Όποιος και εάν κερδίσει την κούρσα για τον Λευκό Οίκο θα βρεθεί αντιμέτωπος με πολλές προκλήσεις. Θα έχει όμως και μία «αβάντα»: Μία οικονομία που κάνει όλες τις άλλες να ωχριούν.
Εμφανίζοντας μία ακόμα καλή επίδοση το τρίτο τρίμηνο, η αμερικανική οικονομία έχει αναπτυχθεί κατά 2,7% τον τελευταίο χρόνο. Πρόκειται την καλύτερη επίδοση ανάμεσα σε όλες τις μεγάλες οικονομίες, αλλά και για ρυθμούς υψηλότερους από τον ιστορικό μέσο όρο των ΗΠΑ.
Ακόμα πιο εντυπωσιακή από τον ρυθμό της ανάπτυξης είναι η ποιότητά της. Και αυτό γιατί η ανάπτυξη δεν προέρχεται αποκλειστικά από την απασχόληση και άλλους παράγοντες που πυροδοτούν τον πληθωρισμό, αλλά από το γεγονός ότι οι Αμερικανοί και οι επιχειρήσεις τους ενισχύουν την παραγωγικότητά τους.
Εάν οι συνθήκες αυτές διατηρηθούν, θα δημιουργήσουν έναν ούριο άνεμο για τον επόμενο πρόεδρο, σημειώνει η Wall Street Journal. Σε αντίθεση με όσα βίωσαν οι τρεις από τους τέσσερις τελευταίους νέους προέδρους, οι οποίοι ανέλαβαν τα καθήκοντά τους μέσα ή κοντά σε μια ύφεση (εξαίρεση ήταν ο Τραμπ το 2017), με αποτέλεσμα η κακή οικονομία να μονοπωλήσει την ατζέντα κατά την πρώτη θητεία τους. Ο επόμενος πρόεδρος θα είναι απαλλαγμένος από τέτοια βάρη.
The Next President Inherits a Remarkable Economy@greg_ip writes in the WSJ:"With another solid performance in Q3, the US has grown 2.7% over the past year. It is outrunning every other major developed economy, not to mention its own historical growth rate.More impressive… pic.twitter.com/8gM1n7n301
— Heather Long (@byHeatherLong) October 31, 2024
Την ίδια στιγμή, η υψηλότερη αύξηση της παραγωγικότητας σημαίνει ότι η αμερικανική οικονομία θα είναι λιγότερο επιρρεπής στον πληθωρισμό, πιο ανθεκτική στα δημοσιονομικά ελλείμματα και σε θέση να παράγει ισχυρούς μισθούς. Και αυτό είναι κάτι θετικό είτε για τον Τραμπ ή για την Kάμαλα Χάρις.
Όμως, εάν ρωτήσει κανείς τους ίδιους τους Αμερικανούς, θα διαπιστώσει ότι η εντύπωση που έχουν για την οικονομία τους είναι πολύ διαφορετική. Σε τελευταία δημοσκόπηση της WSJ, το 62% των ερωτηθέντων είπε ότι η οικονομία «δεν είναι τόσο καλή» ή «είναι κακή».
Ο βασικότερος λόγος για αυτή την αποσύνδεση των αντιλήψεων από την πραγματικότητα είναι ο υψηλός πληθωρισμός του διαστήματος 2021-2023 και οι συνέπειές του, που είναι ορατές ακόμα.
Βλέποντας τα οικονομικά τους να πιέζονται, οι Αμερικανοί δεν έχουν παρατηρήσει ότι όλος ο κόσμος περνά δύσκολα από το 2020 και μετά.
Και όμως, οι περισσότεροι παγκόσμιοι ηγέτες θα ήθελαν πολύ να βρίσκονται στη θέση του επόμενου Αμερικανού προέδρου. Και αυτό γιατί η αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 3% έως και το δεύτερο τρίμηνο, την ώρα που καμία από τις έξι επόμενες μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου δεν εμφάνισε ρυθμό υψηλότερο του 1%. Ακόμα και η Κίνα δυσκολεύεται.
Κάποιες φορές, η ισχυρή ανάπτυξη είναι προάγγελος μιας ύφεσης, καθώς εξαντλεί τις δυνατότητες της οικονομίας, πυροδοτεί πληθωρισμό και αναγκάζει τη Fed να αυξήσει τα επιτόκια.
Όμως στις ΗΠΑ, ο πληθωρισμός έχει μειωθεί τον τελευταίο χρόνο, με τον δείκτη που προτιμά η Fed να πέφτει στο 2,7% το τρίτο τρίμηνο. Η ομοσπονδιακή τράπεζα έκανε την πρώτη της μείωση επιτοκίων τον Σεπτέμβριο και έδειξε ότι ετοιμάζεται να κάνει και άλλες, και μάλιστα χωρίς η ανάπτυξη να επιδεινωθεί.
Το «κλειδί» της επιτυχίας της αμερικανικής οικονομίας είναι η παραγωγικότητα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Bank for International Settlements, από τα τέλη του 2019 έως τα τέλη του 2023, η οικονομική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 7,9% στις ΗΠΑ, με το 1,2% να προέρχεται από την αύξηση των ωρών εργασίας και το 6,7% από την αύξηση της παραγωγικότητας. Αντίστοιχα, στην Ευρωζώνη, η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας ήταν 3% την ίδια περίοδο, κάτι που οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην αύξηση των ωρών εργασίας.
«Η παραγωγικότητα είναι πολύ άσχημη σε όλο τον κόσμο. Οι ΗΠΑ αποτελούν εξαίρεση», λέει στη Wall Street Journal ο Hyun Song Shin, οικονομικός σύμβουλος της BIS.
Εάν κοιτάξει κανείς την έκθεση του Μάριο Ντράγκι για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, καταλαβαίνει γιατί οι ΗΠΑ ηγούνται και η λεγόμενη Γηραιά Ήπειρος μένει πίσω.
Ένας λόγος είναι ότι οι ΗΠΑ διαθέτουν εγχώρια παραγωγή ενέργειας, η οποία προστάτευσε την οικονομία από την ενεργειακή κρίση που έπληξε την Ευρώπη. Όμως, ακόμα πιο σημαντικός είναι ο παράγοντας της τεχνολογίας. Καμία ευρωπαϊκή εταιρεία που να αξίζει πάνω από 100 δισ. ευρώ δεν ιδρύθηκε από το μηδέν τα τελευταία 50 χρόνια, ενώ και οι έξι αμερικανικές εταιρείες που αξίζουν πάνω από 1 τρισ. ευρώ ιδρύθηκαν μέσα στην περίοδο αυτή, όπως διαπίστωσε και ο Ντράγκι. Οι αμερικανικές επιχειρήσεις υιοθετούν γρηγορότερα τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, με αποτέλεσμα να έχουν καλύτερη παραγωγικότητα σε τομείς όπως οι επαγγελματικές υπηρεσίες, το finance, οι ασφάλειες και οι υπηρεσίες πληροφορικής.
Βέβαια, αυτές οι διαφορές είναι περισσότερο προϊόν του έμφυτου δυναμισμού του αμερικανικού καπιταλισμού, παρά των πολιτικών κάποιου προέδρου. Όμως η αλήθεια είναι ότι τόσο ο Τραμπ όσο και ο Μπάιντεν, με τις δημοσιονομικές πολιτικές τους, επεδίωξαν να ενισχύσουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις, οι οποίες αποτελούν βασικό συστατικό της παραγωγικότητας.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Τι θα φέρουν οι αμερικανικές εκλογές στις εταιρείες των ΗΠΑ;