Ανώτερα στελέχη κυπριακών επιχειρήσεων βλέπουν ανάκαμψη

EY Business Leaders’ Confidence Barometer: ανώτερα στελέχη κυπριακών επιχειρήσεων βλέπουν την οικονομία να ανακάμπτει!
  • Η ΕΥ Κύπρου παρουσιάζει το πρώτο EY Business Leaders Confidence Barometer το οποίο καταγράφει το κλίμα της αγοράς μεταξύ  ανώτερων στελεχών που δραστηριοποιούνται σε βασικούς κλάδους της Κυπριακής οικονομίας
  •  Οι συμμετέχοντες αισθάνονται μεγαλύτερη σιγουριά για τις επιχειρήσεις τους και θεωρούν πως η εμπιστοσύνη επιστρέφει στον κλάδο τους και την κυπριακή οικονομία
  • Οι κλάδοι της Φιλοξενίας και των Κατασκευών επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία
  • Το 43% των ερωτηθέντων έχουν αυξήσει το προσωπικό τους το τελευταίο έτος
  • Το 57% αναφέρουν αύξηση των επενδύσεων από το ξέσπασμα της πανδημίας

Η EY Κύπρου παρουσιάζει την πρώτη έκδοση του EY Business LeadersConfidence Barometer (το «Βαρόμετρο»), ένα σύνολο δεικτών οι οποίοι μετρούν το κλίμα της αγοράς μεταξύ των διευθυντικών στελεχών. Ο στόχος είναι να εντοπιστούν οι τάσεις ως προς τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις προσαρμόζονται στις αλλαγές των περιορισμών που προκάλεσε η πανδημία και να αποτιμηθεί η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων στις προοπτικές του κλάδου τους και της ευρύτερης οικονομίας. Η έρευνα επικεντρώνεται σε τέσσερις τομείς: εμπιστοσύνη στην αγορά, οικονομικές επιδόσεις και στρατηγικές, εργατικό δυναμικό, διάθεση για επενδύσεις και πρόσβαση σε χρηματοδότηση.

Το δείγμα περιλαμβάνει μια επιλογή από ανώτερα στελέχη, που εκπροσωπούν τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στην Κύπρο, και καλύπτει τους βασικούς κλάδους της κυπριακής οικονομίας, όπως Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες (τοπικές τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες, κ.λπ.), Τεχνολογία και Τηλεπικοινωνίες (πάροχοι τηλεπικοινωνιών, εταιρείες τεχνολογίας πληροφοριών, κ.λπ.), Φιλοξενία, Ακίνητα και Κατασκευές (ξενοδοχεία, κατασκευαστές κ.λπ.) και Λιανικό Εμπόριο μη τροφίμων (εμπορικά κέντρα, εταιρείες λιανικής πώλησης ηλεκτρονικών ειδών, επίπλων κ.λπ.).

Τα διευθυντικά στελέχη αισθάνονται σιγουριά για τις επιχειρήσεις τους και είναι συγκρατημένα αισιόδοξα για τον κλάδο τους και την ευρύτερη κυπριακή οικονομία

Οι ερωτηθέντες κλήθηκαν να αξιολογήσουν το επίπεδο εμπιστοσύνης τους, σε κλίμακα από 1 έως 10, στην εγχώρια οικονομία, τον κλάδο και την επιχείρησή τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι συμμετέχοντες  εξέφρασαν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη για τις προοπτικές της επιχείρησής τους (μέσος όρος βαθμολογίας: 8,3) σε  σχέση με τον κλάδο τους (6,8) αλλά και την ευρύτερη οικονομία (6,3). Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι η εταιρεία τους έχει παραμείνει ανθεκτική εν μέσω της πανδημίας λόγω της σταθερής οικονομικής της θέσης και της ισχυρής φήμης της στην αγορά.

Η διάθεση του εμβολίου και τα κυβερνητικά σχέδια που ανακοινώθηκαν για την επανεκκίνηση της οικονομίας είχαν ως αποτέλεσμα την βελτίωση του οικονομικού κλίματος. Ωστόσο, η αβεβαιότητα γύρω από τις προοπτικές της οικονομίας παραμένει, λόγω των ανησυχιών για τον ρυθμό του εμβολιασμού και των μεταλλάξεων του ιού που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Όπως αναμενόταν, τα επίπεδα εμπιστοσύνης διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των επιμέρους κλάδων. Μεγαλύτερη ανησυχία διατυπώνουν οι κλάδοι της φιλοξενίας, των ακινήτων και των κατασκευών, οι οποίοι επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία. Τα στελέχη του λιανικού εμπορίου εκτός τροφίμων και οι εκπρόσωποι των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών εμφανίστηκαν ως οι πλέον αισιόδοξοι για τις προοπτικές της εγχώριας οικονομίας.

Ενώ όλοι οι ερωτηθέντες αισθάνονται σίγουροι ότι η οικονομία θα βελτιωθεί τους επόμενους 12 μήνες, οι απόψεις διαφέρουν ως προς το πότε θα επιστρέψει στα προ-πανδημίας επίπεδα. Η πλειοψηφία αναμένει ότι η εγχώρια οικονομία θα ανακάμψει μεσοπρόθεσμα, με το 65% να αναμένουν ανάκαμψη έως τα μέσα του 2023. Ένας στους τέσσερις ερωτηθέντες (26%) είναι περισσότερο αισιόδοξοι, αναμένοντας ανάκαμψη κατά τους επόμενους 12 μήνες.

Υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις όσον αφορά τις επιπτώσεις της πανδημίας στα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων

Τα στελέχη ερωτήθηκαν επίσης για τον αντίκτυπο της πανδημίας στις οικονομικές επιδόσεις των επιχειρήσεών τους και τις προσδοκίες τους για το εγγύς μέλλον.

Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων στους τομείς των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και της τεχνολογίας και των τηλεπικοινωνιών ανέφεραν σταθερά ή αυξημένα έσοδα κατά το τελευταίο έτος, ενώ οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες στον κλάδο της φιλοξενίας και των κατασκευών ανέφεραν αισθητή επιδείνωση του κύκλου εργασιών τους. Ο τομέας του λιανικού εμπορίου κατέγραψε μικτές επιπτώσεις με το 50% των στελεχών να αναφέρουν μείωση, ενώ το άλλο μισό παρουσίασε μικρή αύξηση εσόδων.

Σε ότι αφορά το μέλλον, τα στελέχη των υπό εξέταση κλάδων παρουσιάζονται αισιόδοξα για τις προοπτικές των επιχειρήσεών τους, αναμένοντας αύξηση των εσόδων τους. Συγκεκριμένα, οι κλάδοι της Φιλοξενίας, των Ακινήτων και των Κατασκευών, οι οποίοι επλήγησαν περισσότερο από την πανδημία, αναμένουν ισχυρή ανάκαμψη το επόμενο έτος.

Η εξ αποστάσεως εργασία, ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η αειφόρος ανάπτυξη αναγνωρίζονται ως οι σημαντικότερες τάσεις που μετασχηματίζουν τις επιχειρήσεις

Οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν επίσης για τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν αυτή τη στιγμή προκειμένου να  διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων τους. Όλοι οι ερωτηθέντες περιέγραψαν την ανάγκη υποστήριξης της ευελιξίας  στον εργασιακό χώρο μέσω ενός υβριδικού μοντέλου εργασίας, καθώς και της ανάπτυξης κατάλληλων εργαλείων παρακολούθησης και αξιολόγησης των εργαζομένων.

Επιπλέον, υπογράμμισαν την αυξημένη ανάγκη για προώθηση των σχεδίων για ψηφιακό μετασχηματισμό και αειφόρο ανάπτυξη (δύο προϋπάρχουσες ισχυρές τάσεις – mega-trends – που επιταχύνθηκαν από την πανδημία). Τόνισαν επίσης την ανάγκη αναδιάταξης του εργατικού δυναμικού και του χώρου εργασίας τους ώστε να διευκολυνθεί αυτή η προσαρμογή.

Όταν ρωτήθηκαν για τις πρωτοβουλίες που πρέπει να αναλάβει η κυβέρνηση, οι συμμετέχοντες τόνισαν την ανάγκη για συνεχή υποστήριξη των κλάδων που πλήττονται από τον COVID-19 μέσω πιο στοχευμένων κινήτρων, όπως, για παράδειγμα οι πιστώσεις (επιδοτήσεις) ΦΠΑ ή φόρου κεφαλαιουχικών κερδών σε ακίνητα και η προώθηση της ψηφιοποίησης στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.

Η πανδημία είχε περιορισμένο αντίκτυπο στο εργατικό δυναμικό των επιχειρήσεων

Όσον αφορά το απασχολούμενο προσωπικό των επιχειρήσεων, η έρευνα δείχνει ότι κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους δεν σημειώθηκε σημαντική μείωση του εργατικού δυναμικού, γεγονός που μπορεί να αποδοθεί στα μέτρα στήριξης των μισθών και της απασχόλησης που παρείχε η κυβέρνηση στους εργοδότες. Είναι ενδιαφέρον ότι σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες αύξησαν το εργατικό τους δυναμικό κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους.

Οι εργοδότες είναι επίσης αισιόδοξοι για την εξέλιξη του ρυθμού προσλήψεων στο μέλλον, με το 61% των ερωτηθέντων να αναμένουν μικρή ή και σημαντική αύξηση του εργατικού δυναμικού τους.

Σε επίπεδο κλάδων, οι εταιρείες Τεχνολογίας και Τηλεπικοινωνιών έχουν αυξήσει το εργατικό τους δυναμικό, ενώ οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και οι εταιρείες φιλοξενίας/ακινήτων αναμένουν να μειώσουν το εργατικό τους δυναμικό.

Οι επενδύσεις παραμένουν ανθεκτικές στους βασικούς κλάδους

Επιβεβαιώνοντας τις θετικές οικονομικές προοπτικές, οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες επενδύουν περισσότερο σήμερα απ’ ότι πριν την εκδήλωση της πανδημίας, με μόλις το 17% να αναφέρει μειωμένη διάθεση για επενδύσεις.

Ωστόσο, καταγράφονται σημαντικές διαφορές μεταξύ των επιμέρους κλάδων. Όλα τα στελέχη των επιχειρήσεων λιανικής ανέφεραν αυξημένη διάθεση και ανάγκη για επενδύσεις, ενώ η πλειοψηφία των στελεχών που δραστηριοποιούνται στους τομείς της Φιλοξενίας, των Ακινήτων και των Κατασκευών δήλωσαν ότι περιόρισαν ή ανέβαλαν τα επενδυτικά τους σχέδια. Στον κλάδο της τεχνολογίας οι απόψεις διίστανται μεταξύ αυτών που αναφέρουν αυξημένες επενδύσεις και εκείνων που δεν βλέπουν καμία αλλαγή.

Οι ερωτηθέντες κλήθηκαν επίσης να αξιολογήσουν την πρόσβαση που έχουν σήμερα σε διαφορετικές επιλογές χρηματοδότησης. Η έρευνα αναδεικνύει ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από τον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιούνται, εξαρτώνται πρωτίστως από τις τράπεζες για τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες, με το 87% των ερωτηθέντων να αναφέρουν καλή πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση. Το 57% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν εναλλακτικές επιλογές χρηματοδότησης όπως ενδοομιλική χρηματοδότηση, έκδοση ομολόγων κ.λπ. Η πρόσβαση σε κοινοτικά και κρατικά κονδύλια εμφανίζεται ως λιγότερο εύκολη.

Σχολιάζοντας τα ευρήματα του EY Business Leaders’ Confidence Barometer, ο Στέλιος Δημητρίου, Συνέταιρος και Επικεφαλής του τμήματος Στρατηγικής και Συναλλαγών της EY Κύπρου, δήλωσε: «Καθώς οδεύουμε προς την έξοδο από το κύμα των lockdowns και των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας, είναι χρήσιμο για την υποστήριξη των πολιτικών και επιχειρηματικών αποφάσεων να παρακολουθούμε εμπροσθοβαρείς δείκτες που αντικατοπτρίζουν τις οικονομικές εξελίξεις σε πραγματικό χρόνο. Η γενική αντίληψη που παρουσιάζεται μέσα από το EY Business Leaders Confidence Barometer, είναι ότι η κυπριακή οικονομία επιστρέφει! Τα στελέχη προσαρμόζουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα ώστε να ανταποκρίνονται στο μετά-COVID περιβάλλον.»

O Αλέξανδρος Περικλέους, Associate Partner του τμήματος Στρατηγικής και Συναλλαγών της EY Κύπρου, που ηγήθηκε της ανάλυσης της έκθεσης, δήλωσε: «Το EY Business Leaders’ Confidence Barometer δείχνει ότι μεγάλες κυπριακές επιχειρήσεις κατάφεραν να αντιμετωπίσουν την καταιγίδα που προκάλεσε η πανδημία, είναι αισιόδοξες για τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές τους και συνεχίζουν να επενδύουν. Οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν επίσης την ανάγκη να επιταχύνουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό και αειφόρο ανάπτυξη, ενώ παράλληλα αναδιαμορφώνουν το εργατικό δυναμικό και τον εργασιακό τους χώρο.»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ