Η τραπεζική πρέπει είναι ανιαρή. Γιατί η εμπορική τραπεζική πρέπει να είναι ανιαρή;

«Όταν η εμπιστοσύνη χαθεί η τράπεζα ή το τραπεζικό σύστημα χάνεται»

Του Κυριάκου E. Γεωργίου*

Η τραπεζική στηρίζεται πάνω σε κάποια βασικά αξιώματα όπως (α) εμπιστοσύνη μεταξύ τράπεζας και καταθετών και (β) εμπιστοσύνη μεταξύ τράπεζας και δανειοληπτών. Όταν η εμπιστοσύνη χαθεί η τράπεζα ή το τραπεζικό σύστημα χάνεται. Αυτό συνέβη στην Κύπρο την περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, με αποκορύφωμα την υπογραφή του εγκληματικά καταστροφικού  Μνημονίου Συναντίληψης με τους Διεθνείς Εμπόρους των Εθνών το 2012 -13 . Ο πρώτιστος ρόλος της τράπεζας είναι να προστατεύσει τα χρήματα των καταθετών και με τη σώφρονα παραχώρηση δανείων να δημιουργήσει πρόσθετη αξία για την ίδια την τράπεζα και την οικονομία και πλούτο για τους μετόχους. Η εμπορική τραπεζική πρέπει να είναι ανιαρή (banking is boring) σταθερή και προβλέψιμη. Η επενδυτική τραπεζική είναι sexy, υπόσχεται υψηλά κέρδη γι’ αυτούς που είναι έτοιμοι να αποδεχτούν υψηλούς κινδύνους. Οι δύο δεν πρέπει να συνυπάρχουν κάτω από την ίδια στέγη σε καμιά περίπτωση. Κάτι τέτοιο είναι συνταγή για καταστροφή και συνήθως απαγορεύεται διά ροπάλου.

Ακριβώς επειδή η εμπορική τραπεζική πρέπει να  είναι ανιαρή, σταθερή και προβλέψιμη είναι σημαντικό να δίδεται μεγαλύτερη σημασία στη λειτουργική αποδοτικότητα παρά στην αποτελεσματικότητα. Και για να θυμηθούμε τον αείμνηστο  Peter F. Drucker, αποδοτικότητα είναι να κάνουμε τα πράγματα σωστά, δηλαδή να ακολουθούμε πιστά τις υφιστάμενες διαδικασίες και να τις βελτιώνουμε με βάση τη βέλτιστη πρακτική και την εξέλιξη της τεχνολογίας. Σε αντίθεση η αποτελεσματικότητα είναι να κάνουμε τα σωστά πράγματα, δηλαδή αυτά που πρέπει να γίνονται. Αυτό προϋποθέτει ότι συνεχώς ψάχνουμε για τη δραστική αλλαγή, τη βελτίωση, αναβάθμιση και εισαγωγή νέων προϊόντων και υπηρεσιών.

Πρόσφατα είχα κακές εμπειρίες και με τις δύο συστημικές τράπεζες σε θέματα λειτουργικής αποδοτικότητας. Στη μια περίπτωση προσπαθούμε χωρίς επιτυχία να αφαιρέσουμε το όνομα της αείμνηστης μητέρας μου από καταθέσεις όπου μοιράζονταν με τις θυγατέρες μας. Μέχρι τώρα κάναμε τις σχετικές διαδικασίες τρεις φορές, χωρίς επιτυχία και έτσι το όνομα της μητέρας μου συνεχίζει να εμφανίζεται.

Στην άλλη περίπτωση θα έπρεπε να γίνουν κάποιες αλλαγές στα τραπεζικά στοιχεία τραπεζικών λογαριασμών δύο ιδρυμάτων των οποίων συμμετέχω στα Συμβούλια. Μέσα στη ίδια μέρα έκανα αυτήν την εργασία  2 φορές και υπέγραψα τα ίδια έγγραφα και έδωσα τα ίδια στοιχεία κάθε φορά. Το χαρτί και ο χρόνος που σπαταλήθηκε δεν περιγράφεται. Σε σχετική ερώτηση σε λειτουργό εξυπηρέτησης, πήρα την πολύ λογική απάντηση. Αυτές είναι οι διαδικασίες. Συνεργάζομαι με την τράπεζα αυτή πάνω από 30 χρόνια και θα πρέπει κάθε φορά να μαζεύουν τα ίδια στοιχεία από την αρχή. Να δημιουργούν αχρείαστη εργασία, να τυπώνουν και να φυλάσσουν τόνους χαρτί. Το τραγικό είναι ότι οι τράπεζες θεωρούνται πρωτοπόρες στην εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών και τεχνολογίας.  Πόσο έχουμε πάει πίσω από την περίοδο που η τότε Λαϊκή Τράπεζα δημιούργησε την e-Bank σε μια προσπάθεια να μπει στον 21ο αιώνα με το δεξί. Από τότε πέρασε πολύ νερό κάτω από το ποτάμι και έχουμε κάνει αρκετά βήματα προς τα πίσω, ελέω κανονιστικής συμμόρφωσης και των τμημάτων operations and methods και εσωτερικού ελέγχου.       

Τα ζητήματα με τις εξαγορές και συγχωνεύσεις τραπεζών

Με τη διπλή αναδιάταξη του τραπεζικού συστήματος, η Τράπεζα Κύπρου απορρόφησε τη Λαϊκή Τράπεζα και σε κατοπινό στάδιο η Ελληνική Τράπεζα τον Συνεργατισμό. Και οι δύο συγχωνεύσεις δεν έγιναν με τους καλύτερούς όρους και προϋποθέσεις. Έγιναν υπό το καθεστώς  βεβιασμένης και υποχρεωτικής συγχώνευσης / εξαγοράς. Σε καμιά περίπτωση δεν υπήρχε επαρκής χρόνος για την επιβεβλημένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας (due diligence). Εν μια νυχτί οι δύο τράπεζες φορτώθηκαν τις καταθέσεις, δάνεια, προσωπικό και δίκτυο καταστημάτων των δύο υπό εξαγορά τραπεζών.

Στις καλύτερες των περιπτώσεων αυτές οι εξαγορές / συγχωνεύσεις εμπεριέχουν μεγάλο κίνδυνο αποτυχίας, ο οποίος μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα της νέας τράπεζας.  Τα προβλήματα είναι πολλά από τη διαφορετική κουλτούρα, τα διαφορετικά συστήματα και τις διαδικασίες, στη σύγκρουση σε προσωπικό επίπεδο μεταξύ στελεχών.

Στην προκειμένη περίπτωση υπάρχουν ακόμη τρία σοβαρά προβλήματα (α) κακό δανειακό χαρτοφυλάκιο, αυτό είναι που οδήγησε στην καταστροφή.  (β)  υπεράριθμο προσωπικό και (γ) υπερβολικός αριθμός καταστημάτων εξυπηρέτησης, τα οποία οι τράπεζες θα πρέπει να διαχειριστούν με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο. Οι λύσεις είναι εύκολες και γνωστές, αλλά δύσκολο να επιβληθούν. Η πώληση δανείων καθαρίζει τον ισολογισμό αλλά μειώνει και την αξία του κεφαλαίου των επενδυτών. Το υπεράριθμο προσωπικό και δίκτυο καταστημάτων μειώνει την κερδοφορία.

Δυστυχώς δεν υπάρχουν άλλες επιλογές σε μια περίοδο δύσκολης οικονομικής συγκυρίας. Η δραματική αύξηση του πληθωρισμού αναγκάζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μειώσει την ανάπτυξη με τη στοχευμένη αύξηση του βασικού της επιτοκίου και τη μείωση της ρευστότητας μέσω της πώλησης ομολόγων. Βεβαίως η ΕΚΤ δήλωσε ότι θα είναι πιο χαλαρή στη μείωση της ρευστότητας στις νότιες χώρες της  Ε.Ε..   

Οι προβληματικές δανειοδοτήσεις που έφεραν την καταστροφή

Η δανειοδότηση στηρίζεται σε δύο άξονες (α) πηγή αποπληρωμής και (β) εξασφάλιση. Εκ των πραγμάτων φαίνεται, ότι στα προηγούμενα έτη, αυτές οι δύο παράμετροι δεν είχαν εκτιμηθεί σωστά στην πλειονότητα των δανείων. Η υπερβολική ρευστότητα οδηγεί τις τράπεζες σε παράτολμο δανεισμό και αυτό συνέβη στα έτη πριν από την καταστροφή του  2013.

Η απομείωση καταθέσεων το 2013 πέραν από την καταστροφή στην οικονομία έφερε και μια πιο μακροχρόνια επίπτωση. Χάθηκε η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα. Η δραματική αύξηση στις μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις οφείλεται σε δύο παράγοντες (α) την απώλεια της εμπιστοσύνης (β) τη μείωση των διαθέσιμων πόρων για αποπληρωμή λόγω της απομείωσης και της δραματικής  μείωσης των εισοδημάτων. Εκεί όπου δεν υπάρχει πηγή αποπληρωμής, η τράπεζα θα πρέπει να προχωρήσει με εκποίηση  της υποθήκης.  Και έτσι ενός κακού μύρια έπονται.  

Βεβαίως, δεν μπορούμε να μιλούμε πλέον για κυπριακές τράπεζες, γιατί όλες ανήκουν σε ξένους επενδυτές με περιορισμένη γνώση και ενδιαφέρον για την τοπική κοινωνία και οικονομία. Αυτό οδήγησε σε πολλά λάθη και παραλείψεις, τα οποία πλήρωσαν και πληρώνουν οι μέτοχοι αλλά και οι πελάτες των τραπεζών. Οι μέτοχοι έχουν ξεχάσει τι είναι τα μερίσματα εδώ και πολλά χρόνια, αντίθετα βλέπουν την αξία του κεφαλαίου που έχουν επενδύσει να εξανεμίζεται με τις συνεχείς  πωλήσεις των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων, ώστε να ισορροπήσουν οι τραπεζικοί Δείκτες. Όσο για τους πελάτες καταθέτες και δανειολήπτες πληρώνουν ακριβά το προνόμιο να συναλλάσσονται με την τράπεζά τους μέσω των διαφόρων χρεώσεων. Αυτές οι υψηλές χρεώσεις είναι επί της ουσίας μια μορφή απομείωσης. Στην περίπτωση δε του Συνεργατισμού γινόταν συστηματικά χωρίς πρότερη ενημέρωση και με τέτοια ένταση, ώστε λογαριασμοί  ουσιαστικά να διαγραφούν. Σε ένα μη κερδοσκοπικό, ερευνητικό οργανισμό, σε αυτούς που αναφέρονται πιο πάνω, η τράπεζα αφαιρεί 350 ευρώ κάθε τριμηνία. Αν αυτό δεν είναι τοκογλυφία τότε τι είναι; 

Y.Γ. Για σκοπούς διαφάνειας και πλήρους πληροφόρησης θα πρέπει να επαναλάβω ότι υπηρέτησα για 14 χρόνια στα διοικητικά συμβόλαια δύο κυπριακών τραπεζών.  Ενώ το άρθρο είχε κατατεθεί για δημοσίευση, μια εκ των δύο συστημικών τραπεζών αποφάσισε να σταματήσει από τον Οκτώβριο να χρεώνει τους μη ιδιώτες καταθέτες με έξοδα διαχείρισης λογαριασμών. Η σχετική ανακοίνωση στον Τύπο δεν είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα της τράπεζας. 

*Εργάτης Γνώσης

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πρακτικές εισηγήσεις για μείωση των τιμών ενοικίων

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ