεις;» αναφωνούσαν, όταν άκουγαν την οικεία στα αυτιά τους γλώσσα μας. «Τι ψάχνεις; Ελα μέσα να δεις» συνέχιζαν. «Τι ομάδα είσαι;», επέμεναν να ρωτούν σε άπταιστα ελληνικά.
«Πρωτεύουσα» των πλαστικών επεμβάσεων
Η Κωνσταντινούπολη ήταν η πόλη που κατέγραψε τις περισσότερες διεθνείς αφίξεις το 2023, με πάνω από 20 εκατ. τουρίστες μόνο την περασμένη χρονιά. Μεταξύ αυτών που την επισκέπτονται, μια διόλου αμελητέα μερίδα είναι άνθρωποι από όλη την Ευρώπη που ταξιδεύουν μέχρι εκεί για αισθητικές επεμβάσεις. Η γειτονική χώρα φημίζεται για τις φθηνές πλαστικές και, παρά τα ουκ ολίγα περιστατικά που έχουν καταγραφεί με αποτυχημένες επεμβάσεις, παρενέργειες, παραμορφώσεις ή ακόμη και θανάτους ανθρώπων μετά το «νυστέρι», οι επισκέψεις αυτού του είδους αυξάνονται διαρκώς.
Στους δρόμους, στις καφετέριες, στα ξενοδοχεία και στο αεροδρόμιο, βλέπεις παντού τριγύρω νεαρές και νεαρούς με χαρακηριστικές ουλές και επιδέσμους. Τα μεν κορίτσια φτιάχνουν μύτη και χείλη κατά βάση, οι δε άνδρες κάνουν εμφύτευση μαλλιών ενώ πολλοί διορθώνουν την οδοντοστοιχία τους σε τιμές ανησυχητικά -ως προς το τελικό αποτέλεσμα- χαμηλές.
Αστυνομοκρατία αλλά όχι ασφάλεια
Πολύ έντονη, πάντως, είναι και η παρουσία της αστυνομίας, ειδικά σε κεντρικά σημεία που χαρακτηρίζονται πιο «επίφοβα». Τα τελευταία χρόνια η Κωνσταντινούπολη έχει σημαδευτεί από πολλά τρομοκρατικά χτυπήματα, με πιο πρόσφατο την έκρηξη βόμβας στον πολυσύχναστο πεζόδρομο της İstiklal, όπου τον Νοέμβριο του 2022 έχασαν τη ζωή τους 6 άνθρωποι και πάνω από 80 τραυματίστηκαν. Ενστολοι με περιπολικά ή πεζή υπάρχουν σε κάθε γωνιά ενώ και στο αεροδρόμιο οι έλεγχοι είναι πολλαπλοί και εξονυχιστικοί.
Παρόλα αυτά, οι αρχές δεν έχουν καταφέρει να εμπεδώσουν το αίσθημα της ασφάλειας στους πολίτες, καθώς αιματηρά περιστατικά (σ.σ. δεν αναφέρομαι στο λεγόμενο μικροέγκλημα) εξακολουθούν να συμβαίνουν συχνά πυκνά. Στον δρόμο για τον αερολιμένα Sabiha Gökçen, λίγο πριν την επιστροφή μου, πληροφορήθηκα ότι ελάχιστα χιλιόμετρα μακριά, στη συνοικία Σαριγιέρ, μασκοφόροι μόλις είχαν ανοίξει πυρ σε καθολική εκκλησία γεμάτη πιστούς, σκοτώνοτας έναν από τους εκκλησιαζόμενους...
Πηγή: Huffingtonpost.gr
Διαβάστε επίσης: Νέες ενεργειακές διασυνδέσεις στη ΝΑ Ευρώπη με επίκεντρο την Ελλάδα