Ανάλυση: Η ανταγωνιστικότητα της κυπριακής οικονομίας

Στην Κύπρο είναι διάχυτη η εντύπωση µεταξύ των «homo economicus» και άλλων µελετητών ότι η επικρατούσα δύναµη είναι αυτή της αδράνειας. Στη δηµόσια σφαίρα αφορά στις αλλαγές και µεταρρυθµίσεις που θα πρέπει να γίνουν και για τις οποίες έχει δεσµευτεί η Πολιτεία.

Του Κυριάκου Γεωργίου

Στο προηγούµενο άρθρο έγινε αναφορά στην αέναη αλλαγή ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη και πρόοδο µιας επιχείρησης στο µικροοικονοµικό περιβάλλον και του συνόλου της οικονοµίας στο µακροοικονοµικό. Καθοριστικό ρόλο σε αυτήν την εξέλιξη έχουν η επικέντρωση στην αγοραλογία, στην καινοτοµία, στην αποτελεσµατικότητα εν αντιθέσει µε την αποδοτικότητα, στην τεχνολογία και ότι ενίοτε θα πρέπει να υπάρξει δηµιουργική καταστροφή και αλλαγή υποδείγµατος.

Στην Κύπρο είναι διάχυτη η εντύπωση µεταξύ των «homo economicus» και άλλων µελετητών ότι η επικρατούσα δύναµη είναι αυτή της αδράνειας. Στη δηµόσια σφαίρα αφορά στις αλλαγές και µεταρρυθµίσεις που θα πρέπει να γίνουν και για τις οποίες έχει δεσµευτεί η Πολιτεία, αλλά δεν υπάρχει ουσιαστική πρόοδος, παρά τις παραινέσεις εταίρων, οίκων αξιολόγησης και διεθνών οργανισµών. Στον ιδιωτικό τοµέα αφορά εταιρείες που συνεχίζουν να λειτουργούν µε τον ίδιο τρόπο, τεχνολογία και προϊόντα, µέχρι που η αγορά τις προσπερνά και φθίνουν µέχρι που βάζουν λουκέτο.

Αδυναµία για µεταρρυθµίσεις

Όσο δε αφορά την καινοτοµία, ιδιαίτερα σε σχέση µε τη δηµιουργική αξιοποίηση της τεχνολογίας, η Κύπρος διαχρονικά υστερεί σηµαντικά. Σύµφωνα µε την πιο πρόσφατη Έκθεση «The Global Competitiveness Index 2017-2018 Edition», η Κύπρος διατηρεί µια σταθερή βαθµολογία 4,3, εµφανές σηµάδι αδράνειας και αδυναµίας εφαρµογής µεταρρυθµίσεων, η οποία οδηγεί σε µια επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας, από την 58η θέση από 144 χώρες το 2012/13 στην 64η θέση από 137 χώρες το 2017/18. Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι υπάρχει µια µικρή πρόοδος από τα προηγούµενα δύο έτη.

Στο γράφηµα «The Global Competitiveness Index 2017-2018 Edition» δίνεται παραστατικά η εικόνα της θέσης της Κύπρου σε σχέση µε τους κύριους εταίρους στην Ευρώπη και τη Βόρειο Αµερική. Με µια απλή θέαση του γραφήµατος φαίνεται ότι υπάρχουν τέσσερις αποκλίσεις, τρεις εκ των οποίων επιδέχονται βελτίωση. Όσον αφορά την τέταρτη, το Μέγεθος της Αγοράς, λίγα µπορούν να γίνουν. Τυχόν επίλυση του Κυπριακού και ενσωµάτωση των δύο κοινοτήτων στο νησί σε ένα κοινό κράτος και µια κοινή οικονοµία θα µεγαλώσει σε κάποιο βαθµό την τοπική αγορά. Η εµβάθυνση των εµπορικών σχέσεων µε γειτονικές χώρες και τις χώρες-µέλη της Ε.Ε. σίγουρα επίσης θα διευρύνει το µέγεθος της αγοράς. Η περαιτέρω επέκταση διαδικτυακών πωλήσεων επίσης θα οδηγήσει σε µεγέθυνση της αγοράς.  Όµως οι άλλες τρεις αδυναµίες είναι γνωστές, έχουν καταγραφεί επανειληµµένα από τους ξένους παρατηρητές (την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο, τους οίκους αξιολόγησης και επενδυτές) της κυπριακής πραγµατικότητας και επιδέχονται βελτίωση µέσα από τον σχεδιασµό και την εκτέλεση µιας σωστής στρατηγικής.

Προς την ανάπτυξη

Όσον αφορά το µακροοικονοµικό περιβάλλον, όπως αποτυπώνεται µέσα από τον πίνακα Annual Economic Indicators 2008-2017 από στοιχεία που έχουν συλλεχθεί την άνοιξη του 2018 από τις ιστοσελίδες της Στατιστικής Υπηρεσίας και της Κεντρικής Τράπεζας, µετά την καταστροφή του Μαρτίου του 2013 έχουν γίνει σηµαντικά βήµατα προς την ανάπτυξη της κυπριακής οικονοµίας, τη µείωση της ανεργίας και την τιθάσευση του κρατικού προϋπολογισµού. Όµως το δηµόσιο χρέος είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα και µετά τη «συγχώνευση» της Κυπριακής Συνεργατικής Τράπεζας µε την Ελληνική Τράπεζα έχει ανέλθει σε επικίνδυνα επίπεδα, κοντά στο 110% του ΑΕΠ, µε αποτέλεσµα και την αύξηση των επιτοκίων και του κόστους δανεισµού.

Στον κρατικό δανεισµό δεν λαµβάνεται υπόψη ο ενδοκυβερνητικός δανεισµός, όπως τα 7 δισ. ευρώ που έχει δανειστεί το κράτος από το Ταµείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, χωρίς µάλιστα να πληρώνει επιτόκιο. Ο άλλος µεγάλος ασθενής που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της οικονοµίας είναι η ανάπτυξη του χρηµατοπιστωτικού τοµέα, ο οποίος συνεχίζει να ταλανίζεται έξι χρόνια µετά τη «διάσωσή» του. Για τη στρεβλή αρχιτεκτονική και τα προβλήµατα του τοµέα έχει γίνει εκτεταµένη αναφορά στο άρθρο της έκδοσης του Σεπτεµβρίου. Η αλήθεια είναι ότι τους τελευταίους µήνες και εβδοµάδες έχουν ληφθεί οδυνηρά µέτρα από τις τράπεζες µε την πώληση ή µεταφορά Μη Εξυπηρετούµενων ∆ανείων εκτός ισολογισµού, πρακτική που έχει καταγράψει σηµαντικές ζηµίες για τους µετόχους.  Η ελπίδα είναι ότι η κίνηση αυτή θα επιτρέψει στις τράπεζες να επικεντρωθούν σε νέα, υγιή χρηµατοδότηση. Άλλωστε η αδυναµία πρόσβασης σε χρηµατοδότηση είναι το πρώτο σε σηµαντικότητα πρόβληµα που καταγράφει η Έκθεση για την Παγκόσµια Ανταγωνιστικότητα.  Ακολουθεί µε ταυτόσηµη σχεδόν βαθµολογία η χαµηλή αποδοτικότητα της κυβερνητικής γραφειοκρατίας σε σχέση και µε το αντίστοιχο κόστος λειτουργίας. Αυτή η αδυναµία επηρεάζει όλους τους τοµείς της κοινωνίας και της οικονοµίας, από την εξυπηρέτηση των πολιτών στην υποβοήθηση των επιχειρήσεων να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους. 

Ο εκσυγχρονισµός της ∆ηµόσιας Υπηρεσίας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης περιλαµβάνονται ανάµεσα στις µνηµονιακές υποχρεώσεις, οι οποίες, στα πλαίσια της ευρύτερης αδράνειας και του φόβου του πολιτικού κόστους που διακατέχουν την πολιτική ηγεσία του τόπου, έχουν παραπεµφθεί στις ελληνικές (κυπριακές) καλένδες. Η κυβέρνηση εξάντλησε το έργο της µε το να καταθέσει τα σχετικά νοµοσχέδια στη Βουλή των Αντιπροσώπων και εκεί παραµένουν σε αναµονή.

Οι υποδοµές

Ενδιαφέρουσες είναι οι παρατηρήσεις της έκθεσης για τις υποδοµές της Κύπρου, όπου διαπιστώνεται υστέρηση στην ποιότητα των ναυτικών υποδοµών και εν µέρει στην παροχή ηλεκτρικού ρεύµατος.

Το παράδοξο και ανησυχητικό µε τις υποδοµές είναι ότι ενώ υπάρχει µια καλή υποδοµή σε αεροδρόµια, υπάρχει σηµαντική υστέρηση στη διαθεσιµότητα συνδέσεων µε το εξωτερικό (available airline seat kilometers). Σε αυτήν την κατηγορία η Κύπρος κατατάσσεται 64η από 137 χώρες. Φυσικά η έλλειψη διαθέσιµων πτήσεων αυξάνει το κόστος για τους ταξιδιώτες (επιχειρηµατίες και τουρίστες) αλλά και τον βαθµό δυσκολίας λειτουργίας και το κόστος των επιχειρήσεων. Επίσης αυξάνει το κόστος του τουριστικού πακέτου που φέρνει σε µειονεκτική θέση τον τουρισµό σε σχέση µε ανταγωνιστικούς προορισµούς. Οι παρατηρήσεις που αφορούν στην καινοτοµία και καταγράφονται στο πιο κάτω γράφηµα είναι χαρακτηριστικές. Η Κύπρος βρίσκεται στην 53η θέση από 137 χώρες και υστερεί σηµαντικά στη δυνατότητα/χωρητικότητα (capacity) για καινοτοµία, καταλαµβάνοντας την 110η θέση. Η κυβέρνηση, ως ο µεγαλύτερος πελάτης, υστερεί στην αγορά/εφαρµογή προηγµένων τεχνολογικών προϊόντων και οι επιχειρήσεις δεν επενδύουν. Από την άλλη, η Κύπρος διαθέτει ικανό αριθµό µηχανικών και επιστηµόνων, οι οποίοι προφανώς υποαπασχολούνται, αν και έχουν υψηλή βαθµολόγηση από πλευράς διπλωµάτων ευρεσιτεχνίας.

Ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας δήλωσε ότι ο στόχος της κυβέρνησης είναι όπως, µέσω της σύµπραξης δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα, την επόµενη πενταετία η επένδυση στον τοµέα της έρευνας και της καινοτοµίας φτάσει το 1,5% του ΑΕΠ από περίπου 0,4%. Αυτό είναι ένα ισχυρό, θετικό µήνυµα.

-

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ