Μια ευημερία βάσει αριθμών την οποία ωστόσο οι Έλληνες να είναι δύσκολο να την απολαύσουν στην πραγματικότητα, καταγράφει η έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος.
Και τούτο, διότι η ευημερία αυτή αποδίδεται κυρίως στην αύξηση της αξίας της ακίνητης περιουσίας των πολιτών.
Οι Έλληνες μπορεί να εμφανίζονται πλουσιότεροι κατά 9,3%, μεσοσταθμικά, αυτό ωστόσο αυτό αποδίδεται κυρίως αν όχι αποκλειστικά στην αύξηση των τιμών της ακίνητης περιουσίας τους.
Κι έτσι πάντως λαμβάνοντας υπόψη τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου, η χρηματοοικονομική κατάσταση των νοικοκυριών δεν εγείρει ζητήματα για τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ και με τα πειραματικά στοιχεία λογαριασμών κατανομής πλούτου που καταρτίζονται από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών προκύπτει ότι ο προσαρμοσμένος καθαρός πλούτος ανά κάτοικο στην Ελλάδα για το γ’ τρίμηνο του 2024 ανήλθε σε 89,89 χιλ. ευρώ, αυξημένος κατά 9,3% έναντι του γ’ τριμήνου του 2023 (82,27 χιλ. ευρώ). Η αύξηση στον προσαρμοσμένο καθαρό πλούτο προήλθε κατά 46 χιλ. ευρώ ή κατά ποσοστό 57% από την αύξηση της αξίας της κατοικίας των νοικοκυριών στην εξεταζόμενη περίοδο. Άλλωστε, η σημαντικότερη συμβολή στο συνολικό καθαρό επίπεδο πλούτου προέρχεται από την αξία της κατοικίας (60,95 χιλ. ευρώ ή 67,8% του συνολικού προσαρμοσμένου καθαρού πλούτου ανά κάτοικο). Ο προσαρμοσμένος δείκτης χρέους προς περιουσιακά στοιχεία ήταν 8,8% για το γ’ τρίμηνο του 2024 καταγράφοντας βελτίωση κατά 80 μ. β. έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2023.
Συνεχίζονται οι αυξητικές τάσεις στις τιμές των ακινήτων
Από την άλλη πλευρά η αυξητική τάση στις τιμές των οικιστικών ακινήτων συνεχίστηκε το δ΄ τρίμηνο του 2024, αλλά με επιβραδυνόμενο ρυθμό. Αναλυτικότερα, οι τιμές των διαμερισμάτων (σε ονομαστικούς όρους) αυξήθηκαν το δ΄ τρίμηνο του 2024 κατά 6,6% σε ετήσια βάση και πλέον απέχουν ελάχιστα από το ιστορικό υψηλό του γ’ τριμήνου του 2008. Οι τιμές των νέων διαμερισμάτων (ηλικίας έως 5 ετών) το δ’ τρίμηνο του 2024 αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 9,1% και πλέον έχουν ξεπεράσει κατά 5,8% το προηγούμενο ιστορικό υψηλό του δ’ τριμήνου 2008 (ενώ οι τιμές των παλαιών διαμερισμάτων παρουσίασαν αύξηση κατά 4,9%).
Σαφές το οικιστικό πρόβλημα στις μεγαλουπόλεις
Διακρίνοντας κατά γεωγραφική περιοχή, ισχυροί ετήσιοι ρυθμοί αύξησης στις τιμές των διαμερισμάτων καταγράφηκαν στη Θεσσαλονίκη (8,2%) και στις λοιπές περιοχές της χώρας (8,7%). Στην Αθήνα ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των τιμών των διαμερισμάτων ανήλθε σε 6,2%, με το επίπεδο τιμών το δ’ τρίμηνο του 2024 να διαμορφώνεται σε 107,7, έχοντας ξεπεράσει κατά 6,3 μονάδες το προηγούμενο ιστορικό υψηλό. Για το σύνολο του 2024, οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν κατά 8,7% έναντι αύξησης 13,9% το 2023.
Στα ύψη και τα ενοίκια
Αντίστοιχη είναι και η εξέλιξη του επιπέδου των ενοικίων, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται σε 109,7 με βάση τα στοιχεία του α’ τριμήνου του 2025, έναντι 99,9 το α’ τρίμηνο του 2024.
Ο δείκτης ενοικίων, σε αντίθεση με το δείκτη τιμών κατοικιών, παραμένει σημαντικά χαμηλότερος από το ιστορικό υψηλό του (124,3 το γ’ τρίμηνο του 2011). Οι τιμές στην ελληνική αγορά κατοικιών για το επόμενο διάστημα εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται, αλλά με ηπιότερους ρυθμούς, όσο η ζήτηση από το εσωτερικό και το εξωτερικό διατηρείται ισχυρή και το απόθεμα κατοικιών παραμένει περιορισμένο.
Ισχυρή η οικοδομική δραστηριότητα
Κρίνεται θετικό, εντούτοις, το γεγονός ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024 καταγράφηκε σημαντικός ρυθμός αύξησης της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας, που αντανακλάται στην αύξηση κατά 14,9% του αριθμού των οικοδομικών αδειών που εκδόθηκαν σε σχέση με το 2023. Αντίστοιχα, η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του κατασκευαστικού κλάδου διαμορφώθηκε σε 2,2% για το 2024, έναντι 2,1% το 2023.
Οι παραπάνω εξελίξεις στις τιμές των οικιστικών ακινήτων αναδεικνύουν την απαρχή συσσώρευσης κυκλικού συστημικού κινδύνου, αλλά δεν προκαλούν ανησυχία από πλευράς χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη το χαμηλό επίπεδο εκταμιεύσεων στεγαστικών δανείων.
Η αύξηση των τιμών των κατοικιών σε συνδυασμό με τη φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων, αλλά και του αυξημένου λειτουργικού κόστους τους, συνέβαλαν τα τελευταία έτη στην όξυνση του στεγαστικού ζητήματος, το οποίο αντικατοπτρίζεται στο μερίδιο του κόστους στέγασης προς το διαθέσιμο εισόδημα (2023: 35,2%).
Οι εκταμιεύσεις στεγαστικών δανείων το 2024 ανήλθαν σε 1,3 δισεκ. ευρώ. Επισημαίνεται ότι η τροποποίηση του προγράμματος Golden Visa με το άρθρο 64 του ν. 5100/2024, με κυριότερη αλλαγή την αύξηση της ελάχιστης αξίας κτήσης ακίνητης περιουσίας από 250.000 ευρώ σε 800.000 ευρώ στην Περιφέρεια Αττικής, και στις Περιφερειακές Ενότητες Θεσσαλονίκης, Μυκόνου και Σαντορίνης, καθώς και σε νησιά με πληθυσμό άνω των 3.100 κατοίκων, αναμένεται να μειώσει το ύψος των άμεσων ξένων επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία στις συγκεκριμένες περιοχές.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Η ΔΕΟΚ ζητά να ανοίξει εκ νέου το θέμα του 12% στις συντάξεις